«Η Ευρώπη καλείται να αντιμετωπίσει την πρόκληση του μέλλοντος από την γήρανση του πληθυσμού της, τη μικρότερη αύξησή του σε σχέση με διεθνείς ανταγωνιστές (πχ. Κίνα, Καναδάς, ΗΠΑ, κ.λπ.), σε συνδυασμό με αυξημένες και αυξανόμενες ανάγκες για αποφοίτους Ανώτατης Εκπαίδευσης όλων των βαθμίδων, στο πλαίσιο διατήρησης της ανταγωνιστικότητάς της μέσα στο σύγχρονο διαρκώς μεταβαλλόμενο και εξελισσόμενο περιβάλλον, κυρίως λόγω της προόδου της τεχνολογίας».

Αυτό το δύσκολο μονοπάτι, για την Ελλάδα είναι ακόμη δυσκολότερο, καθώς τα δεδομένα που για άλλες χώρες μπορούν να είναι μια πρόκληση, «σ’ εμάς φτάνουν εν μέσω δεινής οικονομικής συγκυρίας».

Τα παραπάνω αναφέρονται, μεταξύ άλλων, στην ογκωδέστατη έκθεση των 700 σελίδων που παρουσιάζεται σήμερα ενώπιον των βουλευτών του Κοινοβουλίου, από την ηγεσία της Αρχής για την Διασφάλιση της Ποιότητας στα ΑΕΙ (ΑΔΙΠ).

Την έκθεση παρουσιάζει κατ’ αποκλειστικότητα το «Βήμα» λίγες ώρες πριν τη συζήτηση της στην Βουλή και περιλαμβάνει το πρώτα συμπεράσματα της διαδικασίας συνολικής αξιολόγησης όλων των Ιδρυμάτων της χώρας που γίνεται για πρώτη φορά στη χώρα, και ξεκίνησε το πρώτο εξάμηνο του 2014, μετά την ολοκλήρωση του έργου εξωτερικής αξιολόγησης των ακαδημαϊκών μονάδων.
Όλα αυτά, ενώ για πρώτη φορά στη χώρα ξεκινάει επίσης η Πιστοποίηση των Προγραμμάτων Σπουδών των Πανεπιστημίων της χώρας που θα γίνει κατ’αρχάς για τα μη εξωτερικά αξιολογηθέντα Τμήματα. Η διαδικασία αυτή εκτιμάται ότι θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέχρι το β΄ εξάμηνο του 2015 και είναι σαφές ότι δίνει στον πρόεδρο της ΑΔΙΠ χαρακτήρα «τσάρου» της ανώτατης εκπαίδευσης της χώρας, καθώς η Αρχή θα είναι η αρμόδια στο μέλλον για τις …άδειες λειτουργίας και πιστοποίησης νέων προγραμμάτων σπουδών στα ανώτατα Ιδρύματα της χώρας.
Η διαδικασία ακαδημαϊκής πιστοποίησης αφορά τα προγράμματα σπουδών και των τριών κύκλων (προπτυχιακά, μεταπτυχιακά, διδακτορικά) και συνδέεται άμεσα με το Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων (Ε.Π.Π.) μέσω των περιγραφικών δεικτών που αυτό θέτει για τα επίπεδα 6, 7 και 8. Πάντως θεωρείται ότι τα προγράμματα σπουδών που παρέχονται από τα τμήματα των ΑΕΙ κατά τη δημοσίευση του Ν.4009/11 θεωρούνται αυτοδίκαια ως πιστοποιημένα, ενώ αυτά που εκπονούνται μετά την ψήφιση του Ν.4009/11 πρέπει να πιστοποιηθούν άμεσα με την ολοκλήρωση των διαδικασιών αξιολόγησης των τμημάτων με βάση το προηγούμενο νομοθετικό πλαίσιο (Ν.3374/2005).

Αναγκαίος ο εκσυγχρονισμός των Ιδρυμάτων
Στην έκθεση για το 2013-14 της ΑΔΙΠ, τα ελληνικά πανεπιστήμια «περνούν» με θετικό σχολιασμό τις …εξετάσεις, αν και για μια ακόμη φορά σχολιάζονται οι επικαλύψεις ύλης και ο υπερβολικός αριθμός μαθημάτων στα προγράμματα σπουδών τους, που κάνουν επιτακτικό τον άμεσο εκσυγχρονισμό τους.
