Έφτιαξαν έναν μόλο στον Αργοσαρωνικό, που κόστισε 1,5 εκατ. ευρώ, με σκοπό να βρουν και να παγιδεύσουν τον Παναγιώτη Βλαστό και άλλους απαγωγείς του εφοπλιστή Περικλή Παναγόπουλου.
Λίγες ημέρες μετά την αποτυχημένη απόπειρα απόδρασης του 43χρονου βαρυποινίτη από τις φυλακές Τρικάλων αποκαλύπτεται ένα εντυπωσιακό και άγνωστο μέχρι σήμερα παρασκήνιο για τον τρόπο με τον οποίο οι διωκτικές Αρχές βρέθηκαν στα ίχνη του Π. Βλαστού και άλλων απαγωγέων του κ. Παναγόπουλου πριν από τέσσερα χρόνια.
Ιδιώτες -σε συνεννόηση με ανώτατους αστυνομικούς- φέρεται να προχώρησαν στην κατασκευή λιμενοβραχίονα σε τουριστική περιοχή κοντά στην Αθήνα. Οι Αρχές στόχευαν έτσι να διατηρούν «επαφή» με τον εργολάβο-κατασκευαστή ο οποίος είχε διαπιστωθεί ότι συμμετείχε στην απαγωγή του εφοπλιστή. Ωστόσο το πρόσωπο που ανακάλυψε τους δράστες και «ενίσχυσε» οικονομικά το έργο του μόλου και τη σύλληψη των απαγωγέων δεν έλαβε ούτε ευρώ ως αμοιβή από την ΕΛ.ΑΣ. παρ’ ότι υπήρχε σχετική αρχική υπόσχεση.
Παράλληλα παρ’ ότι έχει ζητήσει τις τελευταίες εβδομάδες την παροχή προστασίας για τον φόβο ανταποδοτικού κτυπήματος από τους «νονούς» και την ομάδα Βλαστού, καταγγέλλει ότι υπάρχει πλήρης αδιαφορία από τους αξιωματούχους της λεωφόρου Κατεχάκη.
Πώς βρήκαν την άκρη του νήματος
Η απαγωγή του κ. Παναγόπουλου σημειώθηκε το πρωί της 12ης Ιανουαρίου 2009 στο Καβούρι όταν άγνωστοι ακινητοποίησαν το όχημα στο οποίο επέβαινε ο εφοπλιστής και ο οδηγός του. Ο εφοπλιστής αφέθηκε ελεύθερος ύστερα από 13 ημέρες, αφού καταβλήθηκαν λύτρα ύψους περίπου 30 εκατ. ευρώ. Η Ασφάλεια Αττικής εξιχνίασε πλήρως την υπόθεση το καλοκαίρι του 2009 και συνέλαβε τους δράστες με αποτέλεσμα την άσκηση ποινικών διώξεων εναντίον 20 ατόμων. Η δίκη για την υπόθεση ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2010 στο Εφετείο Κακουργημάτων στον Κορυδαλλό και η απόφαση εκδόθηκε στις αρχές του 2012 με την καταδίκη 18 από τους κατηγορουμένους, πολλοί από τους οποίους σε ισόβια κάθειρξη.
Όμως παρ’ ότι η δικογραφία ήταν υπέρ το δέον ογκώδης και αποκαλυπτική με χιλιάδες υποκλαπείσες συνομιλίες μεταξύ των κατηγορουμένων, ένα σημείο δεν είχε διευκρινισθεί μέχρι σήμερα: πώς η ΕΛ.ΑΣ. άντλησε την αρχική πληροφορία για την ταυτότητα των δραστών και ανακάλυψε την άκρη του νήματος.
Μέχρι στιγμής από αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. και στη διάρκεια της δίκης υπάρχουν ορισμένες ασαφείς αναφορές για στοιχεία που βρέθηκαν μετά τον εντοπισμό ενός κινητού σε κελί περιφερειακής φυλακής. Χωρίς όμως να υπάρχει μια λογική εξήγηση και πλήρης ανάλυση γι’ αυτό το υποτιθέμενο εύρημα και πώς αξιοποιήθηκε.
Σύμφωνα ωστόσο με νεότερα στοιχεία η υπόθεση είναι πολύ πιο περίπλοκη και η αρχή της έρευνας δεν ήταν κάποιο «τεχνικό» εύρημα αλλά μια κρίσιμη πληροφορία που δόθηκε από έναν άνθρωπο που έμεινε για σειρά ετών στο σκοτάδι.
Το πρόσωπο-κλειδί
Πρόκειται για έναν επιχειρηματία που έχει τουριστική επιχείρηση στην περιοχή του Αργοσαρωνικού αλλά και νυκτερινά κέντρα σε επαρχιακή πόλη.
