«Απεφασίσαμε, να ανακτήσωμεν τα πολιτικά μας δίκαια δια της δυνάμεως, του μόνου και τελευταίου μέσου προς εδραίωσιν του καταπιεζομένου λαού». Έτσι δήλωναν οι εξεγερμένοι αγωνιστές του Εικοσιένα απέναντι στην Αντιβασιλεία του Όθωνα το καλοκαίρι του 1834. Αυτοί που αγωνίστηκαν για την απελευθέρωση της πατρίδας βρέθηκαν στο περιθώριο, εκτός στρατού που συγκροτήθηκε από βαυαρούς «μισθοφόρους» (ακόμη και στελέχη του αμφισβητούσαν την ποιότητά τους καθώς τους μάζεψαν… στον δρόμο). Βρέθηκαν εκτός αξιωμάτων, εν ολίγοις εκτός όχι μόνο υλικής αλλά και ηθικής επιβράβευσης για τις προσπάθειές τους ενάντια στους Τούρκους.
Ήταν ο καιρός που ο Κολοκοτρώνης βρέθηκε στη φυλακή καταδικασμένος σε θάνατο. Ήταν η εποχή που η κεντρική εξουσία, οι τρεις αντιβασιλείς που είχαν την επιτροπεία του ανήλικου Όθωνα, επιζητούσαν έσοδα αδιαφορώντας για τους ντόπιους και πώς κατάφερναν να επιβιώσουν με τη σοδειά ή τα ζώα τους. Νομοθετούσαν αδιαφορώντας για το πού θα λογοδοτήσουν ξεσηκώνοντας λαϊκή αντίδραση. Ήταν συνάμα η ίδια εποχή που οι μηχανορραφίες στην πολιτική σκηνή έδιναν και έπαιρναν για την επιρροή των Μεγάλων Δυνάμεων…
Τότε ξέσπασε μια εξέγερση αγωνιστών την οποία ακολούθησαν οι αγρότες του νότιου άκρου της Πελοποννήσου, καθώς οι εξεγερμένοι κινήθηκαν χωριά της Ηλείας, της Αρκαδίας (κατελήφθη η Μεγαλόπολη και στόχος ήταν η κατάληψη και της Τρίπολης) και κυρίως της Μεσσηνίας.
Πώς ξέσπασε
Τον Ιούλιο του 1834 ξεσηκώθηκαν οι κάτοικοι της Τριφυλίας. Ο γηραιότερος εκ των οπλαρχηγών του ελληνικού αγώνα, ο Μητροπέτροβας δίνει το στίγμα (όπως βεβαιώνει ο συνταγματάρχης Κανέλλος Δεληγιάννης): «Να φτηνήνη το βιος, να διώξουν εν γένει τους Φαναριώτας, να δίδουν 10% στους δημητριακούς καρπούς, να καταργήσουν το φόρο των ποιμνίων όλων, να δίδουν εις μέν τας ιδιόκτητους αμπέλους 40 λεπτά το στρέμμα, εις δε τας εθνικάς 120 λεπτά, να τους δοθώσιν οι στρατιωτικοί βαθμοί, να αποδοθώσιν εις τους στρατιωτικούς όσα έχουν λαμβάνειν από εκδουλεύσεις, να μείνη ελεύθερος η υλοτομία εις έκαστον ανεμποδίστως, να θρονισθή ο βασιλιάς, να ελευθερωθούν οι στρατηγοί, να φύγουν οι Βαυαροί».
Η πρώτη οργανωμένη ένοπλη εξέγερση ενάντια στον Όθωνα και στη βασιλεία ήταν γεγονός. Όπως αναφέρεται, υπήρξε μάλιστα σχέδιο ταυτόχρονης εξέγερσης της Πελοποννήσου, της Pούμελης και των νησιών Ύδρας και Σπετσών.
Οι αρχές καθαιρούνται. Στις 31 του μηνός ο νομάρχης, ο διευθυντής της νομαρχίας και ο βασιλικός έφορος βρέθηκαν όμηροι στο Ψάρι Μεσσηνίας όπου έμειναν ως τις 11 Αυγούστου. Στην Κυπαρισσία οι εξεγερμένοι κατήργησαν όλα τα κρατικά όργανα, αντικαθιστώντας τα με μια άμεσα ανακλητή επιτροπή.
Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του συνταγματάρχη του βασιλικού στρατού Κανέλλου Δεληγιάννη:
«Επίσημη Έκθεσις
Προς την επί των Στρατιωτικών Β. Γραμματείαν
Η συνωμοσία εσχηματίσθη κατά τον Φεβρουάριον, καθόσον εξάγεται ήδη από τα λεγόμενα παρά διαφόρων συνωμοτών. Από τις 27 του μηνός τούτου ο αποστάτης Κόλιας Πλαπούτας εσύναζε στρατιώτας εις του Μπέλεση. Στις 28 εξεκίνησε ο Μήτρος, αδελφός του για του Τζάχα, χωρίον της Ολυμπίας, με ολίγους.
