Στους διαδρόμους τους έχουν περπατήσει ξεχωριστοί Ελληνες, στις τραπεζαρίες των αρχοντικών έχουν δειπνήσει εμβληματικές προσωπικότητες και στα ταπεινά δωμάτιά τους έχουν ζήσει σημαντικοί καλλιτέχνες. Κάποια από τα αρχιτεκτονικά μνημεία της νεότερης Ελλάδας, οικίες ανθρώπων που έχουν γράψει ιστορία, παραμένουν «μελαγχολικά» ερείπια εξαιτίας της αδιαφορίας της Πολιτείας και της αδυναμίας των ιδιοκτητών τους να τα συντηρήσουν.
Μοιάζει ειρωνεία της τύχης το γεγονός ότι τα περισσότερα από αυτά –αν όχι όλα –έχουν χαρακτηριστεί διατηρητέα προκειμένου να προστατευθούν ως μνημεία της νεότερης πολιτιστικής μας κληρονομιάς. «Η προστασία νεοτέρων μνημείων ξεκίνησε το 1950 με τον χαρακτηρισμό τους ως διατηρητέων, το πρόβλημα όμως είναι ότι έμεινε εκεί» σχολιάζει μιλώντας στο «Βήμα» ο κ. Νικόλαος Χαρκιολάκης, επίτιμος διευθυντής Αναστήλωσης Νεωτέρων Μνημείων και πρόεδρος του Πανελληνίου Συλλόγου Ιδιοκτητών Διατηρητέων Ακινήτων.
«Φτωχός συγγενής» δίπλα σε… βίλες


Ο ίδιος ο χαρακτηρισμός καταδεικνύει την ιστορική μας ευθύνη να αναδείξουμε αυτό το μνημείο. Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που αυτό ανήκει σε ιδιώτη, ιδιαίτερα σε μια περίοδο όπως η σημερινή που το οικονομικό κόστος αποτελεί τροχοπέδη; Μια τέτοια περίπτωση αποτελεί το σπίτι του Παύλου Μελά στην Κηφισιά, το οποίο στέκει σήμερα αφημένο στη φθορά του χρόνου. Μοιάζει με φτωχό συγγενή, περιτριγυρισμένο καθώς είναι από ψηλούς φράχτες και φροντισμένους κήπους.

Ακόμη και μετά τις πρώτες εργασίες στερέωσης που έγιναν από τις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού το 2009, προτεραιότητα παραμένει να μην καταρρεύσει, όπως τονίζει η κληρονόμος της οικίας και εγγονή του μακεδονομάχου κυρία Ναταλία Ιωαννίδη. «Δεν έχω την οικονομική δυνατότητα να κάνω τις απαραίτητες εργασίες, όμως θα ήταν ευχής έργον το σπίτι αυτό να ενταχθεί σε κάποιο ευρωπαϊκό πρόγραμμα χρηματοδότησης. Δεν έχει κανένα νόημα να ζητήσουμε από την ελληνική κοινωνία που υποφέρει να διαθέσει χρήματα για τον σκοπό αυτόν» σχολιάζει μιλώντας στο «Βήμα».

Προς την κατεύθυνση αυτή εργάζεται ο Σύλλογος Ιδιοκτητών Διατηρητέων, προσπαθώντας να διαμορφώσει ένα κατάλληλο πλαίσιο ώστε η ανάδειξη αυτών των μνημείων που ανήκουν σε ιδιώτες να χρηματοδοτείται μέσω ευρωπαϊκών προγραμμάτων. «Αυτό φυσικά μπορεί να σημαίνει ανά περίπτωση ότι και οι ιδιοκτήτες θα είναι υποχρεωμένοι μία ημέρα την εβδομάδα, για παράδειγμα, να έχουν το σπίτι τους ανοικτό στο κοινό ως ανταπόδοση στην κοινωνία» προτείνει ο κ. Χαρκιολάκης.
Το «μοιρολόι» ενός Πύργου


