Αυστηρή προειδοποίηση απευθύνει προς την Ελλάδα ο επίτροπος ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης για τις παράνομες μαζικές επαναπροωθήσεις μεταναστών στην Τουρκία. Σε αποκλειστική συνέντευξή του προς «Το Βήμα» -με την ευκαιρία της πανευρωπαϊκής δημοσιοποίησης σήμερα, Τρίτη, επιστολής του προς τους έλληνες υπουργούς Δημόσιας Τάξης και Ναυτιλίας- ο Νιλς Μούιζνιεκς εκφράζει την έντονη ανησυχία του επειδή υπάρχουν πολλοί σύροι πρόσφυγες ανάμεσα στους μετανάστες που επαναπροωθούνται «σιωπηλά» στην Τουρκία, είτε μέσω Εβρου είτε μέσω ανατολικού Αιγαίου.
«Καλώ τις ελληνικές αρχές να ερευνήσουν όλα τα καταγεγραμμένα περιστατικά και να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να μπει ένα τέλος στις πρακτικές αυτές» αναφέρει η επιστολή του κ. Μούιζνιεκς, τονίζοντας ότι οι παράνομες επαναπροωθήσεις παραβιάζουν τις διεθνείς συνθήκες που έχει υπογράψει η Ελλάδα. Η ανησυχία του είναι ιδιαίτερα έντονη για τους σύρους πρόσφυγες οι οποίοι «βρίσκονται σε απελπιστική κατάσταση και δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται σαν οικονομικοί μετανάστες γιατί χρήζουν προστασίας».
Σύμφωνα με μαρτυρίες οργανώσεων όπως η Pro Asyl και η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες αλλά και συνεντεύξεις προσφύγων που δημοσιεύτηκαν στον Τύπο (για παράδειγμα, βλ. «Το Βήμα» της 1ης Δεκεμβρίου 2013: «Πρόσφυγας από τη Συρία: Ετσι πέρασα τον φράχτη του Εβρου»), οι συνοριοφύλακες στον Έβρο και οι λιμενικοί στο Αιγαίο που συλλαμβάνουν μετανάστες να περνούν παράνομα στην Ελλάδα τους επαναπροωθούν μαζικά, κρυφά και παράνομα επί τόπου στην Τουρκία –είτε κουβαλώντας τους με βάρκες στην τουρκική όχθη του Έβρου είτε ρυμουλκώντας και παρατώντας τους στα διεθνή χωρικά ύδατα.
Ο επίτροπος εξηγεί μιλώντας προς «Το Βήμα» ότι η επιστολή του προς τους υπουργούς Δημόσιας Τάξης και Ναυτιλίας κκ. Ν. Δένδια και Μ. Βαρβιτσιώτη αποτελεί μέρος «ενός συνεχιζόμενου διαλόγου με τις ελληνικές αρχές» και ότι αναμένει τις ενέργειες της Αθήνας για την αντιμετώπιση του ζητήματος.
Τι απάντησαν οι έλληνες υπουργοί
«Το Βήμα» έχει στα χέρια του τις απαντητικές επιστολές των δύο υπουργών, που στάλθηκαν στις 10 Ιανουρίου στον κ. Μούιζνιεκς και στις οποίες ο μεν κ. Δένδιας αναφέρει «γενικόλογα» (όπως παρατήρησε και ο επίτροπος) ότι «όλες οι υποθέσεις ερευνώνται διεξοδικά», ενώ ο κ. Βαρβιτσιώτης γράφει ότι το Λιμενικό Σώμα έχει διατάξει τρεις ένορκες διοικητικές εξετάσεις. Τη μία από αυτές την παρήγγειλε κατόπιν του προαναφερθέντος δημοσιεύματος στο «Βήμα» προκειμένου να διερευνηθούν οι καταγγελίες σύρων προσφύγων ότι πριν τους ρυμουλκήσουν οι έλληνες λιμενικοί για να τους εγκαταλείψουν στα διεθνή χωρικά ύδατα χωρίς μηχανή ή σε έρημες βραχονησίδες, τους έκλεψαν τα χρήματα και τα κινητά τηλέφωνα.
