Ο άλλοτε εντυπωσιακός ασημόγλαρος που «κοιμόταν» στο κύμα και κάθε σούρουπο σαν λευκό… φάντασμα πετούσε από μπαλκόνι σε μπαλκόνι, σε εκείνα τα στενά δρομάκια του Πειραιά που ενώνουν το Πασαλιμάνι και τη Ζέα με το μεγάλο λιμάνι, ηττήθηκε από τη ρύπανση.Μαζί με τη μικρή αλκυόνη που βρέθηκε πνιγμένη στο πετρέλαιο, προ ημερών στα βράχια της Πειραϊκής, είναι τα πρώτα θύματα της ολιγωρίας και των αργών αντανακλαστικών της Διοίκησης, καθώς και της ανεπάρκειας των μέσων που χρησιμοποίησαν οι αρμόδιες αρχές, οι οποίες αποδείχθηκαν τελικώς πολύ κατώτερες των περιστάσεων. Θύματα της εγκληματικής αμέλειας της Διοίκησης και δεκάδες άλλα πτηνά που αυτήτην εποχή μεταναστεύουν και ξεκουράζονται στις μικρές νησίδες του Σαρωνικού παίρνοντας δυνάμεις πριν από το μεγάλο ταξίδι προς τον Νότο.
Οταν ένα ομολογουμένως μικρό περιστατικό ρύπανσης παίρνει τέτοιες διαστάσεις και μέσα σε δύο ημέρες το μαζούτ «μαυρίζει» τις παραλίες –από τη Σαλαμίνα έως την Πειραϊκή και από το Φάληρο μέχρι τη Βούλα -, τότε κάτι… σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας. Οταν μάλιστα, σύμφωνα με τη μέτρηση του ΕΛΚΕΘΕ, την Παρασκευή υπήρχαν ίχνη και στη Σαρωνίδα, τότε η καταστροφή παίρνει μεγαλύτερες διαστάσεις. Η διαρροή δεν έγινε σε κάποια απομακρυσμένη περιοχή του Αιγαίου, αλλά δίπλα στο μεγαλύτερο ελληνικό λιμάνι, μια ανάσα από το επιχειρησιακό κέντρο του υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, με ιδανικές καιρικές συνθήκες. Ευλόγως λοιπόν δημιουργούνται ερωτηματικά για τις δυνατότητες μιας χώρας η οποία ποντάρει για την έξοδο από την κρίση στις επενδύσεις υδρογονανθράκων, να αντιμετωπίσει διαρροές από ατυχήματα μεγάλης κλίμακας σε πετρελαϊκές εγκαταστάσεις στο Ιόνιο ή δυτικά της Κρήτης.

«Ξεγύμνωμα της πολιτείας»
«Μερικές εκατοντάδες τόνοι μαζούτ δεν είναι η μεγαλύτερη οικολογική καταστροφή που έχει δει αυτή η χώρα. Αποτελούν όμως ξεγύμνωμα της πολιτείας»λέειχαρακτηριστικά ο ωκεανολόγος και γενικός διευθυντής του ελληνικού γραφείου τηςGreenpeaceκ.Νίκος Χαραλαμπίδης. Οπως επισημαίνει, η επόμενη ημέρα, μετά την απομάκρυνση των συνεργείων καθαρισμού, θα βρει τον Σαρωνικό τραυματισμένο, αλλά ικανό να ανακάμψει. «Το ίδιο δεν είναι βέβαιο ότι ισχύει για τον απαραίτητο μηχανισμό. Η ετοιμότητα και η ευελιξία απουσίασαν παντελώς σε μια εύκολη περίπτωση που έμοιαζε με άσκηση για αρχάριους. Ο υπάρχων εξοπλισμός δεν αξιοποιήθηκε. Οι τοπικές αρχές και η κοινωνία δεν προετοιμάστηκαν ούτε ενημερώθηκαν έγκαιρα. Η πολιτεία παρακολουθούσε αντί να δίνει εντολές, να συντονίζει και να ερευνά» σημειώνειο ίδιος.
Οσο για το «αφήγημα» που θέλει την Ελλάδα γεωπολιτικό κόμβο αγωγών, άντλησης και διακίνησης πετρελαίου, όπου ο τουρισμός είναι η πιο βαριά βιομηχανία της, ενώ η καλή κατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος και της θάλασσας στρατηγική προτεραιότητα, «η σημερινή εικόνα είναι ντροπή αλλά και καμπανάκι κινδύνου» καταλήγει ο κ. Χαραλαμπίδης.
