Τούτες τις ημέρες ο βρετανός ιστορικός σερ Ρίτσαρντ Τζ. Εβανς, πρόεδρος στο Κολέγιο Γουόλφσον του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ και ένας από τους πλέον παραγωγικούς και έγκριτους επιστήμονες στην κοινωνική και πολιτιστική ιστορία της Ευρώπης, ετοιμάζεται για την κυκλοφορία του νέου του βιβλίου «The Pursuit of Power: Europe 1815-1914» (Το κυνήγι της εξουσίας: Η Ευρώπη στα 1815-1914) που θα αποτελέσει σύντομα μία ακόμη προσθήκη στη γνωστή σειρά του οίκου Penguin για την ιστορία της Γηραιάς Ηπείρου.
Εκτός αυτού ο ίδιος περιμένει, όπως έλεγε τις προάλλες στο «Βήμα» και λίγο πριν από την έλευσή του στην Αθήνα, την επίσημη διανομή της ταινίας «Denial» (Αρνηση) που έχει σκηνοθετήσει ο συμπατριώτης του Μικ Τζάκσον, όπου πρωταγωνιστεί η Ρέιτσελ Βάις και η οποία αναμένεται εντός του 2016. Το σενάριό της είναι εμπνευσμένο από μια πραγματική υπόθεση στα τέλη της δεκαετίας του 1990, στην οποία ο ίδιος (ως εξειδικευμένος εμπειρογνώμων) ενεπλάκη ενεργά: στη δίκη της αμερικανίδας ιστορικού Ντέμπορα Λίπστατ, η οποία είχε κατηγορήσει τον άγγλο συγγραφέα Ντέιβιντ Ιρβινγκ ως «αρνητή του Ολοκαυτώματος και παραχαράκτη των ιστορικών τεκμηρίων», προασπίστηκε την ιστορική αλήθεια και την ίδια.
Κατόπιν, στη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, ο Ρίτσαρντ Εβανς εξέδωσε μια εντυπωσιακή τριλογία για το καθεστώς της ναζιστικής Γερμανίας που έχει καταστεί έκτοτε σημείο αναφοράς: «Η έλευση του Γ’ Ράιχ», «Το Γ’ Ράιχ στην εξουσία» και «Το Γ’ Ράιχ στον πόλεμο» (και τα τρία βιβλία κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια στην ελληνική γλώσσα). Η αρχική ιδέα του εγχειρήματος (που έχει ξεπεράσει τα 350.000 αντίτυπα και έχει μεταφραστεί σε 16 γλώσσες) αναδύθηκε εκείνη ακριβώς την εποχή, όταν, συνεργαζόμενος με τους δικηγόρους της υπεράσπισης, βρέθηκε αντιμέτωπος με ένα ακραιφνώς ακαδημαϊκό ζήτημα. «Με ρώτησαν αν υπήρχε κάποια αξιόπιστη και ενδελεχής ιστορία της ναζιστικής Γερμανίας. Αίφνης συνειδητοποίησα ότι οι διαθέσιμες ήταν είτε ανεπαρκείς είτε ξεπερασμένες ή κατά το πλείστον ελλειμματικές –αν και υπήρχαν ασφαλώς συντομότερες εργασίες, επικεντρωμένες σε επί μέρους θέματα. Εγραψα λοιπόν τρεις τόμους που συνολικά αγγίζουν τις 2.000 σελίδες. Κι όμως, δεν θα περιέγραφα τη δική μου ιστορία για το Γ’ Ράιχ ως «συμπαγή» ακριβώς! Θέλησα πάντως να συνοψίσω τα πορίσματα της σημερινής γνώσης που έχουμε για το φαινόμενο σε όλο το φάσμα του: κοινωνική, πολιτισμική και οικονομική ιστορία, καθώς επίσης πολιτική και στρατιωτική ιστορία, με ορίζοντα ένα πλατύ ακροατήριο, όχι τους ειδικούς αναγκαστικά. Προσπάθησα να επισκοπήσω τις βασικότερες επιστημονικές διενέξεις στο πεδίο αυτό, αλλά θα ήταν κάπως υπερβολικό να πω ότι έλυσα και τα πάντα».