Στην έκθεση της ΑΔΙΠ αναφέρεται ότι όπως αναλύεται στο Δίκτυο Eurydice για την εκπαίδευση (2013), «ως αποτέλεσμα της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης, σε πολλές χώρες (και στην Ελλάδα) που αναζητούν τρόπους για να μειώσουν τα ελλείμματα του προϋπολογισμού και να βελτιώσουν τη διαχείριση του δημόσιου χρέους τους, χωρίς ταυτόχρονα να κινδυνεύσουν τα θεμέλια της βιώσιμης ανάπτυξης, ο τομέας της εκπαίδευσης έχει υποστεί μειώσεις λόγω των μέτρων της λιτότητας. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές σε χώρες όπως η Ελλάδα όπου οι απαιτήσεις για βραχυπρόθεσμη δημοσιονομική εξυγίανση είναι άμεσα εφαρμόσιμες».
Στα συμπεράσματα των αξιολογητών αναφέρεται συγκεκριμένα:
Πρόγραμμα Σπουδών: Οι Εκθέσεις Εξωτερικής Αξιολόγησης είναι γενικά θετικές αναδεικνύοντας υψηλό επίπεδο των Προγραμμάτων Σπουδών που προσφέρονται στη χώρα όσον αφορά τα ακόλουθα χαρακτηριστικά του Προγράμματος Σπουδών: Tη Δομή και την Oργάνωση των Προγραμμάτων Σπουδών, τόσο ως προς τη διάρθρωση (π.χ. αλληλουχία μαθημάτων, σύστημα μαθημάτων, ECTS) όσο και ως προς το περιεχόμενο, την ύπαρξη σύγχρονων προγραμμάτων σπουδών και διαδικασιών επικαιροποίησής τους, το επίπεδο των Πτυχιακών εργασιών που εκπονούνται στο πλαίσιο των προγραμμάτων σπουδών βάσει του χρόνου εκπόνησής τους, της ποιότητας επίβλεψης και της ύπαρξης ορθολογικών κριτηρίων αξιολόγησής τους, το επίπεδο της Πρακτικής Άσκησης που πραγματοποιείται στο πλαίσιο των προγραμμάτων σπουδών, βάσει αξιολόγησης των φορέων, όπου εκπονείται, της επίβλεψης και της ύπαρξης ορθολογικών κριτηρίων αξιολόγησης.
Πάνω σ αυτό, η Α.ΔΙ.Π. εκτιμά ότι η Πρακτική Ασκηση θα πρέπει να συνεχίσει να χρηματοδοτείται μέσω των πόρων του ΕΣΠΑ (κοινοτικά κονδύλια) 2014-2020 του υπουργείου Παιδείας κατ’ αναλογίαν και της δράσης χρηματοδότησής της από το ΕΣΠΑ 2007-2013.
–Θετική αλλά χαμηλότερη των προηγούμενων χαρακτηριστικών είναι η επίδοση, που αφορά την μη ύπαρξη επικαλύψεων ύλης και τον υπερβολικό αριθμό μαθημάτων στα προγράμματα σπουδών. Κάτι τέτοιο αναφέρεται στην έκθεση, μπορεί να γίνει και μέσω της πιστοποίησης των προγραμμάτων σπουδών.
Υψηλότερο ποσοστών φοιτητών στην Ελλάδα
Η έκθεση της ΑΔΙΠ επισημαίνει ότι από τα κράτη-μέλη με το υψηλότερο ποσοστό φοιτητικού πληθυσμού ως προς το συνολικό μαθητικό/φοιτητικό πληθυσμό τους, η Ελλάδα κατέχει την 1η θέση (29,4%).
