Απίθανες δικαιολογίες βρίσκουν επιτήδειοι σε υποθέσεις που έρχονται διαρκώς στην επικαιρότητα έχοντας ως θύματα ηλικιωμένους. Πλέον πρόσφατο, στην Κομοτηνή, όπου δύο άγνωστοι προσποιούμενοι την εκπροσώπηση του γιου της σε υπόθεση θανατηφόρου τροχαίου κατάφεραν να αποσπάσουν 10.000 ευρώ από την 85χρονη προκειμένου να προβούν στις απαραίτητες ενέργειες για την αποφυλάκιση του παιδιού της. Και δεν είναι το μόνο περιστατικό, καθώς σε πολλές γειτονιές μιλούν για πολλές απόπειρες εξαπάτησης με διάφορα τεχνάσματα.
Η «απάτη με το εγγόνι»


Οπως προκύπτει όμως από στοιχεία, το φαινόμενο αυτό εμφανίζεται και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με πρόσφατη ανακοίνωση της Europol, τις πρώτες πρωινές ώρες της 21ης Ιουλίου εκτελέστηκαν 32 εντάλματα σύλληψης σε Ιταλία, Πολωνία και Ελβετία για υπόπτους που εμπλέκονται σε περισσότερες από 250 υποθέσεις με απάτες σε βάρος ηλικιωμένων (το λεγόμενο «κόλπο με το εγγόνι») και για πάνω από 20 διαρρήξεις σπιτιών.
Στην επιχείρηση συμμετείχαν 150 αστυνομικοί στην Ιταλία και πάνω από 100 στην Πολωνία μαζί με ελικόπτερα και ειδικά εκπαιδευμένες ομάδες. Δώδεκα από τους υπόπτους συνελήφθησαν (πέντε στην Ιταλία, έξι στην Πολωνία και ένας στην Ελβετία), ενώ οι υπόλοιποι παραμένουν ασύλληπτοι.
Οπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της Europol, «το κόλπο με το εγγόνι» είναι η ονομασία που έχει δοθεί σε μια σειρά υποθέσεων όπου οι δράστες εξαπατούν ηλικιωμένους. Σχετικά με τη μεθοδολογία τους σημειώνεται ότι επιλέγουν άτομα μεγάλης ηλικίας και έρχονται σε επαφή μέσω τηλεφώνου. Ανάλογα με τις πρώτες λέξεις της συνομιλίας ο δράστης αποφασίζει ποιον θα προσποιηθεί, εγγόνι ή ανιψιό συνήθως, που βρίσκεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Στόχος να αποσπάσουν χρήματα από τα θύματά τους.
Οι ηλικιωμένοι, σύμφωνα με τη Εuropol, μπαίνουν στο «στόχαστρο» επειδή συνήθως έχουν «κομπόδεμα», δικό τους σπίτι ή έχουν χρήματα σε τραπεζικό λογαριασμό και τους προσεγγίζουν με ευγένεια και με φράσεις που θα κερδίσουν την εμπιστοσύνη τους γνωρίζοντας ότι είναι δύσκολο ή αδύνατο για τα άτομα αυτά να πουν «όχι» ή απλά να κλείσουν το τηλέφωνο.
Κατά τη διάρκεια των ετών, όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση, στα κράτη-μέλη που πλήττονται από εγκλήματα σε βάρος ηλικιωμένων έχει διαπιστωθεί η δράση εγκληματικών ομάδων και, παρότι οι ευρωπαϊκές διωκτικές αρχές έχουν πετύχει την εξάρθρωση τέτοιων κυκλωμάτων, εν τούτοις ο αριθμός των υποθέσεων που καταγράφονται είναι σημαντικός προκαλώντας «οικονομική ζημιά» σε κάποια από τα πιο ευάλωτα μέλη της κοινωνίας.
