Αλλεπάλληλες παρεμβάσεις στο έργο του από πολιτικούς και δικαστές σε σοβαρές υποθέσεις που είχε χειρισθεί – ανάμεσα σε αυτές την δολοφονία του καθηγητή Ν. Τεμπονέρα, αλλά και υποθέσεις κατασκοπείας – αποκαλύπτει εν ενέργεια ανώτερος δικαστικός λειτουργός, σε υπόμνημα του που κατέθεσε σε εισαγγελέα Εφετών, πριν από μερικές ημέρες!

Ο δικαστικός λειτουργός αναφέρεται – σε δύο περιπτώσεις – σε παρεμβάσεις στελεχών της Νέας Δημοκρατίας στο έργο του, ενώ καταγγέλει και περιστατικά τοποθέτησης «κοριών» σε γραφεία δικαστών.

Αναφέρεται, επίσης, σε υποθέσεις τοκογλυφίας όπου είχαν εμπλοκή και δικαστικοί λειτουργοί, αλλά έγιναν προσπάθειες συγκάλυψης του ρόλου τους.

Ο συγκεκριμένος ανώτερος δικαστικός είναι πρόεδρος Εφετών σε περιφερειακό δικαστήριο και κλήθηκε να δώσει έγγραφες εξηγήσεις σε αντιεισαγγελέα Εφετών, ο οποίος ερευνά την δικαστική εξέλιξη υπόθεσης χρηματισμού πρώην ανακριτή.

Στο έγγραφό του, λοιπόν, που κατατέθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 2011, κάνει μία αναλυτική αναδρομή στις υποθέσεις με τις οποίες έχει ασχοληθεί στο παρελθόν, όπου αποκαλύπτει πλήθος παρεμβάσεων στο έργο του. Συγκεκριμένα:

– Μία από τις πρώτες υποθέσεις στις οποίες αναφέρεται είναι αυτή της εν ψυχρω δολοφονίας στις 9 Ιανουαρίου 1991 του 37χρονου καθηγητή Νίκου Τεμπονέρα στην Πάτρα, κατά τη διάρκεια των εκπαιδευτικών καταλήψεων.

Τη διερεύνηση της δολοφονίας του καθηγητή, πατέρα δύο παιδιών, ανέλαβε ο προαναφερόμενος δικαστικός λειτουργός, ο οποίος στο τωρινό υπόμνημα του αναφέρεται σε ύποπτο ρόλο δικαστών και πολιτικών.

Πιο συγκεκριμένα αναφέρει ότι «επιχειρήθηκε από την τότε αμαρτωλή Εισαγγελία Πατρών να τεμαχισθεί η υπόθεση όπως ακριβώς είχε γίνει με την υπόθεση δοοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη διατάσσοντας την διενέργεια προκαταρκτικών εξετάσεων επί άλλων υποθέσεων, ώστε η υπόθεση, προκειμένου να συσχετισθεί, θα καθυστερούσε υπερβολικά με ότι αυτό συνεπαγόταν».

Πρόβλημα δημιουργήθηκε ακόμη, σύμφωνα με τον δικαστή, από «ακραία στοιχεία της Νέας Δημοκρατίας, τα οποία προσπάθησαν να προβάλλουν προσκόμματα στο έργο μου».

Για τον ρόλο της εισαγγελίας στην υπόθεση Τεμπονέρα αναφέρει χαρακτηριστικά: «Ετσι ενώ χειριζόμουν μία τόσο σοβαρή υπόθεση η αμαρτωλή Εισαγγγελία μού χρέωσε και άλλη υπόθεση με κατηγορούμενο έναν πωλητή αυτοκινήτων από την Πάτρα που είχε εξαπατήσει μεγάλο αριθμό πολιτών. Κι έτσι γέμισε το γραφείο μου με δικογραφίες για κάθε περίπτωση. Σκοπός ήταν η καθυστέρηση της υποθέσεως Τεμπονέρα».

– Ενας άλλος δικαστικός φάκελος που είχε χειρισθεί ο εν λόγω δικαστής ήταν αυτός της ανεύρεσης – τον Απρίλιο του 1990 στην Πάτρα – του περιβόητου κανονιού, μήκους περίπου 100 μέτρων, που φέρεται να είχε κατασκευάσει το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν στο Ιρακ «προκειμένου να εκτοξεύσει πυραυλους με στόχο γειτονικές χώρες», όπως αναφερόταν τότε από τα ΜΜΕ.

