Δίχως την παράσταση δικηγόρου απολογείται ενώπιον της 10ης τακτικής ανακρίτριας ο 27χρονος πατέρας της 4χρονης Άννυ ο οποίος κατηγορείται μεταξύ άλλων για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε βάρος της ανήλικης κόρης του.

Ο δικηγόρος που αρχικά είχε αναλάβει να υπερασπίσει τον κατηγορούμενο παραιτήθηκε μετά τη σειρά αντιφάσεων στις οποίες υπέπεσε κατά τη διάρκεια της εξέτασής του στην αστυνομία.

Η ανακρίτρια πριν προχωρήσει στη διαδικασία της ανάκρισης ρώτησε τον κατηγορούμενο αν θα επιθυμούσε να λάβει προθεσμία προκειμένου να διορίσει νέο δικηγόρο για την υπεράσπισή του, αλλά εκείνος ζήτησε να απολογηθεί σήμερα. Μετά την ολοκλήρωση της απολογίας του ανακρίτρια και εισαγγελέας θα αποφανθούν για την προφυλάκισή του.

Την ίδια ώρα τις κατηγορίες της έκθεσης ανηλίκου σε κίνδυνο και ψευδορκία αντιμετωπίζει η μητέρα του ανήλικου θύματος η οποία ζήτησε και έλαβε προθεσμία για να απολογηθεί την Πέμπτη.

Νωρίτερα, κατά την προσαγωγή τους στα δικαστήρια της πρώην Σχολής Ευελπίδων ο 27χρονος και η 25χρονη αποδοκιμάστηκαν από πολίτες που βρίσκονταν στον προαύλιο χώρο.

Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι γνώριζε η μητέρα της Αννυ

Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η 25χρονη μητέρα της Άννυ γνώριζε για την ανθρωποκτονία της κόρης της, σύμφωνα με επίσημες ανακοινώσεις στις οποίες προχώρησε η Αστυνομία σχετικά την υπόθεση που έχει συγκλονίσει το πανελλήνιο.

Οι Αρχές μιλούν για ένα ειδεχθές και πρωτόγνωρο τόσο για τα ελληνικά δεδομένο όσο και σε διεθνές επίπεδο έγκλημα με δράστη τον 27χρονο πατέρα της Άννυ, ο οποίος ομολόγησε την πράξη του.

Οι λεπτομέρειες της φρίκης

Σύμφωνα με τις επίσημες ανακοινώσεις της Αστυνομίας, βρέθηκε αίμα της τετράχρονης, αλλά και του 27χρονου σε διάφορα σημεία του υπόγειου διαμερίσματος επί της Μιχαήλ Βόδα, καθώς σε πολλά αντικείμενα όπως σε σεντόνια, παπλώματα, μαχαίρι κλπ.

Ο δράστης παραδέχθηκε ότι μετά το έγκλημα πούλησε την κούνια, το καρότσι και τα παιχνίδια του παιδιού για 55 ευρώ σε έναν υπήκοο Ρουμανίας, ενώ περιγράφοντας το έγκλημα είπε ότι είχε βάλει πετσέτες στα τζάμια του υπόγειου διαμερίσματος, για να μην φαίνονται οι υδρατμοί από το βράσιμο των μελών του κοριτσιού.

Το άτυχο κορίτσι έφτασε στην Ελλάδα στα τέλη Φεβρουαρίου. Μέχρι τότε ζούσε στην Βουλγαρία με τον παππού του και τη γιαγιά του.

Ο δράστης παραδέχτηκε ότι αφότου ήρθε το κορίτσι στην Ελλάδα, το κακοποιούσε χτυπώντας το και χρησιμοποιώντας κρύο νερό, για να το κάνει μπάνιο. Στα κλάμματα και τις φωνές του παιδιού κανείς από την πολυκατοικία δυστυχώς δεν αντέδρασε.

Το έγκλημα έγινε μεταξύ 8-9 Απριλίου μέσα στο υπόγειο διαμέρισμα, όπου διέμενε ο πατέρας της 4χρονης. Η σορός του άτυχου κοριτσιού «εξαφανίστηκε με ιδιαίτερα ειδεχθή τρόπο», γεγονός που όπως τόνισε η Αστυνομία «καθιστά αδύνατη την ανεύρεσή της».

Ο δράστης στην απολογία του επέμεινε ότι βρήκε το παιδί νεκρό νωρίς το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής και ότι μετά από κάποια ώρα συνειδητοποίησε τι είχε γίνει.

Αφού κατάλαβε τι είχε κάνει, άρχισε το διαμελισμό και το βράσιμο των μελών του παιδιού. Τα τελευταία κόμματια τα πέταξε την Κυριακή του Πάσχα, σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε η αστυνομία.

Μάρτυρας-κλειδί στην υπόθεση είναι φίλος του δράστη, που ζει στην Βουλγαρία, ο οποίος αποκάλυψε και τις περιγραφές της αποτρόπαιας πράξης του παιδοκτόνου στους αστυνομικούς.

Κατά την διάρκεια των επίσημων ανακοινώσεων οι Αρχές ζήτησαν από τις κάμερες να βγουν από το χώρο προκειμένου να γίνουν πιο λεπτομερείς περιγραφές του εγκλήματος.