Ενα άλλο χαρακτηριστικό γεγονός που έχει προκύψει από τις έρευνες είναι ότι, ενώ η τοπική αστυνομία επιχειρεί να εξιχνιάσει μια υπόθεση, τα μέλη του ίδιου κυκλώματος είναι ήδη «ενεργά» σε μια εντελώς διαφορετική περιοχή ή χώρα. Βασική παράμετρος επίσης, σύμφωνα με τη Εuropol, είναι ότι σημαντικός αριθμός των εγκλημάτων σε βάρος ηλικιωμένων δεν καταγγέλλεται στην Αστυνομία, με αποτέλεσμα ο αριθμός των υποθέσεων να μην αντικατοπτρίζει τη συνολική εικόνα και το πραγματικό μέγεθος του προβλήματος. Για το θέμα αυτό σημειώνεται πως υπάρχουν διάφορες αιτίες που δεν αναφέρονται οι απάτες. Μία από αυτές είναι ότι ορισμένα θύματα δεν γνωρίζουν πως έχουν πέσει θύμα απάτης, άλλοι ηλικιωμένοι αισθάνονται αμηχανία και δεν θέλουν συγγενικά ή φιλικά τους πρόσωπα να μάθουν γι’ αυτό κ.τ.λ.
Πώς δρουν στην Ελλάδα


Οπως αναφέρουν στελέχη της ΕΛ.ΑΣ., οι δράστες χρησιμοποιούν συγκεκριμένη μεθοδολογία στην απάτη με τη μέθοδο προσέγγισης εκ μέρους συγγενικού προσώπου (κυρίως σε βάρος ηλικιωμένων ατόμων). Ειδικότερα επιλέγουν κυρίως ηλικιωμένους ανθρώπους, για τους οποίους πληροφορούνται με οποιονδήποτε τρόπο τα στοιχεία ταυτότητας τόσο των ιδίων όσο και προσφιλών συγγενικών τους προσώπων, συνήθως των παιδιών ή των εγγονιών τους. Στη συνέχεια τους προσεγγίζουν «δήθεν» ως απεσταλμένοι των συγγενών τους και με το πρόσχημα άμεσης και επείγουσας ανάγκης χρημάτων επιδιώκουν να τους αποσπάσουν μεγάλα χρηματικά ποσά. Η προσέγγιση συνήθως γίνεται κατά την έξοδο ή λίγο πριν από την είσοδο στην κατοικία τους, έξω από τράπεζες ή εμπορικά καταστήματα κ.τ.λ.
Σημειώνουν πως «οι τεχνικές που χρησιμοποιούν οι δράστες για να πείσουν τους ηλικιωμένους να τους δώσουν τα χρήματα για λογαριασμό των οικείων τους είναι ο αιφνιδιασμός και η παρουσίαση μιας αληθοφανούς οικονομικής ανάγκης που πρέπει να ικανοποιηθεί χωρίς αναβολή. Με τον τρόπο αυτόν αλλά και με την αναφορά σε συγγενικά πρόσωπα με ιδιαίτερη οικειότητα επιδιώκουν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη και να μην αφήσουν περιθώρια δεύτερης σκέψης. Σε αρκετές περιπτώσεις οι δράστες για να ισχυροποιήσουν τα επιχειρήματά τους προσποιούνται πως τηλεφωνούν στα οικεία πρόσωπα για να επιβεβαιώσουν την οικονομική ανάγκη, πλην όμως οι ηλικιωμένοι μέσα στην αναστάτωσή τους δεν αντιλαμβάνονται ότι συνομιλούν με συνεργούς των δραστών και όχι με τους συγγενείς τους».
Σχετικά με τους λόγους που επικαλούνται οι δράστες για να αποσπάσουν χρήματα είναι συνήθως η εξόφληση ενός χρέους, η πληρωμή ασφαλιστηρίων συμβολαίων, η αγορά ηλεκτρικών συσκευών, ανταλλακτικών αυτοκινήτων κ.τ.λ. για λογαριασμό «δήθεν» συγγενικών προσώπων.
Αναφορικά με τα χρηματικά ποσά που ζητούν οι δράστες αυτά κυμαίνονται από μερικές εκατοντάδες ως αρκετές χιλιάδες ευρώ, «ποσά τα οποία μεταβάλλονται και προσαρμόζονται ανάλογα με τη δεκτικότητα και ευπιστία των ηλικιωμένων» επισημαίνουν οι αστυνομικοί και προσθέτουν ότι «ενδεικτικά αναφέρεται πως στο παρελθόν δράστες έχουν μεταφέρει με αυτοκίνητο ηλικιωμένους ακόμη και σε τράπεζες προκειμένου να αναλάβουν μεγάλα χρηματικά ποσά και να τους τα παραδώσουν».
