«Οι πραγματικές αιτίες της προπαγανδιστικής επίθεσης του κράτους εναντίον μου και εναντίον φυσικά και της συντρόφισσας Ρούπα, έχουν καθαρά πολιτικό υπόβαθρο αφού δεν είμαστε κοινοί παράνομοι, αλλά καταδικασμένοι για την συμμετοχή μας στην ένοπλη επαναστατική οργάνωση Επαναστατικός Αγώνας, για την οποία συμμετοχή μας είμαστε υπερήφανοι και την υπερασπιστήκαμε πολιτικά δημόσια, αλλά και μπροστά στο δικαστήριο. Αν ήμασταν κοινοί παράνομοι ή «κοινοί ληστές», το κράτος από ένα σημείο και μετά δεν θα ασχολιόταν μαζί μας. Μέσα λοιπόν σε αυτό το πλαίσιο, του πολέμου εναντίον όλων όσων θέλουν την καθεστωτική ανατροπή εντάσσεται η προσπάθεια εμπλοκής μου σε αυτές τις ληστείες. Θα τους διαβεβαιώσουμε ότι το γεγονός ότι είμαστε στην παρανομία δεν μας εμποδίζει καθόλου να απαντάμε στις βρωμιές τους αλλά και θα παρεμβαίνουμε πολιτικά με οποιονδήποτε τρόπο»
Αυτά τα σχόλια κατά εκπροσώπων των ΜΜΕ αλλά και κρατικών λειτουργών σε κείμενο του αντάρτη πόλης Νίκου Μαζιώτη που είχε αναρτηθεί στις 30 Οκτωβρίου 2013 μετά από αναφορές ότι εμπλεκόταν σε ληστεία στην Εθνική Τράπεζα Μεθάνων, έρχονται στο προσκήνιο – σύμφωνα με στελέχη της ΕΛ. ΑΣ. – μετά από αναφορές του ιδίου και της συντρόφου του Πόλας Ρούπα σε αίθουσες δικαστηρίου την Τρίτη.
Τα δύο μέλη του «Επαναστατικού Αγώνα» ανέφεραν στο δικαστήριο ότι η συγκεκριμένη οργάνωση είχε προχωρήσει «σε απαλλοτριώσεις στην Εθνική Τράπεζα των Μεθάνων με ποσό 100.000 ευρώ, την Εθνική Τράπεζα της Κλειτορίας όπου έγινε συμπλοκή με αστυνομικούς και η ενέργεια δεν ολοκληρώθηκε με ποσό 3.500 ευρώ. Την Τράπεζα Πειραιώς, στο νοσοκομείο Σωτηρία, που ανέλαβε με κείμενό της η συντρόφισσα Ρούπα με ποσό 135.000 ευρώ.Τέλος, η απαλλοτρίωση της Εθνικής Τράπεζας στη Μαλεσίνα Φθιώτιδος της οποίας το ποσό επαναλαμβάνουμε πως ήταν 150.500 ευρώ και όχι 180.000 ευρώ». Όπως δε σημείωναν «οι ληστείες αυτές έγιναν γιατί υπήρχε ανάγκη χρηματοδότησης της πολιτικής δράσης του Επαναστατικού Αγώνα και της ζωής στην ‘παρανομία’»
Οι αστυνομικοί εστιάζουν αρχικά το ενδιαφέρον τους στο ότι οι δύο αντάρτες πόλης με αυτές τις αναλήψεις ευθυνών για τις ληστείες «εντάσσουν» στον «Επαναστατικό Αγώνα» τον Γιώργο Πετρακάκο, έναν 38χρονο Ρωσοπόντιο που είχε συλληφθεί στην Νέα Σμύρνη, όπως κι άλλους αντιεξουσιαστές και ποινικούς που φέρεται να συμμετείχαν στις εν λόγω ληστρικές επιθέσεις και σχετίζονταν και με τον καταζητούμενο Βασίλη Παλαιοκώστα.
Ακόμη εκφράζουν απορία που ο Νίκος Μαζιώτης αρνείται εμπλοκή του «Επαναστατικού Αγώνα» σε άλλες ληστείες όπως στο Βελεστίνο κλπ, αφού από το υλικό των καμερών κι άλλα στοιχεία προέκυπτε ότι υπήρχε «προφανής ομοιότητα των δραστών» με την ληστεία στα Μέθανα.
Σε δεύτερο στάδιο ανατρέχουν στο κείμενο του Νίκου Μαζιώτη τον Οκτώβριο του 2013 όπου μιλούσε για σκευωρία των αρχών για την εμπλοκή του στην ληστεία των Μεθάνων και σχετικά με τις αναφορές για «επαναστατικό ταμείο».
Οπως σημείωνε τότε «πώς γίνεται να παρουσιάζεται 3 περίπου μήνες μετά την συγκεκριμένη ληστεία στα Μέθανα που έγινε στις 25 Ιουλίου αυτό το αποτύπωμα, όταν είναι γνωστό ότι η ανεύρεση αποτυπώματος από τα εργαστήρια της αστυνομίας γίνεται μέσα σε λίγες ώρες; Αν είχε βρεθεί τότε δικό μου αποτύπωμα – του «υπ’ αριθμόν 1 καταζητούμενου» όπως με αποκαλούν – , γιατί δεν το δημοσιοποίησαν τότε και το κάνουν τώρα αφού όπως έχουν ήδη δημοσιοποιήσει, αυτές οι συγκεκριμένες ληστείες στις οποίες δίνουν μεγάλη βαρύτητα στις έρευνες, έχουν «άρωμα τρομοκρατίας» και γίνονται για την τροφοδότηση «επαναστατικού ταμείου» κατά την εκτίμησή τους. Δεν είναι η πρώτη φορά που η κρατική προπαγάνδα μιλά για «επαναστατικό ταμείο».
Τέλος οι Νίκος Μαζιώτης και Πόλα Ρούπα στο κείμενό τους αναφέρονται και στην δολοφονία του οδηγού ταξί στην Καστοριά από τον ίδιο αστυνομικό που είχε πυροβολήσει, τον αντιεξουσιαστή, το καλοκαίρι του 2014 στο Μοναστηράκι.
Όπως σημειώνουν «και στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί πως ο αστυνομικός που πυροβόλησε τον σύντροφο Μαζιώτη στο Μοναστηράκι ο οποίος είναι ο ίδιος που δολοφόνησε ταξιτζή στην Καστοριά, πυροβόλησε τον σύντροφο με όπλο 45άρι, που σημαίνει ότι η πρόθεσή του ήταν η δολοφονία. Αυτό φυσικά και θα ήταν η πρόθεση τόσο του ίδιου, όσο και των συναδέλφων του, αλλά και του κράτους, γιατί ενώ ήταν γνωστό στους διωκτικούς μηχανισμούς ότι τον χτύπησε με το συγκεκριμένο όπλο, δεν υπήρξε καμία αναφορά στο αν έπρεπε ή όχι να χρησιμοποιηθεί αυτό και αν το κατείχε και το χρησιμοποίησε νόμιμα στη συμπλοκή. Γνωρίζουμε πως το γεγονός ότι ο σύντροφος δεν πέθανε μετά από τέτοιο πυροβολισμό, ήταν καθαρά θέμα τύχης. Ο μπάτσος σημάδεψε με 45άρι όπλο στην καρδιά και απλώς έτυχε να καρφωθεί η σφαίρα λίγα εκατοστά αριστερά και να συνθλίψει το χέρι του συντρόφου».