Συνάντηση με τον υπουργό Υγείας, Ανδρέα Ξανθό, ζητά ο Πανελλήνιος Φαρμακευτικός Σύλλογος για τις τιμές των Μη Συνταγογραφούμενων Φαρκάμων (ΜΗΣΥΦΑ). Οι φαρμακοποιοί υποστηρίζουν ότι νέος τρόπος τιμολόγησης της συγκεκριμένης κατηγορίας σκευασμάτων έχει επιβαρύνει οικονομικά τους πολίτες και έχει μειώσει το ποσοστό κέρδους των φαρμακείων.

Συγκεκριμένα, με επιστολή που απέστειλε στον υπουργό Υγείας ο πρόεδρος του ΠΦΣ, Κυριάκος Θεοδοσιάδης, αναφέρει ότι με την υπουργική απόφαση υπ’Αριθμ.Γ5(α) οικ.38152, ΦΕΚ 1761 Β//22-05-2017, καθορίστηκε νέος τρόπος τιμολόγησης και διάθεσης στα «Mη Συνταγογραφούμενα Φάρμακα» (ΜΗΣΥΦΑ), ο οποίος έχει συντελέσει σε αύξηση των τιμών τους.

Η εν λόγω απόφαση ορίζει ότι για τον υπολογισμό της ενδεικτικής τιμής, υπολογίζεται η τιμή βάσης που αναφέρεται σε τιμές παραγωγού (ex factory), ως προϊόν έρευνας του ΕΟΦ σε κράτη μέλη της ΕΕ η οποία προκύπτει ως ο μέσος όρος των τριών ή δύο χαμηλότερων τιμών σε αυτά, προσαυξημένη κατά 30%, πλέον του προβλεπόμενου ΦΠΑ.

«Δεδομένου όμως ότι, η διαμόρφωση των χονδρικών τιμών για τους κατόχους Άδειας Κυκλοφορίας ΜΗΣΥΦΑ (Κ.Α.Κ) από 1/1/2017, δεν υπόκεινται σε κανένα περιορισμό, εξάγεται το συμπέρασμα ότι το 30% mark up που εμπεριέχεται στην ενδεικτική τιμή, μόνο από σύμπτωση μπορεί να είναι ίδιο με το πραγματικό mark up. Όπου τηρούνται οι ενδεικτικές τιμές, το mark up θα είναι μικρότερο του 30% και θα βαίνει μειούμενο όσο μεγαλώνει η διαφορά ανάμεσα σε χονδρική τιμή και τιμή βάσης», υποστηρίζει ο ΠΦΣ.

Σύμφωνα με τους φαρμακοποιούς αυτό επιβεβαιώνεται από τις αρχές του Αυγούστου, με αυξήσεις έως και 16% των χονδρικών τιμών σε δεκάδες προϊόντα, οι οποίες μειώνουν αντίστοιχα και ισόποσα το ποσοστό κέρδους των φαρμακείων.

«Καθίσταται αντιληπτό ότι, οι επιπτώσεις και οι παρενέργειες από την εφαρμογή της νέας Υπουργικής Απόφασης σε ένα κλάδο, στο 30% του οποίου η ρευστότητα έχει χτυπήσει κόκκινο, θα είναι αλυσιδωτές», υπογραμμίζει ο ΠΦΣ.

Αφήνοντας αιχμές για τα κέρδη των φαρμακευτικών εταιρειών, οι φαρμακοποιοί ζητούν συνάντηση με τον Ανδρέα Ξανθό με θέμα, «την επανεξέταση του ζητήματος προς εξεύρεση λύσης στην κατεύθυνση της προάσπισης της Δημόσιας Υγείας και του Δημοσίου Συμφέροντος που διαταράσσονται από την εφαρμογή της εν λόγω απόφασης».