Mόλις ξεπροβόδισα την καλεσμένη μου. Είχε προηγηθεί ένα μακρόσυρτο δείπνο, αποτελούμενο από τρία διαφορετικά εδέσματα, τα οποία όμως συνέδεε μια γευστική συνάφεια, επιπλέον μία σαλάτα εποχής συνηθισμένη, που η απλότητά της και το χρώμα της έρχονταν σε αντίθεση επιθυμητή και οικεία με τα κύρια πιάτα, τα οποία πρόδιδαν πολύωρη και επίμοχθη παρασκευή. Φρούτα και τυριά συμπλήρωναν το πρόγραμμα, ένα πρόγραμμα εξημμένο από αναρίθμητες γουλιές εξαιρετικών κρασιών, διαφορετικών για κάθε έδεσμα.

Ηταν ένα τυπικό δείπνο αποπλάνησης, το βάσανο και την ηδονή του οποίου υφίστανται μόνον ευαίσθητοι και ολίγον διεστραμμένοι θεατρικοί συγγραφείς.

Κατά την προετοιμασία ενός παρόμοιου δείπνου, η μνήμη μου ανέσυρε πάντα τα λόγια ενός μεγάλου γευσιγνώστη του 18ου αιώνα, του Βrillat-Savarin: «Η απόλαυση ενός δείπνου είναι ανεξάρτητη και από την πείνα και από την όρεξη». Πράγματι, ένα παρόμοιο δείπνο προϋποθέτει ότι οι συμμετέχοντες δεν πεινούν, δεν έχουν όρεξη ούτε ορέξεις. Οσο πληρέστερο και αισθησιακό είναι το δείπνο, τόσο τείνει να καταργήσει την υλική του υπόσταση και να εξαρθεί σε μια σφαίρα πιο πνευματική. Το δείπνο είναι μια παράσταση αυτοσχεδιαστικού χαρακτήρα και άγνωστης έκβασης, σκεπτόμουν κάθε φορά που το προετοίμαζα, μόνος, στην κουζίνα. Για την παράσταση αυτή, συνέχιζα να σκέπτομαι, απαιτείται μια ηθοποιός, η οποία, ερήμην της τις περισσότερες φορές, καλείται να ενσαρκώσει τον ρόλο της γυναίκας των ονείρων μου ή τουλάχιστον τη βασίλισσα της βραδιάς.

Κατά τη διάρκεια των μαγειρικών αυτών παραστάσεων ή, αν προτιμάτε, κατά τη διάρκεια αυτής της επίθεσης γοητείας, ελλοχεύει ο κίνδυνος, συχνά, συχνότατα, να εξαναγκασθώ να επιστρατεύσω όλα τα αποθέματα της υπομονής και της αντοχής μου και να οχυρωθώ πίσω από την ασπίδα της λεπτής ειρωνείας για να αντιμετωπίσω τις εκτός τόπου και χρόνου φλυαρίες της υποψήφιας προς αποπλάνησιν επισκέπτριας, τις ανοησίες, τις αγένειες ή τις άκαιρες ευγένειές της. Μερικά παραδείγματα: μόλις ανακοινώσω το menu, για την πραγματοποίηση του οποίου έχω θυσιάσει ολόκληρη την ημέρα μου, προσποιούμενος μάλιστα ασθένεια για να απουσιάσω από τη δουλειά μου, η προσκεκλημένη δεν παύει να εκθειάζει τη μαγειρική της γιαγιάς ή της μαμάς της ή κάποιας θείας από το χωριό, καλοπροαίρετα ίσως, για να μου δείξει ότι είναι σε θέση να εκτιμήσει τη μαγειρική προσφορά μου.

Κάποια άλλη «γυναίκα των ονείρων», με την απάθειά της, μου δηλώνει σχεδόν, έτσι το αντιλαμβάνομαι, ότι θα προτιμούσε μια γιγάντια πίτσα ή μια μπριζόλα χοιρινή με πατάτες τηγανιτές, αλλά η ευγένειά της μου κάνει τη χάρη να δοκιμάσει το έδεσμά μου στην άκρη του πιρουνιού, προφασιζόμενη τη δίαιτά της.

Μια άλλη καταβροχθίζει εν ριπή οφθαλμού το περιεχόμενο του πιάτου της, σερβίρεται για δεύτερη και τρίτη φορά, αλλά σαν να τρώει την πιο χυδαία και λιγδερή μακαρονάδα, με επιχείρημα την ποσότητα του φαγητού που κατασπάραξε, δεν παραλείπει να εκθειάζει το έδεσμά μου και να σταθεί ιδιαίτερα στη λεπτεπίλεπτη και σχεδόν αέρινη σάλτσα του.

Σπανιότατα λοιπόν κρίνω ότι κάποια υποψήφια «γυναίκα των ονείρων μου» είναι σε θέση να λάβει μέρος σε δεύτερη ή τρίτη μαγειρική παράσταση.

Δύο γυναίκες που κρίθηκαν κατάλληλες και πέρασαν επιτυχώς τις εξετάσεις τους, παριστάμενες για πολλοστή φορά στις μαγειρικές παραστάσεις μου, κατέληξαν να γίνουν σύζυγοί μου.

Το τίμημα ήταν βαρύτατο και για κείνες και για μένα. Εχασαν αυτομάτως τον ρόλο της γυναίκας των ονείρων μου.

Αλλά η ζωή συνεχίζεται.

Συνεχίζεται επίσης και η άκαρπη αναζήτηση της γυναίκας των ονείρων.

Η κατσαρόλα όμως είναι πάντα στη φωτιά.

Η φωτιά, κατ΄ εξακολούθησιν, παίζει τον άσκοπο ρόλο της κάτω από την κατσαρόλα και ο λαγός συνεχίζει να βράζει στο ζουμί του.

Πέραν του λαγού και εκτός κατσαρόλας όμως συνεχίζει να βράζει στο ζουμί του ο ευαίσθητος και ολίγον διεστραμμένος συγγραφέας.