«Αν ένα πράγμα είναι μπόνους είναι υποχρεωτικό; Εγγενώς η έννοια του μπόνους είναι προαιρετική. Παιδαγωγικά, κάνουμε πάντοτε και κάποιες εξετάσεις ενδιάμεσες, σε όλες τις βαθμίδες, για να αυτοελεγχθούν οι εκπαιδευτικοί, για να ελεγχθούν τα παιδιά, να δουν οι γονείς αν όντως η προετοιμασία των παιδιών τους προχωράει σωστά».
Αυτά είπε σήμερα ο υπουργός Παιδείας κ. Κ. Γαβρόγλου για τις «μίνι» πανελλαδικές εξετάσεις του Ιανουαρίου, που εισηγείται με την πρόταση του για το νέο εξεταστικό σύστημα.
«Εκείνο όμως που θέλω να είναι σαφές είναι ότι εμείς επεξεργαστήκαμε ένα σχέδιο και νομίζω ότι είναι στοιχείο ωριμότητας της όποιας πολιτικής ηγεσίας όταν βάζεις κάτι σε διαβούλευση και έρχονται ορισμένες προτάσεις που το βελτιώνουν –και δεν τις έχεις σκεφτεί – να μπορείς να αλλάζεις γνώμη» πρόσθεσε.
Σε ερώτηση δε, για το αν τρομοκρατήθηκε και έκανε πίσω με το θέμα των… προαιρετικών εξετάσεων του Ιανουαρίου, απάντησε: «Γιατί να τρομοκρατηθεί κανείς; Εγώ σας ρωτάω: μπορεί κάποιος να βγει εντίμως, με το χέρι στην καρδιά, και να πει ότι ένα πράγμα που είναι μπόνους είναι υποχρεωτικό; Θα γελοιοποιηθεί στην κοινωνία. Γίνεται η διαβούλευση αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι όλα είναι ανοιχτά. Εδώ υπάρχει μία συγκεκριμένη φιλοσοφία σε αυτήν θα επιμείνουμε. Τώρα, μπορεί κάποια τεχνικά πράγματα, να αλλάξουν».
«Η γραπτή εξέταση του Ιανουαρίου ή βελτιώνει τον βαθμό του Ιουνίου και συνυπολογίζεται ή δεν τον βελτιώνει και την ξεχνάς» συνέχισε. «Το απολυτήριο έχουμε πει ότι θα προκύπτει σε ένα μεγάλο βαθμό από τα ενδοσχολικά και σε ένα μικρότερο ποσοστό από τις εξετάσεις που θα είναι κεντρικές. Όταν δεν έχεις την εξέταση του Ιανουαρίου δεν σημαίνει ότι αυτό φέρνει κάποια επίπτωση γιατί έτσι κι αλλιώς το απολυτήριο είναι για όλη τη χρονιά. Άρα έχεις το βαθμό του Ιουνίου. Αυτό που συνήθως ξεχνάμε είναι ότι αυτά που προτείνουμε αφορούν την πρώτη χρονιά. Τον Ιούνιο του 2020. Όσο περνάει ο καιρός θα αυξάνεται ο ρόλος του σχολείου και το ποσοστό για την εισαγωγή και θα μειώνεται το ποσοστό των Κεντρικών Εξετάσεων. Άρα, σε κάποια χρόνια θα εξισορροπήσουν τα πράγματα και το σχολείο θα αποκτήσει την πλήρη αυτοτέλεια του» τόνισε ο κ. Γαβρόγλου.
Συνεχίζεται η επίσημη ενημέρωση
Έτσι, με τις επιστημονικές Ενώσεις να εκδίδουν η μια μετά την άλλη ανακοινώσεις διαμαρτυρίας σχετικά με το περιεχόμενο των προτάσεων του υπουργού Παιδείας για το νέο εξεταστικό σύστημα, συνεχίστηκε και σήμερα στο Μαρούσι η «επίσημη» ενημέρωση των εκπροσώπων των κομμάτων για το θέμα.
«Θεωρούμε ότι με το σχέδιο αυτό πλήττεται ο μορφωτικός του χαρακτήρας, μετατρέπεται το Λύκειο σε φροντιστήριο, δημιουργώντας όχι χτύπημα της παραπαιδείας αλλά αντίθετα μεγάλωμά της» δήλωσε ο βουλευτής της ΚΚΕ Ν. Σοφιανός βγαίνοντας από το γραφείο του υπουργού Παιδείας, μετά από συνάντηση που είχε μαζί του, μαζί με τους συναδέλφους του κ.κ. Δελλή και Ιωαννίδη. «Θεωρούμε ότι το κόψιμο βασικών μαθημάτων οδηγεί, εκτός των άλλων, και στην κάλυψη των κενών που υπάρχουν στο χώρο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και στη βάση αυτή πιστεύουμε ότι η Κυβέρνηση δεν πρέπει να καταθέσει ένα τέτοιο σχέδιο νόμου» δήλωσε ο κ. Σοφιανός.
