Οσοι θυμούνται τα αποτελέσματα των πανελλαδικών εξετάσεων του 2000, βλέποντας τον εφετινό αριθμό των εισακτέων που ανακοίνωσε ο υπουργός Παιδείας κ. Κώστας Γαβρόγλου στις 14 Μαρτίου 2017, θα έκαναν σίγουρα έναν εφιαλτικό συνειρμό.
Το 2000 οι εξετάσεις σημαδεύτηκαν από μία ακόμη στρέβλωση του συστήματος εισαγωγής. Ηταν η χρονιά με τους περισσότερους αποτυχόντες αριστούχους. Αριστούχους, αφού πέτυχαν πολύ υψηλές βαθμολογίες, αλλά αποτυχόντες, γιατί δεν κατάφεραν να μπουν στη σχολή της πρώτης τους επιλογής. Ηταν η πρώτη φορά που είδαμε τόσους υποψηφίους να συνωστίζονται στην υψηλότερη βαθμολογική κλίμακα και να αποτυγχάνουν. Ηταν επίσης η χρονιά με τους περισσότερους ισοβαθμήσαντες αριστούχους, πολλοί εκ των οποίων έμειναν έξω από ιατρικές και πολυτεχνικές σχολές, αν και είχαν βαθμολογία πάνω από 19.

Σκληραίνει ο ανταγωνισμός
Το σενάριο αυτό, που εμφανίστηκε για άλλους λόγους και κάτω από άλλα δεδομένα το 2000, παραλίγο να επαναληφθεί εφέτος, λίγο μάλιστα πριν από τις εξαγγελίες του «τέλους» των πανελλαδικών εξετάσεων. Μια χρονιά όπου το θέμα της παιδείας έχει απασχολήσει περισσότερο από ποτέ τη Βουλή, εν όψει των σχεδιαζόμενων αλλαγών, το υπουργείο Παιδείας αιφνιδίασε τους πάντες με τη δραστική περικοπή των εισακτέων στις σχολές υψηλής ζήτησης.
Οι Ιατρικές, Φαρμακευτικές, Οδοντιατρικές, Αρχιτεκτονικές και άλλες Πολυτεχνικές και Νομικές σχολές είδαν τις θέσεις τους να μειώνονται από 16% έως 21%, δύο μήνες πριν από την έναρξη των Πανελλαδικών και ενώ οι αιτήσεις των υποψηφίων για τις σχολές που επιθυμούν να διαγωνιστούν είχαν ολοκληρωθεί και περιθώρια για δεύτερες επιλογές δεν υπήρχαν.
Η εξέλιξη αυτή ανεβάζει με βεβαιότητα πολύ ψηλά τον πήχη για τους υποψηφίους, οι οποίοι μπαίνουν στην εξεταστική διαδικασία έχοντας να αντιμετωπίσουν έναν πολύ σκληρότερο ανταγωνισμό στις περιζήτητες υψηλόβαθμες σχολές. Ενα ακόμη στοιχείο καθιστά δυσχερέστερη τη θέση τους. Το γεγονός ότι δεν γνώριζαν την επερχόμενη μείωση των θέσεων και σχεδίασαν την προετοιμασία τους με βάση τα δεδομένα της προηγούμενης χρονιάς. Εάν δηλαδή πέρυσι η βάση για την Ιατρική Αθήνας στάθηκε στα 19.063 μόρια με 190 θέσεις εισακτέων, εφέτος, που οι θέσεις μειώθηκαν στις 140 (αρχική ανακοίνωση), φαντάζεται κανείς πόσο ψηλότερα από την περυσινή θα εκτοξευτεί η εφετινή βάση.
Το υπουργείο Παιδείας χρέωσε τη μείωση των θέσεων των εισακτέων στην αδυναμία των Πανεπιστήμιων να αντέξουν τόσους φοιτητές, ειδικά για τα τμήματα υψηλού κόστους. Μόνο που η αδυναμία των Πανεπιστημίων δεν είναι καινούργιο φαινόμενο, ούτε και οι προτάσεις των σχολών, τις οποίες το υπουργείο αγνοεί επιδεικτικά όλα τα προηγούμενα χρόνια. Αρκεί να αναφέρουμε ότι η πρόταση των διοικήσεων των Πανεπιστημίων για το 2017 αριθμούσε συνολικά 29.915 θέσεις εισακτέων και το υπουργείο Παιδείας ανακοίνωσε 42.510 θέσεις. Οι αντίστοιχες περσινές ήταν 43.520.