Ενα πανό στο οποίο αναγράφεται μία μόνο λέξη, «Βοήθεια», αρκούσε για να τραβήξει πρόσκαιρα τα φώτα στον μεγαλόπρεπο Πύργο που στέκει ακόμη, αν και τραυματισμένος βαριά από τον χρόνο και τις φθορές, στο χωριό Γούβες της Βόρειας Εύβοιας. Εναν Πύργο για τον οποίο ο μεγάλος ποιητής Γεώργιος Δροσίνης γράφει στα «Σκόρπια φύλλα της ζωής μου» αναπολώντας την ομορφιά της φύσης και την πρώτη του μεγάλη αγάπη, όταν έφηβος ακόμη συνάντησε την καλοσυνάτη Μορφούλα: «Κάνε με πάλι δεκαοχτώ χρονών παλικάρι και πήγαινέ με στον Πύργο των Γουβών, όπως ήταν κι αυτός και τα περίγυρά του όταν πρωτοπήγα εκεί».
Χαρακτηρισμένος διατηρητέο μνημείο από το 1980, λειτούργησε ως το 2007 ως μουσείο με πρωτοβουλία της παλαιάς κοινότητας, όμως «από τότε παραμένει εγκαταλειμμένος και κινδυνεύει από ανεπανόρθωτες βλάβες» λέει στο «Βήμα» ο κ. Νίκος Ψυχογιός, πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου «Η Γέφυρα» που αγωνίζεται για τη διάσωση και την επαναλειτουργία του.
Η έριδα μεταξύ της Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων –στην οποία δικαιωματικά ανήκει ως κτίσμα προ του 1830 –και της Εφορείας Νεωτέρων Μνημείων για την ιδιοκτησία του ακινήτου αποτελεί τροχοπέδη για τη διάσωσή του. Το μόνο που απομένει σήμερα είναι αυτή η έκκληση για βοήθεια να εισακουστεί και να μην πέσει για άλλη μία φορά στο κενό, καθώς, όπως λέει ο κ. Ψυχογιός, από το 2003 έχουν κοινοποιηθεί υπομνήματα για την κατάσταση και τις ανάγκες του κτιρίου στις αρμόδιες υπηρεσίες. Παρ’ όλα αυτά, κινδυνεύει ακόμη με κατάρρευση.
Εκεί όπου γεννήθηκε ο Κωστής Παλαμάς


Δεν έχουν περάσει δύο μήνες από τότε που ο Σύλλογος Πατρινών Καλλιτεχνών Εικαστικών Τεχνών πρότεινε επίσημα να γίνει ανταλλαγή της διατηρητέας οικίας όπου έζησε τα πρώτα έξι χρόνια της ζωής του ο Κωστής Παλαμάς με άλλο ακίνητο του δήμου, προκειμένου το οίκημα να γλιτώσει την κατάρρευση.
Το κτίριο, ένα από τα παλαιότερα νεοκλασικά στο κέντρο της Πάτρας, στην οδό Κορίνθου, σήμερα ρημάζει ενώ στο παρελθόν έχει συχνά λεηλατηθεί, όπως λέει στο «Βήμα» ο πρόεδρος του Συλλόγου κ. Θεόδωρος Μαλλιάς. Οι σοβαρές φθορές στα κεραμίδια αφήνουν το νερό της βροχής να μπει στο εσωτερικό, ενώ λίγες εβδομάδες νωρίτερα οι περαστικοί κινδύνεψαν από σοβάδες που έπεσαν στον δρόμο.
Οι δύο ιδιοκτήτριες του κτιρίου, μόνιμες κάτοικοι Ελβετίας, φαίνονται κατ’ αρχήν θετικές στην προοπτική της ανταλλαγής μετά τις προσπάθειες του Συλλόγου, παρ’ ότι εδώ και δύο χρόνια έχουν βάλει στο σπίτι πωλητήριο. «Είμαστε πια σε καλό δρόμο, καθώς έχει ήδη σχηματιστεί επιτροπή που θα προτείνει τα ανταλλάξιμα ακίνητα και θα καταθέσει ολοκληρωμένη πρόταση στο δημοτικό συμβούλιο, ώστε το οίκημα αυτό επιτέλους να αξιοποιηθεί προς όφελος των Πατρινών» σχολιάζει ο κ. Μαλλιάς.
Δεν είναι όμως αυτό το μόνο σπίτι του μεγάλου ποιητή μας που βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπο με την πλήρη απαξίωση. Οι πεσμένοι σοβάδες και το λουκέτο στην παλιά σιδερένια πόρτα μαρτυρούν την εγκατάλειψη της διώροφης οικίας της οδού Περιάνδρου 5 στην Πλάκα, στον δεύτερο όροφο της οποίας ο ποιητής πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του μετά την έξωση από το σπίτι της οδού Ασκληπιού, στο οποίο έμεινε με την οικογένειά του για περισσότερα από σαράντα χρόνια.
Το διατηρητέο οίκημα σώθηκε από τον πλειστηριασμό στην κυριολεξία την τελευταία στιγμή στα μέσα Ιανουαρίου του 2011, καθώς φαίνεται ότι η ιδιοκτήτριά του κατάφερε να τακτοποιήσει τις οφειλές της. Ως τιμή εκκίνησης είχε οριστεί το ποσό των 1.066.000 ευρώ. Το γεγονός είχε φέρει τότε το θέμα και στη Βουλή, όπου στη σχετική συζήτηση επισημάνθηκε ότι σε άλλες χώρες της Ευρώπης ένα τέτοιο ιστορικό κτίριο στο πιο τουριστικό σημείο της πρωτεύουσας δεν θα έμενε ανεκμετάλλευτο.
Είναι όμως σαν η θλίψη του ίδιου του ποιητή, ο οποίος δεν θεώρησε ποτέ το σπίτι αυτό «δικό του», να ακολουθεί το οίκημα ακόμη και σήμερα. Το μόνο που θυμίζει κάτι από την παλαιά του αίγλη είναι η μαρμάρινη πλάκα επάνω από την είσοδο όπου αναγράφεται: «Στο σπίτι αυτό πέθανε ο εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς στις 27 Φεβρουαρίου 1943», πριν από ακριβώς 70 χρόνια.
Ενα δικαστικό θρίλερ στα Χρούσα


