Την άδεια να ξεκινήσουν οι διαδικασίες για τη μεταφορά 18 κόκκινων ελαφιών από τον Εθνικό Δρυμό της Πάρνηθας προς την περιοχή Ιτάμου Καρδίτσας έδωσε η Ειδική Γραμματεία Δασών στο Δασαρχείο Πάρνηθας.

Η απόφαση στηρίχθηκε στον ισχυρισμό ότι ο αριθμός των ελαφιών στον δρυμό έχει αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε σήμερα τα ζώα να αποτελούν κίνδυνο για τις αναδασώσεις αλλά και τις γεωργικές εκτάσεις της περιοχής.
Ωστόσο, σύμφωνα με πηγές του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ) αν και έχουν περάσει περισσότεροι από τέσσερις μήνες από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης δεν έχει κατασκευαστεί παρά ένας ειδικός κλειστός χώρος όπου πρόκειται να συγκεντρωθούν τα προς… αποχώρηση ελάφια.
Οι διαδικασίες δεν προχωρούν, όπως λένε χαρακτηριστικά παράγοντες της Ειδικής Γραμματείας Δασων. «Η επιχείρηση είναι δύσκολη και απαιτούνται κονδύλια τα οποία το δασαρχείο δεν διαθέτει, ο Φορέας Διαχείρισης Πάρνηθας δεν μπορεί να διαθέσει αλλά ούτε και το ΥΠΕΚΑ», σημειώνουν.
Από την πλευρά του, το WWF Ελλάς εκφράζει τις έντονες ανησυχίες για το θέμα καθώς η επιχείρηση μεταφοράς των ζώων προς τον Ιταμο Καρδίτσας υλοποιείται «σε λάθος χρόνο, χωρίς σοβαρή επεξεργασία και άνευ επιστημονικής επιβεβαίωσης και μάλιστα σε μια περιοχή που μόνο «γη της επαγγελίας» δεν έχει αποδειχτεί για τα ελάφια στο παρελθόν».
Η περιβαλλοντική οργάνωση καταγγέλλει ότι «σε μία ακόμη έκφανση παραλογισμού και προχειρότητας, η μετεγκατάσταση αυτή δεν στηρίζεται –ως όφειλε και ως είναι αυτονόητο για ένα κρισίμως κινδυνεύον είδος –σε τεκμηριωμένες μελέτες που να επιβεβαιώνουν τόσο την ύπαρξη υπερβολικά μεγάλου πληθυσμού στην Πάρνηθα, όσο και την καταλληλότητα της περιοχής υποδοχής».
Η μεταφορά των ελαφιών προκαλεί τεράστια ανησυχία και επιφυλάξεις, οι οποίες εντείνονται αν, όπως επισημαίνει το WWF Ελλάς, συνυπολογιστούν οι παρακάτω παράγοντες:
– η ανησυχία από το άδοξο τέλος προηγούμενων
προσπαθειών μεταφοράς ελαφιών, οι οποίες δεν συνοδεύτηκαν από σοβαρές μελέτες του τρόπου επιλογής των ελαφιών ή της καταλληλότητας των τόπων υποδοχής. Ελάφια μεταφέρθηκαν στο παρελθόν στον Κόζιακα Τρικάλων, στην Ήπειρο και αλλού, χωρίς όμως να επιτευχθεί ποτέ η εγκατάσταση μόνιμων πληθυσμών.
– κανείς φορέας δεν έχει τεκμηριώσει την ανάγκη μετεγκατάστασης των ελαφιών. Δεν ξέρουμε αν ο πληθυσμός της Πάρνηθας πραγματικά ξεπερνά σήμερα τις αντοχές του βουνού, ούτε γνωρίζουμε την έκταση των ζημιών που φέρονται να προκαλούν σε καλλιέργειες ή στη χλωρίδα του βουνού.
– ο Φορέας Διαχείρισης της Πάρνηθας έχει ήδη αποφασίσει την ανάθεση σχετικής μελέτης ώστε να διατυπωθούν συγκεκριμένες προτάσεις.
–η λαθροθηρία αναγνωρίζεται ως η σημαντικότερη απειλή για τα ελάφια στην Ελλάδα, ακόμη και εντός των ορίων του Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας. Είναι ανησυχητική η σκέψη μεταφοράς 18 ελαφιών σε μια περιοχή υποδοχής που δεν αποτελεί Καταφύγιο Άγριας Ζωής ούτε υπόκειται σε κάποιο άλλο καθεστώς προστασίας, πέρα από μία προσωρινή απαγόρευση θήρας. Η ανησυχία εντείνεται αν αναλογιστούμε ότι παλιότερα τα ελάφια εξαφανίστηκαν από τη συγκεκριμένη περιοχή, λόγω λαθροθηρίας, όπως άλλωστε επιβεβαιώνει το ίδιο το Δασαρχείο Καρδίτσας σε σχετική του μελέτη.
-η εποχή, κατά την οποία επιλέγεται να γίνει η συλλογή και μετεγκατάσταση των ελαφιών, είναι η πλέον ακατάλληλη, καθώς τώρα ολοκληρώνεται η περίοδος αναπαραγωγής τους και συνεπώς καθίσταται πιθανή η σύλληψη ή και μεταφορά εγκύων θηλυκών, τα οποία θα υποβληθούν σε έντονο και αναίτιο στρες.
Ο πληθυσμός της Πάρνηθας, σύμφωνα με το WWF Ελλάς, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως απόθεμα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η διατήρηση του είδους στη χώρα. Απαιτείται όμως προσεκτική και στοχευμένη επιλογή των ζώων προς μεταφορά, κυρίως ως προς την ηλικία και το φύλο. Χρειάζεται επίσης επιλογή και προετοιμασία των περιοχών υποδοχής ώστε από τη μια μεριά να εξασφαλίζεται τροφή, καταφύγιο και νερό για τα ελάφια και από την άλλη να μην υπάρχει κίνδυνος ατυχημάτων ή ζημιών σε καλλιέργειες.
Σημαντική σε περιπτώσεις μετεγκατάστασης ζώων θεωρείται η ενημέρωση των τοπικών κοινωνιών στις περιοχές υποδοχής και η επαρκής φύλαξη, τουλάχιστον μέχρι να εγκατασταθεί ο νέος πληθυσμός, προκειμένου να αποφευχθούν εξάρσεις λαθροθηρίας.