Γεννήθηκα τον Μάιο του 1973 στην Αθήνα. Από τα παιδικά µου χρόνια θυµάµαι καλά τις εκλογές του ’81 και τη νίκη του ΠΑΣΟΚ. Η µητέρα µου το επόµενο πρωί µού είχε πει: «Παιδί µου, σήµερα ξηµέρωσε ένας διαφορετικός ήλιος». Σαν παιδί που παίρνει τις λέξεις στην κυριολεξία κοίταξα έξω από το παράθυρο. Ο ήλιος που είδα µου φάνηκε ίδιος µε εκείνον των προηγούµενων ηµερών.

Με λένε Πέτρο ∆ιατσέντο και µεγάλωσα στο Ανω Καλαµάκι, σε µια γειτονιά που είχε ακόµη αλάνες. Στην εφηβεία µου πολιτικοποιήθηκα. Στο Πολυκλαδικό Λύκειο βρέθηκα στην ΚΝΕ. Το πρώτο κρούσµα απειθαρχίας στην οργάνωση ήταν όταν φλέρταρα µια κοπέλα. Περίµενα πώς και πώς τα διαλείµµατα για να πάµε να κρυφτούµε και να δώσουµε τα πρώτα µας φιλιά. Οι σύντροφοι όµως συχνά µε «τσιµπούσαν» και µε επανέφεραν στο αγωνιστικό καθήκον καλώντας µε για «εξόρµηση “Οδηγητή”»! Ετσι άνοιξε σταδιακά το ρήγµα, που έγινε «διαζύγιο» τελειώνοντας το Λύκειο.

***

Φοίτησα στο Πάντειο, στο Τµήµα Κοινωνιολογίας, µε κάποιους πολύ αξιόλογους καθηγητές. Ηταν η εποχή των µεγάλων καταλήψεων, της δολοφονίας του Τεµπονέρα, των συγκρούσεων µε την Αστυνοµία. Νοµίζαµε ότι ζούσαµε ένα άλλο Πολυτεχνείο… Στο πανεπιστήµιο επικρατούσε µια εύθυµη αταξία, ίσως και χάος, αλλά γίνονταν και πολλές ζυµώσεις. Εξακολουθούσα να είµαι πολιτικά ενεργός, σε µια περίοδο φθίνουσας πολιτικοποίησης. Υστερα από παραταξιακές περιπλανήσεις βρέθηκα κοντά στους Οικολόγους. Μετά το πτυχίο η συνέχεια των σπουδών στο εξωτερικό ήταν µια καλή πρόφαση για να φύγω έξω από την πόλη και τη χώρα όπου µεγάλωσα. Προορισµός η Γαλλία. Ως τότε είχα κάνει µια αρκετά προστατευµένη ζωή, µε το αυτοκίνητο του µπαµπά, το χαρτζιλίκι των γονέων. Κάποια στιγµή ένιωσα ότι ασφυκτιώ. Είχα κάνει λίγα ταξίδια στο εξωτερικό. Στο τρίτο έτος πήγα για λίγες ηµέρες στην Αγία Πετρούπολη, στη Ρωσία. Με φιλοξένησε µια ξαδέλφη µου που σπούδαζε εκεί χορογραφία. Σε εκείνο το ταξίδι γνώρισα τη σηµερινή µου σύζυγο. Ηταν µια «παράξενη» γνωριµία. Ηµουν µπροστά στο θέατρο και δεν έβρισκα εισιτήρια για την παράσταση µπαλέτου «Ο Καρυοθραύστης» του Τσαϊκόφσκι. Ο αργεντινός αρραβωνιαστικός της ξαδέλφης µου µού πρότεινε να ψάξουµε εισιτήρια στη «µαύρη». Μία από τις «µαυραγορίτισσες» είναι η σηµερινή µου σύζυγος… Το όνοµά της είναι Γιούλια. ∆ούλευε ως δασκάλα για παιδιά µε ειδικές ανάγκες. Συναντηθήκαµε ξανά, τυχαία, στο διάλειµµα της παράστασης και δώσαµε ραντεβού για την εποµένη. Συνεχίσαµε να επικοινωνούµε και όταν γύρισα στην Ελλάδα. Γράφαµε γράµµατα ο ένας στον άλλον τότε δεν υπήρχαν e-mail, ούτε κινητά. ∆εκαπέντε ηµέρες έκανε το γράµµα να φθάσει στη Ρωσία. Η Γιούλια είναι ο άλλος λόγος που µε έκανε να σκεφτώ την αναχώρηση από την Ελλάδα. Επιθυµούσα να ξεκινήσουµε µαζί σε µια χώρα ξένη για µένα και γι’ αυτήν…

