Επτά χρόνια μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου της Siemens και των αποκαλύψεων για δωροδοκίες και μίζες, οι οποίες δηλητηρίασαν την πολιτική ζωή της Ελλάδας, πέντε χρόνια μετά τη φυγή των επικεφαλής της Siemens Χρ. Καραβέλα και Μ. Χριστοφράκου και δύο χρόνια μετά την ψήφιση από τη Βουλή της εξωδικαστικής συμφωνίας συμβιβασμού μεταξύ της εταιρείας και του Δημοσίου, η γερμανική πολυεθνική έρχεται να προκαλέσει ανοιχτά την Ελληνική Δημοκρατία.
Οπως αποκαλύπτει «Το Βήμα της Κυριακής», η Siemens πρότεινε αντί επένδυσης ύψους 60 εκατ. ευρώ για τη δημιουργία βιομηχανικής μονάδας που θα απασχολήσει πάνω από 700 εργαζομένους, όπως προβλέπεται από την εξωδικαστική σύμβαση, το στήσιμο ενός κέντρου κατάρτισης στο βιομηχανικό λογισμικό της, παραβιάζοντας το πνεύμα της συμφωνίας. Μάλιστα στο κόστος της επένδυσης, ύψους 100 εκατ. ευρώ, εντάσσει την αξία του λογισμικού της Siemens –και τρίτων εταιρειών –που θα χρησιμοποιηθεί στο πρόγραμμα, εκτιμώντας το κόστος του σε 57 εκατ. ευρώ.
Η συγκεκριμένη εξέλιξη έχει προκαλέσει αντιδράσεις στο εσωτερικό της κυβέρνησης, όπου πληθαίνουν οι φωνές για ακύρωση της εξωδικαστικής σύμβασης, αποκλεισμό της Siemens από τις κρατικές προμήθειες και το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και καταγγελία της εταιρείας στη Δικαιοσύνη, η οποία ούτως ή άλλως ασχολείται με τρεις μεγάλες υποθέσεις του γερμανικού ομίλου στην Ελλάδα.
Είχε προηγηθεί διετής κωλυσιεργία από πλευράς των Γερμανών, καθώς από το καλοκαίρι του 2012, όταν και πέρασε από τη Βουλή η εξωδικαστική συμφωνία, ως και σήμερα η εταιρεία, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, «πουλάει καθρεφτάκια στους ιθαγενείς», καθώς αρνείται να εφαρμόσει τις πρόνοιες της συμφωνίας, φέρνοντας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων αντί για εργοστάσιο, όπως είχε δεσμευθεί, μια πρόταση για «ΙΕΚ» βιομηχανικού λογισμικού.
Το αποτέλεσμα είναι να μην έχει υπάρξει καμία πρόοδος των εργασιών στην αρμόδια επιτροπή, η οποία σταμάτησε να συνεδριάζει, διότι η επενδυτική πρόταση της Siemens είναι παντελώς άσχετη με τις συμβατικές υποχρεώσεις που έχει αναλάβει. Μάλιστα, κυβερνητικά στελέχη μιλούν για αναξιοπιστία και αφερεγγυότητα των Γερμανών έναντι του Δημοσίου, αλλά και για πρόκληση στο δημόσιο αίσθημα.
Τι λέει η συμφωνία
Κατά την εξωδικαστική συμφωνία του 2012 η Siemens ανέλαβε μεταξύ άλλων «να εξετάσει την πραγματοποίηση επενδύσεων διαφόρων τύπων και μορφών στην Ελληνική Δημοκρατία». Ανέφερε επίσης ότι «μια τέτοια επένδυση, η οποία εξετάζεται, περιλαμβάνει την κατασκευή ενός νέου εργοστασίου παραγωγής στην Ελλάδα για ένα έργο άνω των 60 εκατ. ευρώ που θα οδηγήσει στην απασχόληση άνω των 700 ατόμων».
Το αντάλλαγμα ήταν σημαντικό, καθώς το Δημόσιο παραιτήθηκε «από κάθε αστική και διοικητική (περιλαμβανομένων εκείνων από ξέπλυμα χρήματος ή παραβάσεως της νομοθεσίας περί Ανταγωνισμού) αξίωση και πρόστιμο κατά της Siemens». Μάλιστα, η Ελλάδα ανέλαβε, «εφόσον χρειαστεί», να «καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια παροχής υπεράσπισης και εν γένει αρωγής προς τη Siemens σε σχέση με αξιώσεις, πρόστιμα, αγωγές και άλλες διαδικασίες».
Τι έχει γίνει με τη συμφωνία; Από την εξωδικαστική σύμβαση έχει προχωρήσει μόνον ο συμψηφισμός των οφειλών προς αυτήν ύψους 80 εκατ. ευρώ, με «κορωνίδα» το σύστημα επικοινωνιών του ΟΣΕ, GSM-R και τον ιατρικό εξοπλισμό σε μια σειρά από νοσοκομεία. Επίσης έχουν δοθεί χρήματα στο Ιδρυμα Κρατικών Υποτροφιών (ΙΚΥ), το οποίο ξεκίνησε να δίνει τις πρώτες υποτροφίες.
Αντίθετα, αγνοείται η τύχη των προγραμμάτων κατά της διαφθοράς ύψους 90 εκατ. ευρώ, αλλά και η επένδυση των 100 εκατ. ευρώ στη Siemens Ελλάδος. Οι εργαζόμενοι του ομίλου στην Ελλάδα έχουν καταγγείλει απολύσεις και αθέτηση της συμφωνίας. Η εταιρεία έχει υπονοήσει ότι η δέσμευση πραγματοποιήθηκε μέσω αύξησης μετοχικού κεφαλαίου, ύψους 114 εκατ. ευρώ.
