Εκεί, στην πλατεία Λουμπιάνκα στη Μόσχα, δέσποζε το κτίριο της KGB, της διαβόητης μυστικής υπηρεσίας που διαδέχθηκε την ΤΣΕΚΑ. Εκατοντάδες πράκτορες προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στο ιδεώδες της Σοβιετικής Ενωσης, χιλιάδες πολίτες οδηγήθηκαν στα κρατητήριά της για ανάκριση ως εχθροί του καθεστώτος. Και σχεδόν όλοι περνούσαν από την οδό Μπαλσάγια Λουμπιάνκα και τον αριθμό 19. Εκεί όπου δέσποζε από τον 16ο αιώνα το Μοναστήρι της Υπαπαντής, η Μονή Σρετένσκι (Υπαπαντή) που η ιστορία της συνδέεται με τις επιθέσεις του Ταμερλάνου και τη διάσωση της Μεγάλης Ηγεμονίας της Μόσχας. Ενα μοναστήρι που το 1925 έκλεισε τις πύλες του και ο ηγούμενος και οι μοναχοί του οδηγήθηκαν στην εξορία για την πίστη τους. Το 1930 γκρεμίστηκαν και οι ναοί του και η εικόνα-σύμβολο της Υπαπαντής τοποθετήθηκε σε μια πινακοθήκη.
Αυτά όμως συνέβαιναν στη σοβιετική εποχή. Το 1991 η KGB διαλύεται. Το μοναστήρι αρχίζει να χτυπάει και πάλι τις καμπάνες του. Ο Μπορίς Γέλτσιν δημιουργεί την FSB και την ενισχύει, το 1995, με το γνωστό πλέον ως διάταγμα Νο 633. Και το 2000 παραδίδει τη σκυτάλη της χώρας σε έναν αλλοτινό πράκτορα της KGB, τον Βλαντίμιρ Πούτιν.
Την ίδια περίοδο αρχίζει η άνθηση του μοναστηριού. Το 1993 ο 35χρονος Τύχων Σεβκούνοφ ορίζεται προϊστάμενος στο μετόχι της Μονής των Σπηλαίων του Πσκοφ στη Μόσχα, του γνωστού ως Μοναστηριού της Υπαπαντής. Το 1994 τελεί μαζί με μια μικρή αδελφότητα «Στατένιε» την πρώτη λειτουργία στον χώρο της μονής και έναν χρόνο αργότερα διορίζεται ηγούμενος.
Από τότε έως και σήμερα οι σχέσεις του Τύχωνα Σεβκούνοφ με τους πράκτορες των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών, μεταξύ αυτών και του Βλαντίμιρ Πούτιν και άλλων αξιωματούχων, έχουν ενδυθεί τον μανδύα του θρύλου… Και πολλοί μιλούν για τον «κύκλο Σρετένσκι», μέλη του οποίου φέρονται ο Βλαντίμιρ Πούτιν, ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ και πολλοί επιφανείς στρατιωτικοί, επιχειρηματίες και κληρικοί οι οποίοι συζητούν για το μέλλον της Ρωσίας…

