Μια βαθιά ρωγμή στην ενότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας έχει αρχίσει πλέον να είναι ορατή ελάχιστα 24ωρα πριν από τη σύγκληση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου στην Κρήτη. Ο προεδρεύων της Συνόδου Οικουμενικός Πατριάρχης έχει προγραμματίσει να βρίσκεται στο Κολυμπάρι των Χανίων την Τετάρτη.

Την ίδια ώρα η μία μετά την άλλη Ορθόδοξες Εκκλησίες που είναι σλαβόφωνες δηλώνουν την άρνησή τους να μεταβούν. Η αρχή έγινε από το αραβόφωνο Πατριαρχείο Αντιοχείας και ακολούθησαν οι Βούλγαροι, οι ενστάσεις και οι τελικά οι αρνήσεις των Σέρβων και των Γεωργιανών. Με το Πατριαρχείο Μόσχας να δηλώνει την βαθιά του ανησυχία και τον προβληματισμό του για τη σύγκληση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου.
Τα εσωτερικά ζητήματα και οι μεταξύ τους έριδες δείχνουν να αποτελούν την αφορμή για την δημιουργία χάσματος η διάσταση του οποίου θα φανεί ξεκάθαρα πλέον στην Κρήτη. Χωρισμένοι και διαιρεμένοι ο καθένας φαίνεται να διεκδικεί έναν ρόλο:
Πατριαρχείο Αλεξανδρείας: «Ο θεσμός»
Το δεύτερο τη τάξει μετά το Οικουμενικό Πατριαρχείο στα πρεσβεία τιμής Πατριαρχείο Αλεξανδρείας τα τελευταία χρόνια δείχνει να τηρεί μια «αυστηρή ισορροπία» προς τις πλευρές της Κωνσταντινούπολης και της Μόσχας. Πρόκειται για μια από τις ιστορικότερες Εκκλησίες που διαδραμάτισε καίριο ρόλο στη διεξαγωγή των Οικουμενικών Συνόδων και των αποφάσεων που ελήφθησαν. Στις ημέρες μας δείχνει να αντλεί τη δύναμή της από την ιεραποστολή που διεξάγει στις αχανείς αφρικανικές εκτάσεις.
Προκαθήμενος: Ο Πάπας και Πατριάρχης της Μεγάλης πόλεως Αλεξανδρείας, Λιβύης, Πενταπόλεως, Αιθιοπίας, πάσης Γης Αιγύπτου και πάσης Αφρικής, Πατήρ Πατέρων, Ποιμήν Ποιμένων, Αρχιερεύς Αρχιερέων, τρίτος και δέκατος των Αποστόλων και Κριτής της Οικουμένης κ. Θεόδωρος Β΄ (φωτογραφία αριστερά) διατηρεί καλές σχέσεις με τον Οικουμενικό Πατριάρχη, άριστες με τον Πατριάρχη Ρωσίας όπου υπηρέτησε και ως Εξαρχος του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και Κρητικός στην καταγωγή.
Το Κατάρ που έγινε «Κατάρα»
Πριν από περίπου τρία χρόνια ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ. Θεόφιλος και τα μέλη της Συνόδου εξέλεξαν Αρχιεπίσκοπο Κατάρων. Το Κατάρ ήταν και παραμένει μια ιδιαίτερα προσφιλής περιοχή για τον ίδιο αφού υπηρέτησε εκεί ως Εξαρχος του Παναγίου Τάφου και απέκτησε ιδιαίτερα σημαντικές σχέσεις με πολιτικούς, διπλωμάτες και πολλοί λένε και με τον ίδιο τον εμίρη του Κατάρ. Ανήγειρε ναό για τους Ορθοδόξους μετανάστες που ζουν στη χώρα.
Η ενέργεια του κ. Θεοφίλου αποτέλεσε «αιτία πολέμου» για τον νεοεκλεγέντα τότε Πατριάρχη Αντιοχείας κ. Ιωάννη (φωτογραφία δεξιά). Για τον Πατριάρχη της Μεγάλης Θεουπόλεως Αντιοχείας, Συρίας, Αραβίας, Κιλικίας, Ιβηρίας και πάσης Ανατολής κ. Ιωάννη το Κατάρ αποτελεί μέρος της εκκλησιαστικής του δικαιοδοσίας.
