Μελανότερες στιγμές αναμένεται να βιώσουν από το νέο έτος οι ασθενείς που λαμβάνουν θεραπείες εντός νοσοκομειακού χώρου για την αντιμετώπιση ογκολογικών, νευρολογικών και άλλων σοβαρών προβλημάτων. Η εφαρμογή του νοσοκομειακού clawback, παρότι η δαπάνη για συγκεκριμένες σοβαρές παθήσεις είναι ανελαστική, οι μειωμένες πιστώσεις και η σχεδιαζόμενη από το νέο έτος επιβολή αυξημένου τέλους εισόδου νέων φαρμάκων στην ελληνική αγορά αναμένεται να δυσχεράνουν την περίθαλψη των ασθενών.

«Η εφαρμογή του νοσοκομειακού clawback αφενός και οι μειωμένες πιστώσεις αφ’ ετέρου δημιουργούν μεγάλα προβλήματα στους ασθενείς. Σε αρκετά νοσοκομεία ο συγκεκριμένος προϋπολογισμός έχει εξαντληθεί από το τέλος του Οκτωβρίου με αποτέλεσμα είτε να «δανείζονται» φάρμακα από άλλα νοσοκομεία είτε να αναβάλλονται θεραπείες
» δηλώνει η κυρία Ζωή Γραμματόγλου, πρόεδρος του Συλλόγου Καρκινοπαθών –ΚΕΦΙ.
Σύμφωνα με τον καθηγητή του Τομέα Οργάνωσης και Διοίκησης Υπηρεσιών Υγείας της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας κ. Νίκο Μανιαδάκη, «το clawback είναι μηχανισμός που χρησιμοποιείται σε 15 – 20 χώρες στην Ευρώπη για να διασφαλιστεί η τήρηση των προϋπολογισμών. Ωστόσο, το πόσο επίπονο είναι ως μέτρο εξαρτάται από τον προϋπολογισμό που έχει τεθεί και από το πόσο καλά εφαρμόζονται άλλα μέτρα για την επίτευξη των στόχων. Στην Ελλάδα και μειώνεται ραγδαία και αυθαίρετα ο προϋπολογισμός, αλλά και δεν είναι αποτελεσματική η φαρμακευτική πολιτική».
Οπως αναφέρει, ως τώρα η Ελλάδα εφάρμοζε, όπως στις περισσότερες χώρες, clawback στην εξωνοσοκομειακή δαπάνη. Εφέτος τέθηκε και στη νοσοκομειακή δαπάνη, με αποτέλεσμα τη δημιουργία αρκετών προβλημάτων που πρέπει να ρυθμιστούν.

«Πρώτον»
εξηγεί «οι προϋπολογισμοί έχουν τεθεί αυθαίρετα και όχι με βάση τις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού και τις διαθέσιμες τεχνολογίες, ενώ δεν έχουν ληφθεί υπόψη οι ιδιαιτερότητες του ελληνικού συστήματος υγείας. Σε ό,τι αφορά τον εξωνοσοκομειακό προϋπολογισμό, οι πολιτικές τα προηγούμενα χρόνια απέτυχαν στο να φέρουν αύξηση της διείσδυσης των γενόσημων φαρμάκων, στη συγκράτηση της χρήσης των ακριβών φαρμάκων και στην ελεγχόμενη είσοδο των νέων φαρμάκων στην αγορά μέσω διαπραγματεύσεων. Δεύτερον, σε ό,τι αφορά το νοσοκομειακό κομμάτι και αυτό μειώθηκε ραγδαία τα τελευταία χρόνια, και όταν τέθηκε σε εφαρμογή το νοσοκομειακό clawback δεν ελήφθη υπόψη ότι ένα μεγάλο μέρος των φαρμάκων που διδόταν μέσω ΕΟΠΥΥ επέστρεψε στα νοσοκομεία. Επίσης, το μεγαλύτερο μέρος της νοσοκομειακής δαπάνης αφορά φάρμακα των οποίων η χρήση είναι ανελαστική, δηλαδή αφορά φάρμακα που χορηγούνται για την προστασία της ανθρώπινης ζωής. Επίσης, σε χώρες όπως είναι η Πορτογαλία ο προϋπολογισμός για τη νοσοκομειακή και την εξωνοσοκομειακή δαπάνη είναι ένας. Ολα αυτά, σε συνδυασμό, έχουν δημιουργήσει μεγάλες επιστροφές από τις εταιρείες οι οποίες κατά μέσο όρο φθάνουν το 30% – 40%».
Η κατάσταση, σε ό,τι αφορά την πρόσβαση των ασθενών στα φάρμακα, εκτιμάται ότι θα επιδεινωθεί αν από το νέο έτος τεθεί επιπλέον τέλος εισόδου της τάξεως του 25% στις τιμές των φαρμάκων (σήμερα είναι 5% για έναν χρόνο και ο σχεδιασμός είναι να γίνει 25% για δύο ή τρία χρόνια). «Αυτό θα έχει επιπτώσεις στους ασθενείς καθώς δημιουργούνται κίνητρα για απόσυρση φαρμάκων ή μη είσοδο νέων στην αγορά» προσθέτει ο κ. Μανιαδάκης, σημειώνοντας ότι ήδη πολλά παλαιά ογκολογικά φάρμακα έχουν αποσυρθεί από την αγορά και έρχονται στην Ελλάδα, για την κάλυψη των αναγκών, μέσω του Ινστιτούτου Φαρμακευτικής Ερευνας και Τεχνολογίας (ΙΦΕΤ).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