Στην εξάρθρωση δύο εγκληματικών οργανώσεων που δραστηριοποιούνταν συστηματικά στην εισαγωγή ποσοτήτων αιθυλικής αλκοόλης, με τις οποίες παρασκεύαζαν και διέθεταν αλκοολούχα ποτά στην εγχώρια κατανάλωση προχώρησε η ΕΛ.ΑΣ.
Όπως σημείωσε ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας, Ανδρέας Αποστολόπουλος: «Πρόκειται για δύο ομοειδείς εγκληματικές οργανώσεις, που δρούσαν αυτόνομα, εισάγοντας λαθραία μεγάλες ποσότητες αιθυλικής αλκοόλης από την Βουλγαρία, τις οποίες στη συνέχεια χρησιμοποιούσαν για την παρασκευή αλκοολούχων ποτών».
Και πρόσθεσε «στο πλαίσιο των ερευνών διακριβώσαμε ότι τα μέλη της πρώτης οργάνωσης προμηθεύονταν και εισήγαγαν παράνομα αιθυλική αλκοόλη από τη Βουλγαρία. Στη συνέχεια, σε δύο αδειοδοτημένα ποτοποιία στην Αττική καθώς και σε πλήρες εξοπλισμένο παράνομο παρασκευαστήριο στην περιοχή του Μενιδίου, στη Δυτική Αττική, τα οποία διαχειρίζονταν τα αρχηγικά στελέχη, παρασκεύαζαν αλκοολούχα ποτά. Στο τελικό στάδιο διέθεταν τα αλκοολούχα ποτά σε κάβες και καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, κυρίως σε Ζάκυνθο και Κέρκυρα. Για τη δεύτερη οργάνωση προέκυψε συναφής εγκληματική δραστηριότητα και μεθοδολογία δράσης. Τα μέλη της δραστηριοποιούνταν στη λαθραία εμπορία αιθυλικής αλκοόλης, ενώ σε οίκημα, σε περιοχή του Καματερού στη Δυτική Αττική, είχαν εγκαταστήσει ειδικό εξοπλισμό για την παρασκευή λαθραίων αλκοολούχων ποτών (κυρίως βότκα), τα οποία διέθεταν, σε περιοχές της Αττικής και της Κρήτης
Ειδικότερα κατά την διάρκεια παρουσίασης της υπόθεσης στο Αρχηγείο της ΕΛ.ΑΣ η εκπρόσωπος Τύπου κυρία Ιωάννα Ροτζιώκου είπε ότι «στο πλαίσιο των ερευνών κατασχέθηκαν περίπου 12 τόνοι λαθραίας αιθυλικής αλκοόλης. Συνελήφθησαν συνολικά 22 άτομα, εκ των οποίων 18 ημεδαποί και 4 αλλοδαποί, ενώ ανάμεσα σ’ αυτούς βρίσκονται και τα 4 αρχηγικά μέλη τους. Συγκατηγορούμενοι στην ίδια υπόθεση, τυγχάνουν 6 επιπλέον άτομα, εκ των οποίων 5 ημεδαποί και υπήκοος Αρμενίας.»
Η κυρία Ροτζιώκου τόνισε ότι κατά τη διάρκεια των ερευνών διαπιστώθηκε μεταξύ άλλων «η παρασκευή αλκοολούχων ποτών σε 2 παράνομα παρασκευαστήρια, όσο και σε 2 ποτοποιίες, με σκοπό τη διάθεσή αυτών στην ελληνική αγορά κατά τους θερινούς μήνες, η αποφυγή καταβολής νομίμου φόρου – τέλους, δασμού ή άλλης επιβάρυνσης, με αποτέλεσμα να βλάπτεται η περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου. Από τα μέχρι τώρα στοιχεία, εκτιμάται ότι οι διαφυγόντες δασμοί και φόροι υπερβαίνουν τις 300.000 ευρώ.»
