«Κάλπες στα σχολεία ή όχι;». Αυτό είναι το δίλημμα που οδήγησε σε μια οκτάωρη συνεδρίαση τα μέλη της διοίκησης της ΟΛΜΕ την περασμένη εβδομάδα και σε νέα πολύωρη έντονη αντιπαράθεση από το μεσημέρι της Πέμπτης στο φόντο της απόφασης για την προκήρυξη απεργίας διαρκείας. Και αυτό γιατί το δίλημμα αυτό στην πραγματικότητα κρύβει μια οξύτατη αντίθεση, από τη μία των παρατάξεων που δεν θα επέλεγαν ελαφρά τη καρδία την τακτική της απεργίας μέσα στις πανελλαδικές εξετάσεις και από την άλλη εκείνων που τάσσονται πιο εύκολα υπέρ των πιο δραστικών και ακραίων λύσεων.
Στην πρώτη κατηγορία μπορεί να τοποθετήσει κανείς τη ΔΑΚΕ (πρόσκειται στη Νέα Δημοκρατία). Αυτή τη στιγμή αποτελείται από αξιόπιστους συνδικαλιστές οι οποίοι ναι μεν θεωρούν την απεργία ύστατη λύση αλλά ταυτόχρονα θέλουν να συμπορευθούν με τους συναδέλφους τους και σίγουρα δεν θα μπορούσαν να αντέξουν να χάσουν τις τρεις έδρες που κατέχουν στο 11μελές ΔΣ κατά το συνέδριο της ΟΛΜΕ που θα γίνει τον Ιούνιο. Στην ίδια κατηγορία θα τοποθετούσε κανείς εύκολα και την ΠΑΣΚ (πρόσκειται στο ΠαΣοΚ), η οποία κατέχει σήμερα 3 έδρες και επίσης φαίνεται ότι έχει διαρροή δυνάμεων υπέρ των αριστερών παρατάξεων στην τελική ευθεία προς το συνέδριο της Ομοσπονδίας.
Συνελεύσεις με ή χωρίς κάλπη


Γι’ αυτόν τον λόγο η ΔΑΚΕ κατέθεσε πρόταση υπέρ της απεργίας αλλά απαιτούσε να στηθεί κάλπη σε κάθε συνέλευση τοπικής ΕΛΜΕ ώστε να αποφασίσουν με ψήφο όλοι οι εκπαιδευτικοί. Από την άλλη πλευρά στάθηκαν οι εκπρόσωποι των αριστερών παρατάξεων στο Συμβούλιο της ΟΛΜΕ (Συνεργαζόμενες Κινήσεις του ΣΥΡΙΖΑ και Παρεμβάσεις-Συσπειρώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς), ζητώντας να διεξαχθεί η ψηφοφορία όπως γινόταν πάντα, δηλαδή μέσω συνελεύσεων και χωρίς κάλπες. Προφανής επιδίωξή τους είναι να μην καταγραφεί με αριθμούς το αποτέλεσμα αλλά να συμπαρασύρουν τους καθηγητές σε κλίμα «αγωνιστικών» κινητοποιήσεων.
Την Πέμπτη στη συνεδρίαση του ΔΣ της ΟΛΜΕ, η ΔΑΚΕ σε μια προσπάθεια σύγκλισης με τις άλλες παρατάξεις ζήτησε αρχικά να καταμετρηθεί το αποτέλεσμα εφόσον ψηφίσει έστω το 30% των καθηγητών, ενώ οι αριστερές παρατάξεις αντιπρότειναν ενδιάμεσες συνελεύσεις (εκτός της συνέλευσης της 15ης Μαΐου που έχει ορισθεί για τις τοπικές ΕΛΜΕ των καθηγητών) ώστε να επιβεβαιωθεί σε αυτές αν η «βάση» επιθυμεί ή όχι την απεργία και αν θα υπάρξει συμμετοχή σε αυτές. Είναι σαφές και όλοι το αντιλαμβάνονται ότι αν προκηρυχθεί η απεργία και η πλειονότητα των καθηγητών δεν συμμετάσχει σε αυτήν θα είναι ένα γεγονός ισοδύναμο με διάλυση του συνδικαλιστικού οργάνου των καθηγητών, το οποίο και θα χάσει την αξιοπιστία του.
Προσπάθεια έγινε επίσης κατά τη συνεδρίαση να μπουν στον χορό των κινητοποιήσεων και οι εκπρόσωποι του ΠΑΜΕ (υποστηρίζονται από το ΚΚΕ), οι οποίοι είχαν ταχθεί εξαρχής κατά της απεργίας. Εκριναν ότι μια τέτοια κίνηση θα πλήξει την αξιοπιστία του συνδικαλιστικού κινήματος, καθώς θα στρέψει την κοινωνία εναντίον των εκπροσώπων του. Οι συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ, όπως δήλωσαν την Πέμπτη, τάσσονται υπέρ μιας κινητοποίησης η οποία μπορεί να ξεκινούσε με την έναρξη των πανελλαδικών εξετάσεων (για παράδειγμα μια 48ωρη απεργία στις 16 και 17 του μήνα), αλλά σε καμία περίπτωση δεν διάκεινται υπέρ της κλιμάκωσης των κινητοποιήσεων μέσα στην εξεταστική περίοδο.
Ο «άσος» στο μανίκι για το «χακί»


Στο σκηνικό αυτό η κυβέρνηση τηρεί στάση αναμονής, ενώ το υπουργείο Παιδείας έχει ξεκαθαρίσει με τη στάση του ότι στην περίπτωση προκήρυξης απεργίας η απάντησή του θα είναι η πολιτική επιστράτευση των απεργών.
Ωστόσο, όπως έλεγαν πηγές από το κτίριο του Αμαρουσίου, θεωρούν ότι η πλειονότητα των καθηγητών, ακόμη και αν τους προταθεί να συμμετάσχουν σε μια τέτοια απεργία, θα συναισθανθούν την κοινωνική τους ευθύνη και δεν θα μπλοκάρουν τις εξετάσεις.
Οι καθηγητές όμως κρατούν και «άσο» στο μανίκι τους, καθώς σε περίπτωση επιστράτευσης έχουν τη δυνατότητα, όπως συζήτησαν την Πέμπτη, να προχωρήσουν σε αποχή από τις βαθμολογήσεις των γραπτών που ακολουθούν την εξεταστική διαδικασία.
Σε κάθε περίπτωση φαίνεται ότι η περίοδος των εξετάσεων εφέτος θα παρουσιάσει εμπόδια. Και αυτό γιατί η απόφαση της κυβέρνησης για αύξηση των ωρών διδασκαλίας, με τον επακόλουθο περιορισμό των αναπληρωτών την επόμενη σχολική χρονιά, δεν είναι πιθανόν να αλλάξει. Τα περιθώρια των ελιγμών είναι ουσιαστικά ανύπαρκτα, δεδομένου ότι είναι επιτακτική ανάγκη με βάση τις υπάρχουσες οικονομικές συνθήκες να καλυφθούν κενά εκ των ενόντων και όχι ανοίγοντας και άλλο την τρύπα του κρατικού προϋπολογισμού.

Δημοσιεύτηκε στο HeliosPlus στις 9 Μαΐου 2013

HeliosPlus