Αντιδράσεις από την Πανελλήνια Ένωση Βιοεπιστημόνων
Ανακοίνωση διαμαρτυρίας για το νέο εξεταστικό σύστημα εξέδωσε όμως και η Πανελλήνια Ένωση Βιοεπιστημόνων, τονίζοντας ότι οι προτάσεις Γαβρόγλου «δεν συνοδεύονται από κάποια ουσιαστική επιστημονική και παιδαγωγική μελέτη».
«Στο ανακοινωθέν Σχέδιο Νόμου μπορεί κανείς εύκολα να αναγνωρίσει ή/και να παραβλέψει ατέλειες, ασάφειες και ανεφάρμοστα σημεία. Το κύριο όμως σημείο που είναι φύσει αδύνατο να παραβλέψει κανείς αφορά την «μεταφυσική» εμμονή του υπουργείου Παιδείας να υποβαθμίσει τις Φυσικές Επιστήμες στο σύνολό τους, πολύ δε περισσότερο την Βιολογία και την Χημεία, ενάντια σε κάθε επιστημονική και παιδαγωγική επιχειρηματολογία, ενάντια σε κάθε διεθνή πρακτική» αναφέρεται στην ίδια ανακοίνωση.
Και προσθέτουν ο Βιοεπιστήμονες ότι η συγκεκριμένη προτεινόμενη ενοποίηση των δύο Επιστημών έχει ως αποτέλεσμα :
– Να εξασθενεί η θέση των Φυσικών Επιστημών στο σύνολο της, αντί να ενδυναμώνεται,
– Οι δύο Επιστήμες, Βιολογία και Χημεία, να απαξιώνονται και γνωστικά να συρρικνωθούν, επιστρέφοντας σε συνθήκες που επικρατούσαν στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα στο πολύ μακρινό παρελθόν (πρόσφατα έχουμε γίνει μάρτυρες αντίστοιχων ενεργειών υποβάθμισης όπως η μείωση διδακτικών ωρών Βιολογίας στο Γυμνάσιο, η εγκατάλειψη των Εργαστηρίων Φυσικών Επιστημών, η κατάργηση του Υπεύθυνου Εργαστηρίου κ.α.)
– Οι υποψήφιοι να εισέρχονται σε Πανεπιστημιακά Τμήματα απαιτητικά χωρίς τις αντίστοιχες προαπαιτούμενες γνώσεις, γεγονός που θα έχει επιπτώσεις και στο επίπεδο σπουδών τους στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση».
«Ένα επιπλέον σημαντικό σημείο που αξίζει σχολιασμού, αφορά τόσο την αλλαγή ονόματός του συστήματος πρόσβασης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση –άλλαξε ο Μανωλιός … – όσο και της επέκτασής του σε δύο περιόδους : Ιανουάριο και Ιούνιο! Και όσο και αν το υπουργείο Παιδείας ξιφουλκεί και προσπαθεί με ανακοινώσεις να πείσει –ανεπιτυχώς βεβαίως –για το αντίθετο, το μόνο που καταφέρνει είναι να προκαλεί απογοήτευση και σύγχυση, τόσο στην εκπαιδευτική κοινότητα όσο και σε γονείς και μαθητές λίγες μέρες πριν την έναρξη του σχολικού έτους. Η επιχειρηματολογία του υπουργείου Παιδείας ότι «ο συγκεκριμένος σχεδιασμός των δύο εξεταστικών περιόδων λειτουργεί κατευναστικά στην ψυχολογία των μαθητών και ότι μειώνει τις πιέσεις των γονιών προς τους/τις εκπαιδευτικούς για υψηλούς βαθμούς» είναι συναισθηματικής φύσης και στερείται οποιασδήποτε παιδαγωγικής βάσης. Το μόνο που καταφέρνει, αφού πρώτα μετατρέψει το Λύκειο σε ένα «Κεντρικά Οργανωμένο Εξεταστικό Σχολείο Διαρκείας», είναι να αποδείξει ότι οι εμπνευστές του σχεδίου ζουν πιθανά εκτός ελληνικής κοινωνικής και σχολικής πραγματικότητας» αναφέρεται στην ίδια ανακοίνωση.