Περισσότερα από 100.000 νεογνά εξετάζονται κάθε χρόνο για την αντιμετώπιση σοβαρών παθήσεων, όπως ο συγγενής υποθυρεοειδισμός και σπάνιων κληρονομικών μεταβολικών νοσημάτων, και συγκεκριμένα της φαινυλκετονουρίας, της γαλακτοζαιμίας και του ενζύμου G6PD.
Το σημαντικό αυτό έργο, καθώς και η διάγνωση σπάνιων προβλημάτων υγείας και γενετικών παθήσεων (νοητική υστέρηση, αυτισμός, κώφωση κλπ), ανήκει στο Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού. Δυστυχώς, όμως, ο κίνδυνος να διακοπεί είναι ορατός λόγω της υποχρηματοδότησης και της υποστελέχωσης του Κέντρου.

Οι ειδικοί επιστήμονες-συνεργάτες του Ινστιτούτου κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου: το κοινωνικό και επιστημονικό έργο του Ινστιτούτου Υγείας του παιδιού κινδυνεύει να συρρικνωθεί ή και να διακοπεί από τη μνημονιακή πολιτική της κυβέρνησης. Δεν υπάρχει δυνατότητα αναπλήρωσης των απωλειών εργαζομένων λόγω συνταξιοδότησης (έφυγε το 16% κατά το 2011 και εκτιμάται ότι το 2012 – 2013 θα φύγει το 30%).

«Η πλήρωση των απολύτως αναγκαίων κενών θέσεων προσωπικού είναι απαραίτητη για τη διεκπεραίωση του αυξημένου όγκου εργασίας και τη διαφύλαξη της ποιότητας του έργου του, δεδομένου ότι το σύνολο των εργαζομένων στο Ινστιτούτο είναι σήμερα μόλις 55 άτομα», αναφέρουν.

Για τον προϋπολογισμό που έχει κατατεθεί από τη διοίκηση του Ινστιτούτου για το 2012 καλύπτει τις στοιχειώδεις ανάγκες λειτουργίας του, «και για το λόγο αυτό η έγκρισή του, χωρίς καμία περικοπή, αποτελεί μονόδρομο για την επιβίωσή του».
Σύμφωνα με εκπροσώπους του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού αναστολή λειτουργίας του σημαίνει ότι:

– Δεν θα μπορούν να υλοποιούνται το Εθνικό Πρόγραμμα Προληπτικού Ελέγχου Νεογνών (αδιάλειπτα από το 1979), εξειδικευμένοι εργαστηριακοί έλεγχοι για σπάνια νοσήματα (που γίνονται μόνο στο Ι.Υ.Π. πανελλήνια), προγράμματα αγωγής υγείας και πρόληψης στα σχολεία και στην κοινότητα, προγράμματα παρέμβασης για την προστασία των παιδιών από κάθε μορφής βία στην κοινότητα, σε ευάλωτους παιδικούς πληθυσμούς όπως ιδρύματα, φυλακές κ.ο.κ.

– Μόνον από τη μη διεξαγωγή του Προγράμματος Προληπτικού Ελέγχου των Νεογνών αρκετά παιδιά που γεννιούνται στη χώρα θα οδηγηθούν εντός των πρώτων εβδομάδων της ζωής τους σε μη αναστρέψιμη βαριά νοητική στέρηση επειδή δεν διαγνώστηκε έγκαιρα η διαταραχή τους. Υπολογίζεται πως ο αριθμός των νεογνών που θα αναπτύξουν βαριά νοητική στέρηση εφόσον ανασταλεί το Εθνικό Πρόγραμμα Ανίχνευσης – το οποίο πέρσι συμπεριέλαβε έλεγχο 116.000 δειγμάτων αίματος νεογνών – αρκεί για να συμπληρώσει περίπου ένα ίδρυμα ανά έτος.

Επίσης, η παύση της λειτουργίας του σημαίνει αναστολή της διάγνωσης και παρακολούθησης παιδιών με σπάνιες παθήσεις, καθώς και εθνικών προγραμμάτων πρόληψης για τον μητρικό θηλασμό και την προστασία των παιδιών από τη σεξουαλική εκμετάλλευση.