Απέρριψε το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων το αίτημα της Πολιτικής Αγωγής για ραδιοτηλεοπτική κάλυψη της δίκης της Χρυσής Αυγής.

Η πρόεδρος κυρία Μαρία Λεπενιώτη ανακοίνωσε την απόφαση, τονίζοντας ότι απορρίπτονται και τα αιτήματα που αφορούσαν την τήρηση πρακτικών και την αλλαγή της δικαστικής αίθουσας – θέμα για το οποίο ήδη έχουν γίνει ενέργειες από την ίδια, άκαρπες μέχρι στιγμής.

Νωρίτερα, «όχι» και στα τρία αιτήματα της Πολιτικής Αγωγής, είχε πει η εισαγγελέας της δίκης κυρία Αδαμαντία Οικονόμου: την τήρηση πρακτικών, την αναπαραγωγή της δίκης μέσω ραδιοτηλεοπτικών ΜΜΕ, και την αλλαγή της δικαστικής αίθουσας στις φυλακές Κορυδαλλού.

Η εισαγγελική λειτουργός επιφυλάχθηκε ωστόσο ως προς το αίτημα των συνηγόρων Πολιτικής Αγωγής για τη χρήση τεχνικών μέσων για την προβολή video και φωτογραφιών που κρίνονται απαραίτητα στην αποδεικτική διαδικασία.

«Η ραδιοτηλεοπτική κάλυψη της δίκης αλλοιώνει τις συμπεριφορές παραγόντων της δίκης», εκτίμησε η κυρία Οικονόμου, υπογραμμίζοντας ότι μία τέτοια διαδικασία μπορεί εν τέλει να αποβεί σε βάρος της Δικαιοσύνης και των λειτουργών της.

Τα ΜΜΕ βρέθηκαν πάντως στο στόχαστρο συνηγόρων υπεράσπισης, και δη του κ. Τάκη Μιχαλόλια, εκ των συνηγόρων του Νίκου Μιχαλολιάκου. «Οι κατηγορούμενοι κουβαλούν δυο χρόνια τραυματικής εμπειρίας από τον «αντικειμενικό» τρόπο με τον οποίο επί δυο χρόνια ΜΜΕ κάλυψαν την υπόθεση», είπε ο κ. Μιχαλόλιας. «Συνταγματικά, η δημοσιότητα είναι η δίδυμη αδελφή της αλήθειας. Ποιος λέει, όμως, ότι θα δημοσιεύονται όλα ή θα ακολουθείται η μέθοδος a la carte;».

«Θα μπορούσαμε να συναινέσουμε αν επρόκειτο για ένα κανάλι συνεχούς ροής», δήλωσε ο κ. Άγγελος Αγγελέτος, συνήγορος της Ελένης Ζαρούλια. «Εδώ, όμως, έχουμε να κάνουμε με τα γνωστά συστημικά κανάλια που έχουν παραπεμφθεί αυτές τις ημέρες στο Πειθαρχικό της ΕΣΗΕΑ».

«Είναι ιστορική αυτή η δίκη. Υπάρχει διαπλοκή μίας εγκληματικής οργάνωσης με ένα πολιτικό κόμμα. Είναι ανάγκη, λοιπόν, όσα ακουστούν να μην είναι έπεα πτερόεντα, αλλά να καταγραφούν», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Θανάσης Καμπαγιάννης, εκ των συνηγόρων Πολιτικής Αγωγής, για την τήρηση πρακτικών.

Αναφορικά με το θέμα της μεταφοράς της δίκης στην αίθουσα τελετών του Εφετείου, ο ίδιος επεσήμανε προς το δικαστήριο ότι ο μόνος που την αρνείται, παρότι «είναι δυνατή», είναι ο πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου, κ. Δημ. Μόκκας. «Δεν πληροίται καν η διάταξη περί δημοσιότητας στο ακροατήριο», σημείωσε ο κ. Καμπαγιάννης. «Επιτρέπεται στον καθένα να παρακολουθήσει αυτή τη δίκη; Όχι».

