Η κατάληψη συνιστά «μια πράξη βίας, παραβατική και, το κυριότερο, ασύμβατη με τη φυσιογνωμία ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος» τονίζει στο «Βήμα» ο προεδρεύων της Συνόδου Πρυτάνεων, πρύτανης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΟΠΑ) κ. Κωνσταντίνος Γάτσιος. Οπως αναφέρει, τα ΑΕΙ αναζητούν τρόπους να αντιμετωπίσουν τα θέματα των βίαιων συμπεριφορών στο εσωτερικό τους, να επαναπροσδιορίσουν τη θέση τους και να ενισχύσουν τα οικονομικά τους, με τον ιδιωτικό τομέα να μπορεί «να συμβάλει με ποικίλους τρόπους, όπως χρηματοδότηση εδρών, παροχή υποτροφιών, εκσυγχρονισμό εξοπλισμού κ.ά.».
Κάποιοι σχολίασαν στα περί ηλεκτρονικών ψηφοφοριών από τους φοιτητές για θέματα όπως οι καταλήψεις ότι κάτι τέτοιο οδηγεί στην απαξίωση των φοιτητικών συλλόγων. Ποια είναι η άποψή σας;
«Το πώς λειτουργούν και αποφασίζουν συνδικαλιστικοί σύλλογοι (μελών ΔΕΠ, εργαζομένων, φοιτητών) που δραστηριοποιούνται στο πανεπιστήμιο δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητες της διοίκησής του. Προσθέτω όμως ότι η οποιαδήποτε συνδικαλιστική δραστηριότητα δεν θα πρέπει να παρεμποδίζει την ακαδημαϊκή λειτουργία και την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών.
Σε αντίθεση με την απεργία, όπου αυτοβούλως κάποιος δεν προσέρχεται στην εργασία του και υπόκειται στο κόστος απώλειας αντίστοιχου μέρους του μισθού του, η κατάληψη συνιστά μια πράξη ακραία, μια πράξη βίας, μια πράξη παραβατική και, το κυριότερο, μια πράξη ασύμβατη με τη φυσιογνωμία ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος. Καμία πλειοψηφία, με όποιον τρόπο και αν αυτή έχει ληφθεί, δεν αλλάζει τον χαρακτήρα αυτής της πράξης.
Το πανεπιστήμιο οφείλει να είναι ανοιχτό στα μέλη της οργανωμένης ακαδημαϊκής του κοινότητας. Κλείσιμό του νοείται μόνο για σοβαρούς λόγους που αφορούν την προστασία των εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού του ή/και την προστασία των μελών της κοινότητάς του. Και για τα δύο αυτά θέματα επιφορτισμένες από τον νόμο είναι οι διοικήσεις του, οι οποίες ελέγχονται σχετικά. Κανείς άλλος».

Πώς όμως πρέπει να αντιμετωπίζουν πλέον οι πρυτανικές αρχές πρακτικές όπως οι εισβολές φοιτητών σε συνεδριάσεις Συγκλήτου;
«Επαναλαμβάνω ότι τέτοιες πρακτικές όχι μόνο είναι παραβατικές αλλά, κυριότερα, είναι αντιδημοκρατικές. Από την άλλη, η παρουσία και η συνεισφορά στη Σύγκλητο δημοκρατικά εκλεγμένων εκπροσώπων των φοιτητών, που καθοδηγούνται από τη φιλοδοξία βελτίωσης του πανεπιστημίου και των παρεχομένων από αυτό υπηρεσιών, είναι ιδιαίτερα χρήσιμη. Οπως χρήσιμη θα ήταν και η ύπαρξη δευτεροβάθμιας συνδικαλιστικής τους εκπροσώπησης. Αυτή είναι η πρακτική σε όλη την Ευρώπη. Είναι δυστύχημα που η εκπροσώπηση των φοιτητών σε εθνικό επίπεδο είναι εδώ και χρόνια θεσμικά νεκρή, απούσα από ευρωπαϊκούς φοιτητικούς θεσμούς και τις διεργασίες που εκεί συντελούνται».
Η Αστυνομία έχει θέση στο πανεπιστήμιο; Κάποιοι συνάδελφοί σας επαναφέρουν διαρκώς την ανάγκη θέσπισης ειδικών πανεπιστημιακών ομάδων φύλαξης.