Μέχρι σήμερα οι δύο πλευρές έχουν ανταλλάξει σκληρές εκφράσεις και το Πατριαρχείο Αντιοχείας έχει διακόψει την κοινωνία με το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων.
Πρόκειται, κατά πολλούς, για ένα γεωστρατηγικό παιχνίδι με εμπλοκές Ρώσων, Σύρων και Αμερικανών. Ανεξάρτητα όμως από αυτό, το Κατάρ ή «κατάρα», όπως τη χαρακτηρίζουν πολλοί, δείχνει να «μετατρέπεται» στον αρχιδούκα Φερδινάνδο διάδοχο της Αυστρίας, η δολοφονία του οποίου από έναν νεαρό φοιτητή της πανσλαβικής κίνησης αποτέλεσε την αφορμή για το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Και η άρνηση του Πατριάρχη Αντιοχείας, γνωστού λάτρη της Ελλάδος και της Ελληνόφωνης Ορθοδοξίας να μεταβεί στη Σύνοδο, και η στάση του Έλληνα Πατριάρχη Ιεροσολύμων να μην υποχωρεί έναντι των αξιώσεών του χρησιμοποιούνται σήμερα για να «τορπιλιστεί» η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος.
Πατριαρχείο Μόσχας: Ο «ηγεμόνας»
Η πολυπληθέστερη, ισχυρότερη και πλουσιότερη Ορθόδοξη Εκκλησία για μια ακόμη φορά προβάλλεται ως το αντίπαλο δέος του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ποιμαίνει τα εκατομμύρια των Ρώσων, Λευκορώσων, Ουκρανών, Μολδαβών, Αμπχαζίων, Κοζάκων και όλων των ορθοδόξων λαών υπηκόων της άλλοτε ΕΣΣΔ. Θεωρητικά αριθμεί πάνω από 130 εκατομμύρια πιστούς, όμως, παρά την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού, ένα σημαντικό ποσοστό δηλώνει ότι είναι άθεο ή ότι δεν εκκλησιάζεται. Σε αντίθεση με τους Λευκορώσους που αποτελούν τους πολυπληθέστερους Ορθοδόξους και 80% δηλώνουν πιστοί. Ταυτόχρονα αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα προσηλυτισμού από αποτελεσματικές νεοπροτεσταντικές ομάδες.
Η Εκκλησία της Μόσχας ανακηρύχθηκε αυτοκέφαλη το 1488 από Τοπική Σύνοδο των Επισκόπων. Το 1589 ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμίας Β’ ανύψωσε την Εκκλησία της Ρωσίας σε Πατριαρχείο, το οποίο καταργήθηκε το 1701 από τον Μέγα Πέτρο και ανασυστάθηκε το 1917, με τον διαχωρισμό Εκκλησίας και Κράτους.
Έριδες: Τη δεκαετία του 1990 ο σημερινός Πατριάρχης Μόσχας κ. Κύριλλος, ως Μητροπολίτης Σμολένσκ και πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Υποθέσεων, βίωνε την αυτονομία της Εσθονίας. Από τα μέσα της περασμένης δεκαετίας έως και σήμερα ζει με τον «εφιάλτη» της ενδεχόμενης αυτονομίας της Ουκρανίας. Διαιρεμένοι σε ομάδες, άλλοι με το Πατριαρχείο Μόσχας και άλλοι με τον σχισματικό Πατριάρχη κ. Φιλάρετο, οι Ουκρανοί αποτελούν ένα αριθμητικά υπολογίσιμο πλήρωμα. Και ο κ. Κύριλλος έχει επίγνωση των «πιέσεων» που δέχεται σε εκκλησιαστικό, πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο το Οικουμενικό Πατριαρχείο για την αναγνώριση μιας Αυτοκέφαλης Εκκλησίας του Κιέβου, της λαύρας της Ορθοδοξίας στη Ρωσία.
