ΠΟΣΟ ΚΑΛΟΙ ταξιδιώτες είναι οι Ελληνες; Πώς συμπεριφέρονται στο εξωτερικό και ποιες είναι οι απαιτήσεις τους; Ερωτήματα που λόγω της εποχής γίνονται πιο επίκαιρα καθώς οι Ελληνες πλέον ταξιδεύουν περισσότερο στο εξωτερικό σε σύγκριση με προηγούμενες δεκαετίες. Στους δημοφιλέστερους προορισμούς του εξωτερικού η παρουσία του έλληνα τουρίστα είναι κανόνας και όχι εξαίρεση. Και ποιος θα ήταν αρμοδιότερος να απαντήσει στα ερωτήματα αυτά από εκείνους που διοργανώνουν τις περιηγήσεις και ηγούνται κάθε ταξιδιωτικής αποστολής; Είναι εκείνοι, οι αρχηγοί των μεγάλων ταξιδιών, που αναλαμβάνουν να μας οδηγήσουν στα πέρατα της Γης: σε ζούγκλες, ποτάμια, πάγους, ερήμους, άγριες φυλές, σε μέρη που μπαίνουν για πρώτη φορά σε πρόγραμμα τουριστικού γραφείου και όπου ίσως για πρώτη φορά πατούν το πόδι τους ταξιδιώτες. Τρεις αρχηγοίσχεδιαστές ταξιδιών σε μεγάλα ταξιδιωτικά γραφεία- ο Μπάμπης Μπίζας, ο πιο πολυταξιδεμένος άνθρωπος του κόσμου, ο Παναγιώτης Ηλιάδης και ο Νίκος Μαρκουλάκης, ο μεγαλύτερος όλων, ο πρύτανης, και τρεις αρχηγοί ελεύθεροι συνεργάτες- ο βαρύτονος της όπερας με τις απίστευτες γνώσεις Μανόλης Σταυρακάκης, η Μυρτώ Βέμπερ, η ειδική της Ινδίας, και ο ευγενικός και πράος Αλέξης Βέμπερ-Ακρίτας- μας μιλούν για το ξεκίνημα της μεγάλης περιπέτειας της ζωής τους, αποκαλύπτουν τα μυστικά του επαγγέλματός τους και αναλύουν το προφίλ του έλληνα τουρίστα.

«Συγκριτικά με τη δεκαετία του ΄80 που πρωτοξεκίνησα τα ταξίδια» λέει ο κ. Μπάμπης Μπίζας «οι έλληνες ταξιδιώτες πλέον είναι κλάσεις πιο έμπειροι. Τότε είχαν τη νοοτροπία “παίρνω το σπίτι μου μαζί μου και περιμένω να έχω το φαγητό της μαμάς μου και στο ταξίδι”.Τώρα πια καμία σχέση.Ολοι αναζητούν το κάτι διαφορετικό. Μπορεί κάποιοι να θέλουν πιο πολλή άνεση και άλλους να μην τους νοιάζει η άνεση.Αλλά σίγουρα όλοι θέλουν να δοκιμάσουν κάτι διαφορετικό. Δεν κουβαλάνε πια το σπίτι τους μαζί και αυτό είναι μια τρομερή πρόοδος.Οι Ελληνες αποδείχθηκαν πολλά πράγματα:και πρωτοπόροι είναι, αφού πήγαν σε χώρες όπου δεν έχει πατήσει κανένας Ευρωπαίος ή Αμερικανός, και έχουν ένα πλεονέκτημα, δεν παίρνουν οδηγίες ούτε από τα δελτία των υπουργείων Εξωτερικών ούτε από τις πρεσβείες ούτεαπό το CΝΝ. Και είναι προς τιμήν τους. Είναι καλοί ταξιδιώτες».

«Στον Ελληνα αρέσει να ακούει,να τρώει,να ψωνίζει. Ο,τι καλύτερο χρειάζεται ένας ταξιδιώτης για να βιώνει τον χώρο. Οσον αφορά τα φιλοδωρήματα και τη φήμη ότι ο Ελληνας δεν δίνει, εγώ δεν την κατακρίνω.Και εγώ αν θα μπορούσα να ταξιδεύω χωρίς να δίνω κανένα φιλοδώρημα θα το έκανα ευχαρίστως γιατί πιστεύω ότι όλοι πληρώθηκαν για αυτή την υπηρεσία».

