Σε κόκκινο πανί έχει εξελιχθεί για τους δικηγόρους ο νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας τον οποίο έχει καταθέσει προς ψήφιση στη Βουλή το υπουργείο Δικαιοσύνης, καθώς κρίνουν ότι θίγει δικαιώματα, μειώνει αμοιβές, δυσχεραίνει το έργο τους με ασφυκτικές προθεσμίες και σε κάποιες περιπτώσεις σχεδόν τους καταργεί. Οι δικηγόροι της χώρας αποδομούν σημείο προς σημείο το σχέδιο νόμου, επιτιθέμενοι στο υπουργείο για προσχηματικό διάλογο με τη νομική κοινότητα, τις προτάσεις της οποίας αγνόησε ολοκληρωτικά –όπως λένε.
Η καταλυτική επίδραση που θα έχει το νομοσχέδιο στη συναλλακτική ζωή τού προσδίδει πάντως έντονη κοινωνική φόρτιση, η οποία μετακυλίεται και στις αντιδράσεις των δικηγόρων, οι οποίοι απέχουν από τα καθήκοντά τους ως τις 3 Δεκεμβρίου (από τις 25 Νοεμβρίου και ύστερα από τριήμερη αρχικώς αποχή). Στις 2 και 3 Δεκεμβρίου αναμένεται μάλιστα να διεξαχθεί δημοψήφισμα πανελλαδικής εμβέλειας ως προς το νομοσχέδιο αλλά και τη μορφή των κινητοποιήσεων, τακτική που υιοθετείται για πρώτη φορά στα δικηγορικά χρονικά. Το δυσάρεστο για το υπουργείο είναι ότι το μέτωπο με τους δικηγόρους δεν είναι το μοναδικό: εναντίον του Κώδικα συσπειρώνονται και οι δικαστικοί, με πύρινες δηλώσεις.
Παραγκωνισμός και αμοιβές
Στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε η Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας, με επικεφαλής τον πρόεδρο του ΔΣΑ κ. Βασίλη Αλεξανδρή, οι δικηγόροι αποσυνέδεσαν τις αντιδράσεις τους από συνδικαλιστικά και συντεχνιακά συμφέροντα. Πατούν άλλωστε στο γεγονός ότι ο νέος Κώδικας συνθέτει νέο πλαίσιο, εντός του οποίου οι τράπεζες ευνοούνται αδιαμφισβήτητα σε σχέση με το παρελθόν.
Χαρακτηριστικό είναι το κομμάτι εκείνο που αφορά την αναγκαστική εκτέλεση (κατασχέσεις – πλειστηριασμοί), με ρυθμίσεις που αλλάζουν τη διανομή του πλειστηριάσματος, θέτοντας σε προνομιακή σειρά τα τραπεζικά ιδρύματα που θα παίρνουν ως το 65%, σε βάρος του Δημοσίου και των ασφαλιστικών ταμείων που θα λαμβάνουν ως το 25% –και το υπόλοιπο 10% όλοι οι άλλοι πιστωτές. Στο σημείο αυτό πλήττονται οικονομικά οι δικηγόροι, και όχι μόνον, καθώς το ποσοστό αυτό αφορά δικηγορικές αμοιβές, αμοιβές εργαζομένων, απαιτήσεις Δημοσίου για ΦΠΑ, απαιτήσεις οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης. Με συγκεκριμένη διάταξη περιορίζεται μάλιστα το προνόμιο των δικηγόρων στον πίνακα κατάταξης μόνο στις αμοιβές, στα έξοδα και στις αποζημιώσεις, εφόσον προέκυψαν μέσα στην τελευταία διετία πριν από την ημερομηνία ορισμού του πρώτου πλειστηριασμού ή κήρυξης πτώχευσης. Αδικείται με άλλα λόγια –λένε νομικοί –αυτός που ασκεί ελεύθερη δικηγορία και ευνοείται αυτός που διατηρεί μόνιμη σχέση με συγκεκριμένο εντολέα, π.χ. τράπεζα.
Την ανισότητα ανάμεσα σε τράπεζες και Δημόσιο σχολιάζει σε γραπτή παρέμβασή της η κυρία Ιωάννα Καλαντζάκου-Τσατσαρώνη, αντιπρόεδρος του ΔΣΑ: «Με τον τρόπο αυτόν όχι μόνον οι οφειλέτες θα χάνουν την περιουσία τους, χωρίς να εξοφλείται ο δημόσιος τομέας –με αποτέλεσμα να εξακολουθούν να υπόκεινται σε ποινικές διώξεις -, αλλά και οι εισπράξεις του Δημοσίου και των ασφαλιστικών ταμείων θα μειωθούν και η διαφορά θα πέσει στους ώμους του φορολογουμένου (σ.σ.: κάτι που αποτελεί θέση και του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους)».
Οι δικηγόροι διαβλέπουν παράλληλα τον κίνδυνο πλήρους παραγκωνισμού τους, καθώς υιοθετείται στην πολιτική δίκη ένα πρότυπο που στηρίζεται αποκλειστικά στα έγγραφα, χωρίς μάρτυρες, με ένορκες βεβαιώσεις και απλοποίηση της όλης διαδικασίας, η οποία μπορεί άνετα να διεξαχθεί χωρίς να παρίστανται διάδικοι ή πληρεξούσιοι δικηγόροι! Δεν υπάρχει δικηγόρος που να μην επιχειρηματολογεί ότι αυτή η «βουβή δίκη» με τις «ανελαστικές» προθεσμίες (μέσα σε 100 ημέρες καταθέτουν τις προτάσεις τους και τα δύο μέρη), σκοντάφτει στο ίδιο το Σύνταγμα.
«Προσκρούει στο άρθρο 20 του Συντάγματος, που δίδει το δικαίωμα σε κάθε πολίτη να ακούγονται οι ισχυρισμοί του» λέει ο κ. Γιάννης Βρέλλος, μέλος του προεδρείου του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιά. «Η δίκη δεν είναι Α+Β, συνιστά μια δυναμική εξίσωση, στο πλαίσιο της οποίας υπάρχει ζύμωση, αναλόγως πάντα με τους ισχυρισμούς της άλλης πλευράς, κάθε φορά που παρουσιάζει ένα επιχείρημα, ένα έγγραφο. Οταν καταργείται η αρχή της αμεσότητας, της προφορικότητας, καταργείται η ίδια η ουσία της δίκης».
Η τρόικα και το «παράθυρο»