Η μετριοφροσύνη του Ρίτσαρντ Εβανς δεν αναιρεί, ασφαλώς, το επίτευγμά του. Αλλωστε ο ίδιος επί σχεδόν εικοσαετία παρέδιδε στο πανεπιστήμιο ένα μάθημα διαχείρισης των πηγών για το Γ’ Ράιχ ενώ είχε λάβει μέρος και στο περίφημο Historikerstreit της δεκαετίας του 1980, τη διαμάχη δηλαδή των γερμανών ιστορικών για τη φύση του ναζισμού. Το 2015 κυκλοφόρησε ό,τι θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε επίλογο στην τριλογία του, «Το Γ’ Ράιχ στην ιστορία και τη μνήμη» (The Third Reich in History and Memory), όπου συσσωματώνει 28 εκτεταμένα κείμενα δοκιμιακού χαρακτήρα, άρθρα και κριτικές που δημοσιεύθηκαν στο διάστημα μιας δεκαετίας και πλέον.

«Δουλεύοντας αυτό το βιβλίο, το πλέον πρόσφατο, βρήκα την ευκαιρία να καταπιαστώ πιο άμεσα, θα έλεγα, με ζητήματα στα οποία δεν μπορούσα να επεκταθώ στην τριλογία, βασικώς τις επιστημονικές διενέξεις γύρω από το φαινόμενο. Τα κείμενα του τόμου είναι ετερόκλητα, αλλά αυτό που νομίζω ότι τα συνέχει είναι το γεγονός πως τα τελευταία χρόνια η συζήτηση που αφορά ειδικότερα την ιστορία και την κληρονομιά του ναζισμού γίνεται μ’ έναν περίπλοκο, ή και ασυνάρτητα μπερδεμένο, τρόπο. Κοντολογίς, είναι αδύνατον να γράψει κανείς για το Γ’ Ράιχ χωρίς ταυτοχρόνως να γράψει και για τις συνέπειες και τις αντηχήσεις του στη σημερινή εποχή».

Αν η αποτρόπαια απόληξη της ναζιστικής ιδεολογίας, το Ολοκαύτωμα, συνιστά ένα ιστορικό μάθημα, μια σκοτεινή προειδοποίηση για τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, ποιες εκφάνσεις του δεν πρέπει να ξεχαστούν;
«Ασφαλώς η απόπειρα των ναζιστών να αφανίσουν τους Εβραίους της Ευρώπης. Υποστηρίζω ότι –παρά το γεγονός ότι οι Ναζί δολοφόνησαν και πολλά εκατομμύρια μη Εβραίων, σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται περισσότεροι από 3 εκατομμύρια αιχμάλωτοι πολέμου του ρωσικού στρατού και, όπως γνωρίζετε, εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνες, κυρίως μέσω της συνειδητής επιβολής της πείνας –η εξόντωση των Εβραίων εγγραφόταν σε ένα διαφορετικό είδος γενοκτονίας, στην εμπρόθετη προσπάθεια της ολοκληρωτικής εξάλειψης κάθε μεμονωμένου ατόμου εβραϊκής καταγωγής, μέσω μαζικών φόνων και δηλητηριωδών αερίων, μεταξύ άλλων. Αυτό συνέβη επειδή οι Ναζί έβλεπαν μεν τους «Σλάβους»(και τους Ελληνες και άλλους) ως φυλετικά κατώτερους αλλά τους Εβραίους τους θεωρούσαν «εχθρούς παγκόσμιας εμβέλειας», βασισμένοι σε μια θεωρία συνωμοσίας που εμφάνιζε τους τελευταίους προορισμένους να καταστρέψουν την «άρια φυλή» και τις γερμανικές αξίες».
