Η ανεξέλεγκτη καύση βιομάζας στην Ελλάδα την τελευταία τετραετία με την τοξική αιθαλομίχλη που δημιουργεί αναφέρεται πλέον ωςπαράδειγμα προς αποφυγήν σεπαγκόσμια συνέδρια και διασκέψεις. Στη Διυπουργική Συνάντηση για το Περιβάλλον και την Υγεία, που οργάνωσε προ ημερών ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) στη Χάιφα του Ισραήλ, ηδιευθύντρια του Κέντρου Περιβαλλοντικής Υγείας στην Ευρώπη δρ Ελίζαμπετ Πάουνοβιτς παρουσίασε την περίπτωση της Ελλάδας και ειδικότερα της Θεσσαλονίκης ως κύριο παράδειγμα της χρήσης οικονομικών εργαλείων για την ανάλυση και εκτίμηση των επιπτώσεων της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης στη δημόσια υγεία και ιδιαίτερα στην υγεία των παιδιών.
Το στέλεχος του ΠΟΥ βασίστηκε στα στοιχεία μελέτης ελλήνων ειδικών από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) η οποία ολοκληρώθηκε πρόσφατα και παρουσιάζει σήμερα «Το Βήμα».Καταδεικνύει ότι θα είναι σημαντικό το δημοσιονομικό όφελος –από 200 εκατ. ως και 1,2 δισ. ευρώ –και μπορεί να επιτευχθεί αν η κυβέρνηση λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση της αιθαλομίχλης.
Το κέρδος θα εξαρτηθεί από τη δραστικότητα και τον τύπο των μέτρων. Οι επιστήμονες του ΑΠΘ στη μελέτη τους, που μόλις δημοσιεύθηκε στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση «Science of the Total Environment», υπολόγισαν τα αυξημένα ποσοστά θνησιμότητας και νοσηρότητας του πληθυσμού εξαιτίας της ανεξέλεγκτης καύσης ξύλου τους δύο τελευταίους χειμώνες, προσδιόρισαν το κόστος από την επιβάρυνση της δημόσιας υγείας και το συνέδεσαν με το παράλογο μέτρο της υπερφορολόγησης του πετρελαίου θέρμανσης. Εν μέσω οικονομικής κρίσης άνθρωποι που βίωναν την ανέχεια αλλά και μέσες οικογένειες που τα έβγαζαν δύσκολα πέρα κατευθύνθηκαν σε άλλες πηγές θέρμανσης, όπως η καύση διαφόρων υλικών, ακόμη και επικίνδυνων για τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον.
3.540 χαμένα χρόνια ζωής


Οπως προκύπτει από την επιστημονική μελέτη του Εργαστηρίου Περιβαλλοντικής Μηχανικής στο ΑΠΘ και του Εθνικού Κέντρου Ερευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης(με επιστημονικό υπεύθυνο τοναναπληρωτή καθηγητή κ. Δημοσθένη Σαρηγιάννη), τα χρόνια της κρίσης καταγράφονταν επιπλέον 200 θάνατοι ετησίως, αριθμός που μεταφράζεται σε 3.540 χαμένα χρόνια ζωής και σε ένα κόστος 200-250 εκατ. ευρώ.
Αναλύοντας δύο ξεχωριστά έτη, το 2011 και το 2012, οι επιστήμονες κατέληξαν στο ότι υπάρχει μια σημαντική διαφορά που αφορά την κατανομή της θνησιμότητας μεταξύ της θερμής και της ψυχρής εποχής. Σε γενικές γραμμές, ο αριθμός των επιπλέον θανάτων που αποδίδονται στην έκθεση των πολιτών σε τοξικά αιωρούμενα σωματίδια (PM –Particulate Μatter) στη μητροπολιτική περιοχή της Θεσσαλονίκης για τον χειμώνα του 2011 είναι 1.369, ενώ ο αντίστοιχος αριθμός για το 2012 είναι 1.288. Παρότι η διάρκεια της ψυχρής εποχής είναι πρακτικά το ήμισυ της θερμής περιόδου του έτους, το 2012 οι επιπτώσεις ήταν υψηλότερες κατά την ψυχρή περίοδο, δηλαδή 728 θάνατοι τον χειμώνα από τους συνολικά 1.288 θανάτους, τη στιγμή που το 2011 ήταν αντίστοιχα 526 περιπτώσεις από συνολικά 1.369 θανάτους.
Εκτός από την αυξημένη θνησιμότητα, οι ερευνητές εντόπισαν και μεγαλύτερα ποσοστά νοσηρότητας: περισσότερα περιστατικά βρογχίτιδας, καθώς και αύξηση των εισαγωγών στα νοσοκομεία με καρδιαγγειακά και αναπνευστικά προβλήματα. Στα στοιχεία που αφορούν τη νοσηρότητα στην πόλη της Θεσσαλονίκης κυριαρχούν οι νέες χρόνιες περιπτώσεις βρογχίτιδας, κυρίως σε παιδιά, και φτάνουν τα 490 πρόσθετα περιστατικά τον χρόνο. Συνολικά η αύξηση της νοσηρότητας αντιστοιχεί σε ένα κόστος 30 εκατ. ευρώ.
Εφικτά τα πολλαπλά οφέλη


