Γνωρίζει από κρίσεις ο κ. Θανάσης Τζαβάρας, ψυχίατρος – ψυχαναλυτής, οµότιµος καθηγητής του Πανεπιστηµίου Αθηνών. Συλλογικές και ατοµικές. Ο ψυχαναλυτικός βίος του από την πολυθρόνα του θεραπευτή αλλά και η προσωπική περιπέτεια υγείας που είχε το 2002 – τη δηµοσιοποίησε σχετικά πρόσφατα κάνοντάς τη βιβλίο – του επιτρέπουν να µιλάει και για την αποτελεσµατική διαχείρισή τους.

Χωρίς να υποβιβάζει την τρέχουσα δυσµενή οικονοµική συγκυρία, ο κ. Τζαβάρας τη βλέπει ψύχραιµα, ως άλλη µία κρίση από αυτές που συνθέτουν το σενάριο της Ιστορίας, και τονίζει ότι όλα θα ήταν διαφορετικά αν ήµασταν εκπαιδευµένοι για την αντιµετώπισή της.

Κρίση; Ψυχραιμία!

« Η κρισιολογία είναι η ραχοκοκαλιά της Ιστορίας» λέει ο κ. Τζαβάρας. «Πάρτε ας πούµε τη Βίβλο. Αν δεν κάνουµε θεολογική ανάγνωση, διαπιστώνουµε συνεχή αναφορά σε κρίσεις. ∆ιαβάστε τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου, ειδικά τις Προς Κορινθίους. Η πιο απλή προσέγγιση που µπορούµε λοιπόν να κάνουµε σήµερα, στις αρχές του 21ου αιώνα, είναι: Ιδού άλλη µία κρίση! Και το µόνο πράγµα που µπορεί να κάνει ο κοινός θνητός είναι ή να εκπαιδευθεί να “διαβάζει” καταλλήλως κρίσεις, να αντιµετωπίζει δηλαδή τη ζωή ως µια εναλλαγή κρίσεων, µε υφέσεις, ή να νοµίζει κάθε φορά ότι του έπεσε ο ουρανός στο κεφάλι, όπως θα έλεγαν και οι Γαλάτες».

Η έννοια της κρίσης είναι παράγωγο µιας ιδεολογικής εκπαίδευσης, πιστεύει ο καθηγητής. «Μας εκπαίδευσαν σε µια ουτοπία, ότι δήθεν το κοινωνικό και ιστορικό γίγνεσθαι µπορεί να είναι ανθόσπαρτο. Βεβαίως δεν πρέπει να ξεχνάµε ότι ο άνθρωπος είναι ον που ονειρεύεται, που φαντασιώνει· και πολύ καλά κάνει, είναι το µόνο ζώο άλλωστε που µπορεί να το κάνει».

Ο καθηγητής προτρέπει « να αφήσουµε στην µπάντα τα ψυχολογίζοντα. Υπάρχει και η γνωσιακή εκπαίδευση . Αν µας είχαν πει στο σχολείο δυο πράγµατα για το διεθνές οικονοµικό σύστηµα, για τις δυνατές επιλογές και τις πιθανές καταλήξεις των επιλογών αυτών, αν µας µάθαιναν τι συνέβη το διάστηµα 1928-1932, για τις οικονοµικοπολιτικές επιλογές και το πώς σταδιακά οδήγησαν στην ανάδυση του Χίτλερ…».

Η «ψευδής συνείδηση»

Ο κ. Τζαβάρας οµολογεί ότι η ψυχολογία δεν έχει να πει πολλά για τη γέννηση της κρίσης παρά µόνο για τη διαχείρισή της, όταν πλέον όλες οι βεβαιότητες έχουν καταρρεύσει. «Για ποια κρίση µιλάµε, ότι το ψεύτικο – “µαϊµού” – χρήµα µάς έδινε την αίσθηση πως µπορούµε να ζήσουµε πάνω από τις δυνάµεις µας;» επισηµαίνει.

«Η ελληνική κοινωνία έχει ζήσει κάτι πολύ απλό, που σχετίζεται µε την ψευδή συνείδηση, έννοια που υπάρχει στον µαρξισµό, σε δεύτερο επίπεδο. Πώς εξηγείται ότι ο εργάτης, που είναι δούλος του αφεντικού, ψηφίζει το κόµµα του αφεντικού; Γιατί ψηφίζει – να το πω λίγο λαϊκά – ∆εξιά; Λέει ο µαρξισµός: Επειδή έχει µια ψευδή συνείδηση. Οτι δήθεν ανήκει στην ίδια κοινωνική τάξη ή ευελπιστεί ότι ανήκει στην ίδια, στην οποία βεβαίως και δεν θα ανήκει ποτέ».