Προκαθήμενος: Ο Πατριάρχης Μόσχας και πάσης Ρωσίας κ. Κύριλλος (φωτογραφία αριστερά), κατά την Wikipedia, ηγείται της «πρώτης μεγαλύτερης τοπικής Εκκλησίας μεταξύ των Ορθοδόξων και της δεύτερης του χριστιανικού κόσμου, μετά την Καθολική Εκκλησία». Ποιμαίνει 28.000 ενορίες και 130 επαρχίες. Ικανός Ιεράρχης με διπλωματική και πολιτική αντίληψη ήταν εκείνος που έπεισε τον προκάτοχό του Αλέξιο να βρίσκεται στο Κίεβο κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου, αν και η Μόσχα προειδοποιούσε επί μήνες το Φανάρι για σχίσμα.
Πατριαρχείο Σερβίας: Ο «φίλος»
Το Πατριαρχείο Σερβίας αποτελεί από το παρελθόν έναν καλό «φίλο» για το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Αν και Σλάβοι, πολλοί Σέρβοι αρχιερείς σπούδασαν στην Ελλάδα, όπου συχνά βρήκαν στήριγμα. Μαθητές οι περισσότεροι της μεγάλης Θεολογικής Σχολής του Ιουστίνου Πόπιβιτς αποτελούν βασικό θεολογικό πυλώνα της Ορθοδοξίας με συμμετοχή σε όλους τους διαχριστιανικούς διαλόγους
Τις τελευταίες δεκαετίες συντηρούν ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας με το Πατριαρχείο Μόσχας, στελέχη του οποίου έχουν επισκεφθεί πολλές φορές το Βελιγράδι.
Έριδες: Στην ανακοίνωσή τους με την οποία ζητούν την αναβολή της Μεγάλης Συνόδου οι Σέρβοι Αρχιερείς έθεσαν και το θέμα της Αυτοκεφαλίας. Η Εκκλησία της Σερβίας έλαβε το αυτοκέφαλό της από το Φανάρι και το 1920 αναγνωρίσθηκε ως Πατριαρχείο. Σήμερα όμως θέτει το ζήτημα, διότι επί δεκαετίες αντιμετωπίζει το πρόβλημα της σχισματικής Εκκλησίας των Σκοπίων.
Προκαθήμενος: Ο Αρχιεπίσκοπος Πεκίου, Μητροπολίτης Βελιγραδίου και Καρλοβακίου και Πατριάρχης των Σέρβων κ. Ειρηναίος είναι χαμηλών τόνων αρχιερέας και συνεχίζει τη μακρά παράδοση των Σέρβων κληρικών.
Πατριαρχείο Ρουμανίας: Ο «τρίτος πόλος»
Με πληθυσμό περίπου 20 εκατομμύρια και το 90% να δηλώνουν Χριστιανοί Ορθόδοξοι αποτελεί τον «τρίτο πόλο» στα διορθόδοξα δρώμενα. Ανακηρύχθηκε Αυτοκέφαλη Εκκλησία το 1885, πενήντα χρόνια μετά την Εκκλησία της Ελλάδος, και το 1925 ανυψώθηκε σε Πατριαρχείο. Διώχθηκε από το κομμουνιστικό καθεστώς, αλλά σήμερα διαθέτει 51 Μητροπολίτες, Αρχιεπισκόπους και Επισκόπους, 16.200 ενορίες, 14.700 ιερείς και διακόνους, 400 κληρικούς που διακονούν νοσοκομεία, 140 που υπηρετούν στον στρατό, στην αστυνομία και στις φυλακές, 15 πανεπιστημιακές και θεολογικές σχολές, 600 μοναστήρια, 8.000 μοναχούς και μοναχές και 100 ιδρύματα, ανάμεσά τους και διαγνωστικά κέντρα.
Έριδες: Περιλαμβάνει τρεις γεωγραφικές περιοχές: τη Βλαχία (Ολτενία), την Τρανσυλβανία και τη Μολδαβία. Εξαιτίας της Μολδαβίας (απόσχιση της Υπερδνειστερίας που διάκειται φιλικά προς τη Ρωσία) βρίσκεται σε μόνιμη σύγκρουση με το Πατριαρχείο Μόσχας, ενώ προσφάτως αντιμετωπίζει τα πυρά του Βελιγραδίου καθώς το Βουκουρέστι όρισε επισκόπους για τη διαποίμανση των Βλαχόφωνων της Σερβίας.
