Φωτιές άναψε μέσα στην εβδομάδα η ανησυχία για μία ακόμη τρύπα στα έσοδα των μέσων σταθερής τροχιάς της Αθήνας λόγω της τροπολογίας σχετικά με τα έσοδα της εμπορικής εκμετάλλευσης των σταθμών, των πάρκινγκ, των συρμών και άλλων χώρων, κυριότητας της Αττικό Μετρό. Μια γεύση της αντίδρασης των εργαζομένων πήρε το επιβατικό κοινό την περασμένη Πέμπτη, με την 24ωρη απεργία σε μετρό, τραμ, ηλεκτρικό σιδηρόδρομο. Οι εργαζόμενοι χαρακτήρισαν τη ρύθμιση «τορπίλη» για την οικονομική βιωσιμότητα της ΣΤΑΣΥ, αλλά και «δούρειο ίππο» για την παράδοση της εταιρείας σε ιδιώτες, εν όψει και της ένταξής της στο νέο Υπερταμείο.
Η τροπολογία ουσιαστικά διευρύνει τη δυνατότητα της Αττικό Μετρό, στην κυριότητα της οποίας είναι οι γραμμές 2 και 3, οι σταθμοί και οι συρμοί, να συνάπτει σύμβαση για εμπορική εκμετάλλευση με τον ΟΑΣΑ –μητρική εταιρεία της ΣΤΑΣΥ. Αυτό γίνεται, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, «με σκοπό την υλοποίηση των σχετιζομένων με το παρεχόμενο από τον Ομιλο ΟΑΣΑ συγκοινωνιακό έργο αρμοδιοτήτων». Οι αντιδράσεις φαίνεται πως έφεραν κάποιο αποτέλεσμα, καθώς ο αρμόδιος υπουργός Μεταφορών κ. Χρήστος Σπίρτζης κατέθεσε νομοτεχνική βελτίωση που συμπληρώνει ότι τα καθαρά έσοδα από αυτή τη δραστηριότητα θα εγγράφονται ως έσοδα στον προϋπολογισμό της ΣΤΑΣΥ.
Σε ραδιοφωνική του συνέντευξη νωρίτερα ο υπουργός επισήμανε ότι για να υπάρξουν ορθολογικές και διαφανείς διαδικασίες «έπρεπε να γίνει μια τροπολογία που θα επιτρέπει στην Αττικό Μετρό, και όχι στη ΣΤΑΣΥ, που λειτουργεί μέχρι σήμερα ημιπαράνομα –για να μην πω παράνομα –τους σταθμούς, τους ενοικιάζει δηλαδή και εκμεταλλεύεται τη διαφήμιση, να λειτουργήσει νόμιμα και να εξορθολογιστεί η λειτουργία αυτή».

Κενά και ζημιές
Στην περίπτωση της εμπορικής εκμετάλλευσης σταθμών, συρμών, χώρων πάρκινγκ και άλλων (συμπεριλαμβάνονται ΑΤΜ και κινητή τηλεφωνία), ο νόμος 3920/2011 περί αναδιάρθρωσης των αστικών συγκοινωνιών προβλέπει ότι «η Εταιρεία ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ ΑΕ μπορεί κατόπιν συμφωνίας να παραχωρεί προς εκμετάλλευση σταθμούς και οποιαδήποτε άλλα περιουσιακά της στοιχεία στην ΑΜΕΛ ή στην εταιρεία της περίπτωσης β’ της παραγράφου 5». Εν προκειμένω, αναφέρεται στη ΣΤΑΣΥ, υπό την ομπρέλα της οποίας ενώθηκαν όλες οι εταιρείες λειτουργίας των μέσων σταθερής τροχιάς. Σχετική σύμβαση όμως, όπως πληροφορείται «Το Βήμα», δεν έχει υπογραφεί.
Σημειώνεται ότι τα τελευταία τρία χρόνια η ΣΤΑΣΥ έχει επιστρέψει σε αρνητικά αποτελέσματα, καταγράφοντας ζημιές 30 εκατ. ευρώ το 2015, ενώ για το 2016 έχουν προβλεφθεί ζημιές 32,5 εκατ. ευρώ και 27 εκατ. για το 2017. Τα έσοδά της έχουν προϋπολογιστεί στα 111,5 εκατ. ευρώ και τα έξοδά της στα 144 εκατ. ευρώ. «Τα έσοδα από την εκμετάλλευση σταθμών και χώρων της ΣΤΑΣΥ για το 2016 αυξήθηκαν κατά 40%, ενώ για το 2017 προβλέπεται ακόμη μεγαλύτερη αύξηση, με συνεχόμενη αυξητική τάση για τα επόμενα χρόνια» επισημαίνουν οι εργαζόμενοι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των οποίων τα έσοδα που θα στερηθεί η ΣΤΑΣΥ ανέρχονται σε 30 εκατ. ευρώ.
Υπάρχει όμως και η προσέγγιση που αμφισβητεί αυτή την εκτίμηση και θέλει τα έσοδα να κινούνται το ανώτερο περί τα 7 εκατ. ευρώ. Ο σταθμός του Συντάγματος αναδεικνύεται σε πρωταγωνιστή με μέσα διαφημιστικά έσοδα 1 εκατ. ευρώ ετησίως. Από εκεί και πέρα φαίνεται πως στα έσοδα από τα διαφημιστικά πάνελ τα πράγματα δεν πάνε και τόσο καλά.
Μέσα στην τελευταία εβδομάδα από τα περισσότερα από 600 πλαίσια εντός των συρμών του μετρό, μόνο 150 είχαν διαφήμιση, ενώ ακόμα και τον Δεκέμβριο, που έχει μεγάλη διαφημιστική ζήτηση λόγω Χριστουγέννων, περί το 50% των πάνελ είναι ελεύθερο. Τα έσοδα από την εκμετάλλευση των εν λόγω πάνελ ανήλθαν το 2015 για το μετρό σε 250.000 ευρώ. Αντίστοιχα, στον ηλεκτρικό αυτά απέφεραν 1.000 ευρώ το 2015, ενώ για το 2016 ήταν μηδενικά. Για τους εργαζομένους, η αποψίλωση των εσόδων της εταιρείας δημιουργεί ερωτηματικά, εν όψει της ένταξής της στην Εταιρεία Δημοσίων Συμμετοχών (ΕΔΗΣ), όπου απαραίτητη προϋπόθεση αποτελούν τα θετικά οικονομικά αποτελέσματα. Εξ αυτών ποσοστό 50% θα διατίθεται στην ανάπτυξή της εταιρείαςκαι το υπόλοιπο 50% στην αποπληρωμή του χρέους. «Σε άλλη περίπτωση, θα οδηγηθούμε στο ΤΑΙΠΕΔ προς ιδιωτικοποίηση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το δημόσιο αγαθό των συγκοινωνιών, όπως έχει φανεί και στην περίπτωση του ΟΑΣΘ στη Θεσσαλονίκη, όπου η επιδότηση είναι μεγαλύτερη από των αστικών συγκοινωνιών της Αθήνας για το ένα δέκατο του έργου».

