Προβλήματα λειτουργίας θα δημιουργήσει σε πολλά πανεπιστήμια, παρά τη διαφωνία των διοικήσεών τους, η εφετινή αύξηση των εισακτέων τους, ενώ σε πολλές περιπτώσεις «η αναλογία διδασκομένων και διδασκόντων θα είναι απαγορευτικά υψηλή». Αυτό αναφέρουν σε ανακοίνωσή τους οι πρόεδροι των Συμβουλίων των ΑΕΙ της χώρας.
Όπως αναφέρουν στην ανακοίνωσή τους ακόμη «οι ανεπαρκείς υποδομές (π.χ. αίθουσες διδασκαλίας και εργαστήρια) θα δημιουργήσουν ανυπέρβλητα προβλήματα, εις βάρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας και των φοιτητών, ενώ οι διδάσκοντες και οι διοικήσεις των πανεπιστημίων θα βρεθούν προ αδιεξόδου».
Οι πρόεδροι και οι αναπληρωτές πρόεδροι των Συμβουλίων εκφράζουν την απογοήτευσή τους για τη διαδικασία που ακολούθησε το υπουργείο Παιδείας στο συγκεκριμένο θέμα και καλούν την ηγεσία του «να εισαγάγει μία ορθολογική διαδικασία καθορισμού του αριθμού των εισακτέων, συνοδευόμενη από επαρκή τεκμηρίωση και ανάλυση, και που να συμπεριλαμβάνει τα εξής:
α) Εύλογα ανώτατα όρια για την αναλογία διδασκομένων και διδασκόντων, προσαρμοσμένα στη βάση του γνωστικού αντικειμένου του κάθε τμήματος, τα οποία να συνάδουν με τη διεθνή πρακτική.
β) Εκτίμηση του μέγιστου αριθμού φοιτητών που μπορούν να εξυπηρετηθούν από τις υπάρχουσες υποδομές.
γ) Σεβασμό στις τεκμηριωμένες προτάσεις των Πανεπιστημίων και τα πορίσματα των εξωτερικών αξιολογήσεων υπό την ευθύνη της ΑΔΙΠ (Αρχή για την αξιολόγηση στην ανώτατη εκπαίδευση).
δ) Οποιαδήποτε απόκλιση από τα ανώτατα όρια που προκύπτουν από τα α)-γ) να συνοδεύεται από αντίστοιχη αύξηση του διδακτικού προσωπικού και ενίσχυση των υποδομών».
«Οι πρόεδροι και αναπληρωτές πρόεδροι των Συμβουλίων των Πανεπιστημίων της χώρας καταγράφουν την έντονη ανησυχία τους για την αναπόφευκτη επερχόμενη υποβάθμιση των σπουδών σε πληθώρα τμημάτων» αναφέρεται στην ανακοίνωση.
«Ο αριθμός φοιτητών ανά τμήμα, όπως προκύπτει έμμεσα από τον αριθμό εισακτέων που έχει αποφασιστεί, θα φέρει πολλά τμήματα σε αδυναμία να λειτουργήσουν επαρκώς» τονίζουν χαρακτηριστικά οι εκπρόσωποι των Συμβουλίων.