Τα αιματηρά επεισόδια της Τετάρτης στην Ηλεία ανάμεσα σε μετανάστες εργάτες γης και στους επιστάτες των θερμοκηπίων καλλιέργειας φράουλας στα οποία εργάζονταν, έφεραν για μία ακόμα φορά στο προσκήνιο τις πιο ζοφερές πτυχές του δράματος που ζουν χιλιάδες μετανάστες στη χώρα μας, καθώς και τις πιο σκοτεινές πρακτικές πολλών εκ των εργοδοτών τους. Ήταν επίσης ακόμα ένα επεισόδιο στον ακήρυχτο «πόλεμο της φράουλας» που σχεδόν κάθε χρόνο τέτοια εποχή διαδραματίζεται στα χωράφια της Ηλείας με θύματα τους μετανάστες που ζουν και εργάζονται κάτω από απάνθρωπες συνθήκες και αντιμετωπίζονται σαν εχθροί κάθε φορά που απαιτούν τα οφειλόμενα.

Ήταν περίπου έξι το απόγευμα όταν περίπου 200 μετανάστες με καταγωγή από το Μπαγκλαντές και το Πακιστάν, οι περισσότεροι από τους οποίους βρίσκονται νομίμως στη χώρα μας, ζήτησαν από τους επιστάτες τα δεδουλευμένα έξι μηνών που τους όφειλε η επιχείρηση.

Μετά από έντονους διαπληκτισμούς οι επιστάτες αποχώρησαν και λίγο αργότερα επέστρεψαν στον χώρο όπου ήταν συγκεντρωμένοι οι μετανάστες κρατώντας καραμπίνες.

Σύμφωνα με πληροφορίες, δύο τουλάχιστον από τους επιστάτες πυροβόλησαν στο ψαχνό εναντίον των αλλοδαπών εργατών, τραυματίζοντας οκτώ σοβαρά και τουλάχιστον άλλους 20 ελαφρά.

Η νέα ελληνική ντροπή στα διεθνή μέσα

Η είδηση όπως ήταν αναμενόμενο έκανε τον γύρο του κόσμου με τα μεγαλύτερα ειδησεογραφικά πρακτορεία να αφιερώνουν εκτενή ρεπορτάζ στην επίθεση και τον τραυματισμό των αλλοδαπών. Το Associated Press, το CNN, το BBC, το Al Jazeera και όλα σχεδόν τα διεθνή μέσα περιγράφουν με τα πλέον μελανά χρώματα τους αγρότες της περιοχής και την απάνθρωπη εκμετάλλευση την οποία υφίστανται οι αλλοδαποί που εργάζονται στις καλλιέργειες της περιοχής στην Ηλεία, που θεωρείται το κέντρο παραγωγής φράουλας στη χώρα μας.

Για «συνθήκες σκλαβιάς» κάνει λόγο το BBC και προσθέτει ότι οι μετανάστες πληρώνονται με μισθούς πολύ κατώτερους από αυτούς των ντόπιων εργατών. Όπως επισημαίνεται στο ρεπορτάζ οι αλλοδαποί εργάτες είναι αναγκασμένοι να ζουν σε «παράγκες» και να πληρώνουν σχεδόν το μισό τους εισόδημα για ενοίκιο. Παραθέτει μάλιστα μαρτυρίες αλλοδαπών εργατών που υποστηρίζουν ότι ενώ ήρθαν στην Ελλάδα για να ενισχύσουν οικονομικά τις οικογένειές τους στις χώρες καταγωγής τους, πλέον δεν μπορούν ούτε να επιβιώσουν οι ίδιοι.

Σύμφωνα με το Al Jazeera, ο υπεύθυνος των καλλιεργειών άρχισε να πυροβολεί όταν οι περίπου 200 εργάτες απαίτησαν τα χρήματα που τους όφειλε και «κινήθηκαν απειλητικά» προς το μέρος του.

Τα κοινωνικά δίκτυα γέμισαν με μηνύματα κατακραυγής για την επίθεση, ενώ άρχισαν να κυκλοφορούν και πάλι αφίσες που καταδικάζουν τις απάνθρωπες συνθήκες κάτω από τις οποίες οι μεγαλέμποροι φράουλας πλουτίζουν, την ίδια στιγμή που όσοι εργάζονται γι’ αυτούς αντιμετωπίζουν μεσαιωνικές συνθήκες διαβίωσης και εργασίας.

Η Άγρια Δύση στη Μανωλάδα

Το ζήτημα είναι ότι η κατάσταση στην περιοχή όχι μόνο έχει προ πολλού ξεφύγει αλλά και ουδείς φαίνεται διατεθειμένος να ασκήσει τον οποιοδήποτε έλεγχο. Δεν είναι η πρώτη φορά που οι μεγαλοπαραγωγοί και οι συνεργάτες τους μεταχειρίζονται μαφιόζικες μεθόδους για να αναγκάσουν τους εργάτες να δεχτούν τις συνθήκες σκλαβιάς που τους επιβάλλουν με αντίτιμο ένα πενιχρό ημερομίσθιο.