Η Γερμανία είναι η αδιαμφισβήτητη υπερδύναμη της Ευρώπης στη σημερινή κρίση. Πώς εξακολουθεί να επισκιάζει τη χώρα το παρελθόν της;
«Από το 1945 και εντεύθεν η Γερμανία ήταν ανέκαθεν επιφυλακτική, για λόγους που είναι προφανείς, να αναλάβει επί της ουσίας τα ηνία της Ευρώπης, πολλώ δε μάλλον να ασκήσει εξουσία ως ηγέτιδα δύναμη. Το είδαμε και πάλι, στην πρόσφατη κρίση του ενιαίου ευρωπαϊκού νομίσματος, ο ρόλος αυτός τής επεβλήθη από τα ίδια τα πράγματα. Εν προκειμένω, το παρελθόν φαίνεται πως είχε και έχει μια ατυχή επίδραση στο παρόν: το τραύμα του υπερπληθωρισμού που τόσο πλήγωσε τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης παραμένει ζωντανό και, εξαιτίας αυτού, όλες οι γερμανικές κυβερνήσεις φοβούνται να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές κρίσεις με κεϊνσιανές πολιτικές, προτιμώντας αντιθέτως την υπερβολική λιτότητα. Το παρελθόν όμως, με την πρώτη ματιά, επενεργεί στο σήμερα και σε ένα άλλο επίπεδο: δείτε την αρκούντως ανοιχτή διάθεση που επιδεικνύει η Γερμανία στο Προσφυγικό, κάτι που σε μια αντίθετη περίπτωση, αν λ.χ. η κυρία Μέρκελ έκλεινε τελείως τα σύνορα, θα μας πήγαινε πίσω στις πιο μαύρες ημέρες του ναζιστικού καθεστώτος αλλά και στην ανέγερση του Τείχους. Για να μην αναφερθώ, συμπληρώνοντας, και τη μεταναστευτική εμπειρία της ίδιας της Γερμανίας, η οποία απορρόφησε και ενσωμάτωσε 11 εκατομμύρια ανθρώπους γερμανικής καταγωγής που εκδιώχθηκαν από την Ανατολική Ευρώπη μετά το 1945».
Σε μια περίοδο που η Ενωμένη Ευρώπη δείχνει να έχει χάσει τον προσανατολισμό της, με την ανεργία να πλήττει τις μεσαίες και κατώτερες τάξεις παντού, δεν υπάρχουν μόνο όσοι φοβούνται «την επιστροφή του φασισμού», υπάρχουν και όσοι θα την επιθυμούσαν. Ο λόγος για τα νεοναζιστικά μορφώματα πρωτίστως αλλά και για τη διεθνή της Ακρας Δεξιάς που δείχνει να κυριαρχεί στην ευρωπαϊκή δημόσια σφαίρα.
«Ασφαλώς και επικρατεί πόλωση στην ευρωπαϊκή πολιτική, η οποία επιτείνεται από την αυξημένη επιρροή της λαϊκίστικης και αντιμεταναστευτικής Δεξιάς τη στιγμή που η Αριστερά φαίνεται να υποφέρει, ευρισκόμενη σε μια κατάσταση σύγχυσης και αποδιοργάνωσης. Παρ’ όλα αυτά όμως, νομίζω ότι δεν πρέπει να υπερβάλλουμε. Τα πραγματικά ακραία νεοναζιστικά κόμματα στην Ευρώπη δεν έχουν αποσπάσει προσώρας μεγάλη υποστήριξη. Και θα σας εξηγήσω αμέσως τι εννοώ: εκνευρίστηκα με ορισμένους τίτλους που διάβασα στον βρετανικό και στον αμερικανικό Τύπο, του τύπου «Νίκη για τα αντιμεταναστευτικά κόμματα» μετά τις πρόσφατες περιφερειακές εκλογές στη Γερμανία. Στην πραγματικότητα το ευρωσκεπτικιστικό κόμμα «Eναλλακτική για τη Γερμανία» απέσπασε λιγότερο από το ένα τέταρτο των ψήφων και οι πραγματικοί νικητές ήταν οι Χριστιανοδημοκράτες, οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Πράσινοι –τα κόμματα δηλαδή που υποστηρίζουν την Ανγκελα Μέρκελ στη μεταναστευτική της πολιτική. Η επιτυχία των Πρασίνων στη Βάδη-Βυρτεμβέργη δείχνει ότι υπάρχει ακόμη ένας κρίσιμος αριθμός στο εκλογικό σώμα που προσβλέπει στην Αριστερά. Και στο Ηνωμένο Βασίλειο το Εργατικό Κόμμα έχει εσχάτως μετακινηθεί αισθητά προς τα αριστερά και, παρά τις εσωτερικές του αντιφάσεις, κερδίζει όλο και περισσότερο σε δημοφιλία».
