«Ηρθαν οι αξιολογητές από το εξωτερικό και περίμεναν ότι θα συναντήσουν το χάος. Αντίθετα είδαν ότι τα Ελληνικά Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα λειτουργούν ικανοποιητικά, έχουν συγκριτικό πλεονέκτημα το ανθρώπινο δυναμικό τους και οι όποιες αδυναμίες τους μπορούν να θεραπευτούν αρκεί να υπάρχει σχέδιο και αποφασιστικότητα». Αυτό δήλωσε σήμερα ο πρόεδρος της Αρχής για την αξιολόγηση των ανωτάτων Ιδρυμάτων τη χώρας (ΑΔΙΠ) κ. Ευαγγ. Κουφουδάκης σε συνέντευξη που δόθηκε για την ακαδημαϊκή πιστοποίηση των ΑΕΙ της χώρας.
Παράλληλα, όπως ανακοινώθηκε, από Ιούνιο θα αρχίσουν να πιστοποιούνται κανονικά τα προγράμματα των ελληνικών Ιδρυμάτων Ανώτατης Εκπαίδευσης της χώρας. Όπως δήλωσε ο υπουργός Παιδείας κ. Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος «η πιστοποίηση αυτή έχει ως στόχο την αντιστοίχιση των παρεχόμενων από τα ιδρύματα γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων, των εν γένει δηλαδή μαθησιακών αποτελεσμάτων των σπουδών με τις δεξιότητες που ζητά η αγορά εργασίας».
Για το θέμα των «αιωνίων» φοιτητών, ο υπουργός Παιδείας δήλωσε ότι ο νόμος που προβλέπει την διαγραφή τους μέχρι το τέλος του χρόνου θα εφαρμοσθεί. «Σε σχέση με τους αιώνιους φοιτητές ορισμένοι Πρυτάνεις και άλλοι λαϊκίζουν. Προχωρούμε με την διαγραφή στο τέλος του 2014 των αιωνίων, ουσιαστικά ανενεργών φοιτητών. Οι σπουδές στο Πανεπιστήμιο και στο ΤΕΙ έχουν διάρκεια ορισμένη, υποχρεώσεις και δικαιώματα» τόνισε.
Πάντως, στον ίδιο τόνο αισιοδοξίας για την λειτουργία της ανώτατης εκπαίδευσης στη χώρα, κ. Αρβανιτόπουλος δήλωσε ότι «έχουμε καλά πανεπιστήμια, καλούς καθηγητές, καλούς φοιτητές που δεν έχουν να φοβηθούν τον ανταγωνισμό, αλλά η ανοργανωσιά των τελευταίων 20 ετών δημιουργεί ένα θολό τοπίο. Γι αυτό απαιτείται «απεξάρτηση» από την κρατικοδίαιτη κουλτούρα από τα ιδεολογήματα της δεκαετίας του’ 80. Το κύρος και η βιωσιμότητα του δημόσιου δωρεάν πανεπιστημίου απαιτεί αξιολόγηση και σύγκριση».
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΑΔΙΠ μέχρι σήμερα έχουν γίνει συνολικά 389 εξωτερικές αξιολογήσεις τμημάτων των πανεπιστημίων των πανεπιστημίων και των ΤΕΙ της χώρας.
Τα «θετικά» στα Πανεπιστήμια που κατέγραψαν οι επιστήμονες που τα αξιολόγησαν είναι:
– Το διδακτικό προσωπικό είναι υψηλού ακαδημαϊκού επιπέδου.
– Έχουν αξιόλογο ερευνητικό έργο και διεθνείς συνεργασίες
– Ικανοποιητικά Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών.
– Ανάπτυξη δεσμών με κοινωνικούς, πολιτιστικούς και παραγωγικούς φορείς.
– Ανεπτυγμένη κινητικότητα φοιτητών.
– Σύνδεση διδασκαλίας –έρευνας
Τα «αρνητικά» στα Πανεπιστήμια που κατέγραψαν είναι τα παρακάτω:
– Η διάρκεια φοίτησης παρατείνεται αδικαιολόγητα.
– Χαμηλό ποσοστό παρακολούθησης των μαθημάτων από τους φοιτητές.
– Ασάφειες προγραμμάτων σπουδών. Παρατηρούνται επικαλύψεις με άλλους τομείς του ίδιου προγράμματος σπουδών ή άλλων προγραμμάτων σπουδών ή προγραμμάτων μεταπτυχιακών σπουδών. Είναι αναγκαία η εφαρμογή προαπαιτούμενων μαθημάτων.
– Απαιτείται αναβάθμιση των κτηριακών εγκαταστάσεων και υποδομών.
– Υπερβολικά μεγάλος αριθμός μαθημάτων και μάλιστα επιλογής. Μεγάλος φόρτος φοιτητών.
– Συνένωση Διαθέσιμων Πόρων (Pooling of Resources) για ορθολογικότερη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού και των υποδομών.
