Η σύζυγος του Ακη Τσοχατζόπουλου, Βίκη Σταμάτη, κρίθηκε προφυλακιστέα μετά από πολύωρη απολογία της στον ανακριτή. Η κυρία Σταμάτη οδηγήθηκε στις φυλακές Κορυδαλλού, ακριβώς με την δύση του ηλίου (είναι το τελευταίο χρονικό όριο που ορίζει ο νόμος), ενώ σύμφωνα με πληροφορίες στην απολογίας της; δήλωσε αφοσιωμένη στον σύζυγό της και το παιδί της ενώ οι συνήγοροί της χαρακτήρισαν «άδικη» και «ανάλγητη» την προφυλάκισή της.

Πριν από περίπου 10 ημέρες προφυλακιστέος είχε κριθεί και ο Άκης Τσοχατζόπουλος και βρίσκεται στις φυλακές του Κορυδαλλού.


ΟΙ εξελίξεις από το μεσημέρι της Παρασκευής

Απορρίφθηκε λίγο μετά τις τρεις το μεσημέρι από το δικαστικό συμβούλιο το αίτημα εξαίρεσης που είχε υποβάλλει σε βάρος του ανακριτή Γαβριήλ Μαλλή η σύζυγος του Ακη Τζοχατζόπουλου κυρία Βασιλική Σταμάτη.

Πυρήνας της υπεράσπισης της θα είναι το γεγονός ότι η ίδια εμπλέκεται μόνο στην αγορά του σπιτιού της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, ότι τα περιουσιακά τα ρύθμιζε ο σύζυγος της, αλλά και το γεγονός ότι είναι μητέρα ανηλίκου παιδιού και ότι ο σύζυγος της είναι επίσης προφυλακισμένος και δεν μπορεί να το φροντίσει.

Εντωμεταξύ, αιφνιδιαστικά δεσμεύθηκε την Τρίτη από τον ανακριτή και με τη σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα, ολόκληρη η περιουσία της κατηγορουμένης.

Με το έγγραφο που κοινοποιήθηκε στην κυρία Σταμάτη, σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος» δεσμεύεται η κινητή και ακίνητη περιουσία της με την αιτιολογία ότι «με βεβαιότητα προκύπτει ότι τέλεσε το έγκλημα του ξεπλύματος βρόμικου χρήματος».

Άμεση ήταν σε αυτήν την εξέλιξη και η αντίδραση από την πλευρά της συζύγου του πρώην υπουργού, η οποία την παραμονή της απολογίας της κατέθεσε προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με την οποία κάνει λόγο για «προηλειμμένη απόφαση του ανακριτή, η οποία παραβιάζει το τεκμήριο αθωότητας της».

Οι συνήγοροι της Βίκης
Σταμάτη αντιπαραβάλλουν μάλιστα και το πόρισμα των εισαγγελέων Ευγενίας Κυβέλου και Ελένης Σίσκου στο οποίο, όπως η ίδια τονίζει, πιθανολογείται η ενοχή της για το ίδιο έγκλημα.

Συγχρόνως καταγγέλλει την κοινοποίηση της δέσμευσης της περιουσίας της παραμονή της απολογίας και ιδιαίτερα την αιτιολογία ότι «με βεβαιότητα» έχει διαπράξει το αδίκημα του ξεπλύματος.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η αίτηση εξαίρεσης κατά του ανακριτή, την οποία υπέβαλε μετά την είσοδο της στο ανακριτικό γραφείο και απορρίφθηκε τελικά από το αρμόδιο Δικαστικό Συμβούλιο. Η πρόταση του εισαγγελέα ήταν επίσης απορριπτική του αιτήματος.