Προστίθεται περισσότερο μαύρο στην ελληνική γη και ανθρώπινος πόνος από τις δασικές φωτιές. Στην στατιστική της αντιπυρικής περιόδου καταγράφονται περισσότερα από81.000 στρέμματα καμένων εδαφών στη Βορειοανατολική Αττική, στα Κύθηρα, στη Μάνη, στην Ηλεία, στη Ζάκυνθοκαι σε άλλες περιοχές της χώρας από την αρχή της χρονιάς ως σήμερα. Για πόσο καιρό η ελληνική κοινωνία θα μετράκαμένες εκτάσεις, θα κλαίει πάνω σεαποκαΐδια από ζωές ανθρώπων, υπό τους ήχους των διασταυρούμενων πυρών μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης –εναλλασσόμενοι οι ρόλοι –για ευθύνες;
Αν και οι δασικές πυρκαγιές δεν είναι φαινόμενο που εξαλείφεται πλήρως, είναι προφανές ότιο σχεδιασμός αντιμετώπισής τους πρέπει να επανεξεταστεί, στη βάση εμπειρίας και απολογισμού ετών. Οι οργανωτικές αδυναμίες, οι ελλείψεις σε προσωπικό και μέσα, η απαξίωση της πυροπροστασίας σε επίπεδο πρόληψης καιοι κατ’ εξακολούθηση πολιτικές εμπορευματοποίησης –στο όνομα της «ανάπτυξης» ή της πελατειακής άφεσης αυθαιρεσιών και αυθαιρέτων –πέριξ και εντός των δασών αποτελούν την εύφλεκτη ύλη, όπως τονίζουν μιλώντας στο «Βήμα» ειδικοί επιστήμονες με εμπειρία ετών. Οι εμπρηστές βρίσκουν έτοιμο το φιτίλι… Δίπλα και οιεξ αμελείας εκδηλώσεις πυρκαγιών και τα προβλήματα γρήγορης κατάσβεσης της φωτιάς.Ξανά στις φλόγες η Βορειοανατολική Αττική –Κάλαμος, Καπανδρίτι, Βαρνάβας -,που κάηκε καιτο 2009.
Πολιτικές αναζωπυρώσεις
Η κυβέρνησηεπισήμανε ότι εφέτος, από τον Ιανουάριο ως τον Δεκαπενταύγουστο, τα 81.000 στρέμματα που κάηκαν είναι τουλάχιστον επτά φορές λιγότερα σε σχέση με τις καταστροφές που είχαν γίνει πριν από δέκα χρόνια. Ωστόσο, αντί οι συγκρίσεις να αναλυθούν επιστημονικά για καλύτερο σχεδιασμό και νέες παρεμβάσεις που να μην οδηγούν, κατά το δυνατόν, σε δράματα, αποτέλεσαν ζυγαριά για να μετριαστούν οι ευθύνες μεγάλης εμβέλειας.
Με αφορμή την πολιτική επίθεση του προέδρου της ΝΔ κ.Κυριάκου Μητσοτάκη, ο πρωθυπουργός κ.Αλέξης Τσίπραςανέφερε ότι στη Βορειοανατολική Αττική το 2009 κάηκαν 150.000 στρέμματακαι σήμερα 15.000 στρέμματα. Για να διασκεδάσει τις εντυπώσεις αργότερα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κ.Δημήτρης Τζανακόπουλοςσημείωσε ότι οι συγκρίσεις γίνονται μόνο ως μέτρο για να αποδοθούν οι σωστές διαστάσεις της πραγματικότητας, καθώς«κάθε καταστροφή έχει φυσικά τη δική της αυτόνομη πρόκληση ανθρώπινου πόνου αλλά και οικολογικής επιβάρυνσης».
Στις παράλληλες πολιτικές αναφορές, συναντήθηκαν ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ: δέκα χρόνια δρόμος από το καλοκαίριτου 2007 με τις πυρκαγιές στην Ηλεία και τους νεκρούς έως τον εφετινό Αύγουστο που στελέχη της κυβέρνησης του κ.Κώστα Καραμανλήτότε και της κυβέρνησης του κ. Αλέξη Τσίπρα τώρα διείδαν οργανωμένο σχέδιο πυρκαγιών για να πληγούν πολιτικά.