Οσο για τις προσωπικές του εμπειρίες σχετικά με τα μέρη στα οποία έχει ταξιδέψει, ο κ. Μπίζας λέει ότι «όσο ταξιδεύεις καταλαβαίνεις πως και κάτι άλλο υπάρχει που δεν το έχεις ανακαλύψει. Στο νησάκι της Αγίας Ελένης πήγα.Πήγα για τρίτη φορά στην Ανταρκτική και είδα τους αυτοκρατορικούς πιγκουίνους που είναι άκρως δυσπρόσιτοι,τους προσεγγίζεις μόνο με ειδικό παγοθραυστικό και κάναμε δέκα ημέρες στους πάγους για να φθάσουμε. Πήγα και σε ένα άλλο νησάκι που έλεγα παλαιότερα, το Πιτ Κερ, 140 ώρες με το πλοίο από το Νησί του Πάσχα».«Πολύ φοβάμαι» λέει γελώντας «ότι δεν τελειώνει τελικά η Γη, γι΄ αυτό έχω αφήσει σκοπίμως τη Ζάκυνθο,οπότε όταν θα πάω εκεί,που είναι δίπλα από την Ιθάκη,εκεί θα είναι και το τέλος!» .

«Ξεκίνησα να σχεδιάζω ταξίδια από το 1987.Πήγα στη Νικαράγουα όταν ήταν οι Σαντινίστας,στο Ελ Σαλβαδόρ με το Φαραμπούντο Μαρτίκάθε πρωί μάζευαν τους νεκρούς από τις μάχες της νύχτας». Τι ξεχωρίζει από κάθε ταξίδι; «Η μικροχαρά μου είναι ένα ωραίο φαγητό και η ανθρώπινη επαφή. Εχω φάει ακρίδες, σαύρες, φίδια,τηγανητά μυρμήγκια,χελώνες – μιλάμε να επιπλέει το καύκαλο μες στη σούπα στην Κίνα-, ιγκουάνα, σκουλήκια!Προτιμώ πάντα τα λαϊκά εστιατόρια,γιατί αν δεν σκουντηθείς και με τον ντόπιο να ανταλλάξετε δυο κουβέντες σε ακατανόητες γλώσσες και ο ένας να χαμογελά στον άλλον από συγκατάβασηδεν έχει χαρά». Οσο για το πιο αγαπημένο του μέρος; «Εμένα η καρδιά μου είναι στη Νότια Αιθιοπία. Με συναρπάζει η αρχέγονη παρουσία των φυλών και ο τρόπος με τον οποίο διατηρούν τις παραδόσεις τους. Είναι εκπληκτικός».

ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΟΥΡΙΣΤΕΣ ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΞΕΝΑΓΩΝ
«ΕΙΝΑΙ ΚΑΧΥΠΟΠΤΟΙ»

«Η δυσκολία της δουλειάς μας είναι να συνδυάσεις τους τουρίστες με τους πραγματικούς ταξιδιώτες που απαρτίζουν το γκρουπ.Και οι δύο έχουν πληρώσει,άσχετα ποιον συμπαθείς εσύ πιο πολύ,και πρέπει και οι δύο να μείνουν ευχαριστημένοι». Ο κ.Αλέξης Βέμπερ-Ακρίταςξεκίνησε να εργάζεται ως αρχηγός εκδρομών στη Γερμανία όπου ζούσε οικογενειακώς.«Οι Ελληνες έχουν τις μεγαλύτερες απαιτήσεις από τους αρχηγούς από οποιονδήποτε άλλον λαό έχω γνωρίσει.Είναι καχύποπτοι,οποιαδήποτε αλλαγή γίνει ακόμη και για καλύτερα είναι δύσκολο να πειστούν.Ενώ στη χώρα τους είναι χουβαρντάδες,στο εξωτερικό έχουν τη φήμη,μαζί με τους Ισραηλινούς και τους Ολλανδούς,ότι είναι οι πιο τσιγκούνηδες ταξιδιώτες που δεν δίνουν πουρμπουάρ».«Η πιο μεγάλη δυσκολία που αντιμετώπισα σε γκρουπ ήταν με έναν Ελληνα στο Κοσουμέλ,ένα μικρό νησάκι έξω από το Μεξικό.Πήρε τζετ σκι,δεν τήρησε τους περιορισμούς και σκότωσε ένα μέλος οικογένειας Ταϊβανέζων».«Ηρθα στην Ελλάδα»συνεχίζει ο κ.Βέμπερ«το 1997 και το πρώτο ταξίδι που έκανα ήταν στη Σκανδιναβία,όταν ακυρώθηκε κάποιος άλλος αρχηγός.Τώρα πια ταξιδεύω 200-250 ημέρες τον χρόνο.Οπου μπορώ επιδιώκω να τρώω αποκλειστικά τοπική κουζίνα.Εχω φάει αρκετές φορές φίδι στην Κίνα,ακρίδες με τσίλι στην Οαχάκα,αβγά μυρμηγκιού καιγάτα στην Ιταλία,σκύλο στο Βιετνάμ». Η καρδιά του όμως «ανοίγει» όταν πηγαίνει στην Ινδία.«Είναι μια χώρα με τόσο διαφορετικούς πολιτισμούς που κάθε φορά για μένα είναι σαν καινούργιο ταξίδι».

«ΝΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΘΕΙ ΤΟ ΓΚΡΟΥΠ»

«Το πρώτο μου μεγάλο ταξίδι ήταν το 1992 για 26 ημέρες στη Νότια Αμερική σε ηλικία 27 ετών. Πήγαμε Βραζιλία, Αργεντινή, Χιλή, Περού, Αμαζόνιο, Εκουαδόρ, Κολομβία και Βενεζουέλα!» λέει ο κ. Παναγιώτης Ηλιάδης.

«Με τους πελάτες πλέον έπειτα από τόσα χρόνια είμαστε φίλοι. Μαζί αποφασίζουμε για το επόμενο μεγάλο ταξίδι, έχουν πιο πολλή εμπιστοσύνη αλλά και περισσότερες απαιτήσεις στο πρόσωπό μου και συγχωρούν πιο δύσκολα το λάθος. Οχι ότι έγιναν πιο κακοί, απλώς έγιναν πιο απαιτητικοί. Ευτυχώς οι αγενείς είναι μειοψηφία. Αλλωστε, ο σκοπός μου είναι να ευχαριστηθεί το γκρουπ και όχι εγώ, γι΄ αυτό η ωραιότερη στιγμή του ταξιδιού είναι όταν το αεροπλάνο προσγειώνεται και ξέρω ότι όλα πήγαν όπως έπρεπε».

«Το κίνητρό μου για να ξαναπάω σε μια χώρα είναι οι μικρές γωνιές που δεν παρατηρείς τις πρώτες φορές.Το να βάλω απλώς τη σφραγίδα στο διαβατήριο δεν το δέχομαι ως κίνητρο. Δηλαδή, αν κάποιος μού έλεγε “πήγαινε σε κάποια περιοχή της Ινδίας που δεν έχεις δει”, σε σχέση με την Γκαμπόν που δεν έχω πάει, και αυτή θα ήταν η τελευταία σφραγίδα των χωρών του πλανήτη, θα προτιμούσα να πάω ακόμη μία φορά στην Ινδία».

Θυμάται πάντα το πρώτο του ταξίδι. «Το μέρος που με έχει εντυπωσιάσει τόσο, ίσως επειδή το είδα και στο πρώτο μου ταξίδι, είναι το Μάτσου Πίτσου στο Περού. Η πόλη που μου αρέσει περισσότερο είναι η Νέα Υόρκη, που είναι η πιο δυναμική πόλη που κινεί τα νήματα όλου του πλανήτη. Η μεγαλύτερη δυσκολία που μου προέκυψε ήταν να αντιμετωπίσω θάνατο ταξιδιώτη στο Θιβέτ».

«ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΛΕΟΝ ΚΑΛΟΙ ΤΟΥΡΙΣΤΕΣ»

Με μεταπτυχιακές σπουδές στην Ανωτάτη Μουσική Ακαδημία της Βιέννης, ο κ. Μανόλης Σταυρακάκης, όταν αποκλείστηκε από σολίστ εξαιτίας προβλήματος στις φωνητικές χορδές του, αποφάσισε, το 1983, να γίνει αρχηγός εκδρομών καθώς τότε υπήρχε πληθώρα ελλήνων εκδρομέων στην Κεντρική Ευρώπη. «Σήμερα είμαστε πλέον καλοί τουρίστες» λέει ο κ. Σταυρακάκης.

