Για ξέπλυμα μιζών των εξοπλιστικών στη χώρα μας είχε κατηγορηθεί ένας από τους συνεταίρους του Σταύρου Παπασταύρου σε μία από τις τρεις υπεράκτιες εταιρείες – συγκεκριμένα την «Aisios Foundation», η οποία ιδρύθηκε τον Νοέμβριο του 2005 – και απολογήθηκε στους ανακριτές διαφθοράς τον Ιούνιο του 2014.
Πρόκειται για τον Σπύρο Μεταξά δικηγόροι στο επάγγελμα, ο οποίος σύμφωνα με το κατηγορητήριο που είχε συντάξει σε βάρος του ο ανακριτής Σπύρος Μαλλής είχε «ξεπλύνει» εκατομμύρια ευρώ από τις μίζες του πρώην αναπληρωτή διευθυντή εξοπλισμών Αντώνη Κάντα.
Συγκεκριμένα από το κατηγορητήριο που είχε αποκαλύψει το Βήμα προκύπτει ότι είχε συστήσει για λογαριασμό του Αντώνη Κάντα το ίδρυμα «Green 4Cast Foundation» με έδρα τον Παναμά, αλλά και το trust «Olav Engineering Corp.» Με έδρα επίσης τον Παναμά, προκειμένου στα συγκεκριμένα νομικά πρόσωπα να μεταφερθούν περιουσιακά στοιχεία του Α. Κάντα, προερχόμενα από παράνομες πληρωμές που έπαιρνε στα πλαίσια των διαφόρων εξοπλιστικών προγραμμάτων, ύψους 14 ε3κατ. δολαρίων.
Στα περιουσιακά στοιχεία συμπεριλαμβάνεται σύμφωνα με το κατηγορητήριο και το ποσό του 1,4 εκατ. δολαρίων, που φέρεται να εισέπραξε ως προϊόν δωροδοκίας και περιέχεται επίσης στο κατηγορητήριο.
Ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος για ξέπλυμα μιζών είχε αφεθεί ελεύθερος από τον ανακριτή, αποδεικνύεται πάντως ότι πριν διαλυθεί η εταιρεία Aisios στον Παναμά απολογούνταν στην Ελλάδα. Είχε εντοπιστεί επίσης στη λίστα Λαγκάρντ μετά από κατάθεση του Ερβέ Φαλτσιανί, στους έλληνες εισαγγελείς τον Σεπτέμβριο του 2015 στο Παρίσι.
Γνωστή στους έλληνες οικονομικούς εισαγγελείς είναι επίσης και η παναμέζικη εταιρεία Μossack Fonceca, αφού εμφανίζεται ως ιδρύτρια εταιρεία πολλών offshore στη λίστα Λαγκάρντ.

Η απάντηση του Σπύρου Μεταξά

Με κατάπληξη διαπίστωσα ότι το σημερινό δημοσίευμά σας (5.4.2016) επιχειρεί τη διασύνδεση δύο εντελώς ασχέτων υποθέσεων με σκοπό τη δημιουργία εντυπώσεων.

Το γεγονός ότι συνυπήρξα μέλος του Συμβουλίου του ιδρύματος “Aisios Foundation” από κοινού με τον κ. Παπασταύρου, δεν μας καθιστά “συνεταίρους”. Την ιδιότητα αυτήν δεν την είχαμε ούτε την απεκτήσαμε ποτέ. Η διεκπεραίωση των νομικών διαδικασιών για την ίδρυση ενός ιδρύματος, στην οποία εξαντλήθηκε η συμμετοχή μου, συνιστούν νόμιμη δικηγορική ύλη από τη σκοπιά τόσον του ελβετικού όσον και του ελληνικού δικαίου. Συν τοις άλλοις, ο ιδρυτής και δικαιούχος του ιδρύματος υπαγόταν ανέκαθεν στην ελβετική φορολογική νομοθεσία. Καμία απολύτως ιδιοκτησιακή σχέση δεν με συνδέει με το ως άνω ίδρυμα.

Το σε βάρος μου κατηγορητήριο, στο οποίο αναφέρεται το δημοσίευμά σας, βασίστηκε αποκλειστικά σε αόριστες και αναπόδεικτες αναφορές του κ. Κάντα στο πρόσωπό μου, επ’ αφορμή ακριβώς της νομικής αρωγής μου για τη σύσταση των νομικών προσώπων που επιθυμούσε να ιδρύσει. Έθεσα δε από την πρώτη στιγμή τον εαυτό μου στη διάθεση της ελληνικής δικαιοσύνης. Προσήλθα αυτοβούλως στις δικαστικές αρχές για να δώσω όλα τα στοιχεία που είχα στη διάθεσή μου, τα οποία και αποδεικνύουν άνευ ετέρου την αθωότητά μου. Για το λόγο αυτόν, άλλωστε, η ελβετική δικαιοσύνη δεν με όχλησε ποτέ για παραβίαση οιασδήποτε ποινικής διατάξεως, πολλώ δε μάλλον της νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

Η δε αναφορά του δημοσιεύματός σας ότι το όνομά μου περιλαμβάνεται στη λίστα Λαγκάρντ είναι ανακριβής, καθώς –όπως ίσως γνωρίζετε– δεν εμφανίζομαι ως δικαιούχος οιουδήποτε λογαριασμού αλλά ως μέλος Συμβουλίου νομικών προσώπων ή υπό την ιδιότητά μου ως συστήσαντος αυτά, με τα οποία όμως δεν έχω απολύτως καμία ιδιοκτησιακή σχέση.