Ερωτήματα εγείρει η ένταξη στο νέο Υπερταμείο

Η ένταξη των τριών οργανισμών (ΟΑΣΑ, ΟΣΥ, ΣΤΑΣΥ) στο νέο Υπερταμείο εγείρει ένα ακόμη ερώτημα. Πού βρίσκεται η διαδικασία ομιλοποίησης, την οποία προέβλεπε ο νόμος του 2011, με στόχο την αποδοτικότερη λειτουργία τους προς όφελος του επιβατικού κοινού και της εθνικής οικονομίας, «με την παράλληλη τεχνικοοικονομική εξυγίανσή τους»; Μόλις μετά από έξι χρόνια, το action plan, που εξειδικεύει τα βήματα, το χρονοδιάγραμμα και το κόστος μετάβασης στην ομιλική λειτουργία, είναι πια έτοιμο και έχει σταλεί προς έγκριση στους θεσμούς.

Σε αδρές γραμμές, η λειτουργία του ΟΑΣΑ ως ομίλου σημαίνει ενοποίηση ορισμένων υπηρεσιών, όπως προμήθειες, κόμιστρο, ανθρώπινο δυναμικό, συστήματα πληροφορικής, καθώς και κοινή έδρα, με στόχο την εξοικονόμηση πόρων και τη δημιουργία οικονομιών κλίμακας. Παρ’ όλα αυτά, η χωριστή ένταξη των τριών εταιρειών στην ΕΔΗΣ συνιστά μάλλον αντιφατική πορεία προς αυτή την κατεύθυνση. Οπως σχολιάζουν και πηγές του Οργανισμού στο «Βήμα», αυτή μάλλον απο-ομιλοποιεί, παρά συμβάλλει προς αυτή την κατεύθυνση. Η επανεξέταση έχει ήδη τεθεί στους θεσμούς, όμως ο χρόνος δεν είναι πια σύμμαχος.
Από την πλευρά του, ο υπουργός Μεταφορών, με παρέμβασή του στη Βουλή, τόνισε ότι δεν υπάρχει κανένα θέμα ιδιωτικοποίησης ή απαξίωσης του ρόλου της ΣΤΑΣΥ. «Δεν μπαίνει επίσης κανένα θέμα για τα έσοδα της ΣΤΑΣΥ. Για αυτό και καταθέτουμε νομοτεχνική βελτίωση, που προβλέπει ότι ακόμη και αν ο ΟΑΣΑ είναι ο φορέας που θα συνάψει τις συμβάσεις με την ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ, τα έσοδα αυτά θα εγγράφονται ως έσοδα της ΣΤΑΣΥ –τουλάχιστον κλειδωμένα αυτά που ανήκουν στον απολογισμό του 2016» είπε, καθησυχάζοντας τους εργαζομένους για το μέλλον των συγκοινωνιακών φορέων. Εκείνοι, από την πλευρά τους, έχουν τονίσει ότι «οποιαδήποτε πολιτική απόφαση έρχεται να τορπιλίσει την οικονομική πορεία της και να θέσει σε κίνδυνο τα έσοδά της, αποτελεί για τους εργαζομένους στην επιχείρηση αιτία πολέμου».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