Η διώροφη λιθόκτιστη οικία του υπερρεαλιστή ποιητή Νικολάου Κάλας στα Χρούσα της Σύρου δεν θυμίζει σήμερα σε τίποτε το αρχοντικό με τη λιτή αρχιτεκτονική, τις καλαίσθητες οροφογραφίες και τους πίνακες ζωγραφικής του 19ου αιώνα. Υστερα από μια σειρά καταπατήσεις και λεηλασίες, το πλούσιο εσωτερικό του έχει απογυμνωθεί από έπιπλα, πολυελαίους και έργα τέχνης. Ως και το τζάκι έχει αφαιρεθεί, όπως μαρτυρεί το άνοιγμα που έχει αφήσει πίσω του. Η φθορά που ο χρόνος έχει επιφέρει στην παλιά στέγη απειλεί ακόμη περισσότερο το οίκημα.
Τα τελευταία χρόνια μάλιστα αποτελεί φυσικό περιστεριώνα, καθώς κανένας δεν έχει φροντίσει να ασφαλίσει τα ετοιμόρροπα παράθυρα, ενώ πριν από περίπου δύο χρόνια μπήκαν μέσα «κατά περίεργο τρόπο» και ζώα, από αυτά που βόσκουν στη γύρω περιοχή. Τη θλιβερή αυτή εικόνα μεταφέρει στο «Βήμα» η ιστορικός τέχνης κυρία Μαρίζα Δαλεζίου, χάρη στις προσπάθειες της οποίας το οίκημα χαρακτηρίστηκε ιστορικό διατηρητέο μνημείο και έργο τέχνης το 2009 από το υπουργείο Πολιτισμού.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει όμως ο τρόπος με τον οποίο τελικά το αρχοντικό περιήλθε στα χέρια του σημερινού ιδιοκτήτη του, της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου. Μετά τον θάνατο του τελευταίου ιδιοκτήτη του σπιτιού, η σύζυγός του Ελενα Κάλας παραχώρησε το κτήμα των Χρούσων άνευ ανταλλάγματος στο Ελληνικό Δημόσιο. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 ως το 2009 η τύχη του σπιτιού παίχθηκε στα δικαστήρια, μια και ο επιστάτης του κτήματος επικαλούμενος λόγους χρησικτησίας προσπάθησε με ψευδομάρτυρες και συνεχείς εφέσεις, όπως λέει η κυρία Δαλεζίου, να διεκδικήσει την ιδιοκτησία του.