Η ανεύρεση του θεωρούμενου τότε «υπερόπλου», τμήμα του οποίου φέρεται να είχε κατασκευασθεί στην Μ. Βρετανία, παρότι προοριζόταν για το Ιράκ, είχε προκαλέσει αναστάτωση στην πολιτική ζωή της χώρας.

Την διερεύνηση της υπόθεσης ανέλαβε ο συγκεκριμένος δικαστής ο οποίος μιλά, στο πρόσφατο έγγραφό του, για παρεμβάσεις υπουργών της Νέας Δημοκρατίας στο έργο του, ακόμη και με τηλεφωνήματα που δεχόταν στο σπίτι του.

Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο δικαστής «μου έδιναν οδηγίες που με ενόχλησαν σε τέτοιο βαθμό, ώστε τους απαγόρευσα να ξαναέλθουν σε επικοινωνία μαζί μου». Και σημειώνει στην αναφορά του: «Ηταν θέμα κύρους της Δικαιοσύνης και αυτοσεβασμού μου, διότι δεν ήθελαν την διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης, η οποία αποφάνθηκε τελικά για πρωτοφανές όπλο, ενώ στην αντίθετη περίπτωση θα οδηγούμεθα σε άλλα αποτελέσματα και θα ρίχναμε νερό στο μύλο αφ’ ενός μεν του Ιρακ που υποστήριζε ότι επρόκειτο για μεγάλο σωλήνα πετρελαίου και αφ’ έτερου της Μάργκαρετ Θατσερ (τότε πρωθυπουργός της Μ Βρετανίας)».

– Η τρίτη υπόθεση, στην οποία αναφέρεται ο δικαστικός λειτουργός, αφορά μια μεγάλη υπόθεση τοκογλυφίας στην Πάτρα, για το χειρισμό της οποίας επίσης δέχθηκε οχλήσεις.

«Μου ανατέθηκε», αναφέρει «μεγάλη υπόθεση τοκογλυφίας, στην οποία μεταξύ των άλλων προσώπων είχαν εμπλοκή και δύο δικαστικοί λειτουργοί των Πατρών. Μόλις έγινε γνωστό ότι θα ζητούσα το άνοιγμα των λογαριασμών τους, διατάχθηκε αμέσως σύγκληση της Ολομέλειας του δικαστηρίου με θέμα «την εύρυθμη λειτουργία του Πρωτοδικείου». Πραγματικά… ήταν θέμα εύρυθμης λειτουργίας, γιατί αμέσως όρισαν άλλον ανακριτή στη θέση μου, με άμεση παράδοση του ανακριτικού μου γραφείου, μάζεψαν τα προσωπικά μου αντικείμενα, τα πέταξαν σε μια σακούλα και μου την παρέδωσαν».

– Ο δικαστής υπενθυμίζει ακόμη μία έρευνα που είχε πραγματοποιήσει, ύστερα και από εντολή της εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, για παράνομες αποφυλακίσεις εμπόρου ναρκωτικών. Οπως αποκαλύπτει σήμερα και σε αυτή την υπόθεση «υπήρξε εμπλοκή δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών, τους οποίους γνωρίζω και οι οποίοι βρέθηκαν και στον Αρειο Πάγο. Αυτοί, όπως είναι φυσικό, παρέα με άλλους βρεθηκαν απέναντι μου και δυστυχώς έμεινα απροστάτευτος»…

– Η πέμπτη υπόθεση στην οποία αναφέρεται ο δικαστής αφορά τη δικογραφία περί κατασκοπείας, η οποία είχε σχηματιστεί εις βάρος 12 Αγγλων και δύο Ολλανδών μελών αερολέσχης (planespotters), οι οποίοι είχαν συλληφθεί το Νοέμβριο του 2001 να φωτογραφίζουν αεροσκάφη στην αεροπορική βάση της Καλαμάτας.

Ο δικαστής που εκδίκασε την υπόθεση αυτή και καταδίκασε – με ανασταλτικό χαρακτήρα στην ποινή – τους 14 αλλοδαπούς, αναφέρει στο υπόμνημα του ότι «ήταν μία κατασκευασμένη υπόθεση από ξένα κέντρα. Ενημερώθηκα ότι στο δωμάτιο διασκέψεων είχαν τοποθετηθεί κοριοί. Ετσι όταν τελείωσε η συζήτηση επί της υποθέσεως στο ακροατήριο και αποσυρθήκαμε στο δωμάτιο των διασκέψεων, χωρίς να δώσω καμμιά εξήγηση, οδήγησα τους συναδέλφους μου σε άλλη αίθουσα».