Ο άνθρωπος αυτός φέρεται στις αρχές του 2009 να είχε κλείσει συμφωνία με έναν τραγουδιστή ο οποίος, όπως διαπιστώθηκε εκ των υστέρων, είχε γνωριμία μέσω συγγενών του με έναν από τους συμμετέχοντες στην απαγωγή Παναγόπουλου. Ο άνθρωπος αυτός διατηρούσε τεχνική εταιρεία και φέρεται να αποδέχθηκε μέρος των χρημάτων από τα λύτρα της απαγωγής του εφοπλιστή.
Ο επιχειρηματίας από τον Αργοσαρωνικό λόγω της φιλίας που είχε αναπτύξει με τον τραγουδιστή συναντήθηκε και με τον ιδιοκτήτη της τεχνικής εταιρείας λίγες εβδομάδες μετά την απαγωγή.
Σε αυτήν την πρώτη συνάντησή τους τον άκουσε να αναφέρει για κάποια στιγμή στο κινητό τηλέφωνό του «για λεφτά που θα δώσει ο Παναγόπουλος». Κι αυτό του κίνησε τις υποψίες, καθ’ ότι γνώριζε ότι ο ιδιοκτήτης της εταιρείας είχε περίεργες επαφές με τον χώρο της νύχτας. Παράλληλα ο επιχειρηματίας σε παλαιότερη υπόθεσή του είχε υποβοηθήσει το έργο της Αστυνομίας και είχε επαφή με ένστολους.
Κωδικό όνομα: Παναγόπουλος
Έτσι λοιπόν αμέσως μετά τη συνάντησή του με τον εργολάβο κατά την οποία αναφέρθηκε το όνομα «Παναγόπουλος», ειδοποίησε τους αστυνομικούς ότι ίσως ο ιδιοκτήτης της τεχνικής εταιρείας έχει το μυστικό της μυστηριώδους μέχρι τότε απαγωγής του επιχειρηματία.
Τότε λοιπόν φέρεται να υπήρξε συμφωνία του επιχειρηματία με τους αστυνομικούς ώστε να προχωρήσει σε επαγγελματική συνεργασία με τον ύποπτο εργολήπτη προκειμένου να αντλεί σχετικές πληροφορίες για την απαγωγή Παναγόπουλου. Σύμφωνα με στελέχη της ΕΛ.ΑΣ., «τότε δόθηκε διαβεβαίωση στον επιχειρηματία ότι αργότερα, και όταν ολοκληρωθούν οι έρευνες, θα του δοθεί αμοιβή της τάξης των 3 εκατ. ευρώ για τις πληροφορίες που δίνει για την απαγωγή του εφοπλιστή».
Εκείνος λοιπόν τότε φέρεται να ανέθεσε αντί 1,5 εκατ. ευρώ στον ύποπτο ιδιοκτήτη της τεχνικής εταιρείας να ολοκληρώσει έναν μόλο που κατασκευαζόταν στην περιοχή του Αργοσαρωνικού για να διευκολύνεται ο ελλιμενισμός σκαφών αναψυχής. Έτσι λοιπόν ο πληροφοριοδότης της ΕΛ.ΑΣ. παρέδιδε σειρά χρηματικών ποσών υπό τη μορφή προκαταβολών στον εργολήπτη για την υποτιθέμενη κατασκευή του μόλου, με κύριο στόχο όμως να μαθαίνει περισσότερα στοιχεία για την απαγωγή του εφοπλιστή.
Παράλληλα οι τηλεφωνικές επικοινωνίες του εργολάβου άρχισαν να παρακολουθούνται από την ΕΥΠ. Κι έτσι ύστερα από συντονισμένες ενέργειες και της Ασφάλειας Αττικής εντοπίστηκαν όλοι οι εμπλεκόμενοι στην απαγωγή του κ. Παναγόπουλου.
Πήγαν στα δικαστήρια
Ωστόσο τίποτε από τα αρχικώς συμφωνηθέντα με τον επιχειρηματία που έδωσε την κρίσιμη πληροφορία δεν τηρήθηκε. Η ΕΛ.ΑΣ. δεν του έδωσε ούτε ευρώ αμοιβή, η κατασκευή του μόλου δεν ολοκληρώθηκε, αλλά ούτε και ο εργολάβος επέστρεψε τα χρήματα που είχε λάβει καθώς βρέθηκε στη φυλακή κατηγορούμενος για την απαγωγή του εφοπλιστή.
Έτσι λοιπόν αυτή την περίοδο εξελίσσεται δικαστική διαμάχη του επιχειρηματία από τον Αργοσαρωνικό με τον φυλακισμένο εργολάβο προκειμένου να του επιστραφούν τα χρήματα για τον λιμενοβραχίονα. Λόγω αυτών των οφειλών -καθώς δεν πήρε την υπεσχημένη, όπως λέει, αμοιβή της Αστυνομίας- κινδυνεύει να κλεισθεί κι αυτός στη φυλακή. Παράλληλα ο ίδιος στις 17 Ιανουαρίου 2013 κατέθεσε υπόμνημα διαμαρτυρίας στους αρμοδίους της λεωφόρου Κατεχάκη ότι δεν του παρέχεται αστυνομική προστασία και ήδη δέχεται απειλές από την ομάδα Βλαστού.