Έπεσε θύμα μιας αναίμακτης κρητικής «βεντέτας» 25 χρόνια μετά… Φέρεται να δολοφονήθηκε εν ψυχρώ για λόγους εκδίκησης, για πυροβολισμούς που είχε ρίξει τη δεκαετία του 1980 ένας συγγενής του χωρίς να τραυματίσει κανέναν.

Μπροστά σε μια πρωτοφανή εγκληματική υπόθεση ακραίας «τυφλής εκδίκησης» φέρονται να βρίσκονται αξιωματικοί της Ασφάλειας στα Χανιά που ερευνούν τις τελευταίες εβδομάδες την ενέδρα θανάτου σε βάρος 52χρονου ιδιώτη στην περιοχή Ασκύφου, στα Σφακιά. Μάλιστα το θύμα φέρεται να είχε ειδοποιηθεί επτά μήνες νωρίτερα για το σχέδιο δολοφονίας του, χωρίς όμως να μπορέσει να αποτρέψει το μοιραίο «χτύπημα» των δολοφόνων.
Η ενέδρα…
Ο 52χρονος, που ήταν και πρόεδρος της τοπικής Κοινότητας Ασκύφου, δολοφονήθηκε το βράδυ της Παρασκευής 29 Απριλίου έξω από το χωριό, σε έναν καινούριο παρακαμπτήριο δρόμο. Άγνωστοι ακινητοποίησαν το αυτοκίνητό του και τον πυροβόλησαν τρεις φορές με κυνηγετική καραμπίνα.
Λίγο πριν πέσει στην «ενέδρα θανάτου», το θύμα βρισκόταν σε καφενείο στην περιοχή Αμμουδάρι και ύστερα κατευθύνθηκε προς το σπίτι του. Σε ένα σημείο της διαδρομής όπου ο φωτισμός είναι ανύπαρκτος τον περίμενε ο δολοφόνος του.
Το αυτοκίνητο των δραστών εντοπίστηκε αργότερα σε αγροτική περιοχή του Αποκόρωνα, ολοσχερώς κατεστραμμένο από φωτιά. Διαπιστώθηκε ότι ήταν κλεμμένο από περιοχή του Ηρακλείου.
Από την καραμπίνα που είχε μαζί του ο 52χρονος στο αυτοκίνητό του, οι αστυνομικοί συμπεραίνουν ότι φοβόταν για τη ζωή του. Η πρώτη διαπίστωση των αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ. ήταν ότι επρόκειτο για μια «καλοστημένη δολοφονική επίθεση». Όμως στην περαιτέρω πορεία της έρευνας υπήρξαν πολλές εκπλήξεις.
Όπως ανέφερε στο «Βήμα» ανώτατο στέλεχος της Αστυνομίας που γνωρίζει τα δεδομένα της υπόθεσης, «το θύμα της άγριας δολοφονίας ήταν ένας φιλήσυχος άνθρωπος που ποτέ δεν είχε δώσει καμιά αφορμή. Σε πρώτη φάση το μόνο που πληροφορηθήκαμε ήταν ότι το θύμα μερικούς μύηνες νωρίτερα είχε απευθυνθεί σε αστυνομική υπηρεσία λέγοντας πως κάποιος του τηλεφώνησε και του είπε ότι «κάποιος με έχει βάλει να σε σκοτώσω. Εγώ δεν θέλησα να το κάνω, όμως θα σε σκοτώσουν άλλοι». Το τηλεφώνημα αυτό φέρεται να έχει γίνει από καρτοτηλέφωνο που βρίσκεται σε κοντινή περιοχή και αυτό αποτελεί για εμάς σημαντικό στοιχείο. Όμως με βάση αυτό και μόνο το στοιχείο δεν μπορούσαμε να κάνουμε το επόμενο βήμα να αντιληφθούμε το κίνητρο του δράστη».
Το θρίλερ…
Ωστόσο το θρίλερ μόλις τότε άρχιζε. Οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. πληροφορήθηκαν ότι περίπου ένα τέταρτο του αιώνα νωρίτερα ένας στενός συγγενής του δολοφονηθέντος είχε πυροβολήσει, χωρίς να τραυματίσει, έναν συγχωριανό του για μια οικονομική διαφορά. Αυτή μάλιστα η πράξη είχε αναγκάσει τον δράστη να φύγει για μερικά χρόνια από το χωριό κατόπιν… απαίτησης του «εχθρού» του.
Και όλοι πίστεψαν ότι το επεισόδιο αυτό το έσβησε ο πανδαμάτωρ χρόνος. Με δεδομένο μάλιστα ότι και οι δύο συμμετέχοντες στο περιστατικό αποβίωσαν από φυσικά αίτια και ουδείς πια θυμόταν αυτήν τη διένεξη.
Όμως τα φαινόμενα απατούσαν. Επειδή δεν έβρισκαν το γιατί δολοφονήθηκε ο 52χρονος, οι αστυνομικοί άρχισαν ανάμεσα στα άλλα να επανεξετάζουν την παλιά υπόθεση του χωριού. Έψαξαν λοιπόν κατά το επίμαχο διάστημα τις κινήσεις ενός στενού συγγενούς εκείνου του κατοίκου του χωριού που είχε πυροβοληθεί προ 25ετίας. Προέβησαν σε αυτή την ενέργεια προκειμένου να δουν αν αυτός μπορεί να είχε οργανώσει τη δολοφονία του οικογενειακού «αντιπάλου» τόσα χρόνια μετά.
Οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. παρατήρησαν ότι το άτομο αυτό -ηλικίας περίπου 40 ετών- φέρεται να είχε απασχολήσει ξανά την ΕΛ.ΑΣ. για άλλες ποινικές υποθέσεις. Διαπίστωσαν ακόμη ότι την ημέρα του φονικού ήταν εκτός χωριού, σε μονοήμερο ταξίδι ακτοπλοϊκώς στην Αθήνα, χωρίς ωστόσο να είναι ευκρινές για ποιον λόγο ταξίδεψε.
Συγκεντρώθηκαν επίσης και άλλα σημαντικά στοιχεία για τα όσα είχαν προηγηθεί της δολοφονίας.
Όπως δηλώνει το ανώτατο στέλεχος της ΕΛ.ΑΣ., «είμαστε σε καλό σημείο. Έχουμε ενδείξεις για τον ηθικό αυτουργό της δολοφονίας και για αυτό που του ανατέθηκε η φυσική αυτουργία. Σύντομα ίσως έχουμε εξελίξεις…»