Ο εμφύλιος που έχει ξεσπάσει στους κόλπους της Δικαιοσύνης, με αφορμή την ίδρυση της νέας Ενωσης Ανώτατων και Ανώτερων Δικαστών και Εισαγγελέων,η αύξηση του ορίου ηλικίας των δικαστών, ο πόλεμος της κυβέρνησης με τα οικονομικά συμφέροντα, «που κορυφώνεται την περίοδο αυτή», ακόμη και η … διάσκεψη της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας για τις τηλεοπτικές άδειες, αποτέλεσαν τη θεματική κατά την ετήσια γενική συνέλευση της Ενωσης Εισαγγελέων Ελλάδας την Κυριακή 27 Νοεμβρίου,στην αίθουσα τελετών του ΔΣΑ.

Σε «ανοίκειες ανακοινώσεις δικαστικών ενώσεων, που θέλουν να εμπλέξουν ακόμη και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας», αλλά και συναφείς «εμπρηστικές δηλώσεις», ως προς την ίδρυση της νέας δικαστικής Ενωσης Ανώτατων και Ανώτερων Δικαστών και Εισαγγελέων, αναφέρθηκε από την πλευρά του ο υπουργός Δικαιοσύνης κ. Σταύρος Κοντονής.

«Την τελευταία περίοδο παρατηρούμε ορισμένα φαινόμενα που μας ανησυχούν ιδιαιτέρως, δεν αναφέρομαι ακόμη και σε ανοίκειες ανακοινώσεις δικαστικών ενώσεων, που θέλουν να εμπλέξουν ακόμη και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Η κυβέρνηση, καλή τη πίστη, τα παρακολουθεί και τα ακούει. Αναφέρομαι όμως σε εμπρηστικές ανακοινώσεις ενώσεων, ως προς το συνταγματικό δικαίωμα ελλήνων πολιτών να συγκροτούν ενώσεις».

Ο υπουργός επανέλαβε πάντως μετ´ επιτάσεως την ανάγκη προστασίας της ιδιότητας του δικαστικού και εισαγγελικού λειτουργού, που πλήττεται μέσα από τον εμφύλιο που έχει ξεσπάσει.
«Οι δικαστές και εισαγγελείς για την κοινωνία είναι πάντα δικαστές και εισαγγελείς. Και αυτό πρέπει, πρώτα και κύρια, εσείς να το περιφρουρήσετε», είπε χαρακτηριστικά.

Ο κ. Κοντονής επέμεινε ιδιαίτερα στον κλιμακούμενο πόλεμο της κυβέρνησης με οικονομικά συμφέροντα.

«Αυτή την περίοδο κορυφώνεται η αντιπαράθεση της κυβέρνησης με το σύστημα της διαπλοκής που ενδημεί επί χρόνια στη χώρα», ειπε χαρακτηριστικά. «Το σύστημα που εγκατέστησαν η κλεπτοκρατία και η πλουτοκρατία στη χώρα».
Και πρόσθεσε: «Σε σας, τους εισαγγελείς, δεν προσβλέπει μόνο η κυβέρνηση, αλλά πρώτα και κύρια η κοινωνία. Την αγώνα ενάντια στη διαφθορά πρέπει να τον δώσετε κύρια εσείς, οι εισαγγελείς. (…)
Τα οικονομικά συμφέροντα που οδήγησαν εδώ, δεν ήταν μόνα τους. Το ιερό τρίγωνο, οικονομικών συμφερόντων – τραπεζών – πολιτικού προσωπικού, που εύκολα συνέπραξε στην κατάσταση, με τα ΜΜΕ από κοντά, πρέπει να σπάσει και να διαρραγεί», υπογράμμισε.

«Ο Πρωθυπουργός της χώρας δεν εκβιάζεται, δεν συναλλάσσεται. Δεν φοβόμαστε», σημείωσε, κάνοντας λόγο για «άθλια δημοσιεύματα που νομίζουν ότι θα μας κάμψουν».
Ο υπουργός δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στα θεσμικά – οικονομικά ζητήματα που απασχολούν τον εισαγγελικό κλάδο.
«Υποστήκατε εξωθεσμική μείωση, εν πολλοίς άδικη, μείωση των αποδοχών σας. Η κυβέρνηση το σταμάτησε, και έμπρακτα το απέδειξε με το αφορολόγητο του 25 % (…)», είπε, υποσχόμενος επαναφορά στα κανονικά επίπεδα.
Τα ΜΜΕ και οι πρόεδροι
Από το βήμα της γενικής συνέλευσης, απάντησαν σε δημοσιεύματα και ΜΜΕ, τόσο η πρόεδρος του Αρείου Πάγου κυρία Βασιλική Θάνου όσο και ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας κ. Νικόλαος Σακελλαρίου.