Οι πράκτορες, η Μονή και ο Πούτιν
«Οταν οι πιστοί έρχονταν στον Ναό, υπήρχαν πράκτορες που κατέγραφαν τα ονόματά τους σε ένα μπλοκάκι και μετά τους καλούσαν για ανάκριση» έλεγε στο παρελθόν ο Τύχων Σεβκούνοφ ενθυμούμενος τη σοβιετική κυριαρχία. Σήμερα όμως, σε μια συνέντευξη που παραχώρησε στην ΕΡΤ και στην εκπομπή «Αθήνα καλεί Μόσχα», στην ερώτηση εάν επισκέπτονται το μοναστήρι πρώην πράκτορες δήλωσε ευθέως για πρώτη φορά: «Και γιατί πρώην; Ερχονται και εν ενεργεία πράκτορες. Κανονικά στελέχη των υπηρεσιών που πιστεύουν. Ολοι προσέρχονται στον ναό, οι πάντες, χωρίς εξαίρεση. Δεν ξεχωρίζουμε κανέναν. Και ότι έρχονται άνθρωποι που εργάζονται στις υπηρεσίες ασφαλείας είναι πολύ καλό. Μόνο να το υποστηρίξουμε μπορούμε». Μάλιστα στη συνέχεια παρουσίασε την ιστορία ενός επιφανούς, όπως τον χαρακτήρισε, «στρατηγού που βαφτίστηκε στα 70 του χρόνια και στα 71 του παντρεύτηκε θρησκευτικά με τη σύζυγό του και έτσι ξεκίνησε την οικογένειά του εντός της Εκκλησίας».
Και ως γνήσιος πνευματικός πατέρας, απαντώντας στις επικρίσεις που έχουν διατυπωθεί για τα στελέχη των σοβιετικών μυστικών υπηρεσιών, σε δημόσιες συζητήσεις του έχει πει ότι «με όσα λέγονται είναι σαν να κατηγορούμε τους σύγχρονους αμερικανούς στρατιώτες για τον πόλεμο στο Βιετνάμ. Οι αξιωματικοί της υπηρεσίας πληροφοριών που εγώ γνωρίζω έπραξαν ό,τι έπραξαν προς όφελος του ρωσικού κράτους. Και το να λέμε σήμερα ότι φέρουν ευθύνη για τις πράξεις καταστολής πρόκειται για απόλυτο ψεύδος».
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν πέρασε πολλές φορές κατά τη διάρκεια της ζωής του από την πλατεία Λουμπιάνκα, το χτύπημα όμως των θυρών του αριθμού 19 πρέπει να έγινε κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Και κυρίως το χρονικό διάστημα που διατέλεσε διοικητής της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Εκείνη την περίοδο, εκτιμάται ότι ξεκίνησε και η σχέση των δύο ανδρών και σήμερα όλοι θεωρούν ότι ο Τύχων Σεβκούνοφ είναι ο πνευματικός του.
Πρόκειται για μια σχέση που κανείς δεν επιβεβαιώνει αλλά και δεν είναι σε θέση να διαψεύσει. Ο ρώσος πρόεδρος φαίνεται ότι είχε το εκκλησιαστικό υπόβαθρο, αφού όπως ο ίδιος έχει δηλώσει, η μητέρα του, η Μαρία Ιβάνοβνα Πούτινα, τον βάφτισε κρυφά από τον πατέρα του σε έναν ναό της Αγίας Πετρούπολης. Μια βάφτιση που πραγματοποιήθηκε στα τέλη του 1952 όταν ο Ιωσήφ Στάλιν ετοιμαζόταν να αποδημήσει από τον μάταιο τούτο κόσμο, αλλά διοικούσε ακόμη με σιδερένια γροθιά.
Ομως η γνωριμία του με τον Τύχωνα ήταν καθοριστική για τις πνευματικές του αναζητήσεις και ο ίδιος ο κληρικός έχει περιγράψει πολλές φορές τον ρώσο πρόεδρο ως «πραγματικά ορθόδοξο χριστιανό, όχι κατ’ όνομα αλλά ένα άτομο που εξομολογείται, κοινωνεί και αντιλαμβάνεται την ευθύνη που έχει ενώπιον του Θεού για τις υπηρεσίες που του έχει εμπιστευθεί και για την αθάνατη ψυχή του». Και όταν καλείται να περιγράψει τον ρώσο πρόεδρο δηλώνει: «Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρων άνθρωπος. Είναι απίστευτα υπεύθυνος και ως προσωπικότητα και ως ηγέτης. Βλέπει τον κόσμο ρεαλιστικά, όπως είναι. Και πάνω απ’ όλα, ξεχωρίζω τη μεγάλη αγάπη του για την πατρίδα».