Ο κ. Μούιζνιεκς χαρακτηρίζει «σοκαριστικές» τις αποκαλύψεις του «Βήματος» για την κλοπή χρημάτων και τη ρίψη των κινητών στη θάλασσα. «Αν αληθεύουν, σημαίνει ότι η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη απ’ όσο νομίζαμε. Οι καταγγελίες αυτές πρέπει να ληφθούν πολύ σοβαρά υπόψη και να ερευνηθούν» λέει.
Ο κ. Μούιζνιεκς δηλώνει την πρόθεσή του να βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με τις ελληνικές αρχές, ιδίως την περίοδο της ελληνικής προεδρίας της ΕΕ. Στην ερώτησή μας πώς θα διασφαλίσει ότι η Αθήνα δεν θα επαναλάβει την πρακτική του παρελθόντος να συμφωνεί με τις υποδείξεις του επιτρόπου στα λόγια αλλά στην πράξη να μην κάνει τίποτε, απάντησε: «Διατηρώ επαφές με οργανώσεις και δημοσιογράφους για να έχω την πλήρη εικόνα της κατάστασης και να εντοπίσω τυχόν ασυμφωνίες ανάμεσα στα λόγια και τις πράξεις των ελληνικών αρχών».
«Να τους κάνουμε τη ζωή δύσκολη»
Ζητήσαμε από τον επίτροπο να σχολιάσει την άποψη ότι οι ελληνικές αρχές γνωρίζουν και κάνουν τα στραβά μάτια στις παράνομες μαζικές επαναπροωθήσεις επειδή αποτελούν ατύπως μέρος της (σπασμωδικής) μεταναστευτικής πολιτικής της Ελλάδας. «Το γραφείο μου εξετάζει προσεκτικά όλες τις δηλώσεις δημόσιων λειτουργών για να εντοπίσει τυχόν ενθάρρυνση ή ανοχή της πρακτικής αυτής, ακόμη και αν δεν υπάρχει καταγεγραμμένη σε επίσημη εγκύκλιο». Φέρνει το παράδειγμα υψηλόβαθμου αστυνομικού που είχε δηλώσει «να κάνουμε δύσκολη τη ζωή στους παράνομους μετανάστες».
«Κατά την άποψή μου, το κυριότερο ζήτημα είναι να πραγματοποιηθούν αποτελεσματικές έρευνες στις καταγγελίες για επαναπροωθήσεις μεταναστών και για την κακομεταχείρισή τους» συνεχίζει ο επίτροπος. «Αν δεν προκύψει τίποτε, σημαίνει ότι δεν ήταν αρκετά αποτελεσματικές».
Προειδοποιεί ότι αν όντως η πρόθεση των ελληνικών αρχών είναι «να κάνουν δύσκολη τη ζωή των παράνομων μεταναστών», η πρακτική αυτή δεν θα λειτουργήσει. «Είναι αναποτελεσματική γιατί διότι οι άνθρωποι αυτοί αντιμετωπίζουν απελπιστικές καταστάσεις στη χώρα τους και τίποτε δεν μπορεί να τους εμποδίσει από το να μεταναστεύσουν» λέει. «Η ανέγερση τειχών δεν αποτελεί λύση. Όταν μια διαδρομή δυσκολεύει, ακολουθούν άλλη».
Πρακτική και άλλων χωρών
Ο επίτροπος Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καλεί την Ελλάδα «να αλλάξει ριζικά μεταναστευτική πολιτική και πρακτική». Εξηγεί ότι οι παράνομες επαναπροωθήσεις πραγματοποιούνται απ’ όσο έχει πέσει στην αντίληψή του επί μία πενταετία, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στη Βουλγαρία, στην Ιταλία, στην Ισπανία, στη Μάλτα. Αποφάσισε όμως τώρα να υψώσει τους τόνους «λόγω της κλίμακας της κρίσης προσφύγων στη Συρία». Τονίζει ότι «η πολιτική ασύλου της Ελλάδας πρέπει να συμβαδίσει με τα διεθνή πρότυπα» αλλά παραδέχεται μιλώντας στο «Βήμα» ότι «αυτό δεν μπορεί να γίνει από τη μια μέρα στην άλλη» και ότι «αποτελεί μεσοπρόθεσμο στόχο».