***

Εφθασα στο Παρίσι το 1994. Μια γοητευτική πόλη, αλλά και απόµακρη. Τους πρώτους µήνες περιπλανιόµουν στους δρόµους επί ώρες. Ξεκίνησε τότε η ζωή χωρίς τις παλιές παρέες, την Στη στήλη «Grεεκs» οι Ελληνες που ζουν προσωρινά ή μόνιμα σε διάφορες χώρες του κόσμου αφηγούνται τις αληθινές ιστορίες τους και μιλούν για την Ελλάδα τού χθες και τού σήμερα.

προστασία της οικογένειας. Την πρώτη χρονιά έµαθα τα γαλλικά. Νοίκιασα ένα µικρό δωµάτιο στα εργατικά προάστια του Παρισιού. Ο κόσµος που ζούσε στη γειτονιά ήταν ο κόσµος που δώδεκα χρόνια αργότερα ξεσηκώθηκε και έβαλε µπουρλότο στα γαλλικά προάστια… Το ξεκίνηµα µε τρόµαξε. ∆εν ήθελα όµως να γυρίσω πίσω. Θα ήταν µια ήττα. Εψαξα για δουλειά. ∆εν είχα δουλέψει σχεδόν ποτέ στη ζωή µου. Πήγα από πόρτα σε πόρτα στο Καρτιέ Λατέν, ώσπου «έπεσα» πάνω στο ελληνικό εστιατόριο «Μinautaure». Ενα τεράστιο µαγαζί µε κιτς-φολκλόρ διακόσµηση. Η δουλειά µου, εκτός από το να σερβίρω, ήταν να φέρνω πιάτα για να τα σπάµε και να χορεύω τσιφτετέλι, κράχτης για τους πελάτες τουρίστες και γάλλοι επαρχιώτες κυρίως. Ετσι έβγαλα τα πρώτα µου λεφτά. Εκεί γνώρισα και την «έξοδο κινδύνου» στο δεύτερο υπόγειο του µαγαζιού. Κατά τα αφεντικά µου, από εκεί θα έπρεπε να φύγω αν έρχονταν για έλεγχο. Ετσι, πήρα µια γεύση τού τι σηµαίνει να δουλεύεις στη «µαύρη». Η δεύτερη δουλειά ήταν να κάνω κρέπες σε ένα µικρό κιόσκι κοντά στο χρηµατιστήριο του Παρισιού. Εκεί έµαθα τα γαλλικά του δρόµου και παράλληλα άρχισα το µεταπτυχιακό µου στην Ιστορία.