Το πνεύμα του Γκόγκολ και η στροφή στην Εκκλησία
Γεννημένος στις 2 Ιουλίου του 1958 στη Μόσχα, ο κατά κόσμον Γκεόργκι Αλεξαντρόβιτς Σεβκούνοφ περιγράφει συχνά τον εαυτό του ως έναν άνθρωπο που όπως εκατομμύρια άλλοι σοβιετικοί πολίτες μεγάλωσαν και ανδρώθηκαν μέσα σε καθεστώς αθεΐας και πίστεψαν και βρέθηκαν κοντά στον Θεό και την Εκκλησία μέσα από τη ρωσική λογοτεχνία. «Υπήρχε η δεύτερη γενιά που μεγάλωσε μέσα στην αθεϊστική κοινωνία και τη δεκαετία του ’70 και του ’80 επαναπροσδιόρισαν τη στάση τους και ήρθαν κοντά στο θείο χάρη στη σπουδαία κλασική ρωσική λογοτεχνία. Νέοι επιστήμονες που έφτασαν στο κατώφλι της Εκκλησίας». Και ο Τύχων Σεβκούνοφ ήταν μεταξύ αυτών.
Γόνος γιατρών, σπούδασε στο Τμήμα Σεναριογραφίας του Κρατικού Ινστιτούτου Κινηματογραφίας με ειδικότητα στο λογοτεχνικό έργο. Και το 1982, λίγο πριν από την ολοκλήρωση των σπουδών του, φαίνεται ότι άρχισε να έρχεται κοντά στο θείο και την Εκκλησία.
Πολλοί λένε ότι η μεταστροφή του προέκυψε μετά από μια πνευματιστική του ενασχόληση. Και, όπως υποστηρίζεται, ο φοιτητής Γκεόργκι πραγματοποίησε μια νεανική τρέλα και μαζί με μια παρέα άρχισαν τα βράδια να καλούν πνεύματα. Το τραπεζάκι στηνόταν συχνά, τα κεριά άναβαν στον φοιτητικό κοιτώνα και στις αναζητήσεις της παρέας βρισκόταν τα πνεύματα του Ναπολέοντα, του Σωκράτη αλλά και αυτού ακόμη του Στάλιν. Μια βραδιά όμως, όπως λέγεται, η διασκέδαση ή η αναζήτηση ή η έρευνα του άγνωστου έλαβε δραματικές διαστάσεις. Αφορμή στάθηκε το πνεύμα του συγγραφέα των «Νεκρών Ψυχών» Νικολάι Γκόγκολ. Ο Γκόγκολ, σύμφωνα με τις ίδιες αναφορές, εμφανίστηκε σε κατάσταση παροξυσμού καλώντας τη φοιτητική παρέα να πάρει δηλητήριο για να αυτοκτονήσει. Τότε σχεδόν όλοι κατέφυγαν στην κοντινότερη Εκκλησία όπου εξομολογήθηκαν σε έναν ιερέα τα όσα έζησαν. Εκείνος τιμώρησε πνευματικά τους άμυαλους νεαρούς και στη συνέχεια τους κάλεσε να βαπτισθούν. Αυτή η στιγμή φαίνεται ότι ήταν καθοριστικής σημασίας για τον νεαρό φοιτητή σε μια εποχή που στη Σοβιετική Ενωση κυριαρχούσαν ο άλλοτε διοικητής της KGB Γιούρι Βλαντιμίροβιτς Αντρόποφ και η Περεστρόικα και η Γκλασνόστ του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, και τα χρόνια του Μπορίς Γέλτσιν δεν φαίνονταν στον ορίζοντα.
Η μητέρα του «υποψήφιου σεναριογράφου» δεν του επέτρεπε να χειροτονηθεί αλλά τελικά με τις πνευματικές συμβουλές ενός φωτισμένου μοναχού από τη Μονή των Σπηλαίων του Πσκοφ ο Γκεόργκι κατάφερε να κάμψει τις αντιρρήσεις της.
Ετσι, την ημέρα που συμπλήρωνε το 33ο έτος της ηλικίας του, στις 2 Ιουλίου του 1991, εκάρη μοναχός στη Μονή Ντόνσκοη της Μόσχας λαμβάνοντας το όνομα Τύχων και διάκονος και πρεσβύτερος τον Αύγουστο του ίδιου έτους. Το 1998 έλαβε το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη και στις 24 Οκτωβρίου του 2015 χειροτονήθηκε στον Ναό της Παναγίας του Καζάν τιτουλάριος επίσκοπος Γεγκέροφσκι από τον Πατριάρχη Μόσχας και πάσης Ρωσίας κ. Κύριλλο. Ταυτόχρονα ορίστηκε βικάριος του Πατριάρχη Μόσχας, γραμματέας της Πατριαρχικής Επιτροπής Πολιτισμού και μέλος της Επιτροπής Πολιτισμού και Τέχνης του προέδρου της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