Προκαθήμενος: Ο Αρχιεπίσκοπος Βουκουρεστίου, Μητροπολίτης Μουντενίας και Δοβρογέας και Πατριάρχης Ρουμανίας κ. Δανιήλ (φωτογραφία αριστερά), ακολουθεί τη δική του γραμμή. Με ουσιαστική συμμετοχή στην οικουμενική κίνηση στα νεανικά του χρόνια προσπαθεί να αναδείξει την Εκκλησία του σε «τρίτο πόλο», αφού δεν είναι ούτε σλαβόφωνος ούτε ελληνόφωνος. Πληροφορίες αναφέρουν πως η νηφάλια στάση του οφείλεται και στο γεγονός ότι έχει αποσπάσει την υπόσχεση του Οικουμενικού Πατριάρχη να συγκληθεί η επόμενη Αγία και Μεγάλη Σύνοδος επί ρουμανικού εδάφους.
Πατριαρχείο Βουλγαρίας: Ο «δορυφόρος»
Από τα 7.120. 000 Βουλγάρων η πλειονότητα έχει βαπτισθεί, αλλά σύμφωνα με εκτιμήσεις το 60% δηλώνουν Ορθόδοξοι. Πρόκειται για μια Εκκλησία η οποία έχει τις ρίζες της στους μαθητές των Κυρίλλου και Μεθοδίου, όμως συχνά «συγκρούστηκε» με το Οικουμενικό Πατριαρχείο: το 1870 ίδρυσε τη γνωστή Βουλγαρική Εξαρχία, προκάλεσε Σχίσμα με την εθνοφυλετική της δράση και κατεδίωξε έλληνες κληρικούς και δασκάλους στα βόρεια σύνορά μας. Μόλις το 1945 αναγνωρίστηκε η Αυτοκεφαλία της Εκκλησίας από το Φανάρι και το 1953 ανυψώθηκε σε Πατριαρχείο. Τάση για σχίσμα εκδηλώθηκε και στο εσωτερικό του Πατριαρχείου μετά την πτώση του κομμουνισμού, το οποίο υφέρπει και σήμερα, παρ’ όλον ότι οι «πρωταγωνιστές» του Πατριάρχης κ. Μάξιμος και ο σχισματικός κ. Ποιμένας έχουν αποθάνει.
Αποτελεί τον κύριο «δορυφόρο» του Πατριαρχείου Μόσχας στη χερσόνησο του Αίμου. Η Ρωσία, ως πολιτική και θρησκευτική δύναμη, από την εποχή των «Εξαρχικών», τον Ψυχρό Πόλεμο, μέχρι την τρέχουσα ευρωπαϊκή εναρμόνιση, επηρεάζει τις αποφάσεις του Πατριαρχείου Σόφιας.
Έριδες: Εγκλωβισμένη στον εαυτό της η Εκκλησία της Βουλγαρίας δεν μετέχει στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών και στον διάλογο με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Στο εσωτερικό της Ιεραρχίας υπάρχουν δύο διαρκώς συγκρουόμενες ομάδες. Στη μία ανήκουν ιεράρχες όπως ο Βάρνης κ. Ιωάννης και ο Νευροκοπίου κ. Σεραφείμ που συνειδητοποιούν το χρέος της Εκκλησίας τους να αντικρίσει επιτέλους τον σύγχρονο κόσμο. Στην άλλη αριθμούνται ιεράρχες υπό τον Φιλιππουπόλεως κ. Νικόλαο, ένθερμο «εταίρο» «συντηρητικών» κύκλων της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Προκαθήμενος: Ο Μητροπολίτης Σόφιας και Πατριάρχης πάσης Βουλγαρίας κ. Νεόφυτος (φωτογραφία δεξιά), Ιεράρχης χαμηλών τόνων, προσφάτως έδειξε να υιοθετεί τις φοβιστικές απόψεις της Ιεραρχίας του. Ηγείται μίας «απομονωμένης» Εκκλησίας που διαθέτει 4.720 ναούς, 250 μοναχούς 1.545 κληρικούς, εκκλησιαστικά σχολεία και εκκλησιαστικές ακαδημίες.
