Επικίνδυνοι για τη δημόσια υγεία ατμοσφαιρικοί ρύποι φαίνεται ότι «εγκαταστάθηκαν» για τα καλά στον ουρανό Αθήνας και Θεσσαλονίκης. Όπως διαφαίνεται από τις μετρήσεις των επιστημόνων, στη διάρκεια του εφετινού χειμώνα (16 Δεκ. 2013 –24 Φεβ. 2014), τα παγκοσμίως αποδεκτά ημερήσια όρια για την υπέρβαση των PM2,5 (αιωρούμενα σωματίδια με διάμετρο 2,5 εκατομμυριοστά του μέτρου) ξεπεράστηκαν στην Αθήνα στο 40% των ημερών.

Μάλιστα, όσον αφορά τα PM 10 (αιωρούμενα σωματίδια με διάμετρο 10 εκατομμυριοστά του μέτρου) για 23 ημέρες, οι ωριαίες βραδινές τιμές ήταν μεγαλύτερες από 80 μg/m3, όταν το ημερήσιο όριο που έχει θέσει η EE ως ασφαλές για την υγεία είναι 50 μg/m3.
Οι ερευνητές όμως από το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, το Ε.ΚΕ.Φ.Ε. «Δημόκριτος», το Ινστιτούτο Επιστημών Χημικής Μηχανικής Πατρών και τα Πανεπιστήμια Αιγαίου, Κρήτης, Ιωαννίνων και Georgia Tech, οι οποίοι συμμετείχαν στο πρόγραμμα «Θαλής», κατέγραψαν ακόμη πιο ανησυχητικά δεδομένα.
Κατά τη διάρκεια των επεισοδίων αιθαλομίχλης το 90% των μετρούμενων αιωρούμενων σωματιδίων εμφανίζονται με διάμετρο μικρότερη του ενός εκατομμυριοστού του μέτρου (PM1). Οι ρύποι αυτοί, εξαιτίας του μικρού τους μεγέθους, διεισδύουν ευκολότερο και προκαλούν μεγαλύτερες βλάβες στον ανθρώπινο οργανισμό. Την ίδια στιγμή, ως προς τη χημική τους σύσταση, τα συγκεκριμένα σωματίδια, σε συντριπτικό ποσοστό, αποτελούνται από οργανικές ενώσεις, όπως είναι οι ιδιαίτερα επικίνδυνοι πολυαρωματικοί υδρογονάνθρακες, γεγονός που καταδεικνύει την καύση ακατάλληλων υλικών όπως κατεργασμένα ξύλα, αλλά και πλαστικά. Η συμμετοχή των οργανικών ενώσεων στα PM1 είναι 50% κατά τη διάρκεια της ημέρας και φτάνει το 90% τις νύχτες με αιθαλομίχλη.
Όσον αφορά τους πολυαρωματικούς υδρογονάνθρακες και το βένζο(α)πυρένιο, το οποίο έχει ταξινομηθεί ως πιστοποιημένο καρκινογόνο από τη Διεθνή Επιτροπή Έρευνας για τον Καρκίνο, στην Αθήνα έφτασαν ακόμη και τα 40 ng/m3, όταν το ετήσιο όριο της ΕΕ είναι το 1 ng/m3. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας θέτει ως όριο το 0.12 ng/m3 πάνω από το οποίο υπάρχει κίνδυνος για τη ζωή.
Όλα αυτά τα στοιχεία είναι που χαρακτηρίζουν την αιθαλομίχλη ως μία από τις πλέον επικίνδυνες μορφές ρύπανσης. Όπως επεσήμανε ο Διευθυντής Ερευνών του Αστεροσκοπείου Δρ. Ευάγγελος Γερασόπουλος, μιλώντας σε ημερίδα που διοργάνωσε την Πέμπτη το Ecocity, «ένα ποσοστό 60% με 70% των υπερβάσεων αυτών θα είχε αποφευχθεί χωρίς την καύση της ξυλείας», η οποία λόγω της κρίσης αποτελεί πλέον κοινή πρακτική.
Το παράδοξο είναι ότι οι δύο τελευταίοι χειμώνες είναι από τους πιο ήπιους των τελευταίων 120 ετών. Είναι χαρακτηριστικό ότι, με βάση τα κλιματικά δεδομένα της περιόδου 1897-2014 (από την ιστορική βάση του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών), ο Ιανουάριος του 2014 ήταν ο θερμότερος που έχει καταγραφεί (με μέση ελάχιστη θερμοκρασία 9,9 βαθμούς Κελσίου) και ο Φεβρουάριος του 2014 ο 2ος θερμότερος.