Οι ελληνίδες γιαγιάδες, το Βυζάντιο και η «αρένα των μαρτύρων»

Συγγραφέας του βιβλίου «Σχεδόν Αγιοι», που έγινε μπεστ σέλερ στη Ρωσία και μεταφράστηκε σε 10 γλώσσες, μεταξύ των οποίων τα κινεζικά και τα ιαπωνικά, ο Τύχων Σεβκούνοφ Επίσκοπος Γεγκέροφσκι πλέον γνωρίζει όσο ελάχιστοι ρώσοι πολίτες την Ελλάδα. Αρέσκεται συχνά να μιλάει για την αρχαία Ελλάδα, τη φιλοσοφία και τον πολιτισμό της αλλά και την προσφορά των Ελλήνων στην Ορθοδοξία και πάνω απ’ όλα για το Αγιον Ορος. Και η πρώτη μετάφραση από τα ρωσικά του συγγραφικού του έργου έγινε στα ελληνικά διότι στο αίμα του πανίσχυρου επισκόπου ρέει αίμα ελληνικό. «Για εμένα», συνηθίζει να λέει, «Ελλάδα είναι η γιαγιά, οι θείες και οι συγγενείς που μας επισκέπτονταν στο μικρό δωμάτιο που πέρασα τα παιδικά μου χρόνια. Εκείνες οι ντυμένες στα μαύρα γιαγιάδες που φορούσαν μαντίλια μιλούσαν σε μια ακατανόητη γλώσσα και ήταν πολύ καλές. Η γιαγιά Ελένα Παπαδοπούλου, η Κυριακή και ο παππούς Κοσμάς Χριστοφόροβιτς Παπαδόπουλος που ήρθαν στη Ρωσία εξαιτίας της γενοκτονίας του Πόντου πρόσφυγες στο
Γκελετζίκ με ένα ψαροκάικο».

Η λατρεία του προς το Βυζάντιο αναδείχθηκε μέσα από το ντοκιμαντέρ που συνέγραψε, σκηνοθέτησε και πρωταγωνίστησε ο ίδιος με θέμα «Η κατάρρευση της Αυτοκρατορίας: Το βυζαντινό μάθημα». Και μέσα από την αφήγησή του φρόντισε να περάσει τα μηνύματά του ακόμη και για τον «κύκλο Στρετέσκι». Παρουσιάζοντας τον Βασίλειο τον Β’ (γνωστό στην ιστορία ως «Βουλγαροκτόνο», αν και δεν αναφέρεται στην ταινία) δείχνει ουσιαστικά το πρότυπο ενός αυτοκράτορα που συγκρούστηκε με τους φεουδάρχες και μεταρρύθμισε την αυτοκρατορία. Τον χαρακτηρίζει νονό του Μεγάλου Πρίγκιπα του Κιέβου Βλαδίμηρου, ο οποίος ήταν ο πρώτος Ρως που βαφτίστηκε χριστιανός, παντρεύτηκε την αδελφή του Βασιλείου, την Αννα την Πορφυρογέννητη, και θεωρείται Ισαπόστολος για τους Ρώσους και τους Ουκρανούς.

