Στιγμές κατάνυξης και μυσταγωγίας για τους πιστούς τη Μεγάλη Εβδομάδα. Συρρέουν σε μοναστήρια και ναούς προκειμένου να βιώσουν τα Θεία Πάθη αλλά και τη χαρμόσυνη είδηση της Αναστάσεως του Κυρίου το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου.
Αυτή η έντονα φορτισμένη ατμόσφαιρα των ναών –και ειδικά των βυζαντινών –με τον χαμηλό φωτισμό, όπου σε αρκετές περιπτώσεις οι φλόγες των κεριών συνιστούν και τη μόνη πηγή φωτός, σε συνδυασμό με την ανάγνωση των εκκλησιαστικών κειμένων διαμορφώνουν ένα ιδιαίτερο κλίμα, πλημμυρισμένο με κάθε συναίσθημα. Τις ημέρες αυτές ακόμη και όσοι δεν έχουν πρώτη τους προτεραιότητα την επίσκεψη σε κάποια εκκλησία, ένας περίπατος στις βυζαντινές εκκλησίες της Αθήνας μοιάζει ιδανική ευκαιρία.
Ναοί με ρίζες στον χρόνο


Η γνωστότερη ίσως βυζαντινή εκκλησία της Αθήνας, αφιερωμένη στην Παναγία, βρίσκεται επί της οδού Ερμού, σε έναν από τους πλέον πολυσύχναστους και εμπορικότερους δρόμους του ιστορικού κέντρου της πρωτεύουσας. Η Καπνικαρέα –το όνομα προέρχεται ενδεχομένως από τον εισπράκτορα του καπνικού φόρου, τον καπνικάριο, ενώ παλαιότερα ονομαζόταν Καμουχαρέα, πιθανώς από το πολύτιμο ύφασμα καμουχά –χρονολογείται από τις αρχές του 11ου αιώνα (περί το 1050) και ανήκει στους σύνθετους τετρακιόνιους σταυροειδείς εγγεγραμμένους ναούς.

Αρχιτεκτονικά ακολουθεί, σε μικρογραφία, τη ναοδομία της Κωνσταντινούπολης. Οι τοιχογραφίες είναι νεότερες και έχουν ιστορηθεί από τον Φώτη Κόντογλου και τους μαθητές του. Ο ναός, ο οποίος κινδύνεψε να «αφανιστεί» κατά τη διάρκεια ρυμοτόμησης της πρωτεύουσας στην αυγή του νέου ελληνικού κράτους, ανήκει από το 1932 στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Στην πλατεία Μητροπόλεως, στη νότια πλευρά της σημερινής Μητρόπολης, βρίσκεται η Παναγία Γοργοϋπήκοος, η οποία χρονολογείται από το τέλος του 12ου αι. Ο τρούλος του ημισύνθετου σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού είναι το αρτιότερο σωζόμενο παράδειγμα του αθηναϊκού τύπου στην πόλη –χαρακτηριστικό γνώρισμα των βυζαντινών ναών της σημερινής πρωτεύουσας, συνήθως οκτάπλευρος, διακοσμημένος στις γωνίες με μαρμάρινους κιονίσκους και σε κάθε πλευρά του ανοίγεται ένα παράθυρο -, ενώ άλλο χαρακτηριστικό του είναι ότι ενσωματώνει με μοναδικό τρόπο 90 ανάγλυφα διαφορετικών εποχών –από τους αρχαίους και ρωμαϊκούς χρόνους ως τους πρώτους χριστιανικούς -, λειτουργώντας σαν μια υπαίθρια έκθεση γλυπτών στο κέντρο της πόλης.
Κατηφορίζοντας την Ερμού, στη συμβολή των οδών Μητροπόλεως και Αθηνάς, συναντά κανείς τον ιερό ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Παντανάσσης στην πλατεία Μοναστηρακίου. Η καμαροσκέπαστη τρίκλιτη βασιλική, από τις πιο κεντρικές και παλιές εκκλησίες της Αθήνας μιας και χρονολογείται από τον 10ο αι. μ.Χ., αρχικά δεν έφερε ούτε νάρθηκα ούτε γυναικωνίτη –προστέθηκαν το 1911. Λόγω των γεωλογικών μεταβολών και μεταγενέστερης διαρρύθμισης του εδάφους της πλατείας και των παρακειμένων οδών, η εκκλησία βρίσκεται σήμερα κατά περίπου το ένα τρίτο κάτω από την επιφάνειά του. Χαρακτηριστικό είναι ότι στις τέσσερις γωνίες του ναού έχουν εντοιχιστεί αρχαιοελληνικά κιονόκρανα. Η εκκλησία παρέμεινε κλειστή για 12 χρόνια στο πλαίσιο των ανασκαφών και αναστηλώσεών της από την Α’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων.
Βυζαντινές «αξίες»


