«Ολοι οι μεταρρυθμιστές πρέπει να κάνουν χαρακίρι γιατί επί δύο χρόνια δεν κατόρθωσαν να αλλάξουν την ατζέντα στο θέμα της Ιστορίας…». Ο αφορισμός ανήκει στον καθηγητή Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Αντ. Λιάκο, ο οποίος απαντά αυθόρμητα – και σίγουρα οργισμένα – στο ερώτημα τι θα γίνει με τη διδασκαλία της Ιστορίας στα σχολεία. Γιατί ύστερα από δύο χρόνια και δύο διαφορετικές επιτροπές στο υπουργείο Παιδείας – ήδη συγκροτήθηκε και η τρίτη από τον νέο υπουργό κ. Γ. Μπαμπινιώτη – δεν έχουν καταρτιστεί ακόμα τα αναλυτικά προγράμματα για τη διδασκαλία του μαθήματος; Στον πολιτικό αγώνα που ξεκίνησε το 2007 για το θέμα, μία υπουργός (Μαριέττα Γιαννάκου) ηττήθηκε και μία πανεπιστημιακός (Μαρία Ρεπούση) είδε τη δουλειά της να αποσύρεται. Πέντε χρόνια μετά, το θέμα επανέρχεται, ταράζει ιστορικούς, προκαλεί ντιμπέιτ σε ακαδημαϊκό και κοινωνικό επίπεδο και γίνεται ξανά «προϊόν» που προεκλογικά… καίει.

«Οι μαθητές μισούν την Ιστορία και αυτή είναι η αλήθεια» λέει ο κ. Αντ. Λιάκος. «Είναι το πιο βαρετό μάθημα που υπάρχει. Ενώ απλώς πρέπει να γίνει ενδιαφέρον, ως σήμερα κανείς δεν το έχει καταφέρει. Η Ιστορία είναι ένα μάθημα που έχει χρηστικό χαρακτήρα» συνεχίζει.

Το θέμα της διδασκαλίας της Ιστορίας έχει προκαλέσει εμφύλιο τον τελευταίο χρόνο τόσο στο υπουργείο Παιδείας όσο και στον χώρο των ΑΕΙ. Ετσι, ενώ σε 188 νηπιαγωγεία, δημοτικά και γυμνάσια εφαρμόστηκε εφέτος το πιλοτικό πρόγραμμα των νέων αναλυτικών προγραμμάτων, στην Ιστορία το εγχείρημα δεν επιχειρήθηκε. Σχετική επιτροπή βέβαια συγκροτήθηκε, αλλά με πρόεδρο πολιτικό επιστήμονα και με μία πρόταση η οποία τελικά δεν υιοθετήθηκε. «Επέλεξαν πολιτικό επιστήμονα επειδή φοβήθηκαν, για άλλη μία φορά, τις αντιδράσεις των ακροδεξιών, ειδικά την περίοδο που διανύουμε» λέει στο «Βήμα» ανώτατο στέλεχος του υπουργείου Παιδείας.