Την 29 του ιδίου μηνός το εσπέρας εκινήθη ο Μήτρο Πέτροβας με τους Γαρατζαίους και τινάς άλλους των πέριξ χωρίων, άπαντας προς Ανδρούσαν.
Οι λαοί της Μεσσηνίας και της Μεγαλοπόλεως υπό τους αρχηγούς των Μήτρον Πέτροβαν, Μήτρον Αναστασόπουλον, Γκρίντζαλην, Κόλιαν Πλαπούτα και τον Αναστάσιον Κουλόχεραν, ευρίσκονται ήδη κατά Μεσσηνίαν, Ανδρίτζαιναν και Λεοντάρι και φοβερίζουν να εισβάλουν και ενταύθα.
Θεωρώ αναγκαίον να με εφοδιάση η Κυβέρνησις με ισχυροτέρας, πλέον εντεταμένας διαταγάς και οδηγίας, δια να δυνηθώ να ενεργώ αμέσως και χωρίς βραδύτητα τα χρέη μου και να εμψυχώσω επομένως τους ιδικούς μου και πιστούς εις τον θρόνον, διότι τοιαύτης φύσεως διαταγαί συμβάλλουν εις παρομοίας περιπτώσεις ως μία ένοπλος δύναμις.
Τρίπολις 4 Αυγούστου 1834
Ο Συνταγματάρχης Νομοεπιθεωρητής των Β. Στρατευμάτων
Κανέλλος Δεληγιάννης»
Η αντίδραση της υπό τον Κωλέττη κυβέρνησης ήταν άμεση και κατόρθωσε να ελέγξει την κατάσταση. Φρόντισε να αποκόψει τους εξεγερμένους από εν δυνάμει συμμάχους παραχωρώντας αμνηστία στους Μανιάτες και προάγοντας Ρουμελιώτες. Απέλυσε τον λαομίσητο υπουργό Παιδείας Σχινά και κήρυξε στρατιωτικό νόμο στη Μεσσηνία και στις περιοχές που διάκεινταν φιλικά στους επαναστατημένους οπλαρχηγούς.
Ο στρατηγός Σμαλτς με 2.000 στρατιώτες απώθησε τους εξεγερμένους για συλλάβει εν συνεχεία τους πρωτεργάτες και να τους φυλακίσει.
Στο «κατά την Μεσσηνία και Καρύταιναν Έκτακτον Στρατιωτικόν Δικαστήριον» που συνεδρίασε στην Κυπαρισσία στις 15 Σεπτεμβρίου 1834 πρώτος δικάστηκε ο Γιαννάκης Γκρίντζαλης. Ανέλαβε όλη την ευθύνη και όταν ολοκληρώθηκε η διαδικασία κκαταδικάστηκε σε θάνατο. Η ποινή εκτελέστηκε δύο ώρες μετά, ενώ ο ίδιος λέγεται ότι αναφώνησε «γύρεψα τα δίκια των Ελλήνων».
Η έδρα του στρατοδικείου, του οποίοου η σύνθεση άλλαξε για να μην είναι «φιλική» προς τους κατηγορούμενους, μεταφέρθηκε στην Πύλο. Πρώτος δικάστηκε ο Μητροπέτροβας, στις 8 Οκτωβρίου. «Λυπάμαι μονάχα που τώρα στα τελευταία μου δεν κατάφερα να ξεπαστρέψω τη λούβα και την ξένη αβδέλα που έκατσε στο σβέρκο του δυστυχισμένου ραγιά και του πίνει το αίμα» είπε στην απολογία του και καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά η ποινή του μετατράπηκε από τον Όθωνα σε ισόβια δεσμά ως «υπέργηρου και ως αγωνισθέντος υπέρ πατρίδος».
Από τους υπόλοιπους που δικάστηκαν εκτελέστηκαν άλλοι δύο και οι υπόλοιποι σε βαρύτατες ποινές φυλάκισης.
Εκδήλωση στην Καλαμάτα
Με αφορμή τη συμπλήρωση 180 χρόνων της ξεχωριστής εξέγερσης η Ομάδα «Πάμε Βόλτα» διοργανώνει εκδήλωση για να καταστήσει γνωστά στους περισσότερους τα αίτια της πρώτης, μετά την Τουρκοκρατία, επανάστασης. Θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 15 Οκτωβρίου και ώρα 19.00 στα γραφεία της εφημερίδας «Ελευθερία» (Γεωργούλη 26, Καλαμάτα). Χαιρετισμό θα απευθύνει ο κοινωνιολόγος Γιαννάκης Γκρίτζαλης, απόγονος του ηγέτη της εξέγερσης.
Θα μιλήσουν οι Χρήστος Ρέππας, συγγραφέας, μέλος της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας, της Εταιρείας Ιστορικών Σπουδών επί του Νεώτερου Ελληνισμού και του Συνδέσμου Ιστορικών Συγγραφέων, Αθανάσιος Φωτόπουλος, καθηγητής Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Πατρών. Τη συζήτηση θα συντονίσει ο ιστορικός Μάριος Αθανασόπουλος.