Συμπλήρωσε ακόμη ότι «σχετικά με την πρώτη εγκληματική οργάνωση αναφέρεται, ότι από την εξέλιξη της έρευνας προέκυψε η διάρθρωσή της σε 3 διακριτούς και ταυτόχρονα διασυνδεδεμένους πυρήνες. Συγκεκριμένα, αφού εισήγαγαν λαθραία αιθυλική αλκοόλη στη συνέχεια χρησιμοποιώντας ποσότητες αυτής ως πρώτη ύλη, προέβαιναν παράνομα στην παρασκευή και διάθεση προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών, σε κάβες και καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, κυρίως σε Ζάκυνθο και Κέρκυρα. Αρχηγικό ρόλο για τον πρώτο και δεύτερο πυρήνα, αντίστοιχα, είχε 47χρονος ημεδαπός, ιδιοκτήτης αδειοδοτημένης ποτοποιίας σε περιοχή της Αττικής και 63χρονη ημεδαπή, «αφανής» διαχειρίστρια αδειοδοτημένης ποτοποιίας, οι οποίοι χρηματοδοτούσαν την παράνομη εισαγωγή αλκοόλης από το εξωτερικό και εκμεταλλευόμενοι την υποδομή και τον εξοπλισμό των νόμιμων επιχειρήσεων τους, προέβαιναν στην παρασκευή αλκοολούχων ποτών. Τον πρωταγωνιστικό ρόλο για τον τρίτο πυρήνα, είχε 38χρόνος ημεδαπός, ο οποίος αναλάμβανε την αγορά, παραλαβή και αποθήκευση των λαθραίων εμπορευμάτων σε δυσεπιτήρητη αποθήκη («καβάντζα»), που βρίσκονταν εντός περιφραγμένης οικίας ιδιοκτησίας ημεδαπού, σε περιοχή της Αττικής, καθώς και τη διακίνηση –παράδοση των λαθραίων εμπορευμάτων στις παραπάνω επιχειρήσεις.»
Σχετικά με τον ρόλο των άλλων μελών ανέφερε ότι «είχαν εκτελεστικό ρόλο και συγκεκριμένα αναλάμβαναν επιμέρους ενέργειες που ανατίθονταν σ’ αυτά, όπως η παραλαβή των λαθραίων εμπορευμάτων, η παρασκευή –τυποποίηση αλκοολούχων ποτών σε γυάλινες φιάλες, η καταχώρηση των παραγγελιών, η παράδοση των εμπορευμάτων σε πελάτες, η λογιστική τακτοποίηση των επιχειρήσεων, η μετάβαση στην επαρχία για είσπραξη ποσών με μετρητά από την πώληση των εμπορευμάτων. Πρόκειται για εμπορικές συναλλαγές εκτός του τραπεζικού συστήματος.»
Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι «αρχηγός του τρίτου πυρήνα, συνεχίζοντας τις παράνομες δραστηριότητές του, δρούσε και ανεξάρτητα από το εγκληματικό δίκτυο. Ειδικότερα, εντός περιφραγμένης οικίας σε περιοχή της Αττικής, ιδιοκτησίας 56χρονου ημεδαπού, διατηρούσε χώρο, μέσα στον οποίο είχε εγκαταστήσει, παράνομα, πλήρη εργαστηριακό εξοπλισμό παρασκευής, τυποποίησης και εμφιάλωσης αλκοολούχων ποτών. Στον ίδιο χώρο αποθήκευε προσωρινά κιβώτια με λαθραία αλκοολούχα ποτά, τα οποία στη συνέχεια διέθετε σε ιδιοκτήτες μίνι μάρκετ και κάβες ποτών στην Αττική, καθώς και σε επιχείρηση με χονδρικό εμπόριο υλικών καθαρισμού σε περιοχή της Ζακύνθου.»
