Σε άμεσο κίνδυνο για τη δημόσια Υγεία οδηγεί το πρόβλημα της αυξημένης χοληστερόλης στον ελληνικό πληθυσμό. Περίπου οι μισοί Έλληνες έχουν αυξημένες τιμές της «κακής» (LDL) χοληστερόλης, αρκετοί εκ των οποίων ούτε καν το γνωρίζουν. Ακόμη και από αυτούς που υποβάλλονται σε θεραπεία για τη ρύθμισή της, το 80% παραμένει εκτός στόχων, κινδυνεύοντας να εκδηλώσει κάποιο καρδιολογικό πρόβλημα.
Και αυτό, τη στιγμή που πρόσφατα επιστημονικά στοιχεία καταδεικνύουν ότι όσο πιο χαμηλά είναι τα επίπεδα της «κακής» (LDL) χοληστερόλης τόσο μικρότερος είναι ο καρδιαγγειακός κίνδυνος. Για τους λόγους αυτούς, οι επιστήμονες αναδεικνύουν την άμεση ανάγκη ενημέρωσης του πληθυσμού, προκειμένου να μειωθεί ή και να αποφευχθεί ο κίνδυνος στεφανιαίων επεισοδίων που προέρχονται από την υψηλή χοληστερόλη.
Με σύνθημα «Όσο πιο χαμηλή η «κακή» LDL χοληστερόλη, τόσο πιο καλή η υγεία της καρδιάς σου», η Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης έχει ξεκινήσει εκστρατεία ενημέρωσης του κοινού. Η εκστρατεία θα διαρκέσει έξι εβδομάδες. Επίσης, από το Σάββατο 23 Μαΐου θα «ντυθούν» με το μήνυμα της καμπάνιας το εσωτερικό ενός συρμού μετρό στην Αθήνα και επιλεγμένες στάσεις μέσων μεταφοράς στην περιοχή της Θεσσαλονίκης.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ελληνικής Εταιρείας Αθηροσκλήρωσης καθηγητή κ. Αλέξανδρο Τσελέπη, η υψηλότερη τιμή αναφοράς για την ολική χοληστερόλη σε υγιείς ενήλικες δεν θα πρέπει να ξεπερνάει τα 160 mg/dL. Η χοληστερόλη, όπως εξήγησε, αποτελεί απαραίτητο συστατικό των κυτταρικών μεμβρανών, χρησιμεύει για τη σύνθεση ορμονών απαραίτητων για τη φυσιολογική λειτουργία του οργανισμού, καθώς και για την απορρόφηση λιποδιαλυτών ουσιών στο έντερο. Όσο πολύτιμη όμως είναι η LDL χοληστερόλη όταν βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα, τόσο επιζήμια γίνεται όταν αυξηθεί, καθώς τότε κινδυνεύουν οι αρτηρίες.
«Η χοληστερόλη που μεταφέρουν τα σωματίδια της LDL στο αίμα», σημείωσε, «εναποτίθεται στα τοιχώματα των αγγείων, δημιουργώντας αθηρωματικές πλάκες, οι οποίες εμποδίζουν τη ροή αίματος στην καρδιά, στον εγκέφαλο και σε άλλα όργανα του σώματος. Συνεπώς, η LDL χοληστερόλη είναι βλαπτική στον οργανισμό όταν κυκλοφορεί σε μεγάλες ποσότητες και τα υψηλά επίπεδά της αποτελούν έναν από τους βασικούς παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση της στεφανιαίας νόσου και εγκεφαλικού επεισοδίου. Γι’ αυτό και οι στόχοι που θέτουν οι γιατροί αφορούν βασικά στη μείωση της «κακής» LDL χοληστερόλης. Η υψηλότερη τιμή αναφοράς για τη LDL χοληστερόλη σε υγιείς ενήλικες δεν θα πρέπει να ξεπερνάει τα 115 mg/dL».
Πρόληψη: Όσο χαμηλότερα, τόσο καλύτερα
Ο καθηγητής Παθολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης κ. Εμμανουήλ Γανωτάκης υπογράμμισε ότι υπάρχει άμεση ανάγκη ευαισθητοποίησης του κοινού για τον ρόλο της LDL χοληστερόλης. Όπως είπε, ένας τεράστιος αριθμός ανθρώπων αντιμετωπίζει υψηλό καρδιαγγειακό κίνδυνο, καθώς οι τιμές της χοληστερόλης είναι σε υψηλά επίπεδα. Το χειρότερο είναι ότι μεγάλο ποσοστό ασθενών που βρίσκονται σε θεραπεία παραμένουν αρρύθμιστοι και αντιμετωπίζουν μεγάλο κίνδυνο, χωρίς να το γνωρίζουν.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι το 85% των ελλήνων ασθενών παραμένουν εκτός στόχων ρύθμισης. Παράλληλα, ανέφερε ότι τα πιο πρόσφατα επιστημονικά στοιχεία καταδεικνύουν ότι όσο πιο χαμηλά είναι τα επίπεδα της «κακής»- LDL χοληστερόλης τόσο μικρότερος ο καρδιαγγειακός κίνδυνος.