Πάντως ο δρΓαβριήλ Ξανθόπουλος,δασολόγος και ερευνητής στο Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων και Τεχνολογίας Δασικών Προϊόντων, μιλώντας στο «Βήμα» ξεκαθαρίζει ότι χρειάζεται εξειδίκευση στην αντιμετώπιση των πυρκαγιών, ενώ δεν είναι λύση το ότι δόθηκε έμφαση μόνο στην καταστολή. Σημειώνει ότι επιβάλλεται να υπάρξει κοινή εθνική στρατηγική με βάση τη γνώση και όχι τις πολιτικές προτεραιότητες. Στο ομόφωνο πόρισμα της Διακομματικής Επιτροπής Περιβάλλοντος της Βουλής, μετά τις πυρκαγιές του 2007,αναφέρονταν ως πρόβλημαη απουσία ενιαίου φορέα δασοπυρόσβεσης, η ελλιπής συμμετοχή των δασικών υπηρεσιών στην πρόληψη, η έλλειψη συντονισμού των εμπλεκομένων φορέων κ.ά. Ξαναθυμήθηκε το πόρισμα αυτό στις πρόσφατες δηλώσεις του ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης κ. Μητσοτάκης, ο οποίος τότε ήταν πρόεδρος της Διακομματικής Επιτροπής.
Δεν υπάρχει δασολόγιο
Πέρασαν χρόνια, και πάλιοι ίδιες παθογένειες.Εν έτει 2017 η Ελλάδα δεν έχει ακόμη δασολόγιο (περιλαμβάνει τον χώρο όπου έχουν εφαρμογή οι προστατευτικές διατάξεις του δασικού κώδικα). Πώς θα μπορούσε άλλωστε, αφού μόλις το 1% των δασικών χαρτών έχουν κυρωθεί παρότι για πρώτη φορά είχαν εισαχθεί στη δασική νομοθεσία το 1979. Ετσι, εδώ και δεκαετίες η… μονοτονία του πρασίνου στα δάση της χώρας «σπάει» και με λίγο τσιμέντο. Σύμφωνα με τον κ. Ηλία Τζηρίτη από το WWF Ελλάς, η σύγκριση δορυφορικών λήψεων του 1987 και του 2007 που έκανε η οργάνωση σε συνεργασία με το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης είχε καταδείξει ότι στον νομό Αττικής την περίοδο 1987-2007 χάθηκαν 184.187 στρέμματα δάσους, με τη μετατροπή τους σε άλλου είδους καλύψεις, είτε αυτές αφορούν την καταστροφή δασών από πυρκαγιές είτε την άμεση μετατροπή τους σε γεωργικές ή οικιστικές χρήσεις.
Παράλληλα, το πυροσβεστικό σώμα σταδιακά αποδυναμώνεται. Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της Ενωτικής Αγωνιστικής Κίνησης Πυροσβεστών, ο μέσος όρος μείωσης των προϋπολογισμών της Πυροσβεστικής από το 2009 ως σήμερα είναι περί τα 120 εκατ. ευρώ ετησίως, γεγονός που αιτιολογεί τις σοβαρές ελλείψεις.
Την ίδια απαξίωση επιφυλάσσει η ελληνική πολιτεία για τα δασαρχεία και τις δασικές υπηρεσίες. Πολλές αρμοδιότητες, ελάχιστοι υπάλληλοι, περιορισμένα κονδύλια για συντηρήσεις δρόμων και υποδομών. Με καθυστέρηση πήραν και οι δήμοι εφέτος τα κονδύλια πυροπροστασίας –η σχετική απόφαση εκδόθηκε με την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου, στο τέλος Απριλίου.