Τον Αύγουστο του 2012 η ελληνική κοινή γνώμη μάθαινε σοκαρισμένη την είδηση ότι δύο Έλληνες στη Μανωλάδα βασάνισαν έναν νεαρό Αιγύπτιο και συγκεκριμένα σφήνωσαν το κεφάλι του 22χρονου στην πόρτα του αυτοκινήτου και να τον έσυραν για περίπου ένα χιλιόμετρο στον δρόμο. Μάλιστα, σύμφωνα με αστυνομικές πηγές, ένας από τους εμπλεκόμενους στο περιστατικό εκείνο είναι ένας από τους τρεις που καταζητούνται για τα χθεσινά επεισόδια και συγκεκριμένα ο 27χρονος. Μάλιστα με εντολή του αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ. ανατέθηκε στο Τμήμα Αντιμετώπισης Ρατσιστικής Βίας η διερεύνηση τυχόν συμμετοχής σε υποθέσεις ρατσιστικήςβίας των εμπλεκόμενων στα επεισόδια της Μανωλάδας. Εναντίον του 27χρονου είχε σχηματιστεί δικογραφία για επικίνδυνες σωματικές βλάβες η εκδίκαση της οποίας εκκρεμεί.

Τον Απρίλιο του 2011 οι επιστάτες μιας μονάδας δεν δίστασαν να επιτεθούν και να τραυματίσουν δύο απεσταλμένους του «Βήματος», τον δημοσιογράφο Γ. Πουλιόπουλο και τον φωτογράφο Ιάκωβο Χατζησταύρου επειδή τόλμησαν να κάνουν ρεπορτάζ για τις συνθήκες εργασίας στις καλλιέργειες φράουλας στην περιοχή. Κατά τη διάρκεια της επίθεσης, ο παραγωγός και οι συνεργοί του τράκαραν το αυτοκίνητο των δύο απεσταλμένων του «Βήματος», απέσπασαν τη φωτογραφική κάμερα και την κάρτα μνήμης, την οποία επέστρεψαν ώρες μετά και μόνο έπειτα από την παραίνεση των αστυνομικών δυνάμεων στο τμήμα Βάρδας Ηλείας.

Οι δύο απεσταλμένοι του Βήματος δεν ήταν οι μόνοι δημοσιογράφοι που έχουν δεχτεί επίθεση σε μια απόπειρα να αποτραπούν από το να κάνουν ρεπορτάζ για την ανομία και την ατιμωρησία που επικρατούν στην περιοχή.

Κατά το πρόσφατο παρελθόν και άλλοι δημοσιογράφοι έχουν δεχτεί επιθέσεις και απειλές από μερίδα παραγωγών της Ηλείας, καθώς πραγματοποιούσαν ρεπορτάζ για το καθεστώς εκμετάλλευσης των μεταναστών σε χωράφια της περιοχής.

Ο διευθυντής της εφημερίδας του Πύργου, «Αυγή», κ. Ανδρέας Καπογιάννης, ο δημοσιογράφος του ANT1, κ. Κώστας Φλαμής, ο φωτογράφος της «Ελευθεροτυπίας» κ. Γιάννης Λιάκος, ο ανταποκριτής της ίδιας εφημερίδας στην Ηλεία, κ. Μάκης Νοδάρος και η δημοσιογράφος της, κυρία Ντίνα Δασκαλοπούλου, αλλά και ο ίδιος ο πρόεδρος της Ενωσης Φωτορεπόρτερ Ελλάδας, κ. Μάριος Λώλος, έχουν δεχθεί κατά καιρούς απειλές, επιθέσεις, μπλόκα(!) από τα ντόπια κυκλώματα κατά τη διάρκεια που έκαναν ρεπορτάζ στη Μανωλάδα. Παρά τις καταγγελίες όμως, όπως η πραγματικότητα απέδειξε, δεν «ιδρώνει» το αυτί τοπικών αρχών.

Δεν υπάρχει κανείς έλεγχος

Όπως δήλωσε στον ΒΗΜΑ 99,5, η πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Αμαλιάδας κυρία Νατάσσα Παναγιωτάρα, τόσο στην Παλιά, όσο και στη Νέα Μανωλάδα υπάρχουν πολλοί «μεγαλοφραουλάδες» που εκμεταλλεύονται μετανάστες.

Κανείς δεν ελέγχει σε ποια κατάσταση εργάζονται ή διαβιούν οι μετανάστες, σημείωσε η κ. Παναγιωτάρα, υπογραμμίζοντας ότι πρόκειται για «εργασιακό σκλαβοπάζαρο». «Ζητάμε ελέγχους αλλά δεν γίνονται, γιατί -όπως μας λένε από την επιθεώρηση εργασίας- δεν υπάρχει το αναγκαίο προσωπικό», τόνισε η κυρία Παναγιωτάρα και πρόσθεσε ότι κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει τι ακριβώς συμβαίνει στις επιχειρήσεις αυτές, αφού η πρόσβαση απαγορεύεται.