***

Νοίκιασα τότε ένα µικρό στούντιο στο Παρίσι. Η Γιούλια ήρθε στη Γαλλία το 1995 και έπιασε δουλειά ως εσωτερική σε σπίτι γάλλων αστών. Βλεπόµασταν κυρίως τα Σαββατοκύριακα. Υστερα από έναν χρόνο άλλα ξε δουλειά και µείναµε µαζί. Το 1999 γεννήθηκε η πρώτη µας κόρη, η Ντούνια. Τρία χρόνια αργότερα πήραµε την απόφαση να γυρίσουµε στην Ελλάδα. Η Ελλάδα από µακριά ήταν γοητευτική και είχα αρχίσει να νιώθω νοσταλγία… Εγκαταστάθηκα στον Νέο Κόσµο, εκεί όπου είχε ζήσει και ο παππούς µου, όταν τη γειτονιά την έλεγαν ακόµη ∆ουργούτι. Η Αθήνα µού φάνηκε αποπνικτική, βρώµικη και η γειτονιά «χωριό». Από την άλλη, δεν µπορούσα να υποφέρω την ξενοφοβία που συναντούσα αρκετά συχνά _ όντας ξένος και εγώ στο πρόσφατο παρελθόν. ∆ουλειά δεν έβρισκα εύκολα και όταν έβρισκα ήταν κακοπληρωµένη ή στη «µαύρη». Θυµήθηκα ξανά τι σηµαίνει «να έχεις δόντι», το οποίο χρειάστηκε ακόµη και για να γράψω την κόρη µου στον δηµοτικό παιδικό σταθµό. Κάποιες στιγµές αισθανόµουν ξένος στη χώρα µου, ενώ άρχισα να καταλαβαίνω ότι µε τα χρόνια δεν ήµουν και τόσο ξένος στη Γαλλία. Εκεί ενηλικιώθηκα, ξανάχτισα ένα σύµπαν από την αρχή, δούλεψα, έκανα οικογένεια, διδάχθηκα έναν άλλον τρόπο σκέψης και ζωής. Το σοκ της προσαρµογής στη γενέτειρά µου µού επέφερε συµπτώµατα κατάθλιψης… Υστερα από έξι µήνες πήγα στον Στρατό και εκεί ήρθα στα ίσα µου, επειδή κατάφερα να αποστασιοποιηθώ από την καθηµερινότητα. Στον Στρατό γνώρισα µια Ελλάδα που δεν είχα δει, τον αγρότη, το τζάνκι, τον νέο από τη λαϊκή συνοικία, τον Τσιγγάνο, τον µουσουλµάνο. Ηµουν ακόµη φαντάρος όταν γεννήθηκε η δεύτερη κόρη µου, η Ελίζα. Ολους αυτούς τους µήνες κάναµε σχέδια για να φύγουµε από την Αθήνα ή την Ελλάδα… Το 2004 επιστρέψαµε τελικά στο Παρίσι. Με δύο κόρες η αρχή ήταν δύσκολη. Ευτυχώς το γαλλικό κράτος πρόνοιας µας βοήθησε αρκετά στα πρώτα βήµατα. Γυρίζοντας στο Παρίσι κατάλαβα ότι δεν είµαστε πια η γενιά των γονιών µας, µε σταθερές δουλειές και ξεκάθαρες προοπτικές. Η γενιά µου πρέπει να συνηθίσει την αβεβαιότητα και τη γεωγραφική κινητικότητα, η οποία εύχοµαι να µη γίνει το πεπρωµένο µας. Το 2009 τέλειωσα τη διατριβή µου και αυτή τη στιγµή διδάσκω στο Πανεπιστήµιο του Στρασβούργου. ∆ιδάσκω επίσης ελληνικά στη Phonie-Graphie, οργανισµό για τη διάδοση των νέων ελληνικών στη Γαλλία. Για µεγάλη µου τύχη έχω δίπλα µου µια υπέροχη σύντροφο που είναι έτοιµη ανά πάσα στιγµή να αρχίσουµε τη ζωή µας από την αρχή αν χρειαστεί. Οσον αφορά τα επόµενα χρόνια, είµαστε έτοιµοι να µετακινηθούµε αν υπάρξει ανάγκη κάπου στην Ευρώπη, ανάλογα µε τις επαγγελµατικές ευκαιρίες.

***

Η Γαλλία που γνώρισα το 1994 έχει αλλάξει. Υπάρχουν στιγµές που φοβάµαι από αυτά που ακούω από ανθρώπους γύρω µου. Για πρώτη φορά πριν από µερικούς µήνες άκουσα από έναν, άγνωστο ευτυχώς, γείτονα να µου λέει: «Πήγαινε πίσω στη χώρα σου!». Ηµουν µε την κόρη µου, την Ελίζα, η οποία µε ρώτησε: «Γιατί µας είπε έτσι, µπαµπά;

Στη χώρα µας δεν είµαστε;»… Τι αποκόµισα από το ταξίδι µου; Οτι µε τους ανθρώπους µε ενώνουν η χηµεία και οι αξίες, όχι η καταγωγή ή η εθνική ένταξη. Με βοήθησε να καταλάβω καλύτερα την Ελλάδα. Τελικά συµφιλιώθηκα µε την Ελλάδα επιστρέφοντας στη Γαλλία…

«Φοβάμαι μη χάσουμε τις δημοκρατικές κατακτήσεις»

Στην Ελλάδα ήρθα ξανά εφέτος το καλοκαίρι. uni0394εν βρήκα τη γνωστή Ελλάδα «του κεφιού και της γκρίνιας». Εχουμε περάσει, νομίζω, στη φάση της κατάθλιψης. Αυτό με ανησυχεί πολύ. Φοβάμαι μήπως γκρεμιστούν όλα αυτά, τα έστω και ατελή, που με κόπο χτίσαμε μετά τη Μεταπολίτευση — μια στοιχειώδης ανοχή, οι δημοκρατικοί θεσμοί, που μπορεί βέβαια να χωλαίνουν. Παρ’ όλα τα ελαττώματα κάναμε πολύ σημαντικά βήματα τις τελευταίες δεκαετίες…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