Σε κλίμα βαθιάς συγκίνησης τελέστηκε τη Μεγάλη Παρασκευή η ακολουθία του Επιταφίου, για πρώτη φορά μετά το 1957 στον ιερό ναό του Αγίου Γεωργίου Εξορινού στην μεσαιωνική πόλη της κατεχόμενης Αμμοχώστου. Τον Επιτάφιο προσκύνησαν ευλαβικά πάνω από 4.000 Ελληνοκύπριοι, που μετέβησαν στην Αμμόχωστο από τις ελεύθερες περιοχές της Κύπρου.

Τη χθεσινή ακολουθία του Επιταφίου την περίμεναν χρόνια οι εκτοπισμένοι από την Αμμόχωστο και όχι μόνο. Η κατανυκτική ακολουθία αναβίωσε μνήμες από τις καλές σχέσεις των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων της Αμμοχώστου, μετά την κατάργηση της απαγόρευσης εγκατάστασης χριστιανών στην παλιά πόλη στα τέλη του 19ου αιώνα.

Το κλίμα άλλαξε στα τέλη της δεκαετίας του ’50, όταν οι Ελληνοκύπριοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την παλιά πόλη και να εγκατασταθούν στη νέα, από την οποία εκτοπίστηκαν το 1974 και ένα τμήμα της εξακολουθεί να κρατείται από τον τουρκικό στρατό κλειστό για όλους. Είναι η περιοχή, στην οποία έχει δοθεί η ονομασία «πόλη-φάντασμα».

Ειδικά για τον Άγιο Γεώργιο τον Εξορινό η αείμνηστη Βαρωσιώτισσα (Αμμοχωστιανή) Αγνή Μιχαηλίδου στο βιβλίο της «To Παλιό Βαρώσι» το οποίο βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών, γράφει ότι ο πατέρας της Μιχαλάκης Λουϊζίδης κατόρθωσε το 1905 να καθαρίσει και να επαναλειτουργήσει την Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του Εξορινού.

Όπως αναφέρεται στο βιβλίο: «Σκάμνοι και πάγκοι κατασκευάστηκαν από τον Τούρκο εργολάβο Κιαμίλι από θαυμάσιο ξύλο που εκείνος ο ίδιος διέθεσε. Όταν ρωτήθηκε από τον πατέρα μου τι του ώφειλαν, η απάντηση ήταν: «Nτροπή αφεντικό. Από ποιόν να πάρω χρήματα, από σένα ή από τον Άγιο;».

Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή στην εντός των τειχών της πόλης εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο καλλίφωνος παπά Μανέας, ο οποίος διορίστηκε εφημέριος του ναού.

Η Αγνή Μιχαηλίδη περιγράφει την περιφορά του Επιταφίου του Αγίου Γεωργίου Εξορινού, κάποια χρονιά μετά τη Μικρασιατική καταστροφή. Ο Επιτάφιος για να πάει στην πλατεία έπρεπε να περάσει από τους τουρκομαχαλάδες, πράγμα που θα ενοχλούσε τους Τούρκους. Ο παπά Μανέας ανέλαβε την ευθύνη.

«Και άξαφνα, μέσα στη νεκρική σιγή, ακούστηκε η γλυκειά φωνή του παπά» γράφει στο βιβλίο της η Αγνή Μιχαηλίδη. Συγκλονιστικά τα όσα καταγράφει στη συνέχεια: «Ο παπάς εδέετο στην τουρκική γλώσσα υπέρ της τουρκικής κοινότητος, υπέρ του αρχηγού της θρησκείας τους, υπέρ της ειρήνης και της ευημερίας όλων των κατοίκων… Ήξερε θαυμάσια τα τουρκικά και τα μεταχειρίστηκε στην πιο κατάλληλη στιγμή. Και τότε συνέβη κάτι που μόνο η διδασκαλία της αγάπης μπορούσε να επιτελέσει. Ένας- ένας οι Τούρκοι σηκώθηκαν κι έβγαλαν το φέσι, ενώ τα μπαλκόνια και τα παράθυρα φωτίστηκαν και γέμισαν γυναικόπαιδα».

Ο Τουρκοκύπριος δήμαρχος Αμμοχώστου, Οκτάι Καγιάλπ, δήλωσε, σύμφωνα με τον τουρκοκυπριακό Τύπο, ότι το μήνυμα από την τέλεση της ακολουθίας του Επιταφίου στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου Εξορινού είναι ότι «οι δύο κοινότητες μπορούν να επιδεικνύουν ανοχή η μια στην άλλη, ανεξάρτητα από τις διαφορές τους».

Από τον συνωστισμό στον Επιτάφιο αντιμετώπισαν πρόβλημα υγείας τρεις Ελληνοκύπριοι, οι οποίοι μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο της κατεχόμενης Αμμοχώστου. Ένας άνδρας υπέστη καρδιακό επεισόδιο, ενώ δύο γυναίκες ένιωσαν αδιαθεσία και μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο για εξετάσεις.

Δύο αναστάσιμες λειτουργίες

Μετά τον χθεσινό Επιτάφιο στην κατεχόμενη Αμμόχωστο θα τελεστούν δύο αναστάσιμες Θείες Λειτουργίες από τον μητροπολίτη Κωνσταντίας- Αμμοχώστου Βασίλειο. Η πρώτη θα τελεστεί την Τετάρτη της Διακαινησίμου, 23 Απριλίου, εορτή του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου στον ομώνυμο ναού του Εξορινού.

Η δεύτερη Θεία Λειτουργία θα τελεστεί στις 4 Μαΐου, Κυριακή των Μυροφόρων, στο μοναστήρι του 12ου αιώνα της Παναγίας του Τοχνίου, έξω από το χωριό Μάνδρες. Το χωριό Μάνδρες ήταν αμιγώς ελληνικό και βρίσκεται στους νότιους πρόποδες του Πενταδακτύλου.

Το χωριό είναι η γενέτειρα του μητροπολίτη Κωνσταντίας -Αμμοχώστου, Βασίλειου. Μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974, ο ναός της Μονής καταστράφηκε και λεηλατήθηκαν τοιχογραφίες και εικόνες. Πριν μερικά χρόνια η Εκκλησία Κύπρου εντόπισε στη Ευρώπη και επαναπάτρισε δύο εικόνες από την Μονή της Παναγίας του Τοχνίου.