ΕΝΑ «ΓΟΥΕΣΤΕΡΝ» διαδραματίζεται καθημερινά στο κέντρο της Αθήνας. Οι παλαιές αστικές γειτονιές, που κάποτε αποτελούσαν την καρδιά της πόλης και της ζωής της, σήμερα μοιάζουν σαν μια γάγγραινα στο σώμα της ίδιας κοινωνίας. Καθημερινή εγκληματικότητα που κάποιες φορές γίνεται φονική- όπως την προηγούμενη Τρίτη τα ξημερώματα, στην περίπτωση του Μανώλη Καντάρη. Πολίτες που έχουν φθάσει στο σημείο να δηλώνουν έτοιμοι να πάρουν τον νόμο στα χέρια τους. Ρατσιστικά «πογκρόμ» εναντίον μεταναστών, οι οποίοι βρέθηκαν απλώς στο λάθος μέρος τη λάθος στιγμή. Αστυνομικές δυνάμεις που από τους μεν κατηγορούνται ότι δεν κάνουν τίποτε, από τους δε ότι ανέχονται ή και σιγοντάρουν τα «πογκρόμ». Ιδιοκτήτες διαμερισμάτων που εν γνώσει τους στοιβάζουν δέκα και είκοσι μετανάστες σε λίγα τετραγωνικά, προκειμένου να «αξιοποιήσουν» την ακίνητη περιουσία τους που πλέον δεν αξίζει και πολλά, αλλά και οι τελευταίοι κάτοικοι του κέντρου που ακόμη αντέχουν. Και άλλα πολλά αλληλοσυγκρουόμενα και αντιφατικά μεταξύ τους. Αύριο αναμένεται να ανακοινωθούνγια ακόμη μία φορά- τα περιβόητα μέτρα για την αναβάθμιση του κέντρου της Αθήνας. Αρκούν όμως οι όποιες διακηρύξεις για να ξαναζωντανέψει μια περιοχή που αυτή τη στιγμή φαίνεται οριστικά χαμένη για τους Αθηναίους;

Ο ΧΡΥΣΑΥΓΙΤΗΣ
«Οι αλλοδαποί έχουν τη βία στο DΝΑ τους»

Το ραντεβού δόθηκε σε μια καφετέρια της οδού 3ης Σεπτεμβρίου, την ίδια ώρα που δίπλα ξεκινούσε η συγκέντρωση των κατοίκων της περιοχής ύστερα από τη δολοφονία του Μανώλη Καντάρη . Είναι από τα παλαιότερα μέλη της Χρυσής Αυγής και μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου της. «Οταν ξεκινήσαμε πριν από πολλά χρόνια, ήμασταν ελάχιστα άτομα, ενώαυτή τη στιγμή η οργάνωσή μας έχει χιλιάδες μέλη» λέει. Ο κ. Γιάννης Βουλδής, 65 ετών σήμερα, κάτοικος Κυψέλης, τονίζει: «Νομίζω ότι θα γίνουμε ακόμη περισσότεροι. Πρώτον, είναι η ιδεολογική συνέπεια που μας χαρακτηρίζει. Ο,τι λέγαμε παλιά το λέμε και σήμερα. Και βέβαια είναι η ίδια η πραγματικότητα που φέρνειτον κόσμο, ειδικά τον κάτοικο του κέντρου της Αθήνας, κοντά μας» σημειώνει.

«Τον τελευταίο καιρό μας πλησιάζουν συνεχώς άνθρωποι που δεν είχαν ως τώρα καμία σχέση με τον χώρο» υποστηρίζει. Είναι πάντως βέβαιον ότι για τους κατοίκους που συγκεντρώνονται στο σημείο της δολοφονίας και διαμαρτύρονται η προέλευση οποιασδήποτε χείρας βοηθείας τους παρασχεθεί μικρή σημασία έχει. «Η θέση της Χρυσής Αυγής είναι “έξω όλοι οι λαθρομετανάστες”. Επιπλέον “κανένας καινούργιος μετανάστης εδώόσο υπάρχουν Ελληνες χωρίς δουλειά”» τονίζει.

«Δεν θα κατηγορήσω όποιον αμυνθεί…»

«Συμμετέχουμε στις συγκεντρώσεις αλλά όχι ως οργάνωση, μόνο ως άτομα. Αλλωστε κατά καιρούς έχουμε βοηθήσει τους κατοίκουςστις διάφορες συγκεντρώσεις που έκαναν στο παρελθόν. Διοργανώνονταν αντισυγκεντρώσεις από αναρχικούς και τελικά το ξύλο, είτε από την Αστυνομία είτε από τους αναρχικούς, κατέληγε να το τρώνε οι γέροι και οι γριές. Αυτό σταμάτησε χάρη στη δική μας παρουσία. Εστω και για λίγες μέρες “άσπρισε” η πλατείαΒικτωρίας» σημειώνει και με τη λέξη «άσπρισε» εννοεί ότι άδειασε από μετανάστες.