Αντίστοιχα στην Θεσσαλονίκη, μέσα από ένα συντονισμένο πρόγραμμα μετρήσεων και μαθηματικών προσομοιώσεων που διεξήγαγαν δυο Εργαστήρια του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) σε συνεργασία με το Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδος και το Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας, εξετάσθηκε η ανεξέλεγκτη καύση βιομάζας και ξύλου, καθώς και η συνεισφορά της στις υψηλές μετρούμενες συγκεντρώσεις.
Όπως επεσήμανε ο διευθυντής του Εργαστηρίου Μετάδοσης Θερμότητας και Περιβαλλοντικής Μηχανικής στο ΑΠΘ, καθηγητής κ. Νίκος Μουσιόπουλος, η ποιότητα του αστικού αέρα στη Θεσσαλονίκη επιδεινώθηκε το 2013 σημαντικά, σε σύγκριση με αντίστοιχα δεδομένα της προηγούμενης χρονιάς, ενώ οι αναλύσεις των δεικτών καύσης βιομάζας επιβεβαιώνουν ότι το πρόβλημα επιδεινώθηκε από την υποκατάσταση των συμβατικών καυσίμων από βιομάζα και ξύλα, κατά περίπου 70%.
Επιπτώσεις στην υγεία
Τα αιωρούμενα ατμοσφαιρικά σωματίδια, έχουν σημαντικές βραχυχρόνιες και μακροχρόνιες επιδράσεις στην υγεία. Ενδεικτικά, η αύξηση κατά 10μg/m3 στα ΡΜ10 συνδέεται με αύξηση κατά 0,5% στην ημερήσια ολική θνησιμότητα και κατά 1% στις εισαγωγές επειγόντων αναπνευστικών περιστατικών στα νοσοκομεία (περιλαμβανομένων και των εισαγωγών με κρίσεις άσθματος σε παιδιά). Επίσης η έκθεση σε ρύπους ανάλογους με αυτούς που παρατηρούμε στην Αθήνα σχετίζεται με απώλεια ενός έτους στο προσδόκιμο επιβίωσης στην ηλικία των 30 ετών, σε σχέση με το προσδόκιμο του ίδιου πληθυσμού αν οι συγκεντρώσεις σωματιδίων ήταν σύμφωνα με τα νομοθετημένα επίπεδα.
Η κυβέρνηση δεν αντιμετώπισε σοβαρά το πρόβλημα
Την ανησυχία του για τη σημαντική επιβάρυνση της ποιότητα του αέρα στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας εξέφρασε ο κ. ΘάνοςΖαφειρόπουλος από το Ecocity, μιλώντας στη σημερινή εκδήλωση και έθεσε ως επιτακτική την ανάγκη εφαρμογής αποτελεσματικών στρατηγικών για τον έλεγχο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στο σύνολό της.
«Παρά τις προειδοποιήσεις και προτάσεις που έχουν κατατεθεί, είναι φανερή η πλήρης απουσία αξιολόγησης των επιπτώσεων των μέτρων από τις Κυβερνήσεις των τελευταίων τεσσάρων ετών και της ζημιάς που έχει προκληθεί από συγκεκριμένες αποφάσεις που εξυπηρέτησαν ειδικές και μεμονωμένες ανάγκες, χωρίς να συνεκτιμούν το κοινό συμφέρον. Αποτέλεσμα; Οι αποφάσεις να οδηγήσουν στην ανεξέλεγκτη καύση βιομάζας και στις απάνθρωπες συνέπειες που ζήσαμε με την απουσία σχεδιασμού και στρατηγικής, από την αύξησης της τιμής του πετρελαίου», ανέφερε.
Οι επιλογές που έγιναν, όπως επεσήμανε ο κ. Ζαφειρόπουλος, δεν διακρίθηκαν για την σοβαρότητα αντιμετώπισης του προβλήματος και επιβεβαίωσαν την απουσία σεβασμού στο δικαίωμα του πολίτη σε θέρμανση και στην υποχρέωση των διοικούντων να μεριμνούν για την προστασία της δημόσιας υγείας.
Σύμφωνα με τον ίδιο, «η άρση της απαγόρευσης της πετρελαιοκίνησης σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, η άρση της απαγόρευσης χρήσης βιομάζας σε καυστήρες κεντρικής θέρμανσης, η απουσία ελέγχου στην παραγωγή και διακίνηση καυσίμων και βιομάζας και τέλος η εξίσωση του φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης με τον αντίστοιχο πετρελαίου κίνησης έφεραν τραγικά αποτελέσματα, όπως η αύξηση της αιθαλομίχλης, η καύση επικίνδυνης ξυλείας και βιομάζας, η αποψίλωση των δασών κλπ.».