Η πρόταση της εταιρείας
Σύμφωνα με δηλώσεις του επικεφαλής της εταιρείας στην Ελλάδα κ. Πάνου Ξυνή, η επένδυση των 60 εκατ. ευρώ αφορούσε τη μετεγκατάσταση του εργοστασίου της Bosch Siemens στην Αττική, κάτι που δεν κατέστη δυνατόν λόγω της καθυστέρησης της αδειοδότησης των χρήσεων γης. Ετσι, βοηθούσης της κρίσης, όπως δήλωσε, άλλαξαν τα σχέδια.
«Το Βήμα της Κυριακής» αποκαλύπτει ότι η εταιρεία έφερε στο τραπέζι ένα σχέδιο για… ΙΕΚ Siemens, το οποίο χαρακτηρίζεται επένδυση «σε έναν από τους ταχύτερα αναπτυσσόμενους και καινοτόμους οικονομικούς τομείς, αυτόν του βιομηχανικού λογισμικού για τη διοίκηση του κύκλου ζωής των προϊόντων», γνωστότερου ως Product Lifecycle Management (PLM).
Με τον βαρύγδουπο τίτλο «Παγκόσμιο Κέντρο Κατάρτισης», η Siemens υπόσχεται έναν «κόμβο» ανάπτυξης βιομηχανικού λογισμικού για ανέργους, start-ups και πανεπιστήμια. Σύμφωνα με το κείμενο της πρότασης, η Siemens υπόσχεται να επενδύσει 100 εκατ. ευρώ την επόμενη πενταετία, να προσλάβει 100 υπαλλήλους (περί τους 70 στο «κέντρο καινοτομίας» και 30 στο «τεχνολογικό κέντρο»), ενώ σχολιάζει ότι «ως αποτέλεσμα των συνολικών επενδυτικών πρωτοβουλιών, πολλές εκατοντάδες ακόμη δουλειές αναμένεται να δημιουργηθούν».
Αναλύοντας όμως την επένδυση προκύπτουν ενδιαφέροντα στοιχεία. Από τα 100 εκατ. ευρώ, τα 57 εκατ. ευρώ της «επένδυσης» είναι η αξία του λογισμικού της Siemens και τρίτων εταιρειών, που θα χρησιμοποιηθεί στο πρόγραμμα! Τα υπόλοιπα αφορούν «το λειτουργικό κόστος (μισθοί, ταξίδια, εξοπλισμός, χώροι γραφείων, υποστηρικτικές υπηρεσίες)» του κέντρου καινοτομίας και του κέντρου τεχνολογίας, και άλλων δράσεων.
Κυβερνητικά στελέχη χαρακτηρίζουν την πρόταση της Siemens άδειο κέλυφος και μιλούν για προκλητικό σχέδιο άνευ ουσίας, το οποίο προδήλως απέχει από τα προβλεπόμενα της σύμβασης. «Δεν μπορούμε να το πάρουμε στα σοβαρά» καταλήγουν.

Υποσχέσεις
Το φαινόμενο του πολλαπλασιαστή

Το σχέδιο, όπως υπόσχεται η Siemens, θα έχει θετική επιρροή στην τοπική οικονομία, που θα οδηγήσει στη δημιουργία επιπρόσθετων θέσεων εργασίας, μέσω του «φαινομένου του πολλαπλασιαστή». Ετσι, η εταιρεία εκτιμά ότι το πρόγραμμα δεν θα δημιουργήσει μόνο 700 άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας, σε βάθος πενταετίας, αλλά χάρη στον «πολλαπλασιαστή» θα δημιουργηθούν –ως εκ θαύματος –άλλες 700 δουλειές. Παράλληλα, άγνωστο πώς, μιλά για τη δημιουργία «περισσότερων συνεργιών μεταξύ των ελληνικών επιχειρήσεων και των ελληνικών ακαδημαϊκών ινστιτούτων, που θα οδηγήσει σε μία πιο ανταγωνιστική διεθνώς ελληνική εργατική δύναμη αποφοίτων».
Η Siemens υπόσχεται ακαδημαϊκό πρόγραμμα σε συνεργασία με 25 τμήματα πανεπιστημίων για την κατάρτιση 2.000 φοιτητών κάθε χρόνο, αλλά και «πρόγραμμα απασχολησιμότητας», με το οποίο θα εκπαιδευθούν και θα πιστοποιηθούν 500 άνεργοι μηχανικοί (100 κάθε χρόνο).
Στόχος του εγχειρήματος είναι η δημιουργία ενός μηχανισμού που θα δημιουργήσει «εκπαιδευμένους και πιστοποιημένους μηχανικούς, που θα χρησιμοποιηθούν από τη Siemens εσωτερικά» και εξωτερικά για σκοπούς ανάπτυξης λογισμικού για PLM. «Το Παγκόσμιο Κέντρο Κατάρτισης θα συνδυάσει αυτά τα στοιχεία μέσα από τη δημιουργία μιας μηχανής για την ανάπτυξη της απασχόλησης, ενώ παράλληλα θα αναπτύξει πόρους για τις παραγωγικές ανάγκες και τη δημιουργία νέων λύσεων για τις ανάγκες της ελληνικής αγοράς και του παγκόσμιου δικτύου της Siemens» αναφέρει.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