Η πρόεδρος του Αρείου Πάγου ενοχοποίησε τα ΜΜΕ για «τη διαταραχή της ψυχικής ηρεμίας δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών», έκανε λογο για προσωπική της στοχοποίηση, με ανακριβή στοιχεία, αλλά και «κακοπιστία» με την οποία περιεβλήθη η συνάντηση των προέδρων των ανώτατων δικαστηρίων με τον Πρωθυπουργό. Εντύπωση προκάλεσε ότι η κυρία Θάνου δεν έκανε την ελάχιστη αναφορά στην ίδρυση – με δική της πρωτοβουλία – της νέας δικαστικής ένωσης που τόσο θόρυβο έχει προκαλέσει.

Η πρόεδρος έδωσε πάντως προσωπική ερμηνεία του γιατί έθεσε το ζήτημα της αύξησης του ορίου ηλικίας στον Πρωθυπουργό.
«Ετέθη γιατί όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι, ακόμη και οι τραπεζικοί υπάλληλοι, έχουν αύξηση του ορίου ηλικίας στο 67ο έτος. (…) Πρόεδροι ανεξάρτητων αρχών, στο 70ό έτος, μέλη των αρχών στο 73ο έτος. (…) Είναι καταφανέστατο ότι οι δικαστικοί λειτουργοί υφίστανται δυσμενή διάκριση σε σχέση με όλους τους άλλους», υπογράμμισε κάνοντας αναφορά και στις αρχές περί ίσης μεταχείρισης (και ως προς την ηλικία) του ευρωπαϊκού δικαίου.

Επανέλαβε δε τη θέση της για ηλικιακό όριο που έχει τεθεί από τον συνταγματικό νομοθέτη «για την προστασία των δικαστικών λειτουργών, κατά τρόπον ώστε για να μην μπορεί η εκτελεστική εξουσία νατους παύει νωρίτερα».
Η κυρία Θάνου χαρακτήρισε «κακόπιστο» τον λόγο που διατυπώθηκε για τη σχετικά πρόσφατη συνάντηση με τον Πρωθυπουργό. «Οι σχετικές συναντήσεις θα έπρεπε να είναι κάτι ευκταίο και επιθυμητό., δεν κατανοώ και δεν δικαιολογώ φωνές που έσπευσαν να την κριτικάρουν και να τη χαρακτηρίσουν ως συναλλαγή. (…) Οι χαρακτηρισμοί αυτοί εκθέτουν αυτούς που τους εκστομίζουν».

Στον αντίποδα, η πρόεδρος του ανώτατου δικαστηρίου εκτίμησε ότι η συγκεκριμένη συζήτηση ήταν «εποικοδομητική», με ορατό αποτέλεσμα την άμεση αύξηση κατά 18, των εισαγγελέων όλων των βαθμίδων, και κατά 4, των θέσεων των αρεοπαγιτών.
Την ενόχληση του για τις «ανοίκειες επιθέσεις» που δέχθηκε κατά την εκδίκαση της υπόθεσης των τηλεοπτικών αδειών απο την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, εξέφρασε με τη σειρά του ο πρόεδρος του ανώτατου δικαστηρίου κ. Σακελλαρίου.

Ο πρόεδρος του ΣτΕ υπεραμύνθηκε του δικαιώματος του να συγκαλεί ή να ματαιώνει διασκέψεις, τονίζοντας : «δεν έχω εκχωρήσει σε κανέναν το δικαίωμα μου».
«Δεν είναι δυνατό να λαμβάνω εντολές για το τι θα πράξω, δεν αισθάνθηκα υπηρέτης κανενός», «δεν μπορεί η Δικαιοσύνη να μεταβληθεί σε θεραπαινίδα», ήταν ορισμένες από τις χαρακτηριστικές αποστροφές της ομιλίας του.