Η ανάλυση των εναλλακτικών σεναρίων τα οποία εξέτασαν οι επιστήμονες αποκάλυψε ότι ανάλογα με τα μέτρα που θα ληφθούν προκύπτουν σημαντικά οφέλη για τη δημόσια υγεία και την οικονομία. Ειδικότερα στην περίπτωση περιορισμού της αλόγιστης χρήσης βιομάζας για οικιακή θέρμανση το κέρδος θα μπορούσε να φτάσει ως 1,2 δισ. ευρώ από τον περιορισμό της θνησιμότητας και τα 130 εκατ. ευρώ από την αποφυγή ασθενειών.
Οπως σημειώνουν οι ερευνητές, η δημοσιονομική πολιτική επηρεάζει τα καύσιμα και τις τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται για οικιακή θέρμανση, γι’ αυτό πρέπει να επανεξεταστεί επειγόντως, δεδομένου ότι η ζημιά που υπέστη η οικονομία εξαιτίας της μειωμένης κατανάλωσης πετρελαίου επιδεινώνεται από το υψηλό κόστος για την υγεία εξαιτίας της αυξημένης νοσηρότητας και θνησιμότητας.

«Σημαντικό θα ήταν να προωθηθεί άμεσα και η εξοικονόμηση ενέργειας στα σπίτια ώστε να έχουμε ταυτόχρονα τόσο δημοσιονομικά οφέλη όσο και βελτίωση της ποιότητας του αέρα στις πόλεις, με τις σχετικές θετικές συνέπειες στη δημόσια υγεία. Οι πολιτικές αντιμετώπισης της κρίσης πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους την επιβάρυνση της δημόσιας υγείας από την επιβάρυνση του περιβάλλοντος. Σήμερα που η διαπραγμάτευση με τους εταίρους είναι στο απόγειο θα πρέπει τόσο η ελληνική κυβέρνηση όσο και οι διεθνείς εταίροι μας να συνυπολογίσουν τις αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία του πληθυσμού από τα μέτρα πολιτικής που συζητούν ακόμη και με όρους οικονομικούς»
υπογραμμίζει ο κ. Σαρηγιάννης.


Μείωση κατά 25%
Το επίδομα θέρμανσης

Παρότι το νομικό πλαίσιο έχει θωρακιστεί για την αντιμετώπιση έκτακτων επεισοδίων σωματιδιακής ρύπανσης με τη δέσμη μέτρων που ελήφθη, με καθυστέρηση, τα Χριστούγεννα του 2013, οι μέσες τιμές της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στις μεγάλες πόλεις παραμένουν υψηλές τη χειμερινή περίοδο. Η εφετινή απόφαση για μείωση της τιμής του πετρελαίου θέρμανσης, σε συνδυασμό με το επίδομα θέρμανσης, είχε αποτέλεσμα τη μείωση των τιμών των αιωρούμενων σωματιδίων (ΡΜ10) κατά περίπου 25% σε σχέση με πέρυσι (από 80 μg/m3 τον χειμώνα σε 55 μg/m3). Η κυβερνητική πρωτοβουλία ήρθε όμως καθυστερημένα για τον εφετινό χειμώνα καθώς τα πιο πολλά νοικοκυριά είχαν ήδη αγοράσει ξυλεία και τη χρησιμοποίησαν, με αποτέλεσμα η μέση τιμή σωματιδίων στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη να παραμένει σε υψηλά, επικίνδυνα για την υγεία, επίπεδα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι με βάση στοιχεία του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας, αν στην Αθήνα μειωθεί η μέση ετήσια συγκέντρωση PM2.5 (αιωρούμενα σωματίδια με διάμετρο 2,5 εκατομμυριοστά του μέτρου) κάτω από τις κατευθυντήριες γραμμές για την ποιότητα του αέρα, δηλαδή κάτω από τα 10 μg/m3,η προβλεπόμενη μέση αύξηση του προσδόκιμου ζωής σε άτομα ηλικίας 30 χρόνων θα αυξηθεί κατά 12,8 μήνες.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