«Οι αρχηγοί δίνουμε πολύ περισσότερα απ΄ όσα είμαστε υποχρεωμένοι να δώσουμε και ο κόσμος το γνωρίζει και το εκτιμά. Δυστυχώς όμως δεν υπάρχει επαγγελματική κατοχύρωση και μπορεί ο οποιοσδήποτε να κάνει τον αρχηγό με το δέλεαρ ενός δωρεάν ταξιδιού και λόγω απειρίας ή αδιαφορίας να τινάξει το ταξίδι στον αέρα».

«Εχοντας πλέον ταξιδέψει σε όλον τον κόσμο, το μέλημά μου σε κάθε προορισμό είναι να έχω έναν φίλο παντού. Τις περισσότερες φορές τις έχω πάει στο Περού, 43 γκρουπ, και 37 γκρουπ στην Κίνα» λέει στο «Βήμα». Δεν μπορεί να διαλέξει μια χώρα που να του αρέσει. «Θα σας πω μία από κάθε ήπειρο: στην Ευρώπη η Αυστρία, συναισθηματικά, στη Νότια Αμερική το Περού, στη Βόρεια ο Καναδάς, στην Ασία η Κίνα, στην Αφρική η Νότια Αφρική και στην Ωκεανία η Τασμανία». «Στα ταξίδια μού έχουν τύχει πολλά. Εχει “σκάσει” κινητήρας αεροσκάφους εν πτήσει. Εχω βρεθεί στην κηδεία του Αραφάτ στη Ραμάλα με τον τότε Πατριάρχη Ιεροσολύμων Ειρηναίο, γεγονός που με σημάδεψε. Εχω βρεθεί στη Στοκχόλμη δύο ημέρες μετά τη δολοφονία του Ούλοφ Πάλμε. Το πιο χαρούμενο γεγονός που μου έτυχε ήταν ο γάμος ενός ζευγαριού Ελλήνων στο Πεκίνο, στο περιστρεφόμενο εστιατόριο του ξενοδοχείου “Βeijing Ιnternational”, τους οποίους πάντρεψε ο έλληνας πρόξενος». «Στα ταξίδια η χαρά μου είναι να βλέπω παραστάσεις. Αλησμόνητη μου έμεινε η Πλιτσέσκαγια στο Μπαλσόι, όπως και ο “Αττίλας” του Βέρντι στο Κόβεντ Γκάρντεν με Ντομίνγκο, Καπουτσίλι και Γκιαούροφ, σε διεύθυνση Σινόπολι».

«ΕΞΩ ΔΕΝ ΑΦΗΝΟΥΝ ΠΕΝΤΑΡΑ»

«Δεν περίμενα ποτέ στη ζωή μου ότι οι Ελληνες θα ήταν από τους πιο τσιγκούνηδες ταξιδιώτες»σχολιάζει η κυρία Μυρτώ Βέμπερ.«Δηλαδή,πάνε να φάνε στο εστιατόριο και δεν αφήνουν μία στο γκαρσόνι.Δεν δίνουν πουρμπουάρ,δεν κερνάνε κανέναν.Και δεν εννοώ τώρα με την κρίση.Απλά έχουν χειροτερέψει τα τελευταία χρόνια.Ενώ στην Ελλάδα αφήνουν κάτι,έξω δεν αφήνουν πεντάρα.Ακόμη και εμένα που είμαι γυναίκα παλαιότερα με προσκαλούσαν και επέμεναν να με κεράσουν ένα ποτήρι κρασί.Τώρα με προσκαλούν από ανασφάλεια περισσότερο,αλλά δεν θεωρούν ότι θα πρέπει να με κεράσουν.Να πούμε ότι οι Γερμανοί που τους κατηγορούμε ως τσιγκούνηδες είναι ακριβώς το αντίθετο».