«Εχουμε ένα μικρό ναυάγιο, το οποίο έπρεπε να αντιμετωπιστεί άμεσα. Αλλά, λόγω της κακής επιχειρησιακής αντιμετώπισης, έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις. Για να μην ξαναγίνει, πρέπει να δούμε τα διδάγματα της Ιστορίας. Η πολιτεία οφείλει να χαράξει σχέδια ετοιμότητας για κάθε περιοχή της Ελλάδας, στα οποία να προβλέπεται και η συμμετοχή των πολιτών. Αν ξέρουν οι εθελοντές τι να κάνουν μπορούν να προλάβουν καταστάσεις ή να τις εμποδίσουν προτού εκδηλωθούν» αναφέρει ο διευθυντής της έδρας UNESCOγια τη Διαχείριση της Αειφόρου Ανάπτυξης στη Μεσόγειο καθηγητής Χημείας Περιβάλλοντος και Ωκεανογραφίας κ. Μιχάλης Σκούλλος.
Οι επιπτώσεις στο οικοσύστημα
Στο Αιγαίο διαπλέουν ετησίως δεκάδες χιλιάδες εμπορικά πλοία, εκ ων οποίων περί τα 6.000 είναι πετρελαιοφόρα που μεταφέρουν πετρελαιοειδή. «Σε συνέχεια σοβαρών ατυχημάτων ανά τον πλανήτη η σχετική νομοθεσία έχει πλέον βελτιωθεί σημαντικά. Τα νέα πλοία έγιναν πιο ασφαλή και οι πλοιοκτήτριες εταιρείες έπρεπε να καταβάλουν μεγαλύτερα ποσά για αποζημιώσεις» υπογραμμίζει ο κ. Χαραλαμπίδης. Και προσθέτει: «Παράλληλα, υπήρξε και σημαντική βελτίωση του απαραίτητου εξοπλισμού, εκπαίδευση προσωπικού, δημιουργία εθνικού και διεθνούς δικτύου αντιμετώπισης πετρελαιοκηλίδων και θαλάσσιων ατυχημάτων. Και μετά από όλα αυτά, έρχεται μερικά χρόνια αργότερα η πετρελαιοκηλίδα στη Σαλαμίνα που ανατρέπει αυτά που θεωρούσαμε δεδομένα, αναδεικνύοντας την εκκωφαντική απουσία ετοιμότητας και συντονισμού».
Στην περιοχή του Σαρωνικού, το πετρέλαιο, ακόμη και σε μικρές ποσότητες, ανάλογα με τον βαθμό τοξικότητας, μπορεί να προκαλέσει επιπτώσεις σε όλους τους οργανισμούς, λένε οι επιστήμονες. «Τόσο σε αυτούς που ζουν κοντά στην επιφάνεια της θάλασσας, όπως π.χ. φυτοπλαγκτόν και ζωικοί οργανισμοί, αβγά και προνύμφες ψαριών, όσο και στο βένθος (οργανισμοί κοντά στον βυθό ή θαμμένοι στο ίζημα), μέσω αύξησης της ευαισθησίας σε ασθένειες, βλάβες στη λειτουργία της κυτταρικής μεμβράνης κ.τ.λ.» επισημαίνει στο «Βήμα» ο επικεφαλής του ΕργαστηρίουΔιαχείρισης Τοξικών και Επικινδύνων Αποβλήτων, καθηγητής στη Σχολή Μηχανικών Περιβάλλοντος του Πολυτεχνείου Κρήτης κ.Ευάγγελος Γιδαράκος.
Το 60%-70% των πετρελαιοειδών στην επιφάνεια της θάλασσας σχηματίζουν ένα λεπτό, «μονομοριακό» όπως λέγεται, στρώμα πετρελαίου το οποίο, όπως εξηγεί ο καθηγητής, εμποδίζει τις φυσικές ανταλλαγές που συμβαίνουν μεταξύ νερού και ατμοσφαιρικού αέρα, και οι οποίες είναι απαραίτητες για τον βιολογικό κύκλο της θαλάσσιας ζωής.Με άλλα λόγια, αν οι Αρχές δεν επέμβουν για να το μαζέψουν άμεσα, αυτό το στρώμα του πετρελαίου μειώνει στο ελάχιστο την ανανέωση του νερού με το οξυγόνο του αέρα, εμποδίζει τις ακτίνες του ήλιου να εισχωρήσουν βαθιά στη θάλασσα για τη φωτοσύνθεση, προκαλεί αύξηση της θερμοκρασίας του νερού και υπερβολική ανάπτυξη μικροοργανισμών που καταναλώνουν οξυγόνο.
