«Στη Ζακυνθο υπάρχει ο μεγαλύτερος αριθμός εμπρησμών στην Ελλάδα αλλά και το μικρότερο ποσοστό σύλληψης εμπρηστών. Κύρια στοιχεία που προστατεύουν τους εμπρηστές είναι ότι ξέρουν άριστα τις περιοχές όπου δρούν, η «ομερτά» των κατοίκων ενώ εκπροσωπούν κυρίως «τουριστικά» συμφέροντα».

Αυτό είναι το συμπέρασμα νέας εμπεριστατωμένης μελέτης του ειδικού αναλυτή δασικών πυρκαγιών πρώην υπαρχηγού της Πυροσβεστικής κ Ανδριανού Γκουρμπάτση σε σχέση με τις καταστροφικές πυρκαγιές στο όμορφο νησί του Ιονίου.

Κι αυτό ύστερα από την αδυναμία των κλιμακίων ερευνητών της Πυροσβεστικής αλλά και της ΕΛ.ΑΣ., που έχουν μεταβεί στο νησί, να εντοπίσουν –μετά από δύο εβδομάδες- τα ίχνη των δραστών των καταστροφικών πυρκαγιών που κατέκαψαν περισσότερα από 30.000 στρέμματα αγροτικών και δασικών εκτάσεων.

Ενδεικτικό ακόμη των επιχειρησιακών δυνατοτήτων και της ..αποθράσυνσης των εμπρηστών είναι ότι παρά αυτή την τεράστια κινητοποίηση της ΕΛΑΣ και της Πυροσβεστικής , νέες πυρκαγιές εκδηλώθηκαν τα μεσανυκτα της 5ης Σεπτεμβρίου στην ίδια περιοχή όπου υπήρξε και η πρόσφατη πύρινη λαίλαπα.

Στην ανάλυσή του ο κ Γκουρμπάτσης σημειώνει για την δράση των εμπρηστών και τα συμφέροντα που πυρπολούν το νησί:

* Οι δασικές εκτάσεις καλύπτουν 45.500 στρέμματα, με ποσοστό κάλυψης 11,2% της συνολικής έκτασης του νησιού. Τα δάση αυτά δυστυχώς έχουν υποφέρει κατά τα τελευταία 20 και πλέον χρόνια εξ αιτίας συχνών πυρκαγιών. Η έκταση των δασών έχει υποστεί σημαντικούς περιορισμούς και έχει αντικατασταθεί από θάμνους και φρύγανα. Έτσι τα δάση στη Ζάκυνθο είναι 61% ιδιωτικά, 12% μοναστηριακά και 27% δημοτικά (κοινοτικά).

Η οικονομική ατμομηχανή της ζακυνθινής οικονομίας είναι κυρίως ο τουρισμός. Ανέκαθεν εκδηλώνονταν πυρκαγιές στο νησί. Ωστόσο οι πυρκαγιές άρχισαν να πληθαίνουν ταυτόχρονα με το διάστημα ωρίμανσης της τουριστικής
ανάπτυξης περί τα τέλη του 2000. Ο μέσος ετήσιος αριθμός πυρκαγιών στη Ζάκυνθο, είναι 127 αγροτοδασικές πυρκαγιές, γεγονος που σημαίνειι ότι κάθε 3 μέρες εκδηλώνεται στη Ζάκυνθο μέσα στο έτος και μία αγροτοδασική πυρκαγιά. Ο μέσος ετήσιος αριθμός καμένων εκτάσεων (μέση ετήσια απώλεια) στη Ζάκυνθο, είναι 3.225,9 στρέμματα.

To 60% περίπου των δασικών πυρκαγιών της Ελλάδας έχει χρόνο κατάσβεσης 7,5 ώρες. Η μέγιστη διάρκεια των πυρκαγιών για την Ελλάδα ανέρχεται σε 15 ώρες περίπου. Στη Ζάκυνθο η μέση διάρκεια των δασικών πυρκαγιών είναι 34 ώρες, μεγαλύτερη σε σύγκριση με τους υπόλοιπους νομούς της χώρας.

Στη Ζάκυνθο αναφέρεται το μικρότερο ποσοστό δασικών πυρκαγιών (4%), στις οποίες εξακριβώθηκαν τα αίτια εκδήλωσής τους. Στις λοιπές πυρκαγιές τα αίτια είναι είτε πιθανά ή ανεξακρίβωτα. Τα νησιά του Ιονίου καταλαμβάνουν την 1η θέση μεταξύ των γεωγραφικών ενοτήτων της χώρας, ως προς τα ποσοστά (22,3%) δασικών πυρκαγιών από κακόβουλο εμπρησμό (εξακριβωμένο ή πιθανό). Ειδικά στη Ζάκυνθο το 60% των δασικών πυρκαγιών οφείλεται σε κακόβουλο εμπρησμό.