Τι συμβαίνει όμως με τις πολιτικές ελίτ και τους λαούς της Ανατολικής Ευρώπης; Γιατί οι χώρες που βρέθηκαν πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα επιδεικνύουν σήμερα μια στάση εξόχως αντιπαραγωγική ως προς τη διαχείριση της μεγάλης πρόκλησης του Προσφυγικού;

«
Είναι γεγονός, βλέπουμε να δημιουργείται ένα χάσμα στην Ευρώπη, ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης και της επιπρόσθετης κρίσης του Προσφυγικού, μεταξύ των χωρών του πάλαι ποτέ «ανατολικού μπλοκ» από την μια πλευρά, όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία, και ως έναν βαθμό η Τσεχία, και από την άλλη των χωρών της Δυτικής και Κεντρικής Ευρώπης που είναι δημοκρατικές από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ή, στις περιπτώσεις της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, από τη δεκαετία του 1970. Εχω την αίσθηση ότι η δημοκρατική κουλτούρα στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης είναι αρκετά αβαθής –με την εξαίρεση ίσως της Τσεχίας –και, αν το δούμε και από μια ιστορική σκοπιά, όλες τους προέβησαν σε διακρίσεις σε βάρος των εθνικών τους μειονοτήτων στο διάστημα μεταξύ των δύο Παγκοσμίων Πολέμων. Στην Πολωνία λ.χ. την εξουσία ασκούσε μια χούντα στη διάρκεια του Μεσοπολέμου. Στην Ουγγαρία επικράτησε το αυταρχικό καθεστώς του ναυάρχου Μίκλος Χόρτι, που ανήλθε στην εξουσία με την αντεπανάσταση του 1919. Μια εικοσιπενταετία και πλέον από την πτώση του κομμουνισμού, παρατηρούμε ότι αυτές οι χώρες, σ’ έναν ορισμένο βαθμό, επανασυνδέονται με το μεσοπολεμικό παρελθόν τους, κάτι που σημαίνει, δυστυχώς, μια γερή δόση από εθνικισμό, διότι αυτή ήταν κυρίως η δύναμη που καταπιέστηκε από τον κομμουνισμό».
Στο σημείο αυτό αφήσαμε τα απόνερα του Συμφώνου της Βαρσοβίας και συζητήσαμε για το λεγόμενο «Brexit» και το επερχόμενο δημοψήφισμα στο Ηνωμένο Βασίλειο. «Η οικονομική ύφεση, αρχής γενομένης από το 2008, συνιστά τον έναν μόνο παράγοντα που οδήγησε στην άνοδο του αντιμεταναστευτικού κλίματος στη χώρα και εννοώ εδώ κυρίως τους ευρωσκεπτικιστές. Πιο σημαντικός παράγοντας είναι η έξαρση του εθνικισμού στη Σκωτία και ως έναν βαθμό στην Ουαλία, πράγμα που έχει προκαλέσει μια ανασφάλεια στους Βρετανούς ως προς την ταυτότητά τους. Η βασικότερη διάσταση δεν έχει να κάνει, πιστεύω, με την οικονομία αλλά με την έννοια της «εθνικής κυριαρχίας» –η ιδέα μιας τέτοιας «επαναφοράς» στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο που ζούμε είναι μια αυταπάτη. Ο κομβικός ρόλος της Μεγάλης Βρετανίας σε φλέγοντα θέματα, από το εμπόριο ως την τρομοκρατία, θα υποβαθμιστεί εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης, και γι’ αυτό ελπίζω οι περισσότεροι να ψηφίσουν υπέρ της παραμονής».

Την Τρίτη 12 Απριλίου 2016 (στις 7 μ.μ.) ο σερ Ρίτσαρντ Τζ. Έβανς συμμετέχει ως βασικός ομιλητής στην εκδήλωση με θέμα«Η Ευρώπη στον 21ο αιώνα: Κρίση – Προσφυγικό – Ακροδεξιά» στο Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης» στο πλαίσιο ενός κύκλου συναντήσεων και δημόσιου διαλόγου γύρω από κρίσιμα ζητήματα του καιρού μας, τον οποίο εγκαινιάζουν οι εκδόσεις Αλεξάνδρεια.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