Πηγές του υπουργείου Δικαιοσύνης θυμίζουν βεβαίως ότι πίσω από τον νέο Κώδικα βρίσκονται «οι απαιτήσεις της τρόικας, η οποία έχει συμπεριλάβει στο Μνημόνιο τη μετεξέλιξή του (σ.σ.: του Κώδικα) ως δομικό ορόσημο, βασική μεταρρύθμιση, απαιτώντας επιτάχυνση στην απονομή δικαιοσύνης και βελτίωση των διαδικασιών». Στον αντίποδα, οι δικηγόροι επισημαίνουν ότι αντί για επιτάχυνση προκύπτει «έλλειμμα δικαιοσύνης», καθώς ο Κώδικας «δεν λύνει εγγενή προβλήματα του θεσμού· πετάει υποθέσεις από το παράθυρο».
Στο σχέδιο νόμου διατηρούνται εξάλλου τα υψηλά παράβολα που επιβλήθηκαν με τη μνημονιακή αλλαγή του 2011, παρά τη σχετική πρόταση της νομικής κοινότητας για κατάργησή τους. «Κάθε φορά που ξεκινάς να ξεφύγεις από τον α’ βαθμό, να κάνεις έφεση, ανακοπή, αναίρεση, σου λένε «πλήρωνε»… Η τακτική αυτή οδηγεί σε «ακριβή Δικαιοσύνη», παρεμποδίζει στην ουσία την πρόσβαση των πολιτών στα δικαστήρια» εκτιμά δικηγόρος που θέλει να παραμείνει ανώνυμος.

Βασίλης Αλεξανδρής, πρόεδρος Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών
«Οι δίκες θα επιβραδυνθούν ακόμη περισσότερο»

«Ηεναντίωση του δικηγορικού κόσμου στις προτεινόμενες τροποποιήσεις βασικών κεφαλαίων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας δεν συνδέεται με μια κακώς εννοούμενη διεκδίκηση στενών επαγγελματικών συμφερόντων.Με αίσθημα ευθύνης,γνώμονας όλων των ενεργειών μας είναι η προάσπιση της ορθής και δίκαιης απονομής της δικαιοσύνης στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου, η διασφάλιση των δικαιωμάτων της κοινωνίας και των πολιτών που πλήττονται καίρια από τις διατάξεις του επίμαχου νομοσχεδίου.

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι σύσσωμη η νομική κοινότητα εκφράζει κοινές διαπιστώσεις.Με εμπεριστατωμένες παρατηρήσεις(καθώς και προτάσεις), που προκλητικά αγνοήθηκαν από το υπουργείο Δικαιοσύνης,καταλήγειότι το εν λόγω νομοσχέδιο είναι απρόσφορο να επιτελέσει τον φερόμενο σκοπό του, δηλαδήτην επιτάχυνση των δικών, όπως εξαγγέλλουν οι συντάκτες του.Το αντίθετο ακριβώς θα συμβεί.Οι δίκες θα επιβραδυνθούν ακόμη περισσότερο. Και όχι μόνον.Θα προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στην πράξη και εν τέλει μη πραγμάτωση του δικαίου στην κάθε ατομική περίπτωση».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