Ακόμη, δηλώνει ότι η Ρωσία πήρε την πνευματική κληρονομιά του Βυζαντίου και σύμφωνα με ορισμένους ερμηνευτές θεωρεί τη Μόσχα ακόμη και διάδοχο της Κωνσταντινούπολης ή Νέας Ρώμης. Ταυτόχρονα εντυπωσιάζει η παντελής έλλειψη αναφοράς στο Οικουμενικό Πατριαρχείο παρά τις αναλύσεις που περιέχει για τον Βησσαρίωνα, τον Γεννάδιο Σχολάριο και τον Πλήθωνα Γεμιστό.

Στο δε κρεσέντο του ντοκιμαντέρ ο Τύχων στηλιτεύει την εξόντωση της μελέτης του Βυζαντίου στα πρώτα χρόνια της Οκτωβριανής Επανάστασης αλλά υπενθυμίζει ότι αυτός που προχώρησε στην αποκατάσταση των βυζαντινών σπουδών ήταν το 1943 ο Στάλιν. Γιατί, όπως σημειώνει, «απλούστατα ο πρώην σπουδαστής θεολογικού σεμιναρίου Ιωσήφ Τζουγκασβίλι κατάλαβε επιτέλους από ποιους πρέπει να διδάσκεται η Ιστορία». Η κατάληξη δείχνει τρομακτική αλλά και διδακτική, αφού η Πόλη, αλώθηκε μεταξύ άλλων, και από τους κατοίκους της, τον αλκοολισμό, την αστρολογία, την υπογεννητικότητα και την αποσύνθεση της οικογένειας που κυριαρχούσαν.

Το προσκύνημα και η Θεολογική Ακαδημία

Με την Εκκλησία να θεωρείται ο δεύτερος δημόσιος θεσμός που εμπιστεύονται οι Ρώσοι στη χώρα, τα τελευταία χρόνια σχεδόν όλοι οι ισχυροί πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες στηρίζουν οικονομικά και κοινωνικά τις προσπάθειες που γίνονται από κληρικούς και αρχιερείς. Και πάρα πολλοί είναι αυτοί που διαθέτουν τον πνευματικό οδηγό ή τον εξομολόγο τους. Και ο Τύχων φροντίζει να αναδεικνύει διαρκώς την ιστορία και την παράδοση της Ορθοδοξίας στη Ρωσία.

Στο νέο Μοναστήρι του Στρεντέσκι, εκεί στην οδό Λουμπιάνκα, σήμερα λειτουργεί Θεολογική Ακαδημία και Ιερατική Σχολή με 120 και πλέον φοιτητές, με γυμναστήρια, αίθουσες αρχαίου κόσμου, όπου δεσπόζουν προτομές του Σωκράτη, του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, σύγχρονης λογοτεχνίας και βιβλιοθήκη με 40 χιλιάδες βιβλία και 50 χιλιάδες σε ηλεκτρονική μορφή.

Σήμερα, 100 χρόνια μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917, στην οδό Λουμπιάνκα υπάρχει μια στήλη που τοποθέτησε ο μακαριστός Πατριάρχης Αλέξιος για όσους μαρτύρησαν στα κρατητήρια της KGB. Και με αφορμή αυτή την επέτειο η Μονή Στρετέσκι έκτισε έναν καινούργιο ναό στην οδό Λουμπιάνκα.

«Στα μεταεπαναστατικά χρόνια», είπε στην ΕΡΤ ο κ. Τύχων, «είχε δημιουργηθεί αυτός ο φοβερός μηχανισμός καταστολής που λεγόταν Τσε. Κα., Γκε, Μπε. Εξ ου και εδώ υπήρχαν πολλοί νεομάρτυρες, εδώ μαρτύρησαν στο δικό μας «Κολοσσαίο», αρένα των μαρτύρων, όλα εδώ σχετίζονται με τους νεομάρτυρες και ο ναός για αυτό ονομάζεται της Αναστάσεως του Χριστού και των Νεομαρτύρων Ομολογητών».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