Στην οδό Ερμού αλλά κοντά στην περιοχή του Θησείου, στην ομώνυμη πλατεία, βρίσκονται και οι Αγιοι Ασώματοι. Ναός κτισμένος το δεύτερο μισό του 11ου αι., επιστέφεται από έναν ιδιαίτερα κομψό αθηναϊκό τρούλο. Βέβαια έχει χάσει την αρχική του μορφή με τις επεκτάσεις και τις προσθήκες που έχουν γίνει στο διάστημα του χρόνου. Η εκκλησία σήμερα, λόγω της νεότερης διαμόρφωσης του περιβάλλοντος χώρου, βρίσκεται περίπου στα 2 μέτρα, «χωστή», κάτω από την επιφάνεια της ομώνυμης πλατείας.
Στον χώρο της Αρχαίας Αγοράς της Αθήνας βρίσκονται οι Αγιοι Απόστολοι (Σολάκη), ναός που χρονολογείται από το τέλος του 10ου αιώνα μ.Χ. και ανήκει στον τύπο των σταυροειδών εγγεγραμμένων ναών, αποτελεί όμως ιδιόρρυθμη παραλλαγή τους καθώς εφαρμόστηκε ένας πρωτότυπος συνδυασμός κτιρίου με κυκλική χάραξη επιτυγχάνοντας μεγαλύτερη ενότητα του χώρου στο εσωτερικό του.
Ως το καλύτερο βυζαντινό μνημείο της πόλης έχει χαρακτηρισθεί από τους ειδικούς η εκκλησία των Αγίων Θεοδώρων στην πλατεία Κλαυθμώνος, στη συμβολή των οδών Ευριπίδου και Σκουλενίου. Ο απλός δίστυλος σταυροειδής εγγεγραμμένος είναι κτίσμα των μέσων του 11ου αι. Πάνω από την είσοδο του ναού στα δυτικά είναι εντοιχισμένη επιγραφή στην οποία αναφέρεται η ημερομηνία της ίδρυσης, 1049 ή 1065, και ως ιδρυτής αναφέρεται ο αξιωματούχος Νικόλαος Καλόμαλος. Το καμπαναριό του ναού είναι μεταγενέστερο και χρονολογείται από τον 20ό αιώνα όπως και ο ζωγραφικός διάκοσμος.
Επίσης, ιδιαίτερη «βυζαντινή αξία» έχουν και οι ναοί της Χρυσοσπηλιώτισσας στην οδό Αιόλου, του Αγίου Νικολάου Ραγκαβά στην Πλάκα, του Αγίου Αποστόλου Φιλίππου στην Αδριανού, του Αγίου Δημητρίου του Λουμπαρδιάρη στον λόφο του Φιλοπάππου και ο ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Παναγίας της Ρόμβης κοντά στη Μητρόπολη Αθηνών. Ναοί τους οποίους η Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών χαρακτηρίζει θησαυρούς «ένθεης τέχνης, κληρονομιά αιώνων, που στέκονται σιωπηλοί και ταπεινοί, μα συγχρόνως υποβλητικοί και ευλογητικοί» και για τους οποίους έχει εκδώσει αναλυτικό πρόγραμμα καθ’ όλη τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας.
Βυζαντινό χρώμα στα περίχωρα