«Η Αστυνομία δεν έχει καμία θέση στο πανεπιστήμιο, εκτός βέβαια αν διαπραχθούν ποινικά κολάσιμες πράξεις, αρμοδιότητας των εισαγγελικών και αστυνομικών αρχών. Αναφορικά τώρα με τη φύλαξη, δεν είναι μόνο ότι οι κτιριακές υποδομές των πανεπιστημίων αποτελούν δημόσια περιουσία που οφείλουμε να προστατεύουμε από κάθε απαξίωση ή καταστροφή. Πέραν αυτού, τα μέλη της οργανωμένης πανεπιστημιακής κοινότητας –καθηγητές, φοιτητές, εργαζόμενοι –δικαιούνται να εργάζονται και να σπουδάζουν σε ένα περιβάλλον εναρμονισμένο με τους σκοπούς και τον χαρακτήρα ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος: ασφαλές, καθαρό, υψηλής αισθητικής, που διαφυλάσσει την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών και την ακαδημαϊκή ελευθερία.
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται οι δράσεις φύλαξης. Επομένως, θα πρέπει με τη σειρά τους και αυτές να προσάδουν προς το ακαδημαϊκό περιβάλλον. Να το πω αλλιώς. «Φουσκωτοί» και αλεξίσφαιρα γιλέκα δεν χρειάζονται στα πανεπιστήμια. Χρειάζονται απλά άνθρωποι κατάλληλα εκπαιδευμένοι στην αποτροπή παραβατικών συμπεριφορών και πράξεων και στην προστασία της δημόσιας περιουσίας, οι οποίοι θα λειτουργούν σύμφωνα με τις εντολές των διοικήσεων των ιδρυμάτων.
Οσοι νοιάζονται για το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο και πιστεύουν στον ρόλο και στην αποστολή του συμφωνούν ότι θα πρέπει να λειτουργεί εντός ενός νομοθετημένου πλαισίου υπηρεσία φύλαξης που θα μεριμνά για την ασφάλεια των κτιριακών υποδομών και για την προστασία των μελών της κοινότητας».
Εχετε ως Σύνοδος Πρυτάνεων σχηματίσει μια ενιαία στάση για αντίστοιχα ζητήματα;
«Η Σύνοδος Πρυτάνεων επανειλημμένως έχει ζητήσει από την Πολιτεία να συμβάλει στη διαμόρφωση ενός σύγχρονου πλαισίου φύλαξης και ασφάλειας, ενταγμένου στους οργανισμούς των πανεπιστημίων, και να διαθέσει τους απαραίτητους πόρους, καθώς οι τρέχουσες επιχορηγήσεις των τακτικών προϋπολογισμών των πανεπιστημίων δεν επαρκούν προς αυτόν τον σκοπό. Η πιο πρόσφατη περίπτωση είναι αυτή του ομόφωνου ψηφίσματος που εξέδωσε τον περασμένο Απρίλιο. Δυστυχώς η αρμόδια Πολιτεία συμπεριφέρεται –στην πράξη, όχι στα λόγια –σαν να μη βλέπει το πρόβλημα».
Πώς θα αναζητήσουν χρήματα τα ΑΕΙ εκτός κρατικού προϋπολογισμού για να στηρίξουν τη λειτουργία τους;
«Οι μειώσεις στο επίπεδο των κρατικών επιχορηγήσεων στα πανεπιστήμια είναι πράγματι δραματικές, περί το 50% συγκρινόμενες με αυτές του 2009. Υπό τις συνθήκες αυτές η λειτουργία τους καθίσταται εξαιρετικά προβληματική έως αδύνατη. Η χρηματοδότηση όμως των πανεπιστημίων και της Παιδείας συνολικότερα, καθώς και της έρευνας και καινοτομίας, θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως επένδυση αναγκαία για τη στροφή της χώρας σε ένα καλύτερο αύριο, όχι ως δαπάνη. Στο ΟΠΑ εξασφαλίζεται από τα ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα. Ασφαλώς, ο ιδιωτικός τομέας μπορεί επίσης να συμβάλει με ποικίλους τρόπους, όπως χρηματοδότηση εδρών –είναι κρίμα ελληνικά ιδρύματα και επιχειρήσεις του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα να χρηματοδοτούν έδρες στο εξωτερικό και όχι στην Ελλάδα -, παροχή υποτροφιών, εκσυγχρονισμό εξοπλισμού κ.ά. Τέτοιου τύπου χρηματοδότηση υπάρχει σήμερα αλλά σε πολύ μικρό, ασήμαντο, βαθμό».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