«Το πρόβλημα με τα νεότερα μνημεία είναι ότι δεν υπάρχει ίχνος στρατηγικής σε σχέση με την αξιοποίησή τους, ενώ οι αρμόδιοι φορείς διακατέχονται από απίστευτη άγνοια»
επισημαίνει. Ως ιστορικός τέχνης η ίδια, πιστεύει ότι δεν χρειάζονται πολυτέλειες για να αναδειχθεί η ομορφιά αυτού του σπιτιού. «Η πώληση και η μετατροπή του σε μία ακόμη πολυτελή ιδιωτική κατοικία, ως είθισται, θα είναι και η καταστροφή του, όπως και η σημερινή απαράδεκτη εγκατάλειψή του» σχολιάζει.
Ο Καρούζος και οι εισβολείς


Το περίπλοκο ιδιοκτησιακό καθεστώς αποτελεί συχνά αιτία παρακμής αυτών των κτιρίων. Ενα παράδειγμα, το οποίο απασχολεί εδώ και χρόνια την κοινωνία του Ναυπλίου, είναι η οικία του ποιητή Νίκου Καρούζου. Οι πολλοί κληρονόμοι που δεν ζουν στην πόλη έχουν αφήσει τη μονοκατοικία στο έλεος όχι μόνο του χρόνου αλλά και των «εισβολέων» –κυρίως άστεγοι μετανάστες και τοξικομανείς βρίσκουν εκεί ένα πρόχειρο κατάλυμα, αφήνοντας τον χώρο σε άθλια κατάσταση.
Τον τελευταίο μήνα με πρωτοβουλία του δημάρχου ένα συνεργείο καθαρισμού περιποιήθηκε τον χώρο, ενώ προσπάθησε να ασφαλίσει την κύρια και τις παράπλευρες εισόδους, ώστε να μη σημειωθούν και πάλι περιστατικά παραβατικότητας. Με δεδομένο όμως το ιδιοκτησιακό του καθεστώς, ο δήμος δεν επιτρέπεται να έχει καμία άλλη εμπλοκή.
Ο Τσαρούχης δεν μένει πια εδώ


Οταν ο Γιάννης Τσαρούχης σχεδίασε και επιμελήθηκε την ανέγερση του διώροφου κτιρίου όπου σήμερα στεγάζεται το ίδρυμα που φέρει το όνομά του, θέλησε στην πραγματικότητα να δημιουργήσει έναν χώρο ο οποίος θα φιλοξενεί τα έργα του ώστε να μπορεί εκεί να τα επισκεφθεί και να τα γνωρίσει όλος ο κόσμος. Από τον Δεκέμβριο του 2012 όμως η μεγάλη συλλογή του Ιδρύματος «μετακόμισε» αναγκαστικά σε άλλη στέγη, καθώς το σπίτι της οδού Πλουτάρχου στο Μαρούσι δεν είναι πια επισκέψιμο.
Οι ρίζες του μεγάλου δέντρου που βρίσκεται δίπλα στην είσοδο έχουν στην κυριολεξία σηκώσει τις πλάκες της αυλής, με αποτέλεσμα η είσοδος να μην είναι προσπελάσιμη, ιδιαίτερα για παιδιά. Πριν από λίγο καιρό, ένα από τα δέντρα του κήπου έπεσε, με αποτέλεσμα να γείρει στην είσοδο του κτιρίου. Ευτυχώς ήταν βράδυ και κανένας δεν βρισκόταν στο Ιδρυμα, γιατί μπορεί να διέτρεχε κίνδυνο, όπως συνέβη όταν ένα ακροκέραμο που «ξεκόλλησε» από την οροφή προσγειώθηκε στην αυλή.

«Ολα αυτά τα χρόνια κάνουμε μεγάλο αγώνα να διατηρήσουμε το οίκημα, το οποίο με προσπάθειες του ίδιου του ζωγράφου χαρακτηρίστηκε διατηρητέο το 1985. Ομως αυτή τη στιγμή είναι αδύνατο να καλύψουμε τα έξοδα συντήρησης και επισκευών που είναι απαραίτητες για να λειτουργήσουμε και πάλι τους εκθεσιακούς χώρους»
λέει στο «Βήμα» η κυρία Νίκη Γρυπάρη, πρόεδρος του Ιδρύματος Τσαρούχη.
Από το παράθυρο του δώματος μια μορφή κοιτάζει τον κήπο, άδειο από τις παιδικές φιγούρες που τον γέμιζαν συχνά τα πρωινά των τελευταίων τριάντα ετών. Στην πραγματικότητα δεν είναι παρά μια οφθαλμαπάτη που «σκάρωσε» ο ίδιος ο ζωγράφος για τους περαστικούς, σήμερα όμως φαντάζει ιδιαίτερα μοναχική. Σαν να αναρωτιέται για το αύριο αυτού του ξεχωριστού οικήματος, που για την ώρα διαφαίνεται αβέβαιο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