Η σύνδεση του ευ ζην µε τον «καρκίνο» της πολυτέλειας και του καταναλωτισµού είναι, σύµφωνα µε τον καθηγητή, λάθος, αν όχι προπαγάνδα, συνειδητή ή µη. «Η απόλαυση της ζωής είναι ότι ζούµε. Η νίκη σε οποιοδήποτε στρατόπεδο δεν είναι τίποτε άλλο από το γεγονός ότι ζούµε. Και βεβαίως ότι ζούµε καλά· το ευ ζην είναι σκοπός, δεν είναι ούτε το πλουτίζειν ούτε τίποτε άλλο. Μπορεί να είναι εξίσου υπέροχο για τον τύπο που µένει σε διαµέρισµα της 5ης Λεωφόρου της Νέας Υόρκης αλλά και για τον άλλον που είναι αυτόνοµος και αυτάρκης στο χωριό του, έχει τις τοµάτες του, τις πιπεριές του και πέρα βρέχει. Η όποια προετοιµασία συνιστάται στο να ξέρουµε ότι έτσι κι αλλιώς είµαστε ευάλωτοι – που είµαστε, γιατί είµαστε θνητοί, και το µόνο ζώο που ξέρει ότι πεθαίνει είναι ο άνθρωπος» τονίζει.

Σπανίως οι ειδικοί αποµειώνουν τη σοβαρότητα των πραγµάτων εν µέσω κρίσης.

Ο κ. Τζαβάρας δεν ανήκει στην ευρύτατη αυτή κατηγορία που ενίοτε κάνει την τρίχα τριχιά και συνιστά προσοχή απέναντι σε έρευνες περί αύξησης των αυτοκτονιών.

«Μερικά πράγµατα είναι σχετικά. Θα σας δώσω ένα παράδειγµα: είναι γνωστό ότι στον δυτικό κόσµο οι γυναίκες εµφανίζουν συχνότερα από τους άνδρες κατάθλιψη. Οταν καθηγητής, γνωστός επιδηµιολόγος, παίρνει ένα εργαλείο-ερωτηµατολόγιο, που είναι διεθνώς αποδεκτό, και καταγράφει, π.χ., τα ποσοστά κατάθλιψης στην Αθήνα, βρίσκει ξαφνικά το 30% των γυναικών να πάσχει από κατάθλιψη. Αν κάνετε αναγωγή στη µονάδα, µε αυτό το ποσοστό, θα σας πεταχτούν τα µάτια έξω! Ποια είναι η εξήγηση; Το 30% ανήκει απλώς στις δυνατότητες του εργαλείου που έχει χρησιµοποιήσει ο φίλτατος. Είναι αυτό που λέµε statistical bias».

Το στήριγμα στην Εντατική

Ο καθηγητής ακούγεται αιρετικός όταν αναφέρεται στην κανονικότητα ορισµένων εκ των αυτοχείρων. «Αν σας πέσει ο ουρανός στο κεφάλι, µπορεί να µη στενοχωρηθείτε; Ο άνθρωπος έχει συναισθήµατα, διεργασίες, έχει µηχανισµούς άµυνας. Προς Θεού! Το γεγονός ότι κάποιος χάνει τη δουλειά του και δεν έχει ερείσµατα, βρίσκεται σε απελπισία και δίνει ένα σάλτο και πηδάει, το θεωρώ κανονικό. Αν έχει κατάθλιψη; Οχι, αυτές είναι κουβέντες των ψυχιάτρων. Εδώ στην Ελλάδα πάντως ένας από τους λόγους για τους οποίους δεν έχουµε πολλές αυτοκτονίες είναι ότι υπάρχει ακόµη δοµή οικογενειακή, υποστήριξη από την οικογένεια».

Η αφορµή για την εξιστόρηση της προσωπικής περιπέτειάς του (µετρηµένες 105 ηµέρες στην Εντατική) έχει µόλις δοθεί. «Πρώτον, σώθηκα από την επιστήµη. Εγινε ό,τι έγινε το 2002· αν ήταν µόλις 20 χρόνια πριν, απλώς θα είχα πεθάνει. ∆εύτερον, µε έσωσε ένα κρατικό σύστηµα και ένας παλιός µου φίλος, ο Μπάµπης Ρούσσος, µε µια οµάδα που πετούσε. Τρίτον, σώθηκα επειδή µε αγαπούσαν οι δικοί µου. Με επηρέασε καταλυτικά αυτή η ιστορία. Οταν έρχεσαι από “µακριά”, αντιλαµβάνεσαι τη µαταιότητα των πραγµάτων. All we need is love».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