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, βάσει του Eurydice(2011) της EC, η δημογραφική μείωση στην ομάδα πληθυσμού ηλικίας 18-34 ετών από το 2010 έως το 2025, θα επηρεάσει σημαντικά χώρες στην Κεντρική, Ανατολική και Νότια Ευρώπη. Κατά μέσο όρο, η μείωση θα φθάσει περίπου σε ποσοστό 20% στις συγκεκριμένες χώρες. Για τη χώρα μας, τα προβλεπόμενα ποσοστά μείωσης κατά τα έτη 2015, 2020 και 2025 είναι 8,5%, 16% και 17,3% αντίστοιχα. Όπως σημειώνεται στο Eurydice (2011), η μείωση των επιπέδων παρακολούθησης σπουδών Ανώτατης Εκπαίδευσης σε διεθνές επίπεδο (τα αντίστοιχα στοιχεία δείχνουν ότι ο αριθμός αποφοίτων ΑΕΙ των ΗΠΑ, Καναδά, Ιαπωνίας, Κορέας και Αυστραλίας υπερτερεί εκείνου της Ευρώπης) μπορεί να είναι ανασταλτικός παράγοντας της ανταγωνιστικότητας, καθώς μειώνει τη δυνατότητα της Ευρώπης να δημιουργεί «έξυπνη ανάπτυξη» (smart growth).
Σύμφωνα έκθεση, το 35% των θέσεων στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας το 2020 θα απαιτεί κατοχή πτυχίου ανώτατης εκπαίδευσης (σε σχέση με το 26% που ήταν το 2010).
Στα πλαίσια της στρατηγικής για την Ευρώπη για το 2020, ο στόχος που έχει τεθεί είναι το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 30-34 ετών που θα έχουν ολοκληρώσει την ανώτατη εκπαίδευση να φθάσει τουλάχιστον στο 40%. Μεταξύ των χωρών της ΕΕ-27, το Βέλγιο, η Δανία, η Εσθονία, η Φινλανδία, η Γαλλία, η Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο, οι Κάτω Χώρες, η Ισπανία, η Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο πληρούν ή υπερβαίνουν το όριο του 40% που έθεσε η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι απόψεις των πανεπιστημιακών
Την περίοδο 2013-14 αξιολογήθηκαν 214 Τμήματα ΑΕΙ.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, από τα αξιολογηθέντα Τμήματα με συντριπτική πλειοψηφία 88,46% οι εκπρόσωποι τους εκτίμησαν ότι καλύφθηκαν πλήρως τα θέματα που αφορούν τη διαδικασία λειτουργίας τους από τις Επιτροπές Εξωτερικής Αξιολόγησης (ΕΕΑ). Στις περιπτώσεις αρνητικής απάντησης, ο σχολιασμός που σημειώθηκε συχνότερα στο πεδίο των παρατηρήσεων ως αιτιολογία ήταν «ο ανεπαρκής χρόνος επίσκεψης».
Το 44% των Τμημάτων που απάντησαν στην ερώτηση αξιολόγησαν τα συμπεράσματα των Εκθέσεων Εξωτερικής Αξιολόγησης (ΕΕΑ) ως πολύ χρήσιμα για τη βελτίωση, εξέλιξη και μελλοντική πορεία τους.
Το 37% των Τμημάτων έδωσαν το χαρακτηρισμό «αρκετά χρήσιμα», κυρίως διότι θεωρούν ότι τα συμπεράσματα της ΕΕΑ είναι αξιοποιήσιμα στο βαθμό που το Τμήμα θα μπορέσει να ανταποκριθεί, πλην των περιπτώσεων όπου οι προτάσεις των αξιολογητών σχετίζονται με εξωγενείς παράγοντες, όπως για παράδειγμα η έλλειψη διαθεσίμων πόρων ή ο μεγάλος αριθμός εισακτέων.
Τέλος, το 19% των Τμημάτων που απάντησε στο ερώτημα θεωρεί τα συμπεράσματα μη ρεαλιστικά και ανεπαρκή αποδίδοντας το γεγονός στη μη εξοικείωση των προερχόμενων από το εξωτερικό αξιολογητών με το θεσμικό πλαίσιο της Ελλάδας. Πιο συγκεκριμένα, θεωρούν ότι υπάρχει διαφορά ακαδημαϊκής κουλτούρας μεταξύ των εξωτερικών αξιολογητών και των ελληνικών ΑΕΙ.