Πατριαρχείο Γεωργίας: Ο «βραχίονας»
Με πληθυσμό 3,7 εκατομμυρίων και ποσοστό 84% που δηλώνουν Ορθόδοξοι, η Εκκλησία της Γεωργίας αποτελεί τον «βραχίονα» του Πατριαρχείου Μόσχας, παρά τις ιστορικές και πολιτικές εχθρότητες με τη Ρωσία. Δέχτηκε τον χριστιανισμό ήδη τον 4ο αι. και έως τον 5ο αι. υπαγόταν στο Πατριαρχείο Αντιοχείας, το οποίο του παραχώρησε την αυτοκεφαλία. Το 1811 ο τσάρος Αλέξανδρος Α’ καταργεί το προνόμιο της Εκκλησίας της Γεωργίας, το οποίο αποκαταστάθηκε το 1917. Ο αοίδιμος Πατριάρχης Δημήτριος το 1990 εξέδωσε ειδικό Συνοδικό Τόμο ανακηρύσσοντας την Εκκλησία της Γεωργίας σε Πατριαρχείο. Σήμερα μαστίζεται από «αγοραφοβία» και άρνηση του σύγχρονου κόσμου και φανερώνεται οπαδός της γραμμής των παλαιοημερολογιτών που δρουν στην Ελλάδα. Κλεισμένοι στην εσωστρέφειά τους οι Ιεράρχες του Πατριαρχείου Γεωργίας απορρίπτουν τον διάλογο με τους Ρωμαιοκαθολικούς και τη συμμετοχή στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών.
Έριδες: Αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα απόσχισης της Αμπχαζίας από τη δικαιοδοσία της. Εξαιτίας του πολέμου με τη Ρωσία οι Μητροπολίτες της Γεωργίας δεν μπορούν να ποιμάνουν περιοχές της κανονικής δικαιοδοσίας τους, όπου οι ανάγκες των πιστών εξυπηρετούνται από Αρχιερείς του Πατριαρχείου Μόσχας. Όμως τα εκκλησιαστικά πληρώματα της εμπόλεμης περιοχής έχουν χωριστεί σε δύο ομάδες: η μία διεκδικεί την πλήρη ανεξαρτησία και η άλλη επιθυμεί να υπαχθεί στη δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Προκαθήμενος: Ο Αρχιεπίσκοπος Μιτσχέτης και Καθολικός Πατριάρχης πάσης Ιβηρίας κ. Ηλίας (φωτογραφία αριστερά) είναι ο πρεσβύτερος από όλους τους Ορθόδοξους Προκαθημένους. Στέλεχος κάποτε του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, σήμερα ηγείται μιας άκρως συντηρητικής Εκκλησίας που διαθέτει 2.000 ενορίες και μοναστήρια, θεολογικές και εκκλησιαστικές σχολές, τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς.
Εκκλησία Κύπρου: Η «δύναμη πυρός»
Προερχόμενη από Οικουμενική Σύνοδο στην οποία οφείλει την αυτοκεφαλία της η Εκκλησία της Κύπρου, παρά τις αγαστές σχέσεις με το Πατριαρχείο Μόσχας, παραμένει για το Οικουμενικό Πατριαρχείο μία «δύναμη πυρός» κυρίως λόγω του Προκαθημένου της.
Οικονομικά εύρωστη Εκκλησία με δεκάδες κοινωνικές παρεμβάσεις στηρίζει τις ιεραποστολικές εκκλησίες της Αφρικής και πολλές φορές προσπάθησε να κλείσει το «μέτωπο» μεταξύ των Πατριαρχείων Αντιοχείας και Ιεροσολύμων.
Έριδες: Κατά καιρούς έχουν εγερθεί ζητήματα, διότι, ενώ είναι Αποστολική, εν τούτοις στα δίπτυχα δεν προηγείται, αλλά ακολουθεί άλλες Εκκλησίες νεότερες ιστορικά
Προκαθήμενος: Ο Αρχιεπίσκοπος Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου κ. Χρυσόστομος (φωτογραφία δεξιά) δεν διστάζει να πει τη γνώμη του και πάντα με ηχηρό τρόπο.