Η κυρία Βέμπεργνώρισε τον γερμανό άνδρα της στη Γερμανία,όπου σπούδαζε Ιστορία και Πολιτικές Επιστήμες, παντρεύτηκαν και έμεινε εκεί.«Οταν τα παιδιά μου τελείωσαν το σχολείο»λέει η κυρία Μυρτώ Βέμπερ«διάβασα μια αγγελία:“Αν μιλάτε γλώσσες και έχετε ταξιδέψει,πάρτε μας τηλέφωνο”.Τους πήρακαι έτσι άρχισα τα πρώτα μου ταξίδια στην Ευρώπη.Κάποια στιγμή ένας φίλος με σύστησε σε ένα γραφείο που έκανε μεγάλα ταξίδια,κυρίως σε Ρωσία,Κίνα, Ιαπωνία καιΚορέα.Να φανταστείς,πήγα Ρωσία ατέλειωτες φορές- μόνο στον Υπερσιβηρικό τουλάχιστον δέκα!Οταν επέστρεψα πριν από 25 χρόνια στην Ελλάδα,ξεκίνησα να ταξιδεύω σε όλον τον κόσμο και κόλλησα στην Ινδία.Εχω πάει…139 φορές μαζί με την τελευταία!».

Και όμως δεν την έχει βαρεθεί.«Μου αρέσει πάρα πολύ.Δεν την έχω βαρεθεί. Ο πολιτισμός της με γοητεύει».

Ο… ΠΡΥΤΑΝΗΣ ΤΩΝ ΑΡΧΗΓΩΝ

Το πρώτο πραγματικό ταξίδι του κ. Νίκου Μαρκουλάκη ήταν σε ηλικία έξι ετών, όταν ανέβηκε από το μικρό χωριό του των Χανίων στην κορυφή του βουνού «για να βρω τι βρίσκεται πίσω απ΄ αυτό. Το 1956 ήρθα στην Αθήνα για να σπουδάσω Οικονομικά και η πρώτη μου δουλειά ήταν στο γραφείο του καλλιτέχνη Πομώνη που αντιπροσώπευε τη σοβιετική Ιντουρίστ.Αργότερα πήγα στο Μanos, όπου εξελίχθηκα γρήγορα και ανέλαβα την ευθύνη του προγραμματισμού σχεδιάζοντας πολλά ταξίδια πρωτοποριακά για εκείνη την εποχή. Το 1987 ίδρυσα το τουριστικό γραφείο Τropical, στο οποίο σχεδιάζω όλα τα προγράμματα». Η μεγάλη αδυναμία του είναι η Ιαπωνία. «Δεν θα σας πω ότι η ωραιότερη χώρα του κόσμου είναι η Ιαπωνία,θα σας πω αυτό που μας είχε πει μια τοπική ξεναγός στο Κουρασάο- νησί επίπεδο και αδιάφορο:“Καταλαβαίνω ότι είστε πολυταξιδεμένοι, έχετε δει πολλά και ωραιότερα μέρη. Αλλά αυτός είναι ο τόπος μου,τον αγαπώ και πιστεύω ότι κάθε τόπος είναι όμορφος με τον δικό του τρόπο”. Ηταν ένα μάθημα για μας.

Υπάρχουν πολλά μέρη στα οποία δεν έχω πάει. Θα ήθελα να πάω σε κάποιες περιοχές της πολικής Σιβηρίας ή να κάνω τον γύρο της Ανταρκτικής». Απρόοπτα πάντα υπάρχουν: «Το χειρότερο που μου έτυχε σε ταξίδι ήταν στη δυτική ακτή Ελεφαντοστού, παραμο νή Πρωτοχρονιάς του 1989, όταν κατά την προσγείωση το αεροπλάνο ξέφυγε από τον διάδρομο και άρχισε να χοροπηδάει από λόφο σε λόφο. Ηταν εμπειρία τρομακτική.Το πιο παράδοξο που μου έτυχεήταν να συναντήσω στην είσοδο ενός “Εμπόριουμ” της Ινδίας έναν “σεβάσμιο” που επέμενε να διαβάσει το χέρι μου! Αν και αυτά δεν τα πιστεύω, τελικά μου είπε δυο- τρία πράγματα που συμπτωματικά βγήκαν σωστά.Είπε επίσης ότι θα ζήσω 87 χρόνια. Τότε ήμουν 35 ετών και δεν με απασχολούσε. Τώρα όμως κάνω αστεία με τους φίλους μου!».


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