Στην πολυκατοικία της Κυψέλης όπου διαμένει έχει και αλλοδαπούς γείτονες, όπως είναι λογικό. «Είναι και ευθύνη των Ελλήνων σε κάποιον βαθμό, καθώς με στόχο το κέρδος ή δεν ξερώ εγώ τι άλλο έβαλαν όποιον να ΄ναι στα σπίτια τους» αποφαίνεται. «Μακάρι το συγκεκριμένο περιστατικό της δολοφονίας του Μανώλη Καντάρη να ήταν μεμονωμένο. Το θέμα είναι ότι το κέντρο έχει γεμίσει με ανθρώπους που έχουν τη βία στο DΝΑ τουςκαθώς προέρχονται από χώρες απολίτιστες. Οι περισσότεροι από αυτούς έφυγαν από τις χώρες τους γιατί τους κυνηγούσαν για εγκλήματα που είχαν κάνει εκεί ή γιατί άλλη φυλή από αυτήν στην οποία ανήκουν πήρε το πάνω χέρι» υποστηρίζει ο κ. Βουλδής.

Αναπόφευκτα η κουβέντα πάει στα «πογκρόμ» εναντίον μεταναστών και στις σχέσεις τους με την Αστυνομία, θέματα για τα οποία κατά καιρούς έχει κατηγορηθεί η Χρυσή Αυγή ακόμη και εντός του Ελληνικού Κοινοβουλίου. Ο κ. Βουλδής θεωρεί καθαρά συκοφαντικού χαρακτήρα αυτές τις κατηγορίες. «Είμαστε νόμιμο πολιτικό κόμμα» απαντά και προσθέτει ότι «δεν θα κατηγορήσω κάποιον κάτοικο του κέντρου που αποφασίζει να δράσει από μόνος τουαπό τη στιγμή που αυτή την περίοδο βρίσκεται συνεχώς κάτω από κίνδυνο και αμυνόμενος. Αλλωστε, σίγουρα ως ιδεολογία, δεν είμαστε υποστηρικτές της μη βίας».

«Ελληνικό αίμα πάνω απ΄ όλα»

Μιλάει απαξιωτικά για τους αναρχικούς αλλά και τον δικομματισμό. Τα λόγια του γεμίζουν… αντιπάθεια όμως όταν αναφέρεται στον ΛΑΟΣ. «Αυτό το κόμμα, με τον οπορτουνιστικό χαρακτήρα του αρχηγού του, κάνει μεγαλύτερο κακό, γιατί σε αυτό καταφεύγουν και άνθρωποι με αγνά πατριωτικά κίνητρα». Υπάρχουν κριτήρια για την είσοδο ενός καινούργιου μέλους στην οργάνωση; «Πάνω απ΄ όλα μετράει το ελληνικό αίμα. Θέματα όπως η θρησκεία είναι δευτερεύοντα» απαντά. Τι γίνεται όμως αν κάποιος νέος γεννημένος στην Ελλάδα από αλβανούς γονείς θελήσει να γίνει μέλος της Χρυσής Αυγής; «Αυτή τη στιγμή είναι θεωρητικό το ενδεχόμενο, δεν το έχει ζητήσει κανένας. Αν το ζητήσει, βλέπουμε. Το θέμα είναι και αυτή η ράτσα, δηλαδή οι Αλβανοί, να αποφασίσει πρώτα με ποιον θα είναι γιατί μέχρι στιγμής η στάση τους είναι επαμφοτερίζουσα» καταλήγει ο κ. Βουλδής.

Ο ΜΕΤΑΝΑΣΤΗΣ
«Φοβάμαι το βράδυ και για ληστές και για αγανακτισμένους»

Ζει σε ένα διαμέρισμα με άλλους δύο συμπατριώτες του, πληρώνοντας 60 ευρώ τον μήνα ενοίκιο. Ο 51χρονος Μοχάμεντ Σαούντι ήρθε από την Αίγυπτο στην Ελλάδα πριν από πέντε χρόνια. Τον πρώτο χρόνο εργάστηκε ως ξυλουργός. Οταν απολύθηκε, έναν χρόνο μετά, ανακάλυψε ότι ο έλληνας εργοδότης του είχε «ξεχάσει» να του κολλήσει τα ένσημα δέκα μηνών. Συζητάμε λίγα 24ωρα μετά τη δολοφονία του 44χρονου Μανώλη Καντάρη στην οδό Ηπείρου και τη βία κατά μεταναστών που ακολούθησε. «Κατ΄ αρχήν το κέντρο της Αθήνας είναι μια περιοχή που αποφεύγω,ειδικά τις βραδινές ώρες» σχολιάζει. « Ο δικός μου φόβος είναι διπλός:φοβάμαι και την εγκληματικότητα και τους “αγανακτισμένους”που μόλις δουν μελαψό αγριεύουν» λέει αφοπλιστικά . Δεν φοβάται όμως να μιλήσει για το περιστατικό: «Η αντίδραση των Ελλήνων δεν μου άρεσε,αλλά τη δικαιολογώ.Το θέμα είναι ότι ειδικά σε αυτές τις περιπτώσεις την πληρώνουν αθώοι άνθρωποι».