Εκκλησία της Ελλάδος: Ο «σωματοφύλακας»
Παρά τα υπαρκτά επί δεκαετίες προβλήματα στις σχέσεις της με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, η Αθήνα παραμένει ο «σωματοφύλακας» του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η «πανοπλία» της εμφάνισε «ρωγμές» τον τελευταίο καιρό, με αφορμή την κατανόηση των θεολογικών όρων που υπάρχουν στα προς επικύρωσιν κείμενα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, με αποκορύφωμα την «Εκκλησία», τις «εκκλησίες» τις «χριστιανικές κοινότητες» και τις «ομολογίες». Όμως σε πανορθόδοξο επίπεδο, στις μάχες στέκεται στο πλευρό του Οικουμενικού Πατριαρχείου
Έριδες: Πρώτον, οι λεγόμενες Νέες Χώρες. Είναι οι γεωγραφικές περιοχές που απελευθερώθηκαν μετά το 1912 και προσαρτήθηκαν στο ελληνικό κράτος, αλλά όχι στην Εκκλησία της Ελλάδος. Πνευματικά υπάγονται στο Φανάρι το οποίο παραχώρησε τη διοίκησή τους επιτροπικώς στην Εκκλησία της Ελλάδος άχρι καιρού. Δεύτερον, η λειτουργία του Γραφείου του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Αθήνα και οι δραστηριότητες του επικεφαλής του. Αμφότερα αποτελούν ζητήματα που κλονίζουν τις σχέσεις της Αθήνας με την Κωνσταντινούπολη.
Προκαθήμενος: Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος Β΄ (φωτογραφία αριστερά) είναι Προκαθήμενος μιας Εκκλησίας που παραδοσιακά αποτελεί ένα από τα συμπαγέστερα Ορθόδοξα εκκλησιαστικά πληρώματα. Η Εκκλησία της Ελλάδος, παρά τα πολλά προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα, παραμένει κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά ισχυρή.
Ο κ. Ιερώνυμος για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν έχει καλές σχέσεις με τον κ.κ. Βαρθολομαίο όμως, όπως λέγεται, έπραξε αυτό που έπρεπε στα δύσκολα, όταν αμέσως μετά την εκλογή του βρέθηκε μαζί με τον Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας κ. Αναστάσιο, μόνοι τους δίπλα στον Οικουμενικό Πατριάρχη, στο ταξίδι του στο Κίεβο. Τότε όλοι οι άλλοι Προκαθήμενοι έλαμψαν δια της απουσίας τους.
Εκκλησία Αλβανίας: Η «εμπροσθοφυλακή»
Η Εκκλησία της Αλβανίας, που αριθμεί το 22% του πληθυσμού της χώρας, λόγω του κύρους και της στάσης του Προκαθημένου της αποτελεί την «εμπροσθοφυλακή» στη μάχη για τη διεξαγωγή της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Ο Αρχιεπίσκοπος κ. Αναστάσιος ανασυγκρότησε από την πλήρη διάλυση την Εκκλησία της Αλβανίας και με το μεγαλόπνοο έργο του την ανέδειξε σε πνευματική δύναμη με οικουμενική ακτινοβολία.
Προκαθήμενος: Ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας κ. Αναστάσιος (φωτογραφία δεξιά) με τις νηφάλιες και μεστές παρεμβάσεις του παραμένει σταθερός πυλώνας στους διορθόδοξους, διαχριστιανικούς και διαθρησκειακούς κύκλους. Φωτισμένος πνευματικός ηγέτης με διεθνές κύρος και αδιαμφισβήτητη αναγνώριση έθεσε τα θεμέλια για μια Εκκλησία που είναι ανοικτή στον κόσμο. Στις παρούσες κρίσιμες περιστάσεις παραμένει σταθερός στον θεσμό της συνοδικότητας στο πλευρό του Οικουμενικού Πατριαρχείου και στην αποστολή της Εκκλησίας να αγκαλιάσει τον κόσμο.


Πολωνία και Τσεχία
Οι Αυτοκέφαλες Εκκλησίες της Πολωνίας και της Τσεχίας, αν και είναι ολιγάριθμες, διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην Ορθόδοξη Εκκλησία, εφόσον αποτελούν ισότιμα μέλη στο συνοδικό σύστημα.
Οι εκπρόσωποι της Εκκλησίας της Πολωνίας βρίσκονται ήδη στην Κρήτη, όπως και οι Τσέχοι Ιεράρχες, οι οποίοι προσφάτως δήλωσαν τη μεταμέλειά τους για τις δηλώσεις τους και ενέργειες κατά του Οικουμενικού Πατριαρχείου.