Τα «θετικά» σημεία στα ΤΕΙ είναι:
– Το πρόγραμμα σπουδών είναι σωστά δομημένο, εναρμονισμένο με το ECTS, εφάμιλλο αντίστοιχων τμημάτων του εξωτερικού.
– Υψηλός βαθμός απασχόλησης και ικανοποίησης αποφοίτων.
– Το εκπαιδευτικό προσωπικό είναι υψηλού ακαδημαϊκού επιπέδου, ιδιαίτερα τα μέλη που διορίστηκαν πρόσφατα.
– Υψηλό επίπεδο αλληλεπίδρασης με φορείς (νοσοκομεία, παραγωγικοί φορείς, εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον τομέα ενδιαφέροντος).
Τα «αρνητικά» σημεία στα ΤΕΙ είναι:
– Απαιτούνται προσδιορισμός και επιδίωξη περιοχών εφαρμοσμένης έρευνας. Δεν υφίσταται μακροπρόθεσμη στρατηγική καθώς και ένα όργανο εποπτείας της έρευνας.
– Υπάρχει ανεπαρκής αριθμός μόνιμων διδασκόντων
– Απαιτούνται καλύτερες υποδομές σε εργαστηριακούς χώρους.
– Μη θεσμική κατοχύρωση επαγγελματικών δικαιωμάτων αποφοίτων (σε ορισμένα Τμήματα μόνο).
– Παρατεταμένη διάρκεια φοίτησης («αιώνιοι» φοιτητές).
– Ποικίλο ακαδημαϊκό επίπεδο στους πρωτοετείς φοιτητές, ιδιαίτερα εκείνων που εγγράφονται μέσω διαφορετικών διαδικασιών εισαγωγής.
Η πιστοποίηση των ανωτάτων Ιδρυμάτων στη χώρα, θα γίνει με τα παρακάτω κριτήρια:
– Την ακαδημαϊκή φυσιογνωμία και τον προσανατολισμό του προγράμματος σπουδών.
– Τα μαθησιακά αποτελέσματα και τα επιδιωκόμενα προσόντα σύμφωνα με το Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων Α. Ε.
– Την δομή και οργάνωση του προγράμματος σπουδών
– Την ποιότητα και αποτελεσματικότητα του διδακτικού έργου, όπως τεκμηριώνεται ιδίως από την αξιολόγηση από τους φοιτητές,
– Την καταλληλότητα των προσόντων του διδακτικού προσωπικού
– Την ποιότητα του ερευνητικού έργου της ακαδημαϊκής μονάδας
– Τον βαθμό σύνδεσης της διδασκαλίας με την έρευνα
– Την ζήτηση στην αγορά εργασίας των αποκτώμενων προσόντων
– Την ποιότητα των υποστηρικτικών υπηρεσιών
Σχολιάζοντας το θέμα ο κ. Αρβανιτόπουλος δήλωσε σήμερα ότι «εάν θέλουμε πραγματικά μια δημόσια δωρεάν τριτοβάθμια εκπαίδευση, εάν έχουμε ως στρατηγικό στόχο το δημόσιο δωρεάν Πανεπιστήμιο, τότε πρέπει να παίρνουμε αποφάσεις- και εμείς τις πήραμε- που καθιστούν τα Ιδρύματά μας ανταγωνιστικά στον ευρωπαϊκό και στο διεθνή χώρο».
Ο κ. Αρβανιτόπουλος αναφέρθηκε στις μεταρρυθμίσεις των τελευταίων δύο ετών λέγοντας: «Οι μεταρρυθμίσεις αυτές έφεραν αναστάτωση και είχαν ως συνέπεια, πολλές φορές πολιτικό κόστος, γιατί χαλούσαν τη βολή ατόμων και ομάδων. Τις περιμέναμε τις αντιδράσεις και γι’ αυτό το λόγο ήμασταν έτοιμοι να τις αντιμετωπίσουμε και να περιορίσουμε τις συνέπειες τους. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις μπορεί να φέρνουν αναστάτωση, μπορεί να συνεπάγονται πολιτικό κόστος, αλλά θα οδηγήσουν σε ισχυρότερα Ιδρύματα μέσα στα επόμενα χρόνια».
Όπως είπε χαρακτηριστικά η αξιολόγηση είχε «βαλτώσει» την περίοδο 2008-2011, όπου πραγματοποιήθηκε μόλις το 30% των αξιολογήσεων, ενώ από το 2012 έως σήμερα έγινε το 70%.
Για τις πρυτανικές εκλογές

Σε ερωτήματα για τυχόν αλλαγή του νέου Νόμου πλαισίου ο κ. Αρβανιτόπουλους επεσήμανε ότι «το πλαίσιο των νόμων 4009 και 4076 δεν αλλάζει έως ότου εφαρμοστεί για μια πενταετία και πλέον και τότε και μόνον τότε θα δούμε τυχόν βελτιώσεις. Το ράβε ξήλωνε τελείωσε. Το νομοθετικό πλαίσιο, δεν πρόκειται να αλλάξει, αν δεν εφαρμοστεί στην πράξη για ικανό χρονικό διάστημα, ώστε να μπορεί να αξιολογηθεί».