Αξίζει να σημειωθεί ότι υπήρξαν συνήγοροι υπεράσπισης που συντάχθηκαν με την Πολιτική Αγωγή και είπαν «ναι» στην τήρηση πρακτικών.

Ενταση δημιουργήθηκε με αφορμή το σχόλιο του κ. Καμπαγιάννη «περί πολύχρονης εγκληματικής δράσης της Χρυσής Αυγής».

«Κάνω έκκληση για δεύτερη φορά, να λείψουν οι φανατικές εκφράσεις που εξασφαλίζουν στον καθένα μας ρόλους, αλλά δεν βοηθούν το δικαστήριο», παρενέβη ο κ. Μιχαλόλιας.

Ένσταση περί ακυρότητας της προδικασίας, της προκαταρκτικής εξέτασης, και της ασκηθείσας ποινικής δίωξης, κατέθεσε προς το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων ο κ. Τάκης Μιχαλόλιας, κάνοντας παράλληλα λόγο για «χονδροειδή παραβίαση» ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Ο Αντώνης Σαμαράς και η «επιτυχία» της τότε κυβέρνησης

Ο συνήγορος του κ. Μιχαλολιάκου τόνισε ότι ο εντολέας του θα έπρεπε να είχε κληθεί να εκθέσει τις απόψεις του και να υπερασπισθεί τον εαυτό του κατά τη διάρκεια της προκαταρκτικής εξέτασης, ενώ στηλίτευσε τη διενέργεια της εν λόγω εξέτασης και την έκδοση σχετικού πορίσματος «εντός μόλις έξι πλήρων ημερών». Επεσήμανε, δε, ότι δεν είχε τη δυνατότητα να λάβει εγκαίρως αντίγραφα της δικογραφίας, και χαρακτήρισε παντελώς αόριστο το κατηγορητήριο.

Ο κ. Μιχαλόλιας τόνισε μεταξύ άλλων την «παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας από πολιτικούς παράγοντες», παρέπεμψε σε παρεμβάσεις τότε βουλευτών όπως ο κ. Νίκος Δένδιας και ο κ. Προκοπής Παυλόπουλος (νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας), ενώ αναφέρθηκε εκτενώς σε δημοσιεύματα και αποσπάσματα του Τύπου, στα οποία η σύλληψη μελών και βουλευτών της Χρυσής Αυγής αποτυπώνεται ως «επιτυχία της κυβέρνησης Σαμαρά», σε μία σαφή προσπάθεια να καταδείξει ότι η ποινική εξέλιξη της υπόθεσης υπέκρυπτε εξαρχής πολιτική σκοπιμότητα και η δίωξη δεν ήταν παρά αποτέλεσμα ενεργειών της τότε κυβέρνησης.

Σχετικά με το αδίκημα της διακεκριμένης οπλοκατοχής ο κ. Μιχαλόλιας τόνισε ότι η ποινική δίωξη ασκήθηκε αφού είχε παρέλθει η χρονική προθεσμία (τρίμηνο) που ορίζει το Σύνταγμα προκειμένου να δώσει άδεια η Βουλή για την άρση της ασυλίας του.

Ο ίδιος ανέγνωσε μάλιστα το περιεχόμενο της συνομιλίας του Τάκη Μπαλτάκου, γενικού γραμματέα της κυβέρνησης Σαμαρά, με τον Ηλία Κασιδιάρη, βουλευτή της Χρυσής Αυγής, ενώ μίλησε ανοικτά για πλέγμα σχέσεων του τότε υπουργού Δικαιοσύνης κ. Χαράλαμπου Αθανασίου με την τότε προϊσταμένη του Πρωτοδικείου Αθηνών κυρία Μαρία Τσάμη, αλλά και την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κυρία Ευτέρπη Κουτζαμάνη.