Ετσι, οι δασικές εκτάσεις δεν καθαρίζονται και η καύσιμη ύλη συσσωρεύεται. «Στις περιοχές της Ανατολικής Αττικής από όπου πέρασε η φωτιά υπάρχουν σημεία τα οποία δεν είχαν ξαναπληγεί από πυρκαγιά τα τελευταία 80-100 χρόνια. Εκεί είχε συσσωρευθεί πλούσια καύσιμη ύλη. Ηταν πυριτιδαποθήκη» επισημαίνει ο κ. Νίκος Μπόκαρης, από την Πανελλήνια Ενωση Δασολόγων Δημόσιων Υπαλλήλων (ΠΕΔΔΥ).

Οσον αφορά τις καμένες εκτάσεις, πλέον το κρίσιμο ζήτημα είναι να περιφρουρηθούν και να μην έχουν την τύχη που είχαν στο παρελθόν τα περιαστικά δάση της Αττικής. «Οι περιοχές που ήταν ώριμο πευκοδάσος –δεν είχαν καεί τα τελευταία 15 χρόνια –πρέπει να αφεθούν στην ησυχία τους ώστε να αναγεννηθούν. Το μείζον ζήτημα είναι η διαχείριση των διπλοκαμένων εκτάσεων –όπως είναι η περιοχή του Βαρνάβα που είχε καεί και το 2009 -, οι οποίες πρέπει να περιχαρακωθούν νομικά με άμεση κήρυξή τους ως αναδασωτέων και να δοθεί προτεραιότητα στην κύρωση των δασικών χαρτών στην περιοχή. Παράλληλα πρέπει να γίνουν προσεκτικές μελέτες για το πού είναι απαραίτητα αντιδιαβρωτικά και αντιπλημμυρικά έργα» σημειώνει ο κ. Τζηρίτης.


Το επόμενο στοίχημα

Οπωςόλα δείχνουν, οι κυβερνητικές συσκέψεις επανατοποθετούν ορισμένα θέματα ως προς τον σχεδιασμό για την πρόληψηπυρκαγιών. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην ευρεία σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Πέμπτη υπό τον υπουργό Εσωτερικών κ.ΠάνοΣκουρλέτη επέμειναν στο ζήτημα τωνορθών πρακτικών και της μεθοδολογίας για την άμβλυνση τέτοιου είδους φυσικών καταστροφών στο μέλλον. Μάλιστα, η περιφερειάρχης Αττικής κυρία Ρένα Δούρου ανέδειξε την ανάγκη νομοθετικών ρυθμίσεων, μεταξύ άλλων για την απλοποίηση διαδικασιών και την ταχεία διεκπεραίωση αποφάσεων.
Επίσης, η αλληλοεπικάλυψη αρμοδιοτήτων έχει τεθεί στο στόχαστρο. Στην πρόσφατη πυρκαγιά στον Κάλαμο, ο Δήμος Ωρωπού κηρύχθηκε από την Περιφέρεια σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης με καθυστέρηση πολλών ωρών, λόγω του ότι έπρεπε να συγκληθεί το συντονιστικό και χρειαζόταν να αναμένουν τον ερχομό στελεχών του Α’ και Β’ βαθμού Αυτοδιοίκησης, τη συνεννόηση μεταξύ τους, με αναγκαία βέβαια την παρουσία του δημάρχου…