Ιδιαιτέρως ευπαθή σε αυτή τη ρύπανση είναι τα μαλάκια αλλά και τα φυτά γιατί δηλητηριάζονται και πεθαίνουν από ασφυξία. Δηλαδή «προκαλούνται διαταραχές στη φυσιολογία και συμπεριφορά των οργανισμών και ανωμαλίες στην ανάπτυξη των ψαριών, οδηγώντας τα τελικά σε πρόωρο θάνατο» υποστηρίζει ο κ. Γιδαράκος.
Δηλητηριάζεται όμως και το πλαγκτόν, και έτσι πολλοί θαλάσσιοι οργανισμοί που ζουν σε αυτό ή από αυτό, οδηγούνται σε θάνατο. «Από την άλλη, το 30%-40% των πετρελαιοειδών, δηλαδή τα πιο τοξικά και πτητικά συστατικά, εξατμίζονται σε υψηλές θερμοκρασίες, που συνήθως επικρατούν τους θερινούς μήνες και όχι μόνο, ρυπαίνοντας έτσι την ατμόσφαιρα της γύρω περιοχής» τονίζει ο καθηγητής. Ετσι δικαιολογείται και η έντονη οσμή πετρελαίου που από την Τρίτη «σκέπασε» τον Πειραιά.
Κίνδυνος από τον «κρυμμένο θάνατο»
Ενός κακού όμως μύρια έπονται. Ιχνη πετρελαίου στο νερό επηρεάζουν ακόμη τη δυνατότητα προσανατολισμού θαλάσσιων οργανισμών και τους ρυθμούς αφομοίωσης της τροφής τους. «Κάποιες από τις συνέπειες αυτές ενισχύονται από την υγρή αλατότητα και τις υψηλές θερμοκρασίες της θάλασσας, αφού οι τελευταίες δίνουν στο πετρέλαιο τη μορφή ιδιαίτερα ρευστής πίσσας που είναι δύσκολο να απομακρυνθεί» υπογραμμίζει ο κ. Γιδαράκος, αναφέροντας ότι συγκεκριμένα συστατικά του πετρελαίου, και όχι μόνο, ενδέχεται να περάσουν στην τροφική αλυσίδα μέσω των βενθικών οργανισμών και να καταλήξουν κάποια στιγμή στον άνθρωπο.
Σύμφωνα με τον καθηγητή από το Πολυτεχνείο Κρήτης, τα πετρελαιοειδή, ανάλογα με τον βαθμό ρύπανσης η οποία πρωτίστως πρέπει να προσδιοριστεί, «θα εντοπίζονται με την πάροδο του χρόνου ως παγιδευμένα στρώματα σε νανοσωματίδια», γεγονός που, όπως σημειώνει, ήδη απεδείχθη στα ναυάγια του «Prestige» και του «Exxon Veldez», αλλά και στον Κόλπο του Μεξικού μετά το καταστροφικό ατύχημα της ΒΡ (2010).
«Διαπιστώθηκε στα 900 με 1.200 μέτρα βάθος, αλλά και σε ιζήματα του πυθμένα «κρυμμένο» σημαντικό μέρος πετρελαίου» σχολιάζει ο κ. Γιδαράκος. Στο εν λόγω φαινόμενο έχουν συμβάλει και τα χημικά διασκορπιστικά που χρησιμοποιήθηκαν διασπώντας τα σταγονίδια πετρελαίου σε νανοσωματίδια με διάμετρο μικρότερη των 2 μm (εκατομμυριοστό του μέτρου). Τα νανοσωματίδια βρίσκονται εγκλωβισμένα σε θαλάσσιες ζώνες, προσφέροντας άφθονη τροφή στα βακτήρια και απειλώντας έτσι να ανατρέψουν την ισορροπία στη βιοποικιλότητα της ευρύτερης περιοχής.