Αντίστοιχα με τα ποσοστά εξακρίβωσης των αιτίων των δασικών πυρκαγιών είναι και εκείνα του εντοπισμού του δράστη. Στη Ζάκυνθο το ποσοστό εντοπισμού του δράστη είναι (0,9%), το μικρότερο στη χώρα. . Η πλειονότητα των αγροτοδασικών πυρκαγιών στο νησί της Ζακύνθου εκδηλώνονταν ανέκαθεν- όπως συνέβη και κατά την τρέχουσα αντιπυρική περίοδο έτους 2017- στο Βόρειο και Δυτικό Τμήμα αυτού, ήτοι βόρεια και δυτικά του όρους Βραχιώνα εκεί δηλαδή που υπάρχουν οι ορεινές και ημιορεινές εκτάσεις με τουριστική ανάπτυξη ή άλλου είδους οικονομικά ανεπτυγμένη δραστηριότητα και κατά συνέπεια, εκεί που βρίσκονται τα δάση και οι δασικές εκτάσεις και όχι οι περιοχές με πεδινές εκτάσεις, δηλαδή στο Ανατολικό Τμήμα του νησιού. Κατά το διάστημα (1987 – 2007) παρατηρείται, σύμφωνα με σχετική έρευνα γενικά για τα Ιόνια Νησιά, το μεγαλύτερο για τη χώρα ποσοστό (12,6%) επεκτάσεων των γεωργικών γαιών, σε βάρος πρωτίστως των εκτάσεων χαμηλής βλάστησης και δευτερευόντως, σε θαμνότοπους, κυρίως δε στα όρια των οικισμών».

Ο ερευνητής της Πυροσβεστικής σημειώνει για τους «αόρατους» εμπρηστες της Ζακύνθου:

«Οι εμπρηστές, ως φυσικοί αυτουργοί ή ενεργούντες για λογαριασμό ηθικούα υτουργού, προφανώς είναι άτομα ψυχικά (πνευματικά) υγιή και το πιθανότερο δρουν μεμονωμένα και έκαστος εξ αυτών για ίδιον όφελος / κέρδος, δηλαδή ενεργούν με ιδιοτελή σκοπό και όχι, ως εγκληματική οργάνωση (ομάδα). Γνωρίζουν πάρα πολύ καλά τις περιοχές που δρουν και προκαλούν τις πυρκαγιές σε δάση και δασικές εκτάσεις και κινούνται με μεγάλη άνεση και ευκολία σε αυτές, όπως ακριβώς συνέβη και με τους δύο δράστες, που έγιναν αντιληπτοί την 27/8/2017 από το ελικόπτερο δασοπυρόσβεσης, κατά την κατάσβεση της πυρκαγιάς, που εκδηλώθηκε την 26/8/2017 στην Αναφωνήτρια και επεκτάθηκε στις Μαριές, οι οποίοι παρόλο που υπήρξε άμεσα και μεγάλης έκτασης κινητοποίηση των διωκτικών αρχών κατάφεραν να διαφύγουν τον εντοπισμό τους και τη μέχρι σήμερα σύλληψή τους.

Ενεργούν με τέτοια αποφασιστικότητα και βεβαιότητα, ότι δεν θα εντοπισθούν και συλληφθούν, διακινδυνεύοντας μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις να τελούν την πράξη εμπρησμού ταυτόχρονα και σε μικρές αποστάσεις από την παρουσία των πυροσβεστικών δυνάμεων σε άλλες παραπλήσιες περιοχές και μάλιστα σε ώρες της ημέρας με τις ανθρώπινες δραστηριότητες στο αποκορύφωμα (μεσημβρινές ή μεταμεσημβρινές) και τις αρχές ασφαλείας του νησιού σε πλήρη ανάπτυξη.

Και τούτο συμβαίνει προφανώς γιατί γνωρίζουν πολύ καλά, είτε την διαπιστωμένη, με τα σχετικά προαναφερόμενα αποδεικτικά στοιχεία, διαχρονικά έλλειψη αποτελεσματικότητας του διωκτικού μηχανισμού στη νησί, – που δεν το πιστεύω – είτε την »απροθυμία» του να εξιχνιάσει τις περιπτώσεις εγκλήματος εμπρησμού ή και ακόμη, ότι τα »στόματα όλων» είναι και θα παραμείνουν ερμητικά κλειστά προς τις αρχές. Τυχαίο; Δεν πιστεύω.

