Το 30% του τροχαίου υλικού, κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου, που χρησιμοποιείται από την ΤΡΑΙΝΟΣΕ έχει βγει… νοκ άουτ, σύμφωνα με εμπιστευτική έκθεση ανεξάρτητου εκτιμητή που βρίσκεται στα χέρια της κυβέρνησης. Ο λόγος είναι ότι ο έως πρόσφατα ενιαίος ΟΣΕ δεν είχε προχωρήσει τα προηγούμενα χρόνια στη βαριά συντήρηση των τρένων, με αποτέλεσμα σήμερα να αντιμετωπίζουν σοβαρά τεχνικά προβλήματα αλλά και να έχει μειωθεί η αξία τους.
Η ΕΕΣΣΤΥ βγαίνει κερδισμένη
Η ΕΕΣΣΤΥ βγαίνει κερδισμένη από αυτή την διαδικασία, καθώς τεκμηριώνεται η ανάγκη της ανάταξης του τροχαίου υλικού, που φαίνεται ότι θα αποτελέσει και προϋπόθεση για την υπογραφή της 10ετούς σύμβασης συντήρησης των τρένων, με αντισυμβαλλόμενο το δημόσιο, προκειμένου να τηρηθούν οι διεθνείς προδιαγραφές.
Παράλληλα, ένα άλλο ζήτημα της ιδιωτικοποίησης της ΕΕΣΣΤΥ συνδέεται με τα ακίνητα (μηχανεργοστάσια, αμαξοστάσια κτλ.) που μισθώνει η εταιρία από την ΓΑΙΑΟΣΕ, φαίνεται να επιλύεται.
Παρόλο που έχει προβλεφθεί η χρήση εννέα ακινήτων συνολικά για τον αγοραστή της εταιρίας, θα δοθεί η δυνατότητα χρήσης των εγκαταστάσεων που θα προβλέπει το επιχειρηματικό τους σχέδιο.
Πάντως, εκτιμάται θα χρειαστούν επενδύσεις μεταξύ 20-30 εκατ. ευρώ στις σιδηροδρομικές εγκαταστάσεις, προκειμένου να καταστεί ικανή η αποτελεσματική λειτουργία για τουλάχιστον μία δεκαετία. Βέβαια, παρόλο που με νομοθετική ρύθμιση νομιμοποιήθηκαν πολεοδομικές παραβάσεις των εγκαταστάσεων, οι οποίες ανήκουν στην ΓΑΙΑΟΣΕ, εν τούτοις η ισχύς των συγκεκριμένων διατάξεων θα είναι τριετής. Δηλαδή, το 2017 οι αγοραστές της εταιρίας θα αντιμετωπίσουν πρόβλημα.
Πρόβλημα η συντήρηση του δικτύου
Εκεί που τα πράγματα είναι πιο δύσκολα είναι στη συντήρηση του σιδηροδρομικού δικτύου, το οποίο από το 2010, όταν και η συγκεκριμένη αρμοδιότητα μεταβιβάστηκε στον ΟΣΕ, έχει υποστεί διαρκείς βανδαλισμούς, με τεράστιο κόστος για το δημόσιο.
Ήδη, η ΕΡΓΟΣΕ εκτελεί δύο εργολαβίες ανάταξης για την ηλεκτροκίνηση στο τμήμα Αχαρνές – Τιθορέα, (προϋπολογισμού 22 εκατ. ευρώ) και για τα συστήματα Σηματοδότησης – Τηλεδιοίκησης στον άξονα Αθήνα – Θεσσαλονίκη – Προμαχώνας (50 εκατ. ευρώ), αντίστοιχα.
Το υπουργείο Υποδομών φαίνεται ότι κατέληξε τελικά σε μία λύση για την συντήρηση του δικτύου, που προϋποθέτει την εξασφάλιση ποσού μεταξύ 150-170 εκατ. ευρώ για την προσεχή πενταετία και θα προχωρήσει με την μορφή του δημόσιου έργου.
Έτσι, εγκαταλείπεται κι επισήμως το παλαιότερο σχέδιο Σύμπραξης Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), το οποίο σχεδιάστηκε για επτά έτη, με περισσότερες υπηρεσίες και μάλλον αρκετά υψηλότερο κόστος, που έφτανε συνολικά στα 700 εκατ. ευρώ.
Ειδικότερα, προωθείται η αξιοποίηση των χρημάτων από την επιστροφή ΦΠΑ της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, τα οποία θα δοθούν στον ΟΣΕ για τις ανάγκες χρηματοδότησης της συντήρησης του δικτύου.
Το δημόσιο δεν έχει αποδώσει στην εταιρία ΦΠΑ από το 2005, με αποτέλεσμα να συσσωρευτεί ποσόν άνω των 110 εκατ. ευρώ. Τα χρήματα αυτά θα αποδοθούν στην ΤΡΑΙΝΟΣΕ, η οποία θα τα μεταβιβάσει στον ΟΣΕ, προς αποπληρωμή των οφειλών, ύψους 800 εκατ. ευρώ, που έχει προς τον όμιλο.
Ωστόσο, λείπει ποσόν ύψους 60-70 εκατ. ευρώ για την ολοκλήρωση της χρηματοδότησης. Πληροφορίες θέλουν το κενό να καλύπτεται μέσα από το χρηματοδοτικό εργαλείο Connecting Europe Facility (CEF), τουλάχιστον για διασυνοριακές διελεύσεις και τμήματα των διευρωπαϊκών δικτύων.
Στο μεταξύ, υπήρξε και η πρόταση για «κούρεμα» του συγκεκριμένου χρέους, με το επιχείρημα ότι ίσχυσε με τα χρέη του ΟΣΕ στο PSI το ίδιο θα μπορούσε να γίνει και με τις οφειλές την ΤΡΑΙΝΟΣΕ προς τον πρώτο.
Και αυτό διότι έως το 2010 ο ΟΣΕ χρέωνε την εταιρία με διπλάσιες τιμές από ότι σήμερα για τέλη χρήσης υποδομής, συντήρηση και ενοικίαση τροχαίου υλικού, ενώ το δημόσιο δεν έδινε στην ΤΡΑΙΝΟΣΕ χρήματα για τις Υποχρεώσεις Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος (ΥΓΟΣ), δηλαδή τις «άγονες γραμμές». Αυτοί ήταν και οι παράγοντες που οδήγησαν στην δημιουργία του χρέους των 800 εκατ. ευρώ.
Η πρόταση απερρίφθη από το υπουργείο Υποδομών, καθώς θα επρόκειτο για μονομερή κίνηση σε μία υπόθεση ο φάκελος της οποίας εκκρεμεί ακόμη στην Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ε.Ε.
Πάντως, όπως όλοι οι εμπλεκόμενοι παραδέχονται, εάν η ιδιωτικοποίηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ δεν προχωρήσει, το ενδεχόμενο επιπλοκής της υπόθεσης των κρατικών ενισχύσεων στις Βρυξέλλες θα είναι ιδιαίτερα πιθανόν, με ότι αυτό συνεπάγεται για την εταιρία.