Ε ίναι το πρόσωπο της χρονιάς, ο άνθρωπος πίσω από τη μεγαλύτερη «διαρροή» απορρήτων εγγράφων στην Ιστορία. «Ηρωας» και προφήτης της νέας εποχής της απόλυτης διαφάνειας στο Διαδίκτυο για τους φίλους, χάκερ και «μουτζαχεντίν της ελεύθερης πληροφόρησης» για τους εχθρούς, ο Τζούλιαν Ασάνζ μονοπώλησε το ενδιαφέρον με τη δημοσιοποίηση χιλιάδων κλεμμένων τηλεγραφημάτων από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.

Καταζητούμενος για βιασμό στη Σουηδία, ίσως προσεχώς και για κατασκοπεία στις ΗΠΑ, ο ιδρυτής του WikiLeaks παραδόθηκε τελικά στη Σκότλαντ Γιάρντ. Αφέθηκε ελεύθερος και παραμένει ένα αίνιγμα: ένας καθρέφτης όπου ο καθένας βλέπει ό,τι θέλει να δει. Του αρέσει να καλλιεργεί το μυστήριο, να διαβάζει Αισχύλο, Σοφοκλή και Ευριπίδη, τη «Φάρμα των Ζώων» του Τζορτζ Οργουελ, το «Μηδέν και το Απειρο» του Αρθουρ Κέσλερ – και φυσικά να σπάει όλους τους κώδικες στα δίκτυα των υπολογιστών.

Τρία είναι τα «κλειδιά» που εξηγούν τη δράση και την προσωπικότητα του 39χρονου Αυστραλού, ο οποίος βρέθηκε από τη μια στιγμή στην άλλη στην κορυφή της δημοσιότητας ενώ τελείωνε το 2010:

1. Το σύνδρομο της καταδίωξης
Αυτό σφράγισε την παιδική του ηλικία. Ηταν μόλις ενός έτους όταν η μητέρα του παντρεύτηκε έναν ηθοποιό και έφτιαξε μαζί του περιοδεύοντα θίασο. Ταξίδευαν συνεχώς, αλλά όταν ο Τζούλιαν έγινε οκτώ ετών η μαμά του χώρισε και άρχισε να κάνει παρέα με έναν μουσικό. Τον ερωτεύθηκε και απέκτησε μαζί του έναν γιο. Και αυτή η σχέση τελείωσε άδοξα: ο δεύτερος σύζυγος ήταν βίαιος και εκείνη πήρε τα δυο παιδιά και αποφάσισε να εξαφανιστούν για να μην τους βρει ποτέ. Από τα 11 ως τα 16 χρόνια του Ασάνζ ζούσαν κυνηγημένοι σαν φυγάδες.

2. Το να τρυπώνει σε ξένους υπολογιστές
Ο Ασάνζ ήταν χάκερ από την εφηβεία του, στην Αυστραλία, με το ψευδώνυμο Μendax. Ο πρώτος υπολογιστής που αγόρασε στα 17 χάραξε το μέλλον του: έγινε γρήγορα εξπέρ στο χάκινγκ, ικανός να σπάει κάθε πρόγραμμα και να παραβιάζει κομπιούτερ όπου γης, ακόμη και στο αμερικανικό Πεντάγωνο. Τον συνέλαβαν το 1991, αλλά τη γλίτωσε με ένα μικρό πρόστιμο.

3. Η αντιεξουσιαστική ιδεολογία
Μη φανταστείτε κάποιον κουκουλοφόρο αναρχικό. Οι «μολότοφ» του Ασάνζ είναι τα απόρρητα αρχεία. Σύντροφοί του εν όπλοις είναι ο στενός πυρήνας των πέντε άμεσων συνεργατών του και των περίπου 80 «λογοκριτών» της WikiLeaks που φιλτράρουν όσα αρχεία «κατεβάζει» ο ψηφιακός ποταμός των δικτύων και του Ιnternet. Ο Ασάνζ προλόγιζε τις σκέψεις του στο μπλογκ που διατηρούσε με τσιτάτα από τον γερμανό αναρχικό Γκούσταβ Λαντάουερ, έναν αντιεξουσιαστή στοχαστή που σκοτώθηκε από στρατιώτες στο Μόναχο το 1919. Εγραφε ότι μισούσε, όπως ο Λαντάουερ, την κοινωνική αδικία, τη διαφθορά και την έλλειψη διαφάνειας στα κλειστά συστήματα εξουσίας.

Αυτό που δεν κατάφερε ποτέ ο Τζούλιαν Ασάνζ ήταν να ριζώσει κάπου. Μονίμως σε κίνηση, μονίμως κυνηγημένος, με την αστυνομία στο κατόπι του. Ετσι μεγάλωσε και έτσι έμαθε να ζει, με την παράνοια ότι τον παρακολουθούν και τον ακολουθούν σε κάθε του βήμα.

Παραδόξως για κάποιον που έχει τέτοια εμμονή κατά των ΗΠΑ, ο ιδρυτής του WikiLeaks ανέφερε συχνά στα ψηφιακά του γραπτά μια σκέψη του αμερικανού προέδρου Θίοντορ Ρούζβελτ για την ανάγκη να ηττηθεί η «αόρατη κυβέρνηση» που αποτελείται από τις «διεφθαρμένες δυνάμεις στις επιχειρήσεις και στην πολιτική».

Ο Ασάνζ θέλει να βλέπει τον εαυτό του σαν σταυροφόρο, μοναχικό αγωνιστή υπέρ της ενημέρωσης, και το WikiLeaks σαν μια «υπηρεσία πληροφοριών των πολιτών». Το βέβαιο είναι ότι με τις «μέγα “διαρροές”» που δημοσιοποίησε προκάλεσε ῶια παγκόσῶια συζήτηση για τα όρια της ελευθερίας της έκφρασης και της διαφάνειας σε καιρούς ειρήνης και σε χώρες όχι μόνον με απολυταρχικά καθεστώτα, αλλά και με Δημοκρατία. Οι ιστορικοί, με την ασφάλεια και τη νηφαλιότητα που προσφέρει ο χρόνος, δεν κρατάνε πλέον τις ερμηνείες της Ιστορίας. Το σήμερα μπορεί να γεμίσει με ένα εκτυφλωτικό φως πλήρους και καταιγιστικής δημοσιότητας – και γαία πυρί μειχθήτω!