Χειρότερες ημέρες για την Ιατρική
Η πρόταση των διοικήσεων των ΤΕΙ για το 2017 ήταν 19.710 θέσεις εισακτέων και το υπουργείο Παιδείας ανακοίνωσε 26.640. Οι αντίστοιχες περυσινές ήταν 26.130. Ο ίδιος ο υπουργός μάλιστα, λίγο προτού ανακοινώσει τον μειωμένο αριθμό των εισακτέων, σχολίαζε αρνητικά τις προτάσεις των πρυτάνεων για μείωση. Μιλώντας στις 2 Φεβρουαρίου στο CNN Greece, ο κ. Γαβρόγλου δήλωνε τα εξής: «Νομίζω ότι κάνουν λάθος οι πρυτάνεις που ζητούν τη μείωση του αριθμού των φοιτητών. Δεν είναι αυτό το θέμα. Η ακαδημαϊκότητα στα ΑΕΙ δεν εξαρτάται από τον μικρότερο αριθμό των φοιτητών. Εξαρτάται από το τι δίνουμε στους φοιτητές, με ποιους τρόπους το δίνουμε».
Για συρρίκνωση και περαιτέρω υποβάθμιση των τμημάτων της Ιατρικής που δέχτηκαν τις μεγαλύτερες περικοπές (220 θέσεις) κάνει λόγο ο πρόεδρος του Τμήματος Ιατρικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Αλ. Πολυχρονίδης, αναφέροντας πως η απόφαση του υπουργείου «καταργεί στην πραγματικότητα σε αντιστοιχία φοιτητών, δύο από τα επτά τμήματα Ιατρικής της χώρας μας». Αυτό συνάγεται αν υπολογίσει κανείς ότι οι 220 λιγότεροι εισακτέοι στα ιατρικά τμήματα αντιστοιχούν στους εισακτέους της Ιατρικής του ΔΠΘ και του τμήματος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, συν 20 ακόμη.
Ειδικά για τα τμήματα της Ιατρικής, η εξέλιξη αυτή με τη μείωση των εισακτέων τούς στερεί το δικαίωμα να διεκδικήσουν νέες θέσεις μελών ΔΕΠ, αφού η αναλογία φοιτητών – καθηγητών αριθμητικά φαίνεται να βελτιώνεται. Σε συνδυασμό όμως με την υποστελέχωση, τη συνεχιζόμενη υποχρηματοδότηση και τις ελλείψεις σε υλικοτεχνική υποδομή, αντιλαμβάνεται κανείς ότι για τα μικρότερα τμήματα Ιατρικής των περιφερειακών πανεπιστημίων έρχονται χειρότερες ημέρες.

Απίστευτες παλινωδίες στο υπουργείο Παιδείας

Χρειάστηκε να περάσουν δύο εβδομάδες από την ανακοίνωση του αριθμού των εισακτέων και να ξεχειλίσουν από παντού οι διαμαρτυρίες για να αντιληφθεί το υπουργείο Παιδείας ότι «υπάρχει θέμα». Το θέμα αποφασίστηκε να διορθωθεί με νέα υπουργική απόφαση που θα προσδιορίζει εκ νέου τον αριθμό των εισακτέων, κάτι που δεν έχει ξανασυμβεί ποτέ μέχρι σήμερα.

Στο μεταξύ, και ώσπου να ληφθεί η απόφαση αυτή, επικράτησε ένα απίστευτο αλαλούμ στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας καθώς για δύο ημέρες δεν είχαν καταλήξει πιο διορθωτικό σενάριο θα επιλέξουν. Από την πλευρά του, ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Παιδείας Γιάννης Παντής φάνηκε να αγνοεί εντελώς τι σημαίνουν πανελλαδικές εξετάσεις. Σε δηλώσεις του στην τηλεόραση του Σκάι μίλησε για «τη δυνατότητα να ανοίξει η διαδικασία νέας δήλωσης από τους υποψηφίους και πέμπτου μαθήματος». Είναι άραγε δυνατόν ένας υποψήφιος σε διάστημα δύο μηνών να προετοιμαστεί επαρκώς για ένα νέο μάθημα όταν για όλα τα άλλα προετοιμάζεται δύο ολόκληρα χρόνια;

Μετά από απίστευτες παλινωδίες, το υπουργείο Παιδείας προχώρησε στη μείωση της μείωσης των εισακτέων. Ανακοίνωσε δηλαδή ότι η μείωση του αριθμού των εισακτέων θα εφαρμοστεί σταδιακά σε δύο χρόνια: αυτό σημαίνει ότι για κάθε τμήμα που ανακοινώθηκε μείωση, αυτή θα ισχύσει κατά 50% εφέτος και κατά 50% την επόμενη χρονιά.
Ετσι ο οριστικός (;) αριθμός των εισακτέων για τα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ διαμορφώνεται στις 69.990 θέσεις από 69.490 που ήταν αρχικά. Οι 1.000 λιγότερες θέσεις στα ΑΕΙ θα μειωθούν στις 500 για εφέτος. Ομως αν εξετάσει κάποιος πιο προσεκτικά τη μείωση και την ανακατανομή των θέσεων στα ΑΕΙ και την αύξηση στα τμήματα των ΤΕΙ προκύπτει πολύ μεγαλύτερη μείωση από τις 1.000 θέσεις καθώς:

l Η αύξηση στα ΤΕΙ βασίζεται στην προσθήκη νέων τμημάτων και όχι στη διάθεση επιπλέον θέσεων στα υπάρχοντα τμήματα. Αν υπολογίσουμε δε ότι οι εισακτέοι στα νέα τμήματα είναι περίπου 800 τότε, μόνο λογιστικά έχουμε αύξηση.

l Σε ό,τι αφορά τα ΑΕΙ, αφενός έχουμε δύο νέα τμήματα, αφετέρου μεγάλο μέρος της αύξησης των εισακτέων διοχετεύτηκε σε όλες τις θεολογικές σχολές. Στο Τμήμα Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, οι εισακτέοι το 2016 ήταν 170 και οι εισακτέοι το 2017 είναι 225. Αύξηση 15%.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