Η στελέχωση του αρμόδιου διωκτικού μηχανισμού που χειρίζονταν διαχρονικά τη διερεύνηση των αιτίων των πυρκαγιών γίνονταν και γίνεται από προσωπικό (ανακριτικούς υπαλλήλους) μόνιμους κάτοικους στο νησί και αυτό δεν τους επέτρεπε προφανώς να προβαίνουν σε μια αντικειμενική και σε βάθος έρευνα, με αποτέλεσμα να μην εξακριβώνονται τα αίτια των πυρκαγιών και ως εκ τούτου να μην είναι εφικτός ο εντοπισμός και η σύλληψη των υπαιτίων.

Γι΄ αυτό άλλωστε και δεν εξακριβώνονταν τα αίτια των πυρκαγιών το διάστημα 1983 –2008, όπου το ποσοστό εξακρίβωσης των αιτίων είναι 4% και δεν εντοπίζονταν οι υπαίτιοι αυτών, κατά το ίδιο ως άνω διάστημα, με ποσοστό εντοπισμού δράστη εμπρησμού μόλις 0,9%.

Δεν αποκλείεται μάλιστα να υπάρχει πιθανόν και σχετική εκ των «έσω» πληροφόρηση προς τους δράστες, γιατί διαφορετικά δεν εξηγείται, ότι στις 87 μέχρι σήμερα αριθμητικά πυρκαγιές, που εκδηλώθηκαν φέτος στο νησί, δεν έχει εξιχνιασθεί ως τώρα καμία υπόθεση εμπρησμού δάσους και δεν έχει συλληφθεί ούτε ένας δράστης, έστω και ως εξ αμελείας υπαίτιος εγκλήματος εμπρησμού δάσους.

Αυτήν την αδυναμία εκμεταλλεύονται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο οι εμπρηστές για την ανενόχλητη εγκληματική δράση τους. Τους εμπρηστές πιθανόν τους συνδέει στενά μια ιδιαίτερη σχέση με την περιοχή δράσης τους και την ευρύτερη αυτής περιοχή προφανώς εκ της δικαιολογημένης φυσικής τους παρουσίας στον τόπο αυτό, που τους εξασφαλίζει ένα ιδιαίτερα ικανοποιητικό και αξιόπιστο «άλλοθι» στις αρχές. Και αυτός το πιθανότερο είναι και ο λόγος που τα στόματα των κατοίκων των πληγέντων από τις πυρκαγιές περιοχών παραμένουν ακόμη ερμητικά κλειστά.

Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι παρόλο που στο νησί βρίσκονται από την μεγάλη πυρκαγιά της 26/8/2017 στην Αναφωνήτρια και εντεύθεν και διενεργούν τις έρευνες για τους εμπρησμούς, τόσο κλιμάκιο της Διευθυνσης Αμτιμετώπισης Εγκλημάτων Εμπρησμού όσο και προσωπικό Ειδικών Αστυνομικών Υπηρεσιών εποπτευόμενες από Αντιστράτηγο της ΕΛΑΣ τα μεσανυκτα της 5ης

Σεπτεμβρίου προκλήθηκαν δύο (2) νέες πυρκαγιές στις περιοχές Κορίθι και Μέγα Αλώνι, της Δημοτικής Ενότητας Ελατίων, δηλαδή την πιο πυρόπληκτη περιοχή του νησιού. Κατά την εγκληματική τους δράση, οι εμπρηστές προφανώς και κινούνται με ευέλικτο και γρήγορο μεταφορικό μέσο, όπως πχ μηχανή, προφανώς χωρίς διακριτά ή εμφανή στοιχεία ταυτότητάς .

Λαμβάνουν μέτρα προστασίας τους κατά τη δράση τους και γνωρίζουν πολύ καλά, ότι κατά το χρόνο της πράξης τους δεν θα γίνουν αντιληπτοί από τρίτα (ξένα προς αυτούς) πρόσωπα, με σκοπό την αποφυγή εντοπισμού τους.

Ενδεχομένως να δρουν και με βεβαιότητα για αυτό τον λόγο. Μεριμνούν και χρησιμοποιούν συνήθως απλούς τρόπους και μέσα έναρξης της φωτιάς (πχ απλό αυτοσχέδιο εμπρηστικό μέσο ή μηχανισμό), τα οποία είτε δεν αφήνουν υπολείμματα και ίχνη, όπως πχ η χρήση ανοιχτής (γυμνής) φλόγας (πχ αναπτήρας), είτε τα υλικά που κατασκευάζουν το μηχανισμό, αν αφήνουν ίχνη – που πραγματικά αφήνουν, αρκεί να εντοπιστούν κατά τη αυτοψία – είναι δυσχερώς ανιχνεύσιμα».