Εγκλήματα όπως εκείνο της οδού Ηπείρου του φαίνονται αδιανόητα, τι γίνεται όμως αν το δίλημμα που τίθεται είναι κλοπή ή επιβίωση; Απαντά διηγούμενος μια ιστορία: «Τον πρώτο καιρό δούλευα σε ένα call-shopκαι στην τσέπη μου είχα δεν είχα πέντε ευρώ.Κάποια στιγμή μπήκε στο μαγαζί ένας μεθυσμένος.Ηταν εκτε λωνιστής και κρατούσε πάνω του ένα μεγάλο ποσό σε μετρητά, περίπου 2.500 ευρώ, τα οποία ξέχασε εκεί. Εμαθα πού μένει και του τα επέστρεψα αργότερα το ίδιο βράδυ.Δεν το έχω μετανιώσει ούτε μια στιγμή από τότε» λέει χαρακτηριστικά .

Στην πατρίδα του ήταν υπεύθυνος λογιστηρίου, αλλά με τον μισθό του δεν μπορούσε να ζήσει την εξαμελή οικογένειά του. «Το μόνο εύκολο στην Ελλάδα ήταν ότι δεν βρήκα εμπόδια στο να πάρω την άδεια παραμονής. Οχι επειδή δεν έχετε… γραφειοκρατία, αλλά διότι αρχικά ήρθα νόμιμα ως εργαζόμενος σε καράβι και έτυχα σε μια περίοδο που είχαν “ανοίξει” οι διαδικασίες για τις άδειες». Εδώ και περίπου δύο χρόνια είναι ουσιαστικά άνεργος, κάνοντας μόνο κάποια μεροκάματα. Αναζητεί δουλειά, «στη λαχαναγορά,σε οικοδομή,ως χειριστής κλαρκ, οπουδήποτε, όμως είναι φοβερά δύσκολο.Το βλέπω και με όποιον μιλάω, Ελληνα ή μετανάστη, με χαρτιά ή χωρίς χαρτιά». Τα τελευταία χρόνια μένει στο Κερατσίνι. Εκεί, αλλά και στους άλλους δήμους του Πειραιά, ζουν αρκετοί μετανάστες. Ούτε εδώ οι άνθρωποι είναι πλούσιοι, φαίνεται όμως ότι για κάποιον λόγο τα βρίσκουν μεταξύ τους. «Φαινόμενα όπως αυτά του κέντρου είναι σχεδόν ανύπαρκτα» λέει ο κ. Σαούντι. «Εκτός τουότι εμάς τους Αιγυπτίους οι Ελληνες μας αντιμετωπίζουν θετικά,σημαντικό είναι ότι ακόμα η περιοχή μας διατηρεί τον χαρακτήρα γειτονιάς.Φανταστείτε ότι η ελληνίδα γειτόνισσά μου,όταν πηγαίνει στο εξοχικό της, μού δίνει τα κλειδιά του σπιτιού της για να της ποτίζω τα λουλούδια».

Η ΑΔΕΛΦΗ ΘΥΜΑΤΟΣ ΛΗΣΤΕΙΑΣ
«Γιατί να αφήσουν τους φονιάδες του αδελφού μου;»

Στις 29 Μαρτίου 2010 η κυρία Σουλτάνα Κλειτσάκη ενημερώθηκε ότι ο αδελφός της δολοφονήθηκε, την ώρα που εργαζόταν στο πρακτορείο Προ-Πο του στα Πατήσια. «Τον πυροβόλησαν από πίσω, προτού τον ληστέψουν. Δεν υπήρχαν καν χρήματα στο ταμείο» διηγείται. «Σκεφτείτε ότιαυτός ήταν που ανησυχούσε για μένα, επειδή κρατούσα το μαγαζί τις βραδινές ώρες…» θυμάται και βουρκώνει. Οσο μίσος νιώθει για τους δράστες, εξίσου μεγάλη είναι η απέχθειά της για το κράτος. «Λίγο καιρό αργότερα οι δράστες συνελήφθησαν. Ηταν μια σπείρα νεαρών Αλβανών. Το παρανοϊκό είναι ότι κάποιοι εξ αυτών βγήκαν με άδεια στο διάστημα της προφυλάκισής τους, ξαναέκαναν εγκλήματακαι συνελήφθησαν ξανά. Τι κράτος είναι αυτό;» λέει οργισμένη. Τη δολοφονία Καντάρη την έμαθε από την τηλεόραση. « Δεν πήγα στη συγκέντρωση διαμαρτυρίας την άλλη ημέρα, αν και το ήθελα. Δεν μπορώ ακόμη να αντιμετωπίσω την απώλεια, δεν ξέρω και αν θα το καταφέρω ποτέ».

Οσο για το τι περιμένει από τη δίκη που είναι προγραμματισμένη να γίνει στο άμεσο μέλλον; «Ελπίζω να τιμωρηθούν, αν και δεν το πολυπιστεύω. Ούτως ή άλλως καμία ποινή δεν μπορεί να απαλύνει τον πόνο μου, μόνο να τους αντιμετώπιζα η ίδια και ας πήγαινα φυλακή αμέσως μετά».


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