Το μείζον ωστόσο είναι να μην επαναλαμβάνονται λάθη κατά την κατάσβεση. Ο κ. Ξανθόπουλος σημειώνει ότι το κυριότερο όλων είναι η συνεργασία των εμπλεκομένων φορέωνκαι η ενεργοποίηση της κοινωνίας, σε συνδυασμό με τη διαχείριση των δασών. Είναι σημαντικό να γίνει αντιληπτό, επισημαίνει ο κ. Ξανθόπουλος, ότι τα δάση είναι και πλουτοπαραγωγική πηγή. Σύμφωνα με υπολογισμούς του Ινστιτούτου Δασικών Ερευνών, τα δάση μπορούν να παράγουν το 1% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος!
Παράλληλα, όσο παραγκωνίζονται δραστηριότητες όπως η ρητινοπαραγωγή τόσο θα χάνει μέρος της προστασίας του το δάσος.Επίσης, με τη συρρίκνωση της οργανωμένης υλοτομίας που παλαιότερα υλοποιούνταν βάσει διαχωριστικών σχεδίων από τους δασικούς συνεταιρισμούς περιορίστηκαν οι καθαρισμοί και η συντήρηση των δασών.
Ενδιαφέρουσα είναι η άποψη του ανθυποπυραγού εν αποστρατεία του πυροσβεστικού σώματος κ. Μιχάλη Μιχαήλ, ο οποίος μιλώντας στο «Βήμα» τονίζει ότι οι κυβερνήσεις αποστέωσαν το επιστημονικό κομμάτι της πυροπροστασίας, δηλαδή δασολόγους, δασοπόνους, που μπορούν και προληπτικά να δρουν και να κατευθύνουν τις πυροσβεστικές δυνάμεις. Τάσσεται κατά της στρατιωτικής δομής που επικρατεί στην πυρόσβεση και, με τη λογική των διαταγών,ακυρώνει τη δυνατότητα ανάπτυξης τεχνοκρατικών λύσεων από επιστήμονες.
Ο κ. Μιχαήλ κρίνει ότι εδώ και χρόνια στρώνεται ο δρόμος για την ιδιωτικοποίηση της δασοπυρόσβεσης και οι καμένες εκτάσεις «βολεύουν» τις στοχεύσειςεμπορευματοποίησηςτομέων παρεχόμενων υπηρεσιών σε συνδυασμό με τα συμφέροντα που εποφθαλμιούν, ιδίως στην Αττική, τα«φιλέτα» γης.Ηδη θεωρεί ότι εκτός άλλων προωθείται ο «εθελοντισμός» της ιδιωτικοποίησης που επιδιώκεινα καλύψει τις πάγιες και διαρκείς ανάγκεςστην πυρασφάλεια σε βάρος της πυροπροστασίας, κάτι που δεν έχει καμιά σχέση με τον αγνό λαϊκό εθελοντισμό στο πλευρό των πυροσβεστικών δυνάμεων.
Επιδιώχθηκε από τις προηγούμενες κυβερνήσεις να καταργήσουν και να συγχωνεύσουν πυροσβεστικές υπηρεσίες, αλλά οι αντιδράσεις τούς φρέναραν. Σημειώνει ότι, στο πλαίσιο αυτής της λογικής, κατ’ εφαρμογήν του Ν. 4029/11, ιδρύονται σε δήμους οι λεγόμενες Εθελοντικές Πυροσβεστικές Υπηρεσίες. Υπάρχουνήδη 16 εθελοντικά πυροσβεστικά κλιμάκια με ευθύνη των δήμων σε Σάμο, Σαγιάδα Ηπείρου, Βεγορίτιδα, Ψαχνά Ευβοίας, Μακρύ Γυαλό Κρήτης, Κέρκυρα, Κεφαλλονιά, Ατάβυρο (Νότιο Αιγαίο), Νίσυρο, Κέα, Δυτική Μάνη, Υδρα, Στυμφαλία, Φερρές. Σύμφωνα με τον κ. Μιχαήλ, πρόκειται για σχεδιασμό που επιδιώκεται να διαχυθεί, καταργώντας σταδιακά επαγγελματικές υπηρεσίες καιδιαμορφώνοντας δημοτικές δομές με ανταποδοτικά τέλη.