Από την Αννα στις… ελληνικές καλένδες

«Με το θέμα της Ιστορίας υπάρχει μια ευαισθησία και πρέπει στις αποφάσεις που θα ληφθούν να υπάρξει συναίνεση» λέει στο «Βήμα» ο κ. Χρ. Δούκας, αντιπρόεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και επικεφαλής των ομάδων εργασίας που επεξεργάστηκαν και προώθησαν τα νέα αναλυτικά προγράμματα στα σχολεία, για τα οποία – να σημειωθεί – δεν έχουν γραφτεί ακόμα νέα βιβλία. «Εκφράστηκαν διαφορετικές απόψεις για το θέμα, τα μέλη των επιτροπών δεν συμφώνησαν» αναφέρει.
Τα σενάρια για τη διδασκαλία της Ιστορίας τα τελευταία δύο χρόνια ήταν πολλά. Η αλλαγή των αναλυτικών προγραμμάτων ξεκίνησε από το δημοτικό και το γυμνάσιο. Πριν από ενάμιση χρόνο, επί υπουργίας της κυρίας Αννας Διαμαντοπούλου, συγκροτήθηκε επιτροπή επιστημόνων για τα νέα αναλυτικά προγράμματα. Πρόεδρος ορίστηκε – όπως προαναφέρθηκε – πολιτικός επιστήμονας και η σύνθεσή της ήταν επίσης πολιτικοκοινωνικού χαρακτήρα, χωρίς τη συμμετοχή εκπροσώπου των τμημάτων Ιστορίας των μεγαλυτέρων πανεπιστημίων της χώρας, Αθηνών και Θεσσαλονίκης.
Στην πρόταση που τελικά υποβλήθηκε, όπως αναφέρουν πηγές από το υπουργείο Παιδείας, εκφράστηκε η άποψη ότι η Ιστορία πρέπει να αντιμετωπιστεί ενιαία και όχι με μια κυκλική μορφή όπως ισχύει ως σήμερα. Δηλαδή η Αρχαία Ιστορία να διδάσκεται μόνο στην Δ’ Δημοτικού αναλυτικά και στη συνέχεια, στο γυμνάσιο, ο μαθητής να εμβαθύνει κυρίως στη Νεότερη Ιστορία (18ου και 19ου αιώνα), «επιστρέφοντας» στην Αρχαία και Βυζαντινή μόνο θεματικά και μέσα από επεισόδια και παραπομπές στη Νεότερη.
Σήμερα διδάσκεται Αρχαία, Βυζαντινή και Νεότερη Ιστορία σε διαφορετικούς κύκλους στο δημοτικό, στο γυμνάσιο και στο λύκειο. Με τη νέα πρόταση, οι μαθητές θα έκαναν στην Δ’ Δημοτικού Αρχαία Ιστορία, στην Ε’ Βυζαντινή και Μεσαιωνική και στη Στ’ και στο Γυμνάσιο κυρίως Νεότερη. Η πρόταση αυτή ωστόσο προκάλεσε αντιδράσεις. Οι δύο σύμβουλοι του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου διαφώνησαν και διαχώρισαν τη θέση τους, η υπουργός Παιδείας το έλαβε υπόψη και το πρόγραμμα δεν προχώρησε.
«Δεν ιεραρχώ τι πρέπει να διδάσκεται πιο πολύ και τι λιγότερο» λέει σχετικά ο κ. Λιάκος. «Η Αρχαία Ιστορία υπάρχει για να μάθουμε τις βασικές αρχές και η Νεότερη για να δούμε πώς προχωράει ο πολιτισμός μας και πού βαδίζουμε. Η επιτροπή που συγκροτήθηκε έκανε μια επιστημονική δουλειά επιεικώς σωστή, θα της έβαζα «λίαν καλώς». Ωστόσο εκείνο που έπρεπε να γίνει είναι να συγκεντρωθούν έλληνες και ξένοι εμπειρογνώμονες, να κάνουν μια τεκμηριωμένη έκθεση για τη διδασκαλία του μαθήματος και αυτή να προωθηθεί πέρα από άλλες σκοπιμότητες» προσθέτει.
Μετά την άκαρπη πρώτη προσπάθεια, στο υπουργείο Παιδείας συγκροτήθηκε νέα επιτροπή. Και πάλι αγνοήθηκαν τα Πανεπιστήμια Αθηνών και Θεσσαλονίκης. Και πάλι η επιτροπή διχάστηκε.
Τελικά ο νέος υπουργός Παιδείας κ. Γ. Μπαμπινιώτης συγκρότησε τρίτη επιτροπή, διευρυμένη αυτή τη φορά και με τα Τμήματα Ιστορίας των μεγάλων πανεπιστημίων, προκειμένου να συνταχθεί το αναλυτικό πρόγραμμα διδασκαλίας της Ιστορίας από το νηπιαγωγείο ως το λύκειο. Στην επιτροπή συμμετέχουν μεταξύ άλλων οι κυρίες Αναστασία Παπαδία-Λάλα από το Πανεπιστήμιο Αθηνών, Χριστίνα Κουλούρη από το Πάντειο Πανεπιστήμιο, οι κκ. Ιάκωβος Μιχαηλίδης από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, Πολυμέρης Βόγλης από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Χρήστος Σταυράκος από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.

