Κατατέθηκε την Παρασκευή στη Βουλή το σχέδιο νόμου του υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων για την επιλογή διευθυντών σχολικών μονάδων και εργαστηριακών κέντρων.

Η ρύθμιση αυτή καθίσταται αναγκαία λόγω της πρόσφατης απόφασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία κρίθηκε αντισυνταγματική η μυστική ψηφοφορία εκπαιδευτικών για την ανάδειξη διευθυντών σχολείων.

Με την προτεινόμενη ρύθμιση προβλέπεται συγκεκριμένος τρόπος αξιολόγησης των υποψηφίων.

Ειδικότερα, το κριτήριο της συμβολής του υποψηφίου στο εκπαιδευτικό έργο, της προσωπικότητας καθώς και της γενικότερης συγκρότησής του αποτιμάται με συνέντευξη των υποψηφίων από τα οικεία περιφερειακά υπηρεσιακά συμβούλια (Π.Υ.Σ.Π.Ε. /Π.Υ.Σ.Δ.Ε.) με τη διευρυμένη επταμελή (7μελή) τους σύνθεση, τα οποία εκδίδουν σχετική ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση.

Για τη μοριοδότηση της συνέντευξης τα συμβούλια συνεκτιμούν τα στοιχεία του υπηρεσιακού φακέλου των υποψηφίων καθώς και τα στοιχεία του φακέλου υποψηφιότητάς τους.

Επιπλέον, τα συμβούλια συνεκτιμούν τη γνώμη των συνυπηρετούντων μόνιμων εκπαιδευτικών και μελών Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π. της σχολικής μονάδας ή Ε.Κ. ή ΚΕ.Δ.Δ.Υ. όπου οι υποψήφιοι υπηρετούν. Η γνώμη αυτή διατυπώνεται επί συγκεκριμένων ερωτήσεων. Η διατύπωση της γνώμης αυτής συνιστά ένα επιπρόσθετο εργαλείο κρίσης, το οποίο δεν δεσμεύει το αποφασίζον συλλογικό όργανο κατά την μοριοδότηση.

Σε κάθε περίπτωση όλοι οι υποψήφιοι δύνανται κατά τη διαδικασία της συνέντευξης ενώπιον του οικείου περιφερειακού συμβουλίου, αφενός να υποστηρίξουν πλήρως την υποψηφιότητά τους και τα εν γένει προσόντα τους, αφετέρου να διατυπώσουν τις απόψεις τους στο πρακτικό του συλλόγου των διδασκόντων, αν αυτό υπάρχει.

Επιπροσθέτως προβλέπεται η υποχρέωση αιτιολόγησης του πρακτικού του συμβουλίου επιλογής στο οποίο καταγράφονται οι γνώμες που σχημάτισαν τα μέλη του συμβουλίου για κάθε υποψήφιο.