«Μη φοβάσαι, κοπριτάκο»

Ξημερώματα Δεκαπενταύγουστου. Για τα μέλη του Σωματείου Πολιτικής ΠροστασίαςΕθελοντών Κρυονερίου (ΣΠΠΕΚ) οι ώρες περνούν δίχως να το καταλάβουν. Δεν προλαβαίνουν να πάρουν ανάσα και σταματούν μόνο όταν οι δυνάμεις τους τούς εγκαταλείπουν. «Είχα πλήρωμα που την πρώτη μέρα της πυρκαγιάς στον Κάλαμο βρισκόταν εκεί 18 ώρες, χωρίς διάλειμμα» λέει ο επικεφαλής του ΣΠΠΕΚ κ. Κυριάκος Ζηκίδης.

Και όταν πια σταματούν για να πάρουν άλλοι τη σκυτάλη, «σκέφτεσαι την έκφραση των ανθρώπων που τους έσωσες τα σπίτια, βλέπεις ξανά τα πρόσωπα, την αγωνία και την απόγνωση στο βλέμμα τους όταν ζητούν βοήθεια: «Τρέξτε, θα καεί το σπίτι μου»» θυμάται ο εθελοντής κ. Νίκος Αποστολόπουλος.
Και ο κ. Ζηκίδης προσθέτει: «Βοηθούσαμε όπου μπορούσαμε, υπό τις εντολές του Ενιαίου Συντονιστικού Κέντρου. Κυρίως όμως σβήναμε φωτιές σε σπίτια».
Μέσα στον πανικό, στις φλόγες και στους καπνούς, από ένα σπίτι οι εθελοντές άκουσαν έναν σκύλο να γαβγίζει. «Ο ιδιοκτήτης δεν ήταν εκεί. Του απαγόρευσαν να έρθει για να μην ενοχλεί τη διέλευση των οχημάτων. Ηταν εκεί όμως ο σκύλος του. Ηταν δίπλα στο πόδι μου κατά την κατάσβεση. Οπου πήγαινα, ήταν δίπλα μου. Τι χαρά που έκανε όταν του χάιδευα το κεφάλι και του έλεγα «μη φοβάσαι, βρε κοπριτάκο, δεν θα καεί το σπίτι σου». Πιο κάτω κάποιος μάς έδωσε χυμούς, κάποιοι μια σακούλα με αχλάδια. Φεύγαμε και νιώθαμε ένα τεράστιο «ευχαριστώ» να αγκαλιάζει το όχημα» λέει ο κ. Αποστολόπουλος. Συνολικά, περίπου 20 ομάδες εθελοντών (από τον Διόνυσο ως τον Βύρωνα και τη Βούλα) βοήθησαν την Πυροσβεστική στην κατάσβεση της μεγάλης πυρκαγιάς στην Ανατολική Αττική.
Τα Canadair έχουν γεράσει και οι πυρκαγιές έχουν διαφοροποιηθεί

Πολλή συζήτηση έχει γίνει εφέτος το καλοκαίρι για τα διαθέσιμα εναέρια μέσα δασοπυρόσβεσης, με τον αναπληρωτή υπουργό Προστασίας του Πολίτη κ. Νίκο Τόσκα να αναφέρει σε πρόσφατη συνέντευξή του ότι στα χρόνια «που έπρεπε να ανανεωθεί ο στόλος και περίσσευαν τα χρήματα δεν έγινε απολύτως τίποτα, ούτε οργανωτικά καν, ούτε οι δομές άλλαξαν προκειμένου να προσαρμοστούν στα καινούργια κλιματικά δεδομένα».

Μάλιστα, μεταξύ άλλων, είχε επισημάνει ότι τα επόμενα χρόνια η κυβέρνηση προσανατολίζεται σε ευρύτερη χρήση στρατιωτικών και άλλων μέσων, καθώς τα Canadair έχουν γεράσει και οι πυρκαγιές έχουν διαφοροποιηθεί.

Ερωτηθείς από «Το Βήμα» εάν υπάρχει δυνατότητα χρήσης άλλων μέσων αντί για τα Canadair που γερνούν και δεν ανανεώνονται ο υποστράτηγος ΠΣ ε.α. και δικαστικός πραγματογνώμονας κ. Νικόλαος Διαμαντής ανέφερε ότι σε έκθεση που είχε συνταχθεί ήδη από την περίοδο 2006-2007 για την αναδιοργάνωση των αεροπορικών δυνάμεων είχε προτείνει συγκεκριμένο τύπο αεροσκαφών τα οποία μπορούν να αντικαταστήσουν τα PZL και εν μέρει τα CL215.

Σύμφωνα με τον κ. Διαμαντή, τα μέλη της τότε επιτροπής είχαν πάει στη Ρωσία αλλά και στην Ισπανία για να αξιολογήσουν τα πυροσβεστικά αεροσκάφη που χρησιμοποιούν εκεί. «Ως προς την αξιολόγηση της μελέτης, με την αποχώρηση του τότε υπουργού Δημόσιας Τάξης έμεινε σε κάποιο συρτάρι γραφείου» σημειώνει ο δικαστικός πραγματογνώμονας. Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τον ίδιο, απαιτείται ένας επανασχεδιασμός για τα πυροσβεστικά ελικόπτερα ως προς το είδος και τον αριθμό που χρειάζεται η χώρα.

Οσον αφορά την πυρκαγιά της Ανατολικής Αττικής επισημαίνει ότι σημαντικό ρόλο έπαιξε η απουσία εναέριων μέσων το πρώτο κρίσιμο 24ωρο, λόγω έλλειψης διαθεσιμότητας. Οσο για τις καταγγελίες περί έλλειψης συντονισμού, αναφέρει ότι μεταξύ φορέων Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Πυροσβεστικής δεν υπήρξε ποτέ συντονισμός διότι «οι εκπρόσωποι της Τοπικής Αυτοδιοίκησης κάνουν πολιτική». Επιπροσθέτως επιρρίπτει ευθύνη στην κυβέρνηση για τη μη ενεργοποίηση του νόμου για την πιστοποίηση των εθελοντών πυροσβεστών λέγοντας ότι έτσι τους καθιστά μη ικανούς για να χρησιμοποιηθούν από τον μηχανισμό.
Οι Ρομπέν των Δασών