Προσπάθειες των κατηγορουμένων να παραπλανήσουν τις αρχές αλλά και το οικείο τους περιβάλλον

«Τι ηλίθιοι που είναι οι αστυνομικοί! Μου ζητάνε να εξετάσουν τα μαχαίρια, τα μαγειρικά σκεύη και άλλα από το σπίτι μου. Τι ψάχνουν; Είναι δυνατόν να πιστεύουν ότι εγώ σκότωσα και έκανα κομμάτια το παιδί μου;» Αυτό φέρεται να εξομολογήθηκε προ ολίγων ημερών στον οικογενειακό δικηγόρο κ. Σταύρο Γεωργίου ο 27χρονος πατέρας του τετράχρονου κοριτσιού, ο οποίος, όπως ανακοίνωσε η ΕΛ.ΑΣ., ήταν ο άνθρωπος που το σκότωσε και αργότερα φέρεται πράγματι να προέβη σε φρικιαστικές ενέργειες προκειμένου να μην υπάρξουν ίχνη της αποτρόπαιας εγκληματικής πράξης του.

Σύμφωνα με καταθέσεις, ο πατέρας και πιθανόν η μητέρα του παιδιού είχαν από την πρώτη στιγμή συνεννοηθεί για να αποκρύψουν τι ακριβώς είχε συμβεί με την 4χρονη Άννυ και προχωρούσαν σε ρεσιτάλ υποκρισίας.
Όπως αναφέρεται από άτομα που βρίσκονταν κοντά στους γονείς της μικρής, ο βούλγαρος πατέρας της με εντυπωσιακή ψυχραιμία προσποιείτο ότι αγωνιούσε για την τύχη του παιδιού του, έλεγε ότι «το έσκασε, όπως και άλλη φορά, τη στιγμή που ήμουν μαστουρωμένος», ενώ παράλληλα προκαλούσε σικέ καβγάδες με τη σύζυγό του λέγοντας ότι «πρέπει να ντρέπεσαι που πιστεύεις ότι εγώ μπορεί να πούλησα το ίδιο μας το παιδί». Μόνο που είχε κάνει κάτι τρομερά χειρότερο και φρικιαστικό.
Στη Βουλγαρία μετά τον φόνο
Μετά τη δολοφονία της 4χρονης από τον πατέρα της και τις φρικιαστικές ενέργειες που ακολούθησαν, οι γονείς της Άννυς έφυγαν για τη Βουλγαρία με τον ισχυρισμό ότι «έπρεπε να ενημερώσουν πρώτα τους συγγενείς τους για την εξαφάνιση του κοριτσιού για να μην το μάθουν από την τηλεόραση».
Όταν επέστρεψαν, αρχικά η μητέρα είχε πει στους αστυνομικούς ότι «επειδή έπρεπε να πάει για κάποιες μέρες στη Βουλγαρία, άφησε τη μικρή σε μία συμπατριώτισσά της, την οποία μάλιστα γνώριζε ελάχιστα», και έδωσε στις αρχές μόνο το μικρό της όνομα που ήξερε. Όπως στη συνέχεια ισχυρίστηκε η μητέρα της 4χρονης, η συμπατριώτισσά της τής είπε, μόλις γύρισε από τη Βουλγαρία, ότι είχε πάει με τη μικρή σε ένα πάρκο στο κέντρο της Αθήνας όπου ξέφυγε από την προσοχή της και τελικά δεν κατάφερε να την εντοπίσει.
Αντιφάσεις στις καταθέσεις
Στη συνέχεια ωστόσο άλλαξε αυτό το σενάριο και είπε ότι το κορίτσι έφυγε από το σπίτι την ώρα που ήταν εκεί ο άντρας της. Όπως είχε αναφέρει, «δεν έχω τίποτα να φοβηθώ. Κανείς δεν έχει κάνει τίποτα στο παιδί. Το έκανα για να μην κατηγορήσω τον άντρα μου. Το παιδί βγήκε έξω και χάθηκε. Δεν ήταν κλειδωμένη η πόρτα. Το έχει ξανακάνει και στην πεθερά μου και στη μάνα μου».

Ο πατέρας (σεσημασμένος για ναρκωτικά) της 4χρονης εντοπίστηκε λίγες ημέρες αργότερα από τους αστυνομικούς. Αρχικά δήλωνε άγνοια για την υπόθεση. Έπεσε όμως σε αντιφάσεις και οι αστυνομικοί επέμειναν.
Τελικά ο βιολογικός πατέρας της μικρής υποστήριξε ότι «τον τελευταίο καιρό η πρώην σύντροφός του, η μητέρα της μικρής, είχε σχέσεις με κάποιον ηλικιωμένο άνδρα από τη Γερμανία ο οποίος μάλιστα της έστελνε χρήματα. Φοβήθηκα ότι θα πάρει το παιδί και θα φύγει μακριά μου στη Γερμανία».
Όμως δεν αποκάλυψε πού βρίσκεται το παιδί. Ωστόσο τις τελευταίες ημέρες και οι δύο είχαν παρουσιάσει το τελευταίο σενάριο για «ξαφνική φυγή του κοριτσιού από το σπίτι» και έκαναν διαρκώς εκκλήσεις για την ανεύρεσή του.
Μάλιστα λίγες ώρες πριν από την αποκάλυψη του αποτρόπαιου εγκλήματος η μητέρα της τετράχρονης -μπροστά σε άλλους επισκέπτες στο σπίτι της- είχε πάρει στα χέρια τον σκύλο με τον οποίο έπαιζε το κοριτσάκι, στεκόταν στο κατώφλι της πόρτας και με τάχα δραματικό τόνο έλεγε απευθυνόμενη στο τετράποδο: «Περίμενε! Είμαι σίγουρη ότι όπου να ‘ναι θα φανεί η Άννυ μας».