Σχετικά με τη δεύτερη εγκληματική οργάνωση η κυρία Ροτζιώκου σημείωσε ότι «δραστηριοποιούταν στην παράνομη εμπορία αιθυλικής αλκοόλης, καθώς και στην παρασκευή λαθραίων αλκοολούχων ποτών, την τυποποίηση σε γυάλινες φιάλες με επικόλληση πλαστών αυτοκόλλητων ετικετών, την συσκευασία σε χάρτινα κιβώτια και την διακίνηση προς πώληση. Για το λόγο αυτό, τα μέλη της οργάνωσης είχαν εγκαταστήσει παράνομα σε οίκημα σε περιοχή της Αττικής, κατάλληλο εξοπλισμό (αντλίες, δεξαμενές, μηχανισμούς πλήρωσης μπουκαλιών, φιλτραρίσματος, εμφιάλωσης και συσκευασίας κ.α.) και χωρίς να διαθέτουν την απαιτούμενη από την αρχή άδεια ίδρυσης ποτοποιίας, προέβαιναν στην παρασκευή λαθραίων αλκοολούχων ποτών (κυρίως βότκα), χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη ποσότητες λαθραίας αιθυλικής αλκοόλης. Τη διεύθυνση της συγκεκριμένης οργάνωσης είχε 39χρονος υπήκοος Αρμενίας, ο οποίος επόπτευε και καθοδηγούσε τα υπόλοιπα μέλη της οργάνωσης, για τις ποσότητες των αλκοολούχων ποτών, που έπρεπε να παρασκευάζονται, ενώ αναλάμβανε και την είσπραξη των παράνομων χρηματικών ποσών από τις πωλήσεις.»
Μέρος των αλκοολούχων ποτών που παρασκευάζονταν στο ανωτέρω εργαστήριο από τα μέλη της οργάνωσης, διατίθονταν λαθραία για κατανάλωση σε περιοχές της Αττικής και της Κρήτης, κυρίως στη Χερσόνησο.
Σχετικά με την μεθοδολογία δράσης ειπώθηκε ότι «χρησιμοποιούσαν τηλεφωνικές συνδέσεις, δηλωμένες σε στοιχεία αλλοδαπών προσώπων ( ghost phones ), επικοινωνούσαν κωδικοποιημένα, δημιουργώντας παράλληλα εμπιστευτικά δίκτυα διάθεσης των εμπορευμάτων τους, είχαν διαμορφώσει κατάλληλη υποδομή (ποτοποιίες, παράνομα παρασκευαστήρια και αποθήκες) για την αποθήκευση και την παράνομη παρασκευή των αλκοολούχων ποτών, μετέφεραν τις παράνομες ποσότητες της αιθυλικής αλκοόλης σε πλαστικές δεξαμενές χωρητικότητας (1000) λίτρων περίπου, καλυμμένες με πλαστική ταινία περιμετρικά, ενώ στο πάνω μέρος αυτών τοποθετούνταν μικροί σάκοι με πριονίδι, το οποίο δηλωνόταν και εικονικά ως μεταφερόμενο εμπόρευμα.»
Επιπλέον, «από τα στοιχεία της έρευνας διαπιστώθηκε και η παράνομη εμπορική δραστηριότητα 53χρονου ημεδαπού που προμηθεύοταν κιβώτια με αλκοολούχα ποτά από μέλη της«2ης εγκληματικής οργάνωσης», καθώς και από δίκτυο που τα διακινούσε παράνομα από την Βουλγαρία στη χώρα μας. Στη συνέχεια, αφού τα αποθήκευε σε ιδιωτικό χώρο στάθμευσης σε περιοχή της Αττικής, προέβαινε στην επεξεργασία των γυάλινων φιαλών, αποκολλούσε τις ετικέτες που έφεραν και τις αντικαθιστούσε με πλαστές.»
Επισημαίνεται σε σχετική ανακοίνωση, ότι «ο μεγαλύτερος όγκος των κατασχεμένων βρέθηκε σε αποθηκευτικό χώρο και οίκημα, στο Κορωπί και Καματερό Αττικής, αντίστοιχα, ενώ οι φιάλες αλκοολούχων ποτών, που κατασχέθηκαν στη Ζάκυνθο, είχαν παρασκευαστεί από την επιχείρηση ποτοποιίας που άνηκε στο αρχηγικό μέλος της πρώτης εγκληματικής οργάνωσης.»