«Κατά την εκκένωση μιας κατασκήνωσης, θυμάμαι ένα φοβισμένο παιδί που με πλησίασε και με ρώτησε: «Θα συμβεί κάτι κακό, θα πάθουμε κάτι;»» περιγράφει στο «Βήμα» ένα από τα εκατοντάδες στελέχη της Πυροσβεστικής που επιχείρησαν από την πρώτη στιγμή στην Ανατολική Αττική. Η εκκένωσή της ήταν προτεραιότητα για την Πυροσβεστική καθώς η φωτιά την απειλούσε άμεσα. «Μαζί με συναδέλφους κατευθυνθήκαμε πρώτα προς την κατασκήνωση. Επρεπε να απομακρυνθούν με ασφάλεια τα παιδιά. Το πού θα πάει η φωτιά έρχεται δεύτερο σε τέτοιες περιπτώσεις. Τα παιδιά ήταν φοβισμένα γιατί έβλεπαν φωτιές, ελικόπτερα, καπνούς».

Το πρώτο βράδυ, λόγω του αέρα, ήταν πολύ δύσκολη η κατάσβεση. «Η φωτιά πλησίασε σε σπίτια. Η περιοχή είναι δύσκολη, έχει στενούς δρόμους και μπορούσε να εγκλωβιστεί το πυροσβεστικό όχημα. Εξαιτίας της δύσκολης προσβασιμότητας κινδύνεψαν αρκετά σπίτια. Επίσης ορισμένες ιδιοκτησίες δεν ήταν καθαρισμένες σωστά. Αλλες, αν και βρίσκονται μέσα στο δάσος, είχαν κατασκευαστεί από εύφλεκτα υλικά. Είχαμε και αρκετές περιπτώσεις με ηλικιωμένους που δεν ήθελαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους» σημειώνει ο πυροσβέστης.

Πέρα από τους στενούς δρόμους και την άναρχη δόμηση, αρκετές ξύλινες κολόνες της ΔΕΗ είχαν πέσει και έκλειναν τους δρόμους, με αποτέλεσμα να υπάρχει καθυστέρηση στην πρόσβαση των οχημάτων της Πυροσβεστικής. Επίσης στο βόρειο τμήμα της περιοχής η ίδια η φωτιά είχε κλείσει τον δρόμο.

«Στην Ανατολική Αττική είχαμε να κάνουμε παράλληλα με την προστασία του δάσους, της περιουσίας των πολιτών και άλλων υποδομών, όπως το στρατόπεδο που υπήρχε στη περιοχή. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τις φωτιές, όπως με τους σεισμούς. Να ξέρουμε πώς να λειτουργούμε με ψυχραιμία και οργανωμένα» υπογραμμίζει το στέλεχος της Πυροσβεστικής.

Η καταστροφή με αριθμούς

Μια ματιά στις πυρκαγιές των τελευταίων ετών αποτυπώνειστοιχεία που μιλούν για όσους τα… ακούν. Από το 1987 ως το 1997 ο μέσος όρος της καμένης έκτασης ήταν 484.347 στρέμματα ανά έτος. Εφτασε σε 582.906 στρέμματα ανά έτος την περίοδο από το 1998 (όταν η ευθύνη της πυρόσβεσης «πέρασε» από τη δασική υπηρεσία στο πυροσβεστικό σώμα), ως το 2008, με τεράστιες καταστροφές, παρ’ όλο που το συγκεκριμένο διάστημα υπερτριπλασιάστηκαν οι δαπάνες για πυροσβεστικά μέσα. Εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα παρανάλωμα, άλλοτε λίγο πάνω, άλλοτε λίγο κάτω – το 2012 ήταν 270.000 στρέμματα-, δείχνοντας ότι οι στρεβλώσεις επιβιώνουν, ενώ η υποβάθμιση της πρόληψης οδηγεί συνεχώς στα τάρταρα τις πράσινες ανάσες, βοηθούσης της οικονομικής κρίσης και της μείωσης των κονδυλίων για πυροπροστασία.



ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