«Για παράδειγμα, από το ναυάγιο του «Exxon Valdez» στον κόλπο Prince William Sound της Αλάσκας (1989), διαπιστώθηκαν το 2010 80.000-120.000 λίτρα αργού πετρελαίου στα θαλάσσια ιζήματα. Μάλιστα, 21 χρόνια μετά το ναυάγιο, από τα 30 είδη πτηνών και χερσαίων ζώων είχαν επιζήσει μόνο 10. Στην αποκαλυπτική έρευνα με τίτλο «Το Exxon Valdez συνεχίζει το καταστροφικό του έργο…» στο περιοδικό «NATURE GEOSCIENCE» (21.01.11), οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η υποθαλάσσια διάσπαση του πετρελαίου είναι 1.000 φορές πιο αργή, σε σύγκριση με την επιφάνεια» επισημαίνει ο καθηγητής.
Πάντως, κατά τον καθαρισμό του Σαρωνικού, στον οποίο συμμετέχουν τέσσερις εταιρείες, σύμφωνα με τα όσα έχει δηλώσει ο υπουργός Ναυτιλίας κ. Παναγιώτης Κουρουμπλής, δεν χρησιμοποιούνται χημικά, αλλά μόνο μηχανικά μέσα. Ωστόσο, ακόμη και αυτά, σύμφωνα με τον κ. Σκούλλο, δεν έχουν μηδενικό περιβαλλοντικό αντίκτυπο. Τόσο τα υδραυλικά όσο και τα μηχανικά εξαρτήματα καθαρισμού καταστρέφουν τη χλωρίδα και πανίδα, βλάπτουν το οικοσύστημα. «Οσο μεγαλύτερη ποσότητα άμμου αφαιρέσουμε τόσο μεγαλύτερη και η καταστροφή» σημειώνει.
«Ασφυξία» στις βραχώδεις ακτές
Στην περίπτωση του ναυαγίου στον Σαρωνικό ζητούμενο σε κάθε περίπτωση αποτελεί ο προσδιορισμός τόσο της επικείμενης όσο και μελλοντικής περιβαλλοντικής ζημιάς στην ευρύτερη περιοχή, καθώς και ο απαιτούμενος σχεδιασμός των αναγκαίων μέτρων πρόληψης και αποκατάστασης.
Εκτός από τις παραλίες, τα θαλάσσια ύδατα και τα υδρόβια είδη, μεγάλο πλήγμα δέχονται επίσης οι απομονωμένες βραχώδεις ακτές και οι νησίδες του Σαρωνικού. «Οι περισσότερες ανήκουν στο δίκτυο προστατευόμενων περιοχώνNatura2000, ενδεικτικό της υψηλής τους οικολογικής αξίας, και όπως διαφαίνεται θα υποβαθμιστούν σοβαρά και για άγνωστο χρονικό διάστημα» αναφέρει η κυρία Ρούλα Τρίγκου από την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία.
Η ορνιθοπανίδα σε αυτά τα συμπλέγματα αποτελείται κυρίως από θαλασσοπούλια, αρπακτικά τα οποία φωλιάζουν στις απόκρημνες ακτές και μεταναστευτικά πουλιά που κάνουν μια στάση εκεί για τροφή και ξεκούραση. «Ολα αυτά τα είδη αναμένεται να αντιμετωπίσουν σοβαρότατα προβλήματα, καθώς ακόμα κι αν δεν πεθάνουν άμεσα από τοξίνωση, θα είναι ανίκανα να πετάξουν και να τραφούν εάν καλυφθούν από πετρέλαιο. Επίσης, θα χάσουν τις μονωτικές ικανότητες που έχει το πτέρωμά τους» καταγγέλλει η κυρία Τρίγκου.
Πάντως, ο καθ’ ύλην αρμόδιος για το Περιβάλλον υπουργός κ. Σωκράτης Φάμελλος σε δηλώσεις του υποστήριξε ότι πρόκειται για «ένα περιβαλλοντικό ατύχημα σε θαλάσσια περιοχή, το οποίο αντιμετωπίζεται» και όπως σημείωσε η βλάβη δεν είναι αναντίστρεπτη. Η κατάσταση, αφού ολοκληρωθούν οι εργασίες απορρύπανσης από τις εταιρείες που έχουν αναλάβει τον καθαρισμό, θα αξιολογηθεί από το ΕΛΚΕΘΕ (Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών) ενώ η έρευνα που θα καταδείξει τις πραγματικές συνέπειες μπορεί να διαρκέσει ακόμη και δύο χρόνια.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