Οι ειδικοί έκαναν λόγο για πολύ κρίσιμο ρόλο του γιατρού στη συμμόρφωση του ασθενούς στη θεραπεία. Εκτός από τη χορήγηση της ειδικής αγωγής, ο γιατρός πρέπει να καλεί τον πάσχοντα να αλλάζει τρόπο ζωής, διακόπτοντας την καπνιστική συνήθεια, ακολουθώντας την κατάλληλη δίαιτα και πρόγραμμα σωματικής άσκησης.
Ποιοι πρέπει να κάνουν προληπτικές εξετάσεις
Τον κρίσιμο ρόλο της διάγνωσης και αντιμετώπισης των αυξημένων λιπιδίων ανέδειξε ο αντιπρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Αθηροσκλήρωσης, καθηγητήςΚαρδιολογίας κ. Χρήστος Πίτσαβος.
Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες του 2014 της Ελληνικής Εταιρείας Αθηροσκλήρωσης για τη Διάγνωση και Αντιμετώπιση των δυσλιπιδαιμιών, θα πρέπει να κάνουν προληπτικές εξετάσεις όλοι οι άντρες άνω των 40 ετών και όλες οι γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση.
Κρίσιμες είναι οι εξετάσεις σε άτομα με αθηροσκληρωτική νόσο, ανεξάρτητα από την ηλικία ή τα κλινικά ευρήματα, καθώς και σε πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη ανεξάρτητα από την ηλικία, χρόνια νεφρική νόσο, υπέρταση, χρόνια φλεγμονώδη νοσήματα (λύκος, αρθρίτιδες), σεξουαλική δυσλειτουργία, καπνιστές, υπέρβαροι και παχύσαρκοι.
Σε προληπτικές εξετάσεις πρέπει να υποβάλλονται συγγενείς ατόμων με κληρονομικές διαταραχές λιπιδίων, παιδιά με κληρονομικό ιστορικό υπερλιπιδαιμίας ή καρδιαγγειακής νόσου ή άλλους παράγοντες κινδύνου και άτομα με οικογενειακό ιστορικό πρώιμης στεφανιαίας νόσου.
Ποιες τροφές μειώνουν τη χοληστερόλη
Ο κ. Πίτσαβος αναφέρθηκε επίσης στον ρόλο της διατροφής στην πρόληψη της δυσλιπιδαιμίας και των καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Οι τροφές που συμβάλλουν στην αύξηση των τιμών των λιπιδίων στο αίμα είναι αυτές που περιέχουν μεγάλες ποσότητες «κακού» λίπους. Με τον όρο «κακό λίπος», είπε, εννοούμε κυρίως το κορεσμένο λίπος, που είναι συνήθως ζωικής προέλευσης και υπάρχει σε τρόφιμα όπως βούτυρο, μαγιονέζα, ζωικό λίπος, ζωμός κρέατος και εκχυλίσματα, κρέμες, λίπος ή γάλα καρύδας, παστά, παγωτά, αλλαντικά, κρόκοι αβγών, πλήρες γάλα, ολόπαχα γιαούρτια και τυριά, τυριά σε κρέμα, γλυκά, σοκολάτα, κακάο, κρουασάν και αρτοσκευάσματα με αβγά και βούτυρο και τηγανητά τρόφιμα.
Οι τροφές που μπορούν να καταναλώνονται για να μειωθούν τα λιπίδια είναι όσες περιέχουν καλής ποιότητας λίπη, όπως τα μονοακόρεστα (ελαιόλαδο) ή πολυακόρεστα (ψάρια, ξηροί καρποί) ή φυτικές ίνες (διαλυτές και αδιάλυτες). Τέτοια τρόφιμα είναι τα παξιμάδια, ρύζι, πατάτες (όχι τηγανητές), ψάρι και κοτόπουλο (στήθος, όχι την πέτσα), κρέας άπαχο (μοσχαρίσιο, χοιρινό), ελαιόλαδο, αποβουτυρωμένα γαλακτοκομικά (γάλα, γιαούρτι), τυριά με χαμηλά λιπαρά, όσπρια (φασόλια, ρεβίθια, μπιζέλια, φακές), λαχανικά (αγκινάρες, σπαράγγια, μελιτζάνες, μπρόκολα, λάχανο, καρότα, κουνουπίδι, κολοκυθάκια, αγγούρι, λεπτά φασολάκια, μαρούλι, μανιτάρια, πιπεριές, σπανάκι, καλαμπόκι, ντομάτες και χόρτα).