Μία ακόμη συνήθης απάτη είναι με τη μέθοδο νοσηλείας συγγενικού προσώπου. Οι δράστες επιλέγουν συνήθως ηλικιωμένους και πληροφορούνται με οποιονδήποτε τρόπο τα στοιχεία ταυτότητας τόσο των ιδίων όσο και προσφιλών συγγενικών τους προσώπων, συνήθως των παιδιών τους. Ακολούθως επικοινωνούν τηλεφωνικώς μαζί τους κυρίως τις νυχτερινές ώρες (συνήθως μετά τα μεσάνυχτα) και, εκμεταλλευόμενοι την αναστάτωση που προκαλείται, τους αναγγέλλουν ότι ένας στενός συγγενής τους (π.χ., γιος, κόρη, γαμπρός ή νύφη) εισήχθη εσπευσμένα σε κάποιο νοσοκομείο λόγω τροχαίου ατυχήματος ή κάποιου άλλου έκτακτου λόγου και απαιτούν χρήματα για να γίνει άμεσα κάποια ιατρική πράξη, συνήθως χειρουργική επέμβαση.
Στη συνέχεια οι δράστες ζητούν από τους ηλικιωμένους να μεταβούν αμέσως σε συγκεκριμένο σημείο (που νωρίτερα οι ίδιοι έχουν επιλέξει ως κατάλληλο, συνήθως κοντά στο σπίτι τους), όπου τους «αναμένει» άνθρωπος του νοσοκομείου, π.χ. ένας νοσηλευτής ή υπάλληλος του ΕΚΑΒ, για να παραλάβει τα χρήματα και να τα παραδώσει το ταχύτερο δυνατόν στους γιατρούς.
Επίσης οι ηλικιωμένοι χρησιμοποιούν συνήθως την ίδια τηλεφωνική συσκευή στην οποία δέχθηκαν την κλήση για να καλέσουν στο κινητό τηλέφωνο το συγγενικό τους πρόσωπο που «δήθεν» νοσηλεύεται σε κρίσιμη κατάσταση. Μέσα στη σύγχυσή τους όμως δεν αντιλαμβάνονται ότι η «γραμμή» είναι ακόμη ανοιχτή με τους δράστες, οι οποίοι δεν τερμάτισαν την προηγούμενη κλήση. Οι δράστες προσποιούνται ότι απαντούν στην κλήση των θυμάτων και «επιβεβαιώνουν» την άσχημη είδηση παριστάνοντας π.χ. κάποιον τραυματιοφορέα που κρατάει το κινητό του νοσηλευομένου.
Συμβουλές προς ηλικιωμένους


Στην ιστοσελίδα της ΕΛ.ΑΣ. (http://www.astynomia.gr/index.php?option=ozo_content&perform=view&id=132&Itemid=125&lang=) υπάρχουν συμβουλές για ηλικιωμένους, ανάμεσα στις οποίες είναι να «μην πείθεστε εύκολα από άγνωστα άτομα που σας πλησιάζουν είτε με το πρόσχημα ευκαιριακών αγορών είτε ως γνωστοί συγγενών σας, προφασιζόμενοι την εξόφληση χρέους, ασφαλιστηρίων συμβολαίων, ηλεκτρικών συσκευών, ανταλλακτικών αυτοκινήτων κ.λ.π., για λογαριασμό των συγγενικών σας προσώπων».
Επίσης «σε περιπτώσεις που άγνωστοι επικαλούνται έκτακτη ανάγκη γνωστού -συγγενικού σας προσώπου, να επιδιώκετε πάντα οι ίδιοι να επικοινωνείτε τηλεφωνικά με το γνωστό-συγγενικό σας πρόσωπο, προς επιβεβαίωση των όσων επικαλούνται. Η επικοινωνία να γίνεται με δικό σας τηλέφωνο και κατόπιν δικής σας πρωτοβουλίας και να μη δέχεστε να μιλάτε με άτομο το οποίο κάλεσαν οι άγνωστοι. Σε κάθε περίπτωση, να δηλώνετε ότι δεν πρόκειται να παραδώσετε χρήματα αν δεν εμφανιστούν οι γνωστοί-συγγενείς σας».

HeliosPlus