Μπορεί το ιστορικό κέντρο της Αθήνας να είναι γεμάτο με σταυροθολωτούς βυζαντινούς ναούς και από βασιλικές, αλλά και η εικόνα στα «περίχωρα» δεν φαίνεται να αλλάζει. Στα προάστια πλέον του μητροπολιτικού ιστού βρίσκουμε εξαίρετα δείγματα βυζαντινής αρχιτεκτονικής και ειδικά για τη Μονή Δαφνίου, στο Χαϊδάρι, θαυμαστά δείγματα ζωγραφικής (ψηφιδωτά).
Χτισμένο περίπου το 1080 σε μια στρατηγική θέση, πλάι στην αρχαία Ιερά Οδό, το λαμπρό αυτό μνημείο της βυζαντινής Αθήνας ανήκει στην παραλλαγή των σταυροειδών ναών, στους οκταγωνικούς. Τα ψηφιδωτά, εφάμιλλα εκείνων της Κωνσταντινούπολης κατά την περίοδο της ακμής της τέχνης, απεικονίζουν μία από τις ιδιαίτερα δημιουργικές στιγμές της εικονογραφίας στη μεσοβυζαντινή περίοδο. Ακολουθείται σε μεγάλο βαθμό το εικονογραφικό πρόγραμμα όπως είχε καθιερωθεί μετά τη λήξη της Εικονομαχίας (843), με τη μορφή του –αυστηρού –Χριστού Παντοκράτορα να δεσπόζει στον τρούλο. Ο χώρος έχει συμπεριληφθεί στον κατάλογο με τα παγκόσμια μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO και είναι επισκέψιμος, χωρίς όμως να τελούνται λειτουργίες ή μυστήρια, τις ώρες 8.00-15.00 όλες τις ημέρες πλην Δευτέρας.
Στο Γαλάτσι, και συγκεκριμένα στη λεωφόρο Βεΐκου, βρίσκεται ο ναός του Αγίου Γεωργίου, γνωστότερος ως Ομορφοκκλησιά λόγω της χάρης και της κομψότητάς του. Ο δίστυλος σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός, με παρεκκλήσιο στη νότια πλευρά, που χρονολογείται από τα τέλη του 12ου αιώνα, κοσμείται με τοιχογραφίες –εξαιρετικό δείγμα τέχνης της εποχής αν και έχει καταστραφεί μεγάλο μέρος τους –που καλύπτουν όλες τις εσωτερικές επιφάνειες.
Δύο μονές λειτουργούν ακόμη και σήμερα στον Υμηττό. Η Μονή Καισαριανής, ένας ημισύνθετος τετρακιόνιος σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός, τοποθετείται στο δεύτερο μισό του 11ου αιώνα. Η αγιογράφηση του καθολικού είναι πολύ νεότερη (αρχές 18ου αι.), ενώ οι τοιχογραφίες του νάρθηκα χρονολογούνται το 1682. Η προέλευση της ονομασίας Καισαριανή ακόμη μένει άλυτη: προέρχεται είτε από τον ιδρυτή της, κάποιον Καισάριο, ή από τους Καίσαρες αδελφούς του αυτοκράτορα που είχαν εξοριστεί στην Αθήνα από την αθηναία αυτοκράτειρα Ειρήνη, είτε από εικόνα της Θεοτόκου προερχόμενη από την Καισάρεια.
Κάτω από τη βορειότερη κορυφή του Υμηττού βρίσκεται η Μονή Αγίου Ιωάννη Κυνηγού των Φιλοσόφων, στην οποία πηγαίνει ο επισκέπτης μέσω της Αγίας Παρασκευής (από το τέρμα της οδού Αγίου Ιωάννου). Το καθολικό ανήκει στον τύπο των σταυροειδών εγγεγραμμένων δικιονίων ναών και χρονολογείται από τις αρχές του 13ου αι. όπως προκύπτει από μια επιτύμβια επιγραφή του 1235, στην οποία αναφέρονται οι μοναχοί Λουκάς και Φιλόσοφος. Σήμερα διατηρείται ο πυλώνας εισόδου στο δυτικό μέρος της μονής καθώς και το καθολικό, ενώ ο μεταγενέστερος νάρθηκας και το καθολικό διασώζουν τοιχογραφίες αρκετά μεταγενέστερες.

HeliosPlus