Η στάση των δικαστικών ενώσεων– Χριστόφορος Σεβαστίδης: «Η νέα Ενωση θα έχει ημερομηνία λήξης»

Οι τόνοι ανέβηκαν οταν στο βήμα ανέβηκε ο κ. Χριστόφορος Σεβαστίδης, πρόεδρος της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, για να καταγγείλει εν πολλοίς τη νέα Ενωση, ως διασπαστική και ψευδεπίγραφη, που θα έχει «ημερομηνία λήξης».
Υπομονή ώστε «να δούμε πως θα πάει, τι έχει να προσφέρει αυτή η νέα Ενωση», συνέστησε ο πρόεδρος της Ενωσης Εισαγγελέων Ελλάδας (ΕΕΕ) κ. Δημήτρης Ασπρογέρακας.
Σε τόνους καταγγελτικούς, ο κ. Σεβαστίδης έκανε λόγο για
«ανάγκη συσπείρωσης γύρω από τις ενώσεις, ως αναγκαίο αντίβαρο στις επιθέσεις στα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα».

Μίλησε για «ενότητα πουβάλλεται και πολεμάται», αλλά και για «κινήσεις διασπαστικές», και δη από πρώην μέλη της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων.
«Η νέα Ενωση έχει σαφή, προσωπικά χαρακτηριστικά», εκτίμησε, προδικάζοντας την πορεία της : «θα έχει ημερομηνία λήξης».
Δεν δίστασε να πλήξει, μάλιστα, στα «σημεία» τους ισχυρισμούς των μελών της νέας ένωσης, διερωτώμενος πρωτίστως πως θα μπορούσε να είναι στο προεδρείο της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων ανώτατος δικαστικός, από τη στιγμή που δεν ήταν υποψήφιος στις τελευταίες εκλογές.

«Αντιστρατεύονται κάθε δημοκρατική αντίληψη, αλλά και τη θέληση των μελών της ένωσης», επεσήμανε, χαρακτηρίζοντας «αντιενωση» τη νεα πρωτοβουλία, με ψευδεπίγραφα χαρακτηριστικά αφού – παρά την επωνυμία της – δέχεται ως μέλη δικαστικούς όλων των βαθμίδων στους κόλπους της.
Ο κ. Σεβαστιδης εξέφρασε πάντως την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι ο υπουργός κ. Κοντονής έβαλε τέλος στα σενάρια περί παράτασης της θητείας των δικαστών, ενώ είπε κατηγορηματικά «όχι» σε επίδομα ανώτατων δικαστικών, σε βάρος των κατώτερων βαθμίδων.

Η Ενωση Εισαγγελέων και η σύγχυση ως προς τη λειτουργία των θεσμών

Επιδεικνύοντας σαφή συμβιβαστική διάθεση, ο «οικοδεσπότης» κ. Ασπρογέρακας προσπάθησε να διαφυλάξει ως φυσικό χώρο του εισαγγελικού χώρου την ΕΕΕ, με μέλη 550 εισαγγελείς, «μοναδικό πόλο συσπείρωσης των Εισαγγελέων», και «επιβαλλόμενη, ξεχωριστή εκπροσώπηση» του κλάδου, εξέφρασε ωστόσο ανοχή ως προς τη νέα κίνηση.

Ο ίδιος προχώρησε μάλιστα ένα βήμα πιο πέρα, προτείνοντας τη δημιουργία Ομοσπονδίας, στο διοικητικό συμβούλιο της οποίας θα εκπροσωπούνται όλες οι δικαστικές ενώσεις.
Και εκείνος πάντως εξέφρασε τη δυσφορία του για τη «σύγχυση που επικρατεί στη χώρα ως προς τη λειτουργία των θεσμών, σύγχυση που δυσχεραίνει τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος».

Επέμεινε ιδιαίτερα στο ζήτημα της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, αλλά και το κύρος των δικαστών, κάνοντας παράλληλα λόγο για
«συγκεκριμένες επιθέσεις από πολλές πλευρές, οι οποίες – με τη μορφή και ένταση των τελευταίων μηνών – δεν είναι αμελητέες.

Κανείς όμως πολιτειακός θεσμός δεν μπορεί να επιτελέσει την αποστολή του χωρίς το κύρος των φορέων του», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Ασπρογέρακας, αναφέρθηκε σε διατάξεις που επιβουλεύονται την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, σε προτεινόμενες τροποποιήσεις, όπως η αναδιάρθρωση του οικείου Πειθαρχικού δικαίου, αλλά και σε μεταρρυθμίσεις, ενόψει και της Συνταγματικής Αναθεώρησης, με κορυφαία αυτή για την ανάδειξη του εισαγγελέα Αρείου Πάγου, με σύμφωνη γνώμη της Ολομέλειας του ανώτατου δικαστηρίου.

Ο κ. Ασπρογέρακας ζήτησε τη λειτουργία της δικαστικής αστυνομίας, με δοκιμαστική εφαρμογή στα τρία μεγαλύτερα πρωτοδικεία της χώρας, ενώ αναφερόμενος στις απαράδεκτες συνθήκες απονομής Δικαιοσύνης, κάλεσε τους αρμόδιους σε αυτοψία.
Σε αναφορά του στα μισθολογικά, επέμεινε στην ισχύ του συνταγματικού, και όχι του ειδικού μισθολογίου, αναφερόμενος σε αριθμούς και παραδείγματα, όπως τη σύνταξη ύψους
1.400 ευρώ του προέδρου του Αρείου Πάγου.

Το «παρών» στις εργασίες της γενικής συνέλευσης έδωσαν μεταξύ άλλων ο αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης κ. Δημήτρης Παπαγγελόπουλος, η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κυρία Ξένη Δημητρίου, η τέως εισαγγελέας του ανώτατου δικαστηρίου κυρία Ευτέρπη Κουτζαμάνη, ο επίτιμος αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου κ. Βασίλης Μαρκής, επικεφαλής Εισαγγελιών της χώρας καθώς και πρόεδροι δικαστικών ενώσεων.

Μόνο με αναθεώρηση Συντάγματος η παράταση ορίου συνταξιοδότησης (ψήφισμα)

Με την ολοκλήρωση της 32ης τακτικής γενικής συνέλευσης η Ενωση Εισαγγελέων Ελλάδος (ΕΕΕ) εξέδωσε ψήφισμα στο οπο αναφέρει ότι: «η άσκηση δημόσιας κριτικής σε δικαστικές αποφάσεις αλλά και η κάθε απρόσφορη απόπειρα μετατροπής της λειτουργίας της Δικαιοσύνης σε πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης ή χειραγώγησής της, δε βοηθά στην εξυπηρέτηση του πανθομολογούμενου σκοπού της δημιουργίας ενός κράτους δικαίου και καταδεικνύει μία Δημοκρατία που νοσεί».

«Απόλυτη βούληση του κλάδου, ενόψει της επικείμενης συνταγματικής αναθεώρησης στα πλαίσια της οποίας και μόνο δύναται να τεθεί το θέμα της αύξησης ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης των δικαστικών λειτουργών, αλλά και ενόψει της τροποποίησης του ΚΟΔΚΔΛ, είναι η κατάθεση σειράς αποκρυσταλλωμένων προτάσεων που αποσκοπούν στην περαιτέρω διασφάλιση της θεσμικής ανεξαρτησίας του κλάδου και πλήρη απαγκίστρωση της δικαστικής εξουσίας από τις λοιπές».

Παράλληλα, προτείνεται προς τις άλλες δικαστικές Ενώσεις η «ίδρυση Ομοσπονδίας δικαστικών Ενώσεων προς αποτελεσματικότερη υποστήριξη και προβολή των κοινών θέσεων και αιτημάτων του δικαστικού κλάδου».

Τέλος, οι εισαγγελείς διαβεβαιώνουν «κατηγορηματικά τους δοκιμαζόμενους από την οικονομική ύφεση Έλληνες πολίτες ότι θεσμική αποστολή αλλά και αταλάντευτη απαίτηση των εισαγγελικών λειτουργών, ως θεματοφυλάκων του Συντάγματος και της νομιμότητας, είναι η πάταξη της διαφθοράς, της φοροδιαφυγής και της διαπλοκής και η αυστηρά τιμωρία όσων διαχρονικά την εκκολάπτουν και υποθάλπουν» και προτρέπουν «ισχυρά την πολιτεία και εμπράκτως να επιβεβαιώσει την στρεφόμενη προς την ανωτέρω κατεύθυνση βούλησή της, ενισχύοντας και θωρακίζοντας τον εισαγγελικό κλάδο με κάθε πρόσφορο μέσο προς αυτό το σκοπό αλλά και σεβόμενη τη συνταγματικά κατοχυρωμένη θεσμική αυτοτέλεια και λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία των λειτουργών του».