Σημαντικά οφέλη για την κοινωνία, μεταξύ άλλων και οικονομικά όσο και αν φαίνεται οξύμωρο εκ πρώτης όψεως, έχει η παραμονή στη θεραπευτική κοινότητα των χρηστών ναρκωτικών ουσιών, ανεξάρτητα από την τελική της έκβαση της θεραπείας τους.

Κι αυτό γιατί για κάθε ευρώ που διατίθεται για τη θεραπεία αυτών των ατόμων υπολογίζεται ότι εξοικονομούνται από 4,6 μέχρι 6,5 ευρώ, ανάλογα με το είδος του προγράμματος. Η εξοικονόμηση προκύπτει από τη μείωση του κόστους των υπηρεσιών υγείας, δίωξης, απονομής της ποινικής δικαιοσύνης, σωφρονισμού, καθώς και των άλλων εξόδων που προκύπτουν από τη ζωή στη χρήση και τις σχετιζόμενες με την εξάρτηση δραστηριότητες.

Το παραπάνω συμπέρασμα προκύπτει από την έρευνα για το κόστος της εξάρτησης και τα οφέλη της θεραπείας απεξάρτησης, που έδωσαν στη δημοσιότητα οι εκπρόσωποι του Κέντρου Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων (ΚΕΘΕΑ).

Οι ειδικοί τόνισαν ότι τα προβλήματα και οι δυσλειτουργίες των οργανισμών απεξάρτησης που προκύπτουν μέσω των περικοπών της κρατικής επιχορήγησης αυξάνουν σημαντικά το δημοσιονομικό κόστος, δεδομένου ότι οι δαπάνες μεταφέρονται σε άλλους τομείς, όπως η δημόσια υγεία, το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης.

Oπως είπαν, το κόστος παραμονής σε μια θεραπευτική κοινότητα είναι μικρότερο από αυτό του εγκλεισμού. Επιπλέον, η συμμετοχή σε μια θεραπευτική κοινότητα συνδέεται με θετικές προοπτικές για το άτομο, καθώς έχει στόχο την αποχή από τη χρήση και την παραβατικότητα, την ένταξη στην κοινωνία και την αγορά εργασίας, μέσα από συμβουλευτική υποστήριξη, ψυχική απεξάρτηση, εκπαίδευση, οικογενειακή θεραπεία, επαγγελματική κατάρτιση και υποστήριξη.

Αντίθετα, ο εγκλεισμός στη φυλακή χωρίς θεραπεία σχετίζεται με επιδείνωση της κατάστασης του ατόμου και με υψηλά ποσοστά υποτροπής στη χρήση και στο έγκλημα μετά την αποφυλάκιση. «Οσο μεγαλώνει η διάρκεια παραμονής στη χρήση ενισχύεται ο κοινωνικός αποκλεισμός μέσα από την επιδείνωση των προβλημάτων της παραβατικότητας, της φυλάκισης και της αποχής από την αγορά εργασίας. Κατά συνέπεια αυξάνει το κόστος που συνδέεται με την κατάχρηση ουσιών», τόνισαν οι κ.κ. Ν. Μουζέλης, ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στο LSE και αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΚΕΘΕΑ και Χ. Πουλόπουλος, διευθυντής του Κέντρου.

Σύμφωνα με τους ομιλητές, η συμμετοχή στη θεραπευτική κοινότητα συνοδεύεται από σημαντικές πιθανότητες πλήρους αποθεραπείας, ανάλογα πάντα με το χρόνο παραμονής σε αυτήν. Δεδομένου ότι οι μισοί από αυτούς που συμμετέχουν σε μια θεραπευτική κοινότητα, ανεξαρτήτως χρόνου παραμονής σε αυτήν, απέχουν από τη χρήση, την παραβατική συμπεριφορά και είναι ενταγμένοι στην αγορά εργασίας, το όφελος από τη λειτουργία των θεραπευτικών κοινοτήτων για την κοινωνία αυξάνει σε βάθος χρόνου.

Το προφίλ του τοξικομανή

Στην έρευνα, που παρουσίασαν οι εκπρόσωποι του ΚΕΘΕΑ, συμμετείχαν 340 άτομα που βρίσκονταν σε διαδικασία θεραπείας σε κάποιο από τα θεραπευτικά προγράμματα ενηλίκων του Κέντρου τον Οκτώβριο 2011.

Από αυτούς, οι 295 (86,8%) είναι άντρες και οι 45 (13,2%) γυναίκες. Το 65% είναι ηλικίας 25 με 34 ετών, ενώ το 15,6% είναι κάτω των 25 ετών.

Ο ένας στους δύο αντιμετωπίζει σοβαρό χρόνιο πρόβλημα υγείας, ενώ από όσους έχουν κάνει εξετάσεις (303 άτομα) το 62% γνωρίζει ότι έχει μολυνθεί από ηπατίτιδα.

Ο ένας στους δύο δεν έχει απολυτήριο λυκείου, οι πέντε στους δέκα είναι άνεργοι κατά τα τρία τελευταία χρόνια ή έχουν εργαστεί σε περιστασιακή ή επισφαλή εργασία.

Ο ένας στους δέκα βρισκόταν το μεγαλύτερο διάστημα σε κάποιο σωφρονιστικό κατάστημα. Συνολικά το 55% έχει κατηγορηθεί για κάποιο σοβαρό αδίκημα και ο ένας στους τρεις έχει φυλακιστεί στο παρελθόν.

Οι εννέα στους δέκα συμμετέχοντες είναι μακροχρόνιοι χρήστες ηρωίνης και οι επτά στους δέκα έχουν κάνει ενέσιμη χρήση.

Οσο αυξάνεται ο χρόνος παραμονής των ατόμων στη χρήση, επιβαρύνεται η κατάστασή τους και συνακόλουθα το κοινωνικό κόστος. Σύμφωνα με τα στοιχεία, η αύξηση του χρόνου παραμονής στη χρήση συνδέεται κυρίως με την επιδείνωση δύο βασικών δεικτών: της παραβατικότητας και του αποκλεισμού από την εργασία.

Οσο περισσότερο παραμένει κάποιος στη χρήση τόσο οι δείκτες παραβατικότητας (ιστορικό συλλήψεων, καταδικών και φυλάκισης) αυξάνουν. Επίσης, αυξάνουν και οι πιθανότητες αποχής από την αγορά εργασίας (ελλιπής εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση και μείωση της εργασιακής απασχόλησης).