Θύμα των αντιδράσεων

«Δύο φορές συγκροτήθηκε από το υπουργείο Παιδείας επιτροπή για τα αναλυτικά προγράμματα στην Ιστορία και τις δύο έλειπε το Πανεπιστήμιο Αθηνών» δηλώνει στο «Βήμα» η καθηγήτρια του Τμήματος κυρία Μαρία Ευθυμίου. «Είναι απερίγραπτο αυτό που έγινε. Αγνοήθηκαν επιστήμονες τεράστιου κύρους διεθνώς προκειμένου να επιλεγούν άλλα πρόσωπα. Πρόκειται για μια παρέα που κάνει ό,τι θέλει; Το θέμα της διδασκαλίας της Ιστορίας στα σχολεία είναι τεράστιο και πρέπει να αξιολογηθεί από ιστορικούς που διδάσκουν καθημερινά εκατοντάδες άτομα και έχουν εμπειρία και αναγνωρισμένη επιστημονική αξία».
«Γνωρίζω τη δουλειά που έκανε η επιτροπή και πιστεύω ότι πρόκειται για αξιόλογη» δηλώνει σχετικά η κυρία Εφη Γαζή, επίκουρη καθηγήτρια Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. «Νομίζω ότι οι επιστήμονες που συμμετείχαν έριξαν βάρος σε άξονες ιστορικής γνώσης σχετικούς με το πολλαπλό εγχειρίδιο στην Ιστορία, την επαφή με ποικιλία ιστορικών πηγών, τη διευρυμένη οπτική γωνία πάνω στα ιστορικά γεγονότα. Πιστεύω ότι αυτή η δουλειά θα έπρεπε να αξιοποιηθεί» προσθέτει η κυρία Γαζή.

Νέο βιβλίο στη Στ΄ Δημοτικού
Τέλος(;) της περιπέτειας
Tο βιβλίο του της Ιστορίας, που συντάχθηκε από ομάδα καθηγητών με επικεφαλής τον καθηγητή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Ι. Κολιόπουλο, θα διδαχθούν τελικά οι μαθητές της Στ’ Δημοτικού. Πρόκειται για το βιβλίο «Ιστορία του νεότερου και σύγχρονου κόσμου».
«Στην Ελλάδα η αλλαγή των σχολικών βιβλίων Ιστορίας έχει καταντήσει μια απίστευτη περιπέτεια πάνω στην οποία παίζονται πολιτικά και κομματικά παιχνίδια» λέει σχετικά η κυρία Μαρία Ρεπούση. «Νομίζω ότι είναι καιρός να αφήσουμε ήσυχη τη σχολική ιστορία να ακολουθήσει και αυτή τον δρόμο της προόδου, όπως και το ελληνικό σχολείο. Να πάψουμε να καλλιεργούμε φοβικά αισθήματα που κρατούν εγκλωβισμένη τη σχολική ιστορία στα σχήματα του παρελθόντος. Δεν υπάρχουν ανθέλληνες που γράφουν τα βιβλία των παιδιών τους. Επιστήμονες είναι με διαφορετικές ίσως απόψεις και με πιθανές αστοχίες αλλά έλληνες πολίτες που αγαπούν την πατρίδα τους» συνεχίζει.
«Τα σχολικά βιβλία πρέπει να αλλάζουν συχνά. Νέα δεδομένα έρχονται συχνά στο φως για το πώς τα παιδιά